Οι εξωφρενικές τιμές των ποτών, του καφέ και της διασκέδασης εν γένει στην Ελλάδα, αποτελούσαν ανέκαθεν ζήτημα που προβλημάτιζε τη νεολαία. «Γιατί ένα ποτήρι μπίρα κοστίζει 2-4 ευρώ στην Ευρώπη, αλλά 5-7 Ελλάδα; Γιατί πληρώνουν τον καφέ 1,30-1,50 από την Βαρκελώνη ως το Βερολίνο και τη Ρώμη, τη στιγμή που στην Ελλάδα ο φραπέ κοστίζει 3,50 ευρώ;» ήταν ορισμένα από τα εύλογα ερωτήματα που δυστυχώς παρέμεναν αναπάντητα.

Στην εποχή των «παχιών αγελάδων» όταν ο καταναλωτισμός κυριαρχούσε στην Ελλάδα μαζί με τη νοοτροπία του φαίνεσθαι, κανείς δεν έμπαινε στον κόπο να αμφισβητήσει τις τάσεις της αγοράς ή να ασκήσει βέτο στους μαγαζάτορες που κερδοσκοπούν. Εν μέσω κρίσης, ωστόσο, αυτό έμελλε να αλλάξει. Μία παρέα τριαντάρηδων μετά από πολλά «βράδια καταστροφικά για την τσέπη μας αλλά ιδιαίτερα κερδοφόρα για κάποιους μαγαζάτορες», όπως χαρακτηριστικά λένε, αποφάσισαν να ανακαλύψουν τα… φτηνά ποτά της Αθήνας και να τα φέρουν στο φως της δημοσιότητας.

Ftinapota.gr
Δημιούργησαν έτσι, την ιστοσελίδα «ftinapota.gr», η οποία ξεκίνησε ως μία απλή καταγραφή των φτηνών μπαρ της Αθήνας και εξελίχθηκε σε μία δυναμική διαδικτυακή κοινότητα, τα μέλη της οποίας «οργώνουν» την αθηναϊκή νύχτα, ψάχνοντας για νυχτερινά καταστήματα που αρνούνται να κερδοσκοπήσουν. Ένα συλλογικό αρχείο δημιουργείται, ενώ κάθε βδομάδα το σάιτ ανανεώνεται με τις νέες πληροφορίες, τις οποίες η κοινότητα των χρηστών σχολιάζει και αξιολογεί με βάση προσωπικές εμπειρίες. Εν τέλει, το εγχείρημα πέρα από τις πρακτικές του πτυχές, προβάλλει και μία διαφορετική φιλοσοφία: η καλή διασκέδαση μπορεί να είναι και οικονομική, αρκεί η νεολαία να τη… διεκδικήσει.

Πίσω από την πρωτότυπη αυτή ιστοσελίδα βρίσκονται τρεις τριαντάρηδες, ο Κώστας, η Μαργαρίτα και ο Βαγγέλης, οι οποίοι προτιμούν να μην αποκαλύψουν τα επίθετά τους, γιατί, όπως χαρακτηριστικά λένε, στόχος είναι να μην επικεντρωθεί το «ftinapota.gr» στα δικά τους πρόσωπα, αλλά να δοθεί έμφαση στη μεγάλη κοινότητα χρηστών που απαιτεί τη φτηνή και ποιοτική διασκέδαση.

«Η ιδέα γεννήθηκε το 2009, όταν ήμουν φαντάρος στη Σάμο. Έψαχνα για έναν κατάλογο με τιμές ποτών στα αθηναϊκά μπαρ και διαπίστωσα ότι δεν υπήρχε. Απευθύνθηκα στους φίλους μου, το συζητήσαμε και καταγράψαμε σαράντα αρχικά μαγαζιά προς διερεύνηση. Μετά από πολλά ποτά, βόλτες και βοήθεια από φίλους, η ιδέα κατέληξε στη σημερινή της μορφή. Μέχρι πρότινος πιστεύαμε ότι στην Αθήνα τα ποτά είναι ακριβά, αλλά να που σιγά-σιγά το διαψεύδουμε», λέει στο «Βήμα» ο Κώστας, που εργάζεται ως τοπογράφος μηχανικός.

Μια άλλη φιλοσοφία
Για τον 31χρονο Βαγγέλη, συνδημιουργό της ιστοσελίδας, η ανάγκη για φτηνότερη διασκέδαση δεν αφορά μόνο τους νέους αλλά όλες τις ηλικιακές ομάδες, καθώς και όλες τις οικονομικές τάξεις. «Δεν είναι πάντα η οικονομική ανάγκη που οδηγεί κάποιον στην επιλογή της φτηνής διασκέδασης. Συχνά είναι από επιλογή. Ίσως μάλιστα να ήταν πολύ καλύτερα τα πράγματα αν ακόμη κι εκείνοι που δεν είχαν ανάγκη τη φτηνότερη νυχτερινή διασκέδαση, την επιδίωκαν. Οι φιλοσοφίες πάντως και οι νοοτροπίες δεν μπορούν να μεταβληθούν μόνο με την επιλογή ενός φτηνότερου μπαρ. Είναι πιο σύνθετο θέμα», αναφέρει ο ίδιος.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει, αντίστοιχα, και η «ανθρωπογεωγραφία» των φτηνών μπαρ της Αθήνας. «Αν και τα περισσότερα μπαρ στον κατάλογο του ftinapota.gr είναι στο κέντρο της Αθήνας, με την περιοχή των Εξαρχείων να παρουσιάζει το μεγαλύτερο αριθμό καταγεγραμμένων, έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν παντού στην Αθήνα και απλά χρειάζεται να τα ανακαλύψουμε. Το θετικό είναι ότι οι σχετικοί ιδιοκτήτες συνήθως έχουν χαμηλές τιμές συνειδητά και από πεποίθηση. Ως αποτέλεσμα έχει συμβεί να μας συστήσουν οι ίδιοι και άλλα μαγαζιά που γνωρίζουν με παρόμοιες τιμές. Οι θαμώνες είναι συνήθως της ίδιας φιλοσοφίας και γενικότερης στάσης», τονίζει η 30χρονη Μαργαρίτα, έτερο μέλος της παρέας, προσθέτοντας ότι καθώς η φιλοσοφία των καταναλωτών μεταβάλλεται, όλο και περισσότεροι μαγαζάτορες μπαίνουν στην νοοτροπία του «φτηνού και καλού».

«Τα Εξάρχεια με τα φτηνά καφέ-μπαρ, το Μεταξουργείο, ο Κεραμεικός με τα φτηνά καφενεία και τα Πετράλωνα που προσφέρουν λίγο από όλα, είναι κυρίαρχα στον κατάλογό μας. Αν και παραδόξως πρόσφατα άνοιξε ένα από τα φτηνότερα μπαρ στην Αγία Παρασκευή! Με αρκετούς από τους ιδιοκτήτες έχουμε γνωριστεί, ενθουσιάζονται με την προσπάθεια που κάνουμε και μας βοηθούν», σημειώνει ο Κώστας.
Κερδοσκοπία ή έξοδα;

Εν τέλει που οφείλονται οι υψηλές τιμές στα περισσότερα ελληνικά μπαρ; Είναι θέμα λειτουργικών εξόδων, διαμορφωμένων τιμών της αγοράς ή μήπως απλής… κερδοσκοπίας; «Όποιος έχει βγει για ποτό τουλάχιστον μία φορά στο Γκάζι, στου Ψυρρή ή στο Θησείο θα έχει σίγουρα σκεφτεί το ίδιο ερώτημα. Ωστόσο δεν υπάρχει μία ενιαία απάντηση. Προφανώς υπάρχουν αντικειμενικοί παράγοντες που διαμορφώνουν τις τιμές κάθε υπηρεσίας και κάθε προσφερόμενου προϊόντος. Τα λειτουργικά έξοδα, τα ενοίκια, οι κοινωνικοασφαλιστικές εισφορές για τους εργαζομένους είναι τέτοιοι παράγοντες. Αυτό ισχύει βεβαίως για όσους δεν έχουν ιδιόκτητο χώρο και για όσους… καταβάλλουν όπως πρέπει τις εισφορές», σχολιάζει χαμογελώντας ειρωνικά ο Κώστας.

«Είναι αξιοπερίεργο το γεγονός ότι οι τιμές των ποτών είναι «στρογγυλές» (π.χ. 5 ή 6 ευρώ) και οι αυξήσεις πάντα είναι στρογγυλοποιημένες. Αν κάποιος αυξήσει την τιμή του ποτού από 5 στα 6 ευρώ – γεγονός που συμβαίνει συχνά – μιλάμε για 20% αύξηση, κάτι που δεν συναντάς συχνά σε άλλα προϊόντα», τονίζει ο Βαγγέλης.

Η φτηνή διασκέδαση είναι βιώσιμη
Για τους δημιουργούς του «ftinapota.gr», η ύπαρξη επιτυχημένων φτηνών μπαρ κάνει αυταπόδεικτη τη βιωσιμότητα της οικονομικής διασκέδασης, χωρίς να χρειάζεται να καταφύγει κανείς στην προσφορά νοθευμένων ποτών ή άλλων παραπλήσιων αθέμιτων μεθόδων.

«Τα μπαρ που προσφέρουν χαμηλές τιμές βρίσκονται συνήθως σε χώρους σχετικά μικρούς με χαμηλό ενοίκιο. Οι ιδιοκτήτες τους είναι συχνό φαινόμενο να έχουν κάνει προσωπική δουλειά στη διακόσμηση, διατηρώντας έτσι χαμηλά το κόστος. Παράλληλα, πολλά μαγαζιά που ανοίγουν τελευταία τείνουν να είναι συλλογική υπόθεση και όχι ατομική. Ανήκουν σε αρκετούς συνιδιοκτήτες, οι οποίοι μοιράζονται το κόστος και αναλαμβάνουν οι ίδιοι τη λειτουργία του μαγαζιού, συνήθως με ελάχιστο επιπρόσθετο προσωπικό για ορισμένες ημέρες της εβδομάδας», τονίζει ο Βαγγέλης.

«Δεν γνωρίζουμε κανένα κατάστημα που να προσφέρει φτηνά και καθαρά ποτά, σε συνδυασμό με φιλικό περιβάλλον, και οι επισκέπτες του να μην το έχουν αναγνωρίσει. Ευτυχώς έχει πλέον αποδειχθεί ότι η ποιότητα της διασκέδασης δεν είναι ανάλογη των χρημάτων που ξοδεύεις. Οι καταναλωτές το αναγνωρίζουν και το σέβονται όλο και περισσότερο», καταλήγει η Μαργαρίτα.