Oταν πριν από 100 χρόνια η Καλλιρρόη Παρρέν και μια μικρή ομάδα από γυναίκες της αστικής κοινωνίας των Αθηνών ίδρυαν το Λύκειον των Ελληνίδων, δεν μπορούσαν ποτέ να φανταστούν ότι έναν αιώνα μετά το δημιούργημά τους θα ήταν ένας ζωντανός και δυναμικός οργανισμός που μπαίνει στη δεύτερη εκατονταετία του με τον ίδιο ενθουσιασμό και την ίδια διάθεση για προσφορά, όπως και τότε.

«Ο μεταξύ γυναικών των γραμμάτων, των επιστημών, των τεχνώνσύνδεσμος προς εξυπηρέτησιν και προστασίαν αυτών και προς αναγέννησιν και διατήρησιν των ελληνικών εθίμων και παραδόσεων» ήταν ο σκοπός του Λυκείου των Ελληνίδων σύμφωνα με το καταστατικό του. Ας μην ξεχνάμε ότι εν έτει 1911 οι γυναίκες δεν είχαν δικαίωμα ψήφου και ότι οι Βαλκανικοί Πόλεμοι δεν είχαν ακόμη ξεκινήσει. Η χειραφέτηση των γυναικών ήταν άγνωστη έννοια και οι Ελληνίδες αντιμετώπιζαν ένα σωρό από απαγορεύσεις στην οικογενειακή, στην κοινωνική και στην επαγγελματική τους ζωή.

Από τα πρώτα βήματά της στον δημόσιο βίο η Καλλιρρόη Παρρέν είχε θέσει ως στόχο της την ανύψωση του βιοτικού και μορφωτικού επιπέδου της Ελληνίδας. Γεννημένη το 1861 (κατ΄ άλλους το 1859), κόρη της κρητικής οικογένειας Σιγανού, σπούδασε δασκάλα στο Αρσάκειο και ανέλαβε για ένα μικρό διάστημα τη διεύθυνση του ελληνικού παρθεναγωγείου στην Οδησσό. Ο γάμος της με τον μετέπειτα διευθυντή του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων Ιωάννη Παρρέν την έβαλε στον κόσμο της δημοσιογραφίας και της συγγραφής.

Η έκδοση της «Εφημερίδας των Κυριών», το 1887, ήταν η πρώτη απόπειρα της Παρρέν να ανοίξει νέους ορίζοντες στις Ελληνίδες, οι οποίες μέσα από τις σελίδες της επί 30 χρόνια θα παρακολουθούσαν συστηματικά την αρθρογραφία της ίδιας και των συνεργατών της. «Αρχηγό και απόστολο του σεμνού ελληνικού φεμινισμού» την είχε αποκαλέσει ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, σε μια εποχή που οι γυναίκες δεν πήγαιναν στο πανεπιστήμιο και ασχολούνταν μόνο με δευτερεύουσες εργασίες ή έμεναν στο σπίτι. Η μέριμνά της για την κατάργηση των απαγορεύσεων- νομικών και κοινωνικών- που ίσχυαν για τις γυναίκες, για την ανύψωση του βιοτικού και μορφωτικού επιπέδου τους και για τη φροντίδα των εχόντων ανάγκη την οδήγησε στην απόφαση να δημιουργήσει το Κυριακό Σχολείο (1889) για εργάτριες και υπηρέτριες, το Ασυλο της Αγίας Αικατερίνης, το Ασυλο Ανιάτων (1892) και τον Πατριωτικό Σύνδεσμο (1898), το μετέπειτα ΠΙΚΠΑ.

Επηρεασμένη από τα ταξίδια της στο εξωτερικό και τις επαφές της με το Διεθνές Συμβούλιο Γυναικών ίδρυσε την Ενωση των Ελληνίδων (1896), που αργότερα συμμετείχε στη δημιουργία του Εθνικού Συνδέσμου μέσω του οποίου προώθησε πρωτοποριακές για την εποχή εκείνη νομοθετικές πρωτοβουλίες. Ανάμεσά τους περιλαμβάνονται η κατάργηση της νυχτερινής εργασίας των γυναικών, η αργία της Κυριακής, η εισαγωγή των γυναικών στην ανωτάτη εκπαίδευση, η προστασία της παιδικής ηλικίας και άλλες πολλές.

Το επιστέγασμα των προσπαθειών της Παρρέν ήταν η ίδρυση του Λυκείου των Ελληνίδων στις αρχές του 1911, πάνω στα πρότυπα των Lyceum Clubs που υπήρ χαν ήδη σε πολλά μέρη του κόσμου. Γυναίκες και έθνος ήταν ο στόχος της και πάνω σε αυτόν τον άξονα κινήθηκε η δράση του Λυκείου την περίοδο της προεδρίας της, που κράτησε ως τον θάνατό της το 1940, αλλά και στη συνέχεια, με τις άξιες διαδόχους της Αννα Τριανταφυλλίδου, Μαρία Μομφερράτου, Χρυσούλα Καλλία, Ιωάννα Ζαΐμη και Τότα Βαληνάκη.

Εκπαιδευτική δράση, διατήρηση και καταγραφή της πολιτιστικής κληρονομιάς, εκδοτικό και αρχειακό έργο συνθέτουν το τρίπτυχο των δραστηριοτήτων του Λυκείου των Ελληνίδων σήμερα. Η μεταβίβαση της παράδοσης από γενιά σε γενιά γίνεται με τη διδασκαλία των ελληνικών χορών από τις μικρές ηλικίες. Η ενδυματολογική συλλογή διασώζει και αναπαράγει τις παραδοσιακές φορεσιές του τόπου μας. Το πλούσιο φωτογραφικό, δισκογραφικό, οπτικοακουστικό, λαογραφικό και ιστορικό αρχείο του Λυκείου διαφυλάσσει τις ιστορικές μνήμες. Πέραν των μαθημάτων χορού, το εκπαιδευτικό έργο του Λυκείου των Ελληνίδων απλώνεται στη διδασκαλία μιας σειράς δεξιοτήτων (χορωδιακό τραγούδι, κρουστά, θεατρικό παιχνίδι, ζωγραφική και ρυθμική γυμναστική), αλλά και στη δωρεάν διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας σε αλλοδαπές και ομογενείς γυναίκες. Το τελευταίο είναι ένα σημαντικό και μάλλον άγνωστο στο ευρύ κοινό έργο που ξεκίνησε το 1998 και έχει σήμερα 300 σπουδάστριες, οι οποίες με την αποφοίτησή τους μπορούν να περάσουν με άριστα τις εξετάσεις ελληνομάθειας. «Στη νεότερη ελληνική ιστορία εμφανίστηκαν κατά καιρούς διάφορα γυναικεία σωματεία με ενδιαφέρουσα και συχνά πρωτοποριακή στην εποχή τους δράση, τα οποία προϋπήρξαν του Λυκείου των Ελληνίδων» αναφέρει η σημερινή πρόεδρός του Ελένη Τσαλδάρη στον αφιερωματικό τόμο για τα εκατόχρονα του Λυκείου. «Εκείνο που τους έλειψε ήταν η οραματική στόχευση και η εμβέλεια που κατέστησαν διαχρονικό το Λύκειον των Ελληνίδων και μακροχρόνια την πορεία του». Τα 15.000 μέλη του Λυκείου των Ελληνίδων στα 50 παραρτήματά του ανά την Ελλάδα και σε 16 πόλεις του εξωτερικού αποτελούν ζωντανή απόδειξη ότι ο σπόρος που έσπειρε η Καλλιρρόη Παρρέν έπιασε βαθιές ρίζες.