ΛΟΝΔΙΝΟ

Ε νας στους πέντε επιστήμονες παραδέχεται ότι κάνει χρήση συνταγογραφούμενων φαρμάκων που βελτιώνουν την εγκεφαλική απόδοση χωρίς να συντρέχει ιατρικός λόγος. Το ανησυχητικό αυτό συμπέρασμα σχετικά με τους «ντοπαρισμένους» εγκεφάλους προέκυψε έπειτα από δημοσκόπηση που πραγματοποίησε και δημοσίευσε η επιθεώρηση «Νature». Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της δημοσκόπησης η συντριπτική πλειονότητα όσων λάμβαναν φάρμακα απάντησαν ότι είχαν ως στόχο να «βελτιώσουν τη συγκέντρωσή τους» ενώ το 60% ανέφερε ότι… έπαιρνε τα χάπια σαν καραμέλες- σε καθημερινή ή εβδομαδιαία βάση. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι περισσότεροι από το ένα τρίτο των επιστημόνων που «ντοπάρονταν» απάντησαν ότι θα σκέφτονταν να χορηγήσουν και στα παιδιά τους τέτοια φάρμακα, αν και άλλα παιδιά της τάξης τα λάμβαναν, ώστε να μη μείνουν εκτός του… σχολικού ανταγωνισμού. Οι 1.427 επιστήμονες που συμμετείχαν στη δημοσκόπηση- προέρχονταν από 60 χώρες, αν και οι περισσότεροι ήταν από τις ΗΠΑ και σε ποσοστό της τάξεως του 57% ήταν 35 ετών ή νεότεροι- συμπλήρωσαν ένα ανεπίσημο ερωτηματολόγιο το οποίο βρισκόταν μέσα στο δικτυακό φόρουμ «Νature Νetwork» στο οποίο συμμετέχουν πολλοί εκπρόσωποι της ακαδημαϊκής κοινότητας.

Η δημοσκόπηση επικεντρώθηκε σε τρία ευρέως διαδεδομένα φάρμακα τα οποία είναι συνταγογραφούμενα, ωστόσο μπορεί ο καθένας να τα βρει και μέσω του Ιnternet. Το ένα εξ αυτών- μεθυλφαινιδάτη- αποτελεί ένα από τα πιο δημοφιλή σκευάσματα που χορηγούνται για την αντιμετώπιση της διαταραχής υπερκινητικότητας και διάσπασης της προσοχής, κυρίως στα παιδιά. Το δεύτερο- ουσία μοδαφινίληχορηγείται κυρίως για τις διαταραχές του ύπνου, ωστόσο είναι επίσης αποτελεσματικό ενάντια στην κόπωση και στο τζετ λαγκ. Η τρίτη κατηγορία φαρμάκων που περιλαμβανόταν στη δημοσκόπηση αφορούσε τους β-αναστολείς, οι οποίοι λαμβάνονται από άτομα με καρδιακή αρρυθμία και είναι άκρως δημοφιλείς για την αντιστρεσογόνο δράση τους.

Από τους 288 επιστήμονες που απάντησαν ότι έχουν λάβει ένα ή περισσότερα από αυτά τα φάρμακα εκτός ιατρικού πλαισίου, το 62% είχε χρησιμοποιήσει μεθυλφαινιδάτη και το 44% μοδαφινίλη. Μόνο το 15% δήλωσε «οπαδός» των β-αναστολέων. Περισσότεροι από το ένα τρίτο των επιστημόνων που έπαιρναν φάρμακα τα είχαν προμηθευθεί μέσω του Διαδικτύου ενώ οι υπόλοιποι από κάποιο φαρμακείο.

Σχεδόν επτά στους δέκα ανέφεραν ότι δεν θα τους πείραζε να εμφανίσουν ήπιες παρενέργειες από τη λήψη των φαρμάκων προκειμένου να καταφέρουν να δώσουν «ώθηση στην εγκεφαλική λειτουργία τους». Μάλιστα οι μισοί από όσους λάμβαναν τα φάρμακα δήλωσαν ότι έχουν εμφανίσει κάποιες παρενέργειες, όπως πονοκεφάλους, νευρικότητα, τρόμους, άγχος και αϋπνίες.

Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι στη δημοσκόπηση το 80% των επιστημόνων- ακόμη και όσοι δεν λάμβαναν τα φάρμακα- υπερασπίστηκαν το δικαίωμα του καθενός να λαμβάνει τέτοιες ουσίες που δίνουν ώθηση στην εργασιακή απόδοσή του ενώ περισσότεροι από τους μισούς υποστήριξαν ότι η χρήση τους δεν πρέπει να περιοριστεί.

Ορισμένοι ειδικοί εμφάνισαν έκπληξη στο άκουσμα των νέων αποτελεσμάτων, ωστόσο τόνισαν ότι η δημοσκόπηση δεν πληρούσε αυστηρά επιστημονικά κριτήρια και για τον λόγο αυτόν μπορεί τα ποσοστά που παρουσιάζονται να είναι «φουσκωμένα». Ωστόσο σε σχόλιο που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Νature» αναφέρεται ότι μάλλον η χρήση φαρμάκων που ενισχύουν τον εγκέφαλο έχει μπροστά της λαμπρό μέλλον.