Στα μέσα μαζικής μεταφοράς και, το χειρότερο, στα σχολεία μεταφέρεται η ρατσιστική βία από τους δρόμους, κυρίως της Αθήνας, όπου εκδηλωνόταν μέχρι σήμερα. Από τις 154 επιθέσεις που κατέγραψε το 2012 το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας, οι 6 σημειώθηκαν σε μέσα μαζικής μεταφοράς.
Χαρακτηριστικό είναι στα δύο από τα περιστατικά αυτά, θύτες ήταν δημόσιοι λειτουργοί. «Μια γυναίκα αιγυπτιακής καταγωγής δέχτηκε λεκτική επίθεση από οδηγό λεωφορείου ο οποίος έκλεισε την πόρτα πάνω στο καρότσι του παιδιού της και νεαρός Αφγανός ξυλοκοπήθηκε από ελεγκτές του ΟΑΣΑ επειδή δεν επέδειξε εισιτήριο κατά τη διάρκεια ελέγχου» αναφέρει το Δίκτυο το οποίο παρουσίασε την Τετάρτη την έκθεση για τις ρατσιστικές επιθέσεις στην Ελλάδα το 2012.
Γλυκά Νερά… Μανωλάδας
Εκτός από τις περιπτώσεις που πήραν μεγάλη δημοσιότητα –του 19χρονου Ιρακινού που δολοφονήθηκε στο κέντρο της Αθήνας τον περασμένο Αύγουστο και του 26χρονου Πακιστανού στα Πετράλωνα –το Δίκτυο κατέγραψε τη δολοφονία ενός 31χρονου Αιγύπτιου που απεβίωσε ύστερα από 17 μέρες σε εγκεφαλικό κώμα κατόπιν άγριου ξυλοδαρμού στα Γλυκά Νερά (από το αφεντικό του, σιδερά το επάγγελμα, που δεν ήθελε να του πληρώσει τα δεδουλευμένα).
Στο κέντρο της Αθήνας σημειώθηκε η συντριπτική πλειοψηφία των καταγεγραμμένων περιστατικών –αποτελούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου αφού τα περισσότερα θύματα επιλέγουν τη σιωπή λόγω φόβου. Μάλιστα τα ίδια τα θύματα μιλούν για περιοχές στην Αθήνα που αποτελούν πραγματικό άβατο λόγω του φόβου των επιθέσεων: Αγιος Παντελεήμονας, Πλατεία Αττικής, Πλατεία Βικτωρίας, Κολωνός, Μεταξουργείο, Κεραμεικός.
Το «προφίλ» των θυμάτων
Τα περισσότερα θύματα ήταν άντρες, κυρίως Αφγανοί αλλά και Πακιστανοί, Αλγερινοί, Μπαγκλαντεσιανοί, Αιγύπτιοι κ.ά. Ολοι τους στοχοποιήθηκαν επειδή ήταν αλλοδαποί –και μουσουλμάνοι -, ενώ οι γυναίκες επειδή φορούσαν μαντίλα. Ενδεικτικό της θρασυδειλίας των δραστών είναι ότι μόνο στις 6 από τις 154 επιθέσεις ο θύτης έδρασε μόνος του. Στις υπόλοιπες οι δράστες ήταν ομάδα –και μάλιστα έχουν καταγραφεί μεικτές εθνοτικά ομάδες, π.χ. με τη συμμετοχή δραστών αλβανικής καταγωγής.
Το γενικότερο συμπέρασμα που προκύπτει από την καταγραφή του Δικτύου είναι ότι οι επιθέσεις γίνονται όλο και πιο βίαιες ενώ παράλληλα παρατηρείται όλο και μεγαλύτερη ανοχή ή φόβος από τους περαστικούς που δεν παρεμβαίνουν να βοηθήσουν τα θύματα. Στο «φαινόμενο της ανοχής από όλο και μεγαλύτερη μερίδα του πληθυσμού» αναφέρθηκε χθες, Τρίτη, ο Γιώργος Τσαρμπόπουλος, επικεφαλής του ελληνικού γραφείου της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, μιας από τις 30 οργανώσεις που συμμετέχουν στο Δίκτυο.
Την ίδρυση γραφείων στην Ελληνική Αστυνομία για την αντιμετώπιση της ρατσιστικής βίας χαιρέτισε ο νομικός εκπρόσωπος του Δικτύου Βασίλης Παπαστεργίου, εκφράζοντας όμως ερωτηματικά για την αποτελεσματικότητά τους. Τα γραφεία αυτά δεν έχουν επιδείξει ακόμη κανένα έργο –τη στιγμή που οι ρατσιστικές επιθέσεις σημειώνονται καθημερινά, συχνότατα από αστυνομικούς ακόμη και εντός των αστυνομικών τμημάτων. Ο κ. Παπαστεργίου εξέφρασε αμφιβολίες για το αν είναι αρκετό το «διήμερο σεμινάριο» που πέρασαν οι αστυνομικοί που τα στελεχώνουν.
«Πρέπει να αποκλείονται από την στελέχωσή τους όσοι έχουν αντιλήψεις εχθρικές προς τον σκοπό της υπηρεσίας αυτής» πρόσθεσε. Χαρακτηριστικό είναι το σχόλιο αστυνομικού που στελεχώνει το γραφείο αντιμετώπισης της ρατσιστικής βίας ο οποίος ευελπιστεί ότι η υπηρεσία του θα αποδείξει πως τα περί ρατσιστικής βίας στην Ελλάδα «αποτελούν προπαγάνδα».
Μετά την καταγγελία, απέλαση!
Ο κ. Παπαστεργίου επανέλαβε την έκκληση του Δικτύου προς την ελληνική πολιτεία να εξασφαλίσει την δυνατότητα των παράνομων μεταναστών να προβαίνουν σε καταγγελίες ως θύματα ή μάρτυρες. Η Αστυνομία, αντί να ερευνήσει το περιστατικό, συλλαμβάνει τον καταγγέλλοντα επειδή δεν έχει χαρτιά και τον δρομολογεί προς απέλαση. «Το πλημμέλημα της παράτυπης εισόδου στη χώρα είναι για την πολιτεία σοβαρότερο από τα άλλα εγκλήματα» είπε.
Σημείωσε ότι ο νόμος προβλέπει τη χορήγηση άδειας παραμονής μέχρι να τελεσιδικήσει η υπόθεση για λόγους δημόσιου συμφέροντος –χρησιμοποιήθηκε για τα θύματα της Μανωλάδας. Όμως «οι λόγοι δημόσιου συμφέροντος είναι ανοιχτοί προς ερμηνεία και καλύπτουν μόνο τα εμβληματικά περιστατικά, όπως εκείνο της Μανωλάδας. Το Δίκτυο προτείνει να προβλεφθεί ρητά η αναστολή της κράτησης και απέλασης των θυμάτων ή μαρτύρων που προβαίνουν σε καταγγελία σε συνδυασμό με την χορήγηση άδειας παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους» είπε.
Διευρύνθηκε το φάσμα του ρατσιστικού εγκλήματος
«Για τους αστυνομικούς, η ρατσιστική βία αποτελεί κανονικότητα ακόμη και για όσους δεν εμπλέκονται άμεσα» τόνισε ο Κωστής Παπαϊωάννου, πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, μιας από τις 30 οργανώσεις του Δικτύου. Πρόσθεσε ότι το φάσμα του ρατσιστικού εγκλήματος διευρύνθηκε: «Από τους μετανάστες πέρασε σε μειονοτικούς, Ρομά, αριστερούς, εργαζόμενους σε ανθρωπιστικές οργανώσεις…» και ότι στα σχολεία, ο εκφοβισμός (bullying) συνδέεται πλέον με την ρατσιστική βία.
Ο κ. Παπαϊωάννου σύστησε προσοχή στον δημόσιο λόγο καθώς δηλώσεις, όπως εκείνη του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά περί «ανακατάληψης του κέντρου της Αθήνας» υποδαυλίζουν τη βία. «Η κοινή γνώμη έχει ευαισθητοποιηθεί περισσότερο στο θέμα του ρατσιστικού εγκλήματος, όχι όμως και οι αρχές» είπε φέρνοντας το παράδειγμα του υπουργού Δημόσιας Τάξης Νίκου Δένδια, η πρώτη αντίδραση του οποίου στην πρόταση χορήγησης άδειας παραμονής στα θύματα ήταν: «Δεν θα ανοίξουμε φάμπρικα για να μένουν οι παράνομοι μετανάστες στη χώρα» –ασχέτως αν στη Μανωλάδα τελικά τη χορήγησε επειδή η Ελλάδα βρέθηκε στο μικροσκόπιο της διεθνούς κοινότητας για το συγκεκριμένο περιστατικό.
Ο Ρεζά Γκολαμί, πρόεδρος των αφγανών μεταναστών στην Ελλάδα, ανέφερε χθεσινό –και πολύ συνηθισμένο γενικώς –περιστατικό: «Αστυνομικοί σταμάτησαν στον δρόμο αναγνωρισμένο πρόσφυγα για έλεγχο, του πήραν τα χαρτιά και τον έδειραν. Η κατάσταση είναι πολύ σοβαρή. Πολλοί δεν τολμούν να βγουν από το σπίτι από φόβο για την Αστυνομία και τον ρατσισμό. Όταν μας βρίσει κάποιος, ούτε που το υπολογίζουμε πλέον, μόνο τον ξυλοδαρμό».