Η θάλασσά μας
Περιδέραιο χρυσαφί που το ηλιοβασίλεμα ζώνει το μπούστο του Παναιτωλικού. Την ημέρα ασημώνει απλόχερα την αγκαλιά του Αράκυνθου.Τη νύχτα σεντόνι ολομέταξο σαν λίρα χρυσή σε νυφικό κρεβάτι,ενώ ο Αυγερινός πλέκει από χρυσό και ασήμι υφαντό ξακουστό, όπου οι Αιτωλοί φύλαξαν τον πλούτο τους καθώς η γη αντάριαζε.Οι καλαμιές, τα πουλιά,οι γεροπλάτανοι,θεατές στο θεατρικό που στήθηκε.Γιατί η σκηνή υπάρχει εκεί μέσα,βυθισμένη,ξέχωρη απ΄ τον επάνω κόσμο.Με πρωταγωνιστές ψάρια,νερόφιδα,την πολιτεία,το τέρας,που μόνο οι ψαράδες είδαν σε ξάστερο ουρανό.Η συμφωνία έκλεισε.Αυτά να μας λένε τα μυστικά τους και εμείς να τα κρατάμε…

Λίμνες ξωτικές
Ξέρω δύο λίμνες ξωτικές, δύο λίμνες αδερφάδες με του χωριού, με του νερού, με του χλωρού, τα κάλλη.

Για ονειροπλέκτες έρωτες και για τραγουδιστάδες.

Τη λίμνη τ΄ Αγγελόκαστρου, του Βραχωριού την άλλη.

Κωστής Παλαμάς, από το ποίημα «Νιότη» της συλλογής «Οι καημοί της λιμνοθάλασσας»

Η νιότη είναι η πατρίδα του καθενός, και ο Δημήτρης Τσαρούχης θυμάται παλιές ιστορίες εδώ στο περιποιημένο κτήμα του στη Βαρειά, μια ανάσα από την Τριχωνίδα, στη σκιά των βουνών, του Παναιτωλικού και του Αράκυνθου. Ακόμη και το τοπωνύμιο αυτής της περιοχής κρύβει πίσω του έναν μύθο. Οι αρχαίοι κάτοικοι των δύο όχθων της λίμνης, οι Θεστιείς από τη μεριά που βρισκόμαστε και οι Τριχώνιοι απέναντι, μοιράζονταν ένα και μοναδικό γιγαντιαίο σφυρί, που το πετούσαν οι μεν στους δε όποτε το χρειάζονταν. Και μια από τις πολλές τούς έπεσε εκεί που τώρα είναι η Βαρειά. Τα ίχνη των αρχαίων γειτονιών της λίμνης υπάρχουν ακόμη. Οι απόγονοι του μυθικού βασιλιά Θέστιου είχαν την ακρόπολή τους, τριγυρισμένη με κυκλώπεια τείχη, σε μια βίγλα πάνω από το χωριό Καινούργιο. Πιο πέρα, στον λόφο ανάμεσα στην Παραβόλα και στη λίμνη, υπήρχε η ακρόπολη της αρχαίας αιτωλικής πόλης Βουκάτιο και ακόμη πιο πέρα, στο Θέρμο, τα ερείπια θυμίζουν το ιερό λίκνο των Αιτωλών, την «Ακρόπολιν συμπάσης Αιτωλίας», όπως διασώζει ο Πολύβιος, την καθέδρα της Αιτωλικής Συμπολιτείας, την τελειότερη ίσως ομοσπονδία πόλεων που δημιούργησαν οι Ελληνες, στηριζόμενη στη δημοκρατία, στην ισονομία και στην ισοπολιτεία (3ος αι. π.Χ.). Ο Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος γράφει: «Το Θέρμο είναι η μεγάλη αιτωλική μνήμη. Από τα χρόνια της προϊστορίας ίσαμε τους βυζαντινούς αιώνες. Ενα σύμβολο. Πολλή σιωπή το κοιμίζει στους κόρφους της τώρα». «Πάει στο πέλαγο»…

Από το Τριχώνιο σώζονται στη μνήμη τα τειχιά της πόλης στον βυθό της λίμνης που βλέπουν οι ψαράδες όταν η πιο μεγάλη λίμνη της χώρας είναι ήρεμη. Γιατί συχνά σηκώνει ψηλά κύματα, σαν να είναι ανοιχτή θάλασσα. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που οι αποκαλούσαν την Τριχωνίδα «πέλαγος». Το θυμάται και ο Δημήτρης Τσαρούχης. Οταν ρωτούσαν τη μάνα του πού πήγε ο πατέρας του, εκείνη απαντούσε: «Πάει στο πέλαγος». Εκεί στην όχθη του πελάγους, στη Μυρτιά, θα αγόραζε από τους ψαράδες δρομίτσες και τσουρούκλια, αλλά κυρίως θυρίγγια, τη θαλασσινή αθερίνα που με κάποιον, ανεξήγητο, τρόπο ήλθε, άγνωστο πότε, και προσαρμόστηκε στο γλυκό νερό. Αυτός ο εξαιρετικός μεζές υπάρχει μόνο στην Τριχωνίδα και σε άλλη μία λίμνη στη Γαλλία. Πουθενά αλλού στον κόσμο. Τα μικρά ψαράκια τα αλεύρωναν με δικό τους αλεύρι από τους νερόμυλους, τα περνούσαν δέκα δέκα στο ριγανόξυλο και τα τηγάνιζαν έτσι μια αρμαθιά. Στη Μυρτιά είναι αραγμένο ακόμη το θαλασσινό τρεχαντήρι με το οποίο μια οικογένεια ψαρεύει με πυροφάνι την αθερίνα. Και είναι αυτή μια από τις ξεχωριστές εικόνες της λίμνης, το λιόγερμα μέσα από το χρυσαφί «παράθυρο» των αιωνόβιων πλατανιών ή το βράδυ με τις φωτεινές χαρακιές του πυροφανιού, να λικνίζονται στα ήρεμα νερά.

Τα γιοφύρια του Αλάμπεη

Πάλι στον νου ο αισθαντικός Παλαμάς και δυο στίχοι από το ποίημα «Βραχώρι» (παλαιά ονομασία του Αγρινίου): «(…) Και από τους βράχους της Κλεισούρας,κάστρα σαν κυκλώπεια/ πέρασα στα νερόχαρα του Αλάμπεη τα γιοφύρια (…)».

Η διαδρομή ως την Τριχωνίδα περνά από τρία εντυπωσιακά περάσματα.Τα δύο είναι πραγματικά,τα βλέπεις και τα απολαμβάνεις.Το άλλο έχει περάσει στον θρύλο και στη μνήμη των ανθρώπων.Η γέφυρα του Ρίου- Αντιρρίου έχει όλη την ομορφιά που μπορεί να έχει η γεωμετρία του σύγχρονου τεχνολογικού πολιτισμού και το φαράγγι της Κλεισούρας,κατοικητήριο των ορνέων,τη θελκτική αγριάδα της φύσης.Και ανάμεσα στη Λυσιμαχία και στην Τριχωνίδα,πλανάται η γοητεία των θρυλικών γεφυριών του Αλάμπεη.

«Τις ήτο ο Αλαήμπεης ούτος,του οποίου η γέφυρα διαιωνίζει το όνομα.Εγνώριζε άραγε ότε έκτιζε διά μέσου των λιμνών την οδόν ταύτην,ότι εδημιούργει τον γοητευτικώτερον επί γης περίπατον;» γράφει το 1885 ο λογοτέχνης Δημήτριος Βικέλας.

Ωστόσο ο μουσελίμης Αλάμπεης ήθελε απλώς να ενώσει τους κάμπους του Παναιτωλίου και των Παπαδάτων,που τους χώριζε ένας υγρότοπος ανάμεσα στην Τριχωνίδα και στη Λυσιμαχία.Ετσι έφτιαξε το 1773 με φανταστική μαεστρία έναν λιθόκτιστο δρόμο 3 χλμ.,ο οποίος στηριζόταν σε 360 καμάρες.Αυτό το θαύμα έμεινε στις γκραβούρες των περιηγητών και στις παλιές φωτογραφίες,και ίσως κάποια τμήματά του κάτω από τον αυτοκινητόδρομο που περνά ανάμεσα στις λίμνες και τρέχει για το Αγρίνιο.

Αγιογραφίες του τόπου

Πριν από το Αγρίνιο (6 χλμ.) υπάρχει η διακλάδωση που οδηγεί στην επικράτεια του νερού, κοντά στην ασύλληπτη εικόνα του μαγικού καθρέφτη. Ο ζωγράφος της νέας γενιάς Απόστολος Χαντζαράς (Αγρίνιο, 1977), με έρωτα για τα πελάγη, κυνηγά αυτές τις εικόνες, έχοντας κάτω από την παλέτα του τα παιδικά του χρόνια στην ακρολιμνιά και τη θητεία του στο εργαστήριο παραδοσιακής αγιογραφίας του πατέρα του Λευτέρη Χαντζαρά και του θείου του Κώστα. Ο Κωνόφιος που πουλάει τα ψάρια του, ο ψαράς της λίμνης, η αρμαθιά των ψαριών, το πυροφάνι, είναι εικόνες των παιδικών του χρόνων, εικόνες της ιδιαίτερης πατρίδας. Κάποιες από τις αγιογραφίες που έκανε και ο ίδιος, μας δείχνει ο Απόστολος στην Αγία Τριάδα του Παναιτώλιου, του πρώτου χωριού που συναντάμε πάνω στον περιφερειακό δρόμο της λίμνης. Στην άκρη του χωριού, στα Αμπάρια, υπάρχει το Κέντρο Περιβάλλοντος Τριχωνίδας (τηλ. 26410 51203), για πληροφορίες για τη ζωή στους ασβεστούχους βάλτους και την οικολογία της λίμνης, η οποία διατηρεί υψηλή βιοποικιλότητα με πλήθος πουλιών, ψαριών και ζώων, πολλά από τα οποία είναι σπάνια, όπως η ακριβοθώρητη βίδρα. Μετά το Παναιτώλιο έρχεται το Καινούργιο (6 χλμ.). Αυτά τα περιποιημένα χωριά πιάνουν τις δύο άκρες του δρόμου και πορεύονται μαζί του για χιλιόμετρα. Οι άνθρωποι κάθονται στα καφενεία, ανάμεσα στα κρεοπωλεία (με τα χιλιόμετρα λουκάνικα απλωμένα για να «ψηθούν» στα τσιγκέλια) και στις ταβέρνες. Είναι φανερό ότι εδώ λατρεύεται τα ψητό κρέας. Από την κεντρική πλατεία του Καινούργιου, ο δρόμος αριστερά ανηφορίζει για το χωριό Βλοχός (6 χλμ.) και την ακρόπολη των Θεστιέων (3 χλμ. μετά), χαρίζοντας συνεχώς ωραία θέα προς τη λίμνη πίσω και δεξιά προς τις καταπράσινες πλαγιές. Η απότομη σιδερένια σκάλα ανεβαίνει από το μοναστήρι του Βλοχού στην κορυφή της ακρόπολης. Από εκεί, ανάμεσα στις θεόρατες πέτρες, ο επισκέπτης ακουμπά το βλέμμα του στα βουνά πίσω και το αφήνει να ταξιδέψει μαλακά, σαν τούφα άχλης, προς τη λίμνη κάτω.

Πάνω στον δρόμο, 2 χλμ. μετά το Καινούργιο και την Τραγάνα, υπάρχει η Παραβόλα. Ο δρόμος που τη διασχίζει είναι ωραίος, αλλά κάπου πρέπει να βγείτε δεξιά για το κάστρο Βουκάτιο, όπου μπλέκονται τα αρχαία τείχη με τη μεταβυζαντινή εκκλησιά της Παναγιάς του Κάστρου. Εδώ αισθάνεστε την ανάσα της λίμνης πολύ κοντά.

Ο παραλιακός δρόμος γίνεται πραγματικά ειδυλλιακός με περιβόλια με χρυσές λεμονοπορτοκαλιές δεξιά και πολυπλόκαμα πλατάνια στην όχθη της λίμνης δεξιά. Μετά την Παραβόλα συναντάτε την Παντάνασσα (3 χλμ.) και μετά το Ντουγρί (1 χλμ.). Εδώ η παραλία έχει διαμορφωθεί πολύ ωραία, με σιντριβάνια και εκτάσεις με γρασίδι ανάμεσα στα πλατάνια. Καθώς κάθεστε στα πολύ περιποιημένα καφέ και εστιατόρια, παρακολουθείτε ανάμεσα στα κλαδιά των πλατανιών με τα λίγα κιτρινισμένα φύλλα, τα ταχύπλοα σκάφη να σέρνουν τους αθλητές του wakeboard (θαλάσσιο σκι με μια σανίδα), από την περιοχή αλλά και από την Πάρο, που έτυχε εκείνο το διάστημα να προπονούνται στο camp που δημιούργησε η Γυμναστική Εταιρεία Αγρινίου. Πραγματικά μια καλοκαιρινή εικόνα στο μεταίχμιο του φθινοπώρου με τον χειμώνα.

Μετά το Ντουγρί (4 χλμ.) υπάρχει η διακλάδωση για την παραλία της Μυρτιάς, από τα πιο ωραία και πιο αντιπροσωπευτικά σημεία της λίμνης. Το αραγμένο τρεχαντήρι, ανοιχτά της όχθης με τα πλατάνια, δημιουργούν μια θαλασσινή όσο και στεριανή εικόνα. Αυτήν μπορείτε να την απολαύσετε καλύτερα από ποτέ το ηλιοβασίλεμα, παίρνοντας τον δρόμο για Μυρτιά και Αγία Σοφία. Από εδώ μπορείτε να φτάσετε στο Θέρμο, το κεφαλοχώρι της περιοχής, με την ωραία πλατεία με το άγαλμα του Κοσμά του Αιτωλού. Ο αρχαιολογικός χώρος και το μουσείο συντηρούν τις ιστορικές μνήμες της περιοχής. Ενα ακόμη σημείο για την απόλαυση του δειλινού στη λίμνη είναι από το ξενοδοχείο «Αλθαία» στο Πετροχώρι, 4 χλμ. από το Θέρμο.

Απόδραση στον Προυσό

Είναι μια ευκαιρία για συλλογή απίθανων εικόνων της λίμνης αλλά και μετά δυνατών ορεινών ζωγραφιών γεμάτων με κορφές, ελατοδάση και γάργαρα νερά κάτω από τον θόλο των πλατανιών. Μετά την Παραβόλα (2 χλμ.), οι πινακίδες (προς Προυσό και Καρπενήσι) δείχνουν τη διακλάδωση η οποία αρχίζει να ανηφορίζει προς Νερομάνα και Καλλιθέα. Η Νερομάνα (6 χλμ. από τον παραλίμνιο δρόμο) είναι ένα πανέμορφο χωριό με νερά παντού και τρεις διαδοχικούς καταρράκτες να το διασχίζουν. Ο ωραίος δρόμος συνεχίζει να ανεβαίνει για την Καλλιθέα (4 χλμ. από τη Νερομάνα), ένα πραγματικά γοητευτικό μπαλκόνι για την απόλαυση της λίμνης. Σε όλη τη διαδρομή ως τον Προυσό οι σούβλες γυρίζουν τα Σαββατοκύριακα με τα ψητά κρέατα, το κοκορέτσι και το σπληνάντερο και η τσίκνα καλεί τους περαστικούς να σταματήσουν. Το ίδιο κάνουν και τα τοπία που δημιουργούν τα ρέματα, αλλά και τα ελατοδάση που εμφανίζονται όσο ανεβαίνετε. Μετά την Καλλιθέα συναντάτε το Λαμπίρι (14 χλμ.) και μετά την Αγία Παρασκευή (4 χλμ. μετά) στη ζώνη των ελάτων. Από εδώ ο Προυσός απέχει 11 χλμ. και το μοναστήρι της σεβάσμιας Προυσιώτισσας 2 χλμ. από το χωριό.

ΠΡΟΣΒΑΣΗ
Η διακλάδωση προς Παναιτώλιο για τον γύρο της λίμνης απέχει από την Αθήνα, μέσω της γέφυρας Ρίου-Αντιρρίου, 276 χλμ.

ΔΙΑΜΟΝΗ
Στον Βλοχό, στον ξενώνα «Θέστιος» (τηλ.26410 46878). Στο Πετροχώρι, στο ξενοδοχείο «Αλθαία» (τηλ.26440 23133,6973 746.360). Στην Κάτω Μυρτιά, στον ξενώνα του Ντάλλα (τηλ.26440 51315), ο οποίος διαθέτει και ταβέρνα με όλα τα καλά της λίμνης. Στο Θέρμο, στο «Θέρμιος Απόλλων» (τηλ.26440 24024). Στο Λαμπίρι, στον ξενώνα «Ψηλά Βουνά» (τηλ.6947 129.785). Στο Αγρίνιο, στο ξενοδοχείο «Γαλαξίας» (τηλ.26410 23551-2).

ΦΑΓΗΤΟ
Στο Ντουγρί,στο «Στέκι του Καμζέλα»,για σπληνάντερο,κοκορέτσι, αρνί στη σούβλα,παραδοσιακές πίτες (χορτόπιτα,μακαρονόπιτα,κολοκυθόπιτα),γίδα βραστή και άλλα δικά τους κρέατα και ρακί από μούρα από την Ανδράνοβα,στο «Πιθάρι»,στην όχθη της λίμνης,για αθερίνα.Στη Μυρτιά,στον Μπίκα,για κρέατα της σχάρας και της σούβλας.

Στο Καινούργιο,στη Σπυριδούλα και στον Χρήστο Λάζουρα,για χειροποίητα λουκάνικα (πάντοτε με πράσο, όπως το συνηθίζουν στο Αγρίνιο) και εξαιρετικό κοντοσούβλι.

Στη Νερομάνα,στους «Τρεις Καταρράκτες»,για ντόπια κρέατα στη σούβλα (αρνάκι, κατσικάκι, κοκορέτσι) και πίτες με λάχανα του βουνού και τυρί.Στην Καλλιθέα,λίγο μετά το χωριό,στη «Ρέμβη» για κόκορα κρασάτο.Στο Πετροχώρι,στο εστιατόριο του ξενοδοχείου «Αλθαία», για αγριογούρουνο στιφάδο,γίδα με φασολάκια,κλέφτικο στη γάστρα με τρία διαφορετικά κρέατα, λαχανοντολμάδες,κοτόπουλο και κόκορα γεμιστό στη γάστρα,ζυμαρόπιτα με κολοκύθι και ντόπιο καλαμποκάλευρο.