Πως μοιάζει να είσαι παιδί και να ρουφάς τη γρανίτα σου στο «Ελληνικό», με σωλήνα του ποτίσματος, παρέα με τον Αλέκο Φασιανό; Ή να ακούς Μεγάλη Πέμπτη τα 12 Ευαγγέλια, στον Ναό της Αγίας Ειρήνης, επί της Αιόλου, με συνοδό τον Γιάννη Τσαρούχη ; Εχουν περάσει πολλά χρόνια από την εποχή που η κυρία Δάφνη Ζουμπουλάκη ήταν παιδί, αλλά οι εντυπώσεις κυριαρχούν στη μνήμη της. Της δίνει ερεθίσματα για να ανακαλέσει ευκολότερα η μητέρα της, Πέγκυ Ζουμπουλάκη, ιδιοκτήτρια της ομώνυμης γκαλερί, με δράση τεσσάρων δεκαετιών στην αγορά της ελληνικής τέχνης. Η ίδια ήταν άλλωστε ο συνδετικός κρίκος της μικρής Δάφνης με τους μεγάλους καλλιτέχνες της δεκαετίας του ΄60,στενή συνεργάτις, ενίοτε και προσωπική τους φίλη. Η Δάφνη, «παιδί με χρυσή καρδιά», εξελίχθηκε σε άτομο ήπιου προφίλ, εσωτερικά ανήσυχο, που διευθύνει σήμερα την ομώνυμη γκαλερί στο Κολωνάκι. Η Πέγκυ, φιγούρα υπερκινητική,κυριαρχική,εξακολουθεί να βρίσκεται στον άλλον πόλο:φτάνει να τη δει κανείς στο «μαγαζί» της, επί της Κριεζώτου, και καταλαβαίνει από μακριά ποιος είναι το αφεντικό.



Η Δάφνη (το κοινό επίθετο επιβάλλει την αναφορά των δύο κυριών με τα μικρά τους ονόματα), μιλώντας για τις δυο τους, δανείζεται τον διαχωρισμό των ανθρώπων που συνήθιζε ο φιλόσοφος Ιsaiah Βerlin, σε αλεπούδες και σκαντζόχοιρους: «Η Πέγκυ είναι αλεπού,πετάγεται,κινείται,βρίσκει την έμπνευση σε πληθώρα εμπειριών και πηγών. Προσωπικά, παραπέμπω περισσότερο σε σκαντζόχοιρο:είναι πιο ήσυχος, γνωρίζει ένα πράγμακαι σημαντικό» λέει χαρακτηριστικά.

Πώς βρίσκει κανείς τρόπο να αναπτυχθεί πλάι σε μια αλεπού; «Τον έχω διεκδικήσει τον χώρο μου» λέει η Δάφνη. «Είναι χαρακτηριστικό το εγχείρημα του Ζone D (σ.σ.: ανάδειξη, παρουσίαση των τάσεων της διεθνούς σύγχρονης τέχνης σε ευέλικτο περιβάλλον, το οποίο και αλληλεπιδρά με τα εκθέματα) . Σεβάστηκα την γκαλερί, δεν ήθελα να έλθω σε σύγκρουση με το κοινό της, αλλά παράλληλα έκανα αυτό που ήθελα, έψαξα και βρήκα άλλοτε μια αποθήκη στο Λονδίνο, άλλοτε ένα παλιό υφασματάδικο στην Αθηνάς, ακόμη και ένα γιαπί στην ίδια περιοχή, και εξέθεσα αντικείμενα, έργα που δεν θα μπορούσαν να παρουσιαστούν αλλού».



Η Πέγκυ παραδέχεται ότι αντιδρούσε. «Της έλεγα πού πας, χριστιανή μου, έχουμε τόσους χώρους να εκθέσεις! ”. Δεν είχα συλλάβει το γεγονός ότι ο χώρος σε περιορίζει, σε πνίγει πολλές φορές. Το παραδέχομαι, έχουμε τσακωθεί γι΄ αυτό. Η ιστορία είναιόμωςδική της». Το μόνο που εύχεται είναι να μην προδοθεί η κόρη της, όπως προδόθηκε πολλές φορές η ίδια. Γιατί, κακά τα ψέματα, η επιτυχία αλλάζει τους καλλιτέχνες. Στην αρχή εμπιστεύονται τον γκαλερίστα, αργότερα όμως οι περισσότεροι- πλην εξαιρέσεων- διεκδικούν το 100% της επιτυχίας, σου λένε «εγώ».

Ο Φασιανός και η εμπορευματοποίηση

Τη στιγμή των αναμνήσεων, αναδίδεται πικρία για κάποια από τα ηχηρά ονόματα της σύγχρονης τέχνης, όπως ο Αλέκος Φασιανός, που έκοψε αιφνιδιαστικά και χωρίς προφανή αιτία τους δεσμούς με την γκαλερί. «Τον αγαπώ τον Αλέκο» λέει η Πέγκυ. «Υπήρξε αιώνιο παιδί, ιδιοφυές, αλλά ερωτεύτηκε πολύ αργά και πολύ δυνατά. Μόλις παντρεύτηκε, έγινε αγνώριστος, ένας βαρετός άνθρωπος, στο τέλος εξαφανίστηκε, άγνωστο το γιατί». Η ίδια γνωρίζει καλά τι κυκλοφορεί στην αγορά, τις κατηγορίες πολλών δημιουργών για τα «ληστρικά» ποσοστά των γκαλερί και την «απομύζησή» τους.

«Υπάρχουν διεθνείς κανόνες και όροι δεοντολογίας στην ιστορία αυτή» λέει με ένταση. «Οταν βάζω τους όρους μου στο τραπέζι, ξεκάθαρα, και η άλλη πλευρά τούς αποδέχεται, θεωρώ ότι υπάρχειόπως χαρακτηριστικά λένε οι Αγγλοι- gentlemen΄s agreement, είναι λόγος για μένα. Αν κάποιος τον παραβεί, δεν είναι προδοσία; Θεωρώ μάλιστα τον εαυτό μου συνεπή στον χρόνο. Από το ΄67, οπότε και μπήκα στον χώρο, τις ίδιες πεποιθήσεις έχω. Αυτοί (σ.σ.: εννοεί τη γενιά του ΄60) διασπάστηκαν, δεν μπόρεσαν να μείνουν ενωμένοι. Με τον χρόνοεπήλθε και η εμπορευματοποίηση, απεδείχθη ότι ήταν διψασμένη αυτή η γενιά. Αλλο τέχνηκαι άλλο εικαστικά προϊόντα. Αλλο ταλέντο και άλλο ταλεντοκρατία».



Η Δάφνη έχει διαφορετική επαφή με τους νεότερους καλλιτέχνες, αποδίδει την υφή των σχέσεων μαζί τους στην κουλτούρα και στον κοσμοπολιτισμό τους. Εχουν σπουδάσει, έχουν μείνει στο εξωτερικό, όπως άλλωστε και η ίδια, γεγονός που της επιτρέπει σταθερή και σαφώς πιο χαλαρή επικοινωνία μαζί τους. Τα μυστικά δεν τα μοιράζεται απαραιτήτως με τη μητέρα της – ύστερα από δέκα ολόκληρα χρόνια στενής συνεργασίας « ε, δεν τα λέω και όλα στην Πέγκυ».



«Το πρόβλημα είναι ότι οι έλληνες δημιουργοί δεν έχουν αναγνωρισιμότητα στο εξωτερικό» σημειώνει η Δάφνη. «Παραμένει περιορισμένο αυτό που κάνουμε, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να συγκριθεί με τα μεγέθη της White Cube στο Λονδίνοή της γκαλερί Gagosian στη Νέα Υόρκη, που εκπροσωπεί μεγαθήρια, όπως ο Αντι Γουόρχολ, ο Τζεφ Κουνς, ο Ντέμιαν Χιρστ, πουλώντας έργα της τάξης του 1 εκατ. δολαρίων». Υπάρχουν βεβαίως πράγματα που θαυμάζουν, ακόμη και στην εγχώρια σκηνή. Η Πέγκυ ομολογεί ότι θα ήθελε να έχει φιλοξενήσει την έκθεση του Γιάννη Κουνέλλη, την πρώτη ατομική του στην Ελλάδα ύστερα από 16 χρόνια. «Μπόρεσε να το κάνει η γκαλερί Βernier/ Εliades, προσωπικά δεν θα μπορούσα να το εξυπηρετήσω οικονομικά. Δεν ζηλεύω όμως, μόνο θαυμάζω. Αλήθεια, μόνο ερωτικά έχω ζηλέψει στη ζωή μου…».

«Δεν πλήττουμε ποτέ»

Η Πέγκυ δεν καταβάλλει προσπάθεια να εξωραΐσει την εικόνα της οικογένειας. Δεν πιστεύει εξάλλου στη «happy family». «Είμαστε μια οικογένεια που δεν πλήττει ποτέ, τσακωνόμαστε, αγαπιόμαστε. Δεν αντέχω την πλήξη, προτιμώ να κάτσω σε ένα κρεβάτι και να πεθάνω. Το πιστεύεις ότι δεν πάω ποτέ από τον ίδιο δρόμο; Εχω έμφυτη περιέργεια. Ο γιος μου είναι παντρεμένος, έχω τρία τρισχαριτωμένα εγγόνια, που μου αρέσει να τα κακομαθαίνω. Η κόρη μου έχει άπειρους φίλους, δεν έχει πρόβλημα που κάνω και εγώ, ενίοτε, παρέα μαζί τους. Να, τώραετοιμαζόμαστε να πάμε στην Υδρα. Ωρες-ώρες ανησυχώπάντως, η Δάφνη είναι αυτοκαταστροφική. Χαίρεται πολύ τη ζωή, χωρίς να σκέφτεται το αύριο. Θα ήθελα να τη δω πλήρη συναισθηματικά, όχι με ένα “καλό παιδί”, αλλά με έναν άνθρωπο με τον οποίο θα μιλάει την ίδια γλώσσα».



«Ο ΜΟΡΑΛΗΣ ΕΙΧΕ ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΣΤΑ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΠΟΔΙΑ»

Ο ανταγωνισμός δεν υπάρχει ως λήμμα στο οικογενειακό λεξικό για τη Δάφνη.«Θέλω απλώς αυτό που κάνωνα το κάνω καλά.Με πληγώνουν πάντωςκάποιες αλήθειες που λέει η Πέγκυ- και όχι μόνο εμένα».

Η μητέρα της παίρνει τον λόγο,κι ας αναγνωρίζει ότι«είναι κακή συνήθεια». «Ξέρω, θα πεις για την εποχή που σου έλεγα να αδυνατίσεις, γιατί ήσουν χοντρή.Τώραόμωςαδυνάτισες και είσαι μια κούκλα!».

Η Δάφνη συγκρίνει τα…μεγέθη,η Πέγκυ είναι μικρή το δέμας,η ίδια- όπως και ο αδελφός τηςμεγαλόσωμη.Δεν χωρούν και πολλές αλλαγές στη σωματοδομή των ανθρώπων.

«Ο Γιάννης ο Μόραλης με πείραζε, ξέρετε»θυμάται η Πέγκυ. «Του άρεσαν πολύ οι γυναίκες, είχε μάλιστα αδυναμία στα γυναικεία πόδια. Τα δικά μου,Γιάννη,δεν τα ΄χεις δει,του είπα μια μέρα και ανέβασα τη φούστα.“Τι να δω”,με επέπληξε,“εσύ είσαι κοντή”».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ