«Γιατί συγκρούστηκα με την «Ελευθεροτυπία»


Ο δημοσιογράφος και συνεκδότης της εφημερίδας «Το Πρώτο Θέμα» Μάκης Τριανταφυλλόπουλος μιλάει αυτή την Κυριακή στο «Βήμα» εν μέσω της σφοδρής διαμάχης του με στελέχη της «Ελευθεροτυπίας». Ο κ. Τριανταφυλλόπουλος απαντά στα περί «τηλεδικείων», εκφράζει τη θέση του για την αντιπαράθεσή του με τους κκ. Τεγόπουλο και Φυντανίδη και καταθέτει την άποψή του για την κριτική που δέχεται η τηλεόραση. Μιλάει ακόμη για τον Πρωθυπουργό και προβλέπει ότι θα είναι ο νικητής και των επόμενων εκλογών, ενώ θεωρεί ότι ο κ. Γ. Παπανδρέου δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της θέσης του. Επίσης αναλύει τον τρόπο λειτουργίας του παραδικαστικού κυκλώματος και μεταφέρει την πληροφορία ότι θα διωχθούν ακόμη 15-20 δικαστικοί, ανάμεσα στους οποίους θα βρίσκονται, όπως υποστηρίζει, και αρεοπαγίτες.




– H τηλεοπτική σεζόν ξεκίνησε για σας με θυελλώδη τρόπο. Ανοίξατε πάρα πολλά μέτωπα. Θυμίζω τις υποθέσεις Ρεγκούζα, Χρηστίδη και Τεγόπουλου. Πώς λοιπόν αντιλαμβάνεστε τον ρόλο σας; Ως δημοσιογράφου ή, όπως λένε κάποιοι, ως υπέρτατου τιμωρού;


«Αντιλαμβάνομαι τον ρόλο μου όπως τον αντιλαμβανόμουν πάντοτε. Δηλαδή είναι ο ρόλος του δημοσιογράφου που πρέπει να διασταυρώνει και να δημοσιοποιεί τη δουλειά του και δεν αισθάνομαι ότι συμβαίνει κάτι περίεργο ή κάτι διαφορετικό. Αλλωστε σε προηγούμενες χρονιές είχαν συμβεί πιο συνταρακτικά πράγματα, όπως η περίπτωση με τις περίφημες τροπολογίες Στέγκου που κατά έναν τρόπο επηρέασε κιόλας το αποτέλεσμα των εκλογών, και άλλα πολλά. Οπως η έρευνα για το παραδικαστικό κύκλωμα, η ταλαιπωρία με τον Βαβύλη και η περιπέτεια στη Ρώμη. Ολα αυτά είναι εξίσου ηχηρά και εξίσου έντονα όσον αφορά την αίσθηση του δημοσιογράφου. Είναι όμως και πιο δύσκολη αυτή η περίοδος, γιατί είναι μεταβατική. Οταν αλλάζει η κυβέρνηση και υπάρχει ανακατάταξη στον ρόλο των μέσων, στη σχέση μεταξύ εξουσίας – επιχειρηματιών, πολιτικής εξουσίας, μέσων και επιχειρηματιών, ένας επαναπροσδιορισμός των ρόλων, τότε η αναταραχή είναι μεγαλύτερη».


– Αισθάνεστε δηλαδή ότι αυτή η κυβέρνηση προσπαθεί να περιορίσει τον ρόλο των μέσων;


«Αισθάνομαι ότι κάθε κυβέρνηση θέλει να περιορίσει τον ρόλο των μέσων αλλά δεν νομίζω ότι αυτή η κυβέρνηση περισσότερο από την προηγούμενη προσπαθεί να περιορίσει τον ρόλο του δημοσιογράφου. Καμία εξουσία δεν θέλει να ελέγχεται. Ωστόσο αυτή η κυβέρνηση δεν το κάνει με τον ίδιο κλασικό τρόπο που το είχε κάνει η προηγούμενη. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι το κάνει όμως, ότι προσπαθεί».


– Οι εκπομπές σας πάντως χαρακτηρίστηκαν από κάποιους ως τηλεδικεία…


«Αυτή η ιστορία άρχισε από το δελτίο ειδήσεων του Alpha με την ιστορία του υποδιοικητή του IKA. Και βέβαια ως στόχο δεν είχε το δελτίο ειδήσεων. Πιστεύω ότι ως στόχο περισσότερο είχε τον Alpha και τον Κοντομηνά, και όχι τις δικές μου εκπομπές που βρέθηκαν στη μέση. Γιατί μετά προχωρήσαμε σε αναφορές γύρω από την κρυφή κάμερα και διάφορα άλλα, που δεν έχουν καμία σχέση με το ό,τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή. Πιστεύω ότι κρύβονται συμφέροντα πίσω από όλα αυτά. Αλλά αυτά δεν νομίζω ότι πρέπει να επηρεάζουν τον δημοσιογράφο».


– Δεν βλέπετε πουθενά τηλεδικεία λοιπόν;


«Οχι, δεν αισθάνομαι κάτι τέτοιο. Υπάρχει βέβαια κακή διαχείριση των δημοσιογραφικών εργαλείων από μερίδα των συναδέλφων μας ή των αυτοαποκαλούμενων «δημοσιογράφων», αλλά όχι τηλεδικεία».


– Οπως; Εχετε κάποιο παράδειγμα;


«Ναι, έχω παράδειγμα όλες αυτές τις εκπομπές, οι περισσότερες lifestyle, που μπορεί και να ενοχλούν. Ή μπορεί να δικαιώνουν ακόμη και τον Αμβρόσιο μέσα από τις ακρότητες και τις ανοησίες που λέει».


– Εσείς δεν νιώσατε ποτέ ότι μπορεί να σας ξεφύγει ο έλεγχος σε κάποια από τα κομμάτια των εκπομπών;


«Οχι, δεν είχα ποτέ αυτή την αίσθηση. Οταν τρέχεις με τέτοιες ταχύτητες, δεν πρέπει και δεν μπορεί να σου ξεφύγει ο έλεγχος. Αυτό που παθαίνεις είναι ό,τι έπαθε ο Σένα όταν βγήκε από τη φουρκέτα με τριακόσια χιλιόμετρα. Το ότι θα σκοτωθείς είναι σίγουρο».


– Θα μπορούσε όμως να ισχυριστεί κάποιος ότι η δική σας επίθεση στην «Ελευθεροτυπία», που ανέδειξε τα περί «τηλεδικείων», με το θέμα Φυντανίδη, ήταν μια μορφή απάντησης ή και εκδίκησης.


«Οχι, δεν αποτελεί απάντηση, ούτε βέβαια εκδίκηση. Οπως επίσης δεν είναι ποτέ δυνατόν να ισχυρίζεται κανείς ότι ο ανταγωνισμός των εφημερίδων είναι ο κανόνας για τη δημοσιογραφική μας συμπεριφορά. Με αυτή τη λογική δεν θα έδινα συνέντευξη στο «Βήμα», που είμαστε ανταγωνιστικές εφημερίδες και που η πρωτιά παίζεται ανάμεσα σε πέντε, δέκα, δεκαπέντε, είκοσι χιλιάδες φύλλα. Και που είναι πολλές φορές δυνατόν να ανατραπεί από μια τέτοια συνέντευξη. Δεν έχει καμία σημασία αν είσαι πρώτος ή δεύτερος, ή αν εν πάση περιπτώσει πουλάς περισσότερα φύλλα. Συνέπεσε η δική μου αποκάλυψη. Αντίθετα, πιστεύω ότι η επίθεση που μου έγινε για τα τηλεδικεία έχει άμεση σχέση με την έρευνα που κάναμε γύρω από τον Χρηστίδη και τη Mediatel και επειδή πρόκειται για διακίνηση μαύρου χρήματος και οι διώξεις που αναμένονται είναι πάρα πολύ σοβαρές – η μικρότερη δίνει τουλάχιστον δέκα χρόνια κάθειρξη. Εκεί άρχισαν πραγματικά να αισθάνονται άβολα κάποιοι και επιτέθηκαν με τον τρόπο που παρακολουθήσαμε, δηλαδή διά της μεθόδου των τηλεδικείων».


– Παραδοσιακά όμως η «Ελευθεροτυπία» έχει μια κριτική στάση απέναντι στην τηλεόραση…


«Βεβαίως. Αλλά ο ιδιοκτήτης της εφημερίδας έχει το 1/4 των μετοχών του Mega και αυτό είναι παράδοξο. Να έχεις δηλαδή κανάλι, να κερδίζεις χρήματα από το κανάλι αυτό και ταυτόχρονα να στρέφεσαι εναντίον της τηλεόρασης. Αυτό ήταν ένα παιχνίδι που το έκανε χρόνια η «Ελευθεροτυπία» και που είχε αρχίσει να ενοχλεί, διότι εμφανιζόταν ως το Πατριαρχείο του ήθους και της δεοντολογίας. Εξέδιδε πιστοποιητικά δεοντολογίας, έκανε καταγγελίες για τον βασικό μέτοχο και τη διαπλοκή των εκδοτών για την ανάληψη δημοσίων έργων, την ίδια ώρα που κάποιοι από την εφημερίδα έπαιρναν έργα από την πίσω πόρτα. Αυτό είδαμε από το ρεπορτάζ για τη Βιργινία Βεντουράκη, τη σύζυγο του Φυντανίδη. Οτι την ίδια ώρα που η εφημερίδα επετίθετο εναντίον των Ολυμπιακών Αγώνων, της ανάληψης των εργολαβιών και όλων των υπολοίπων, έπαιρνε έργα. Και μάλιστα τα έπαιρνε με τον χειρότερο τρόπο. Δηλαδή έπαιρνε έργα χωρίς να έχει κανένα know how, χωρίς στο παρελθόν οι εταιρείες αυτές να έχουν καμία σχέση με κατασκευή έργων, χρησιμοποίησε μια εταιρεία, την Ντεμπούρ, η οποία δεν έχει σχέση με τα έργα που κατασκεύαζε, βάζοντας ενδιάμεσα μια άλλη, τη Μεγασόκ, από την Πτολεμαΐδα, η οποία – άκουσον, άκουσον – ιδρύθηκε από υπαλλήλους της ΔΕΗ φίλους του Εξαρχου. Ολα αυτά δημιουργούν μια γκρίζα εικόνα που προβληματίζει πολύ αν τελικά ο Μπόμπολας έχει κάποιο δίκιο. Γιατί μπορεί να είναι διαπλεκόμενος, όμως είχε μια σοβαρή κατασκευαστική εταιρεία. Επαιρνε έργα και παρέδιδε έργα. Δεν πούλαγε κηροπήγια, εξαπτέρυγα, σουρωτήρια, κατσαρόλες, και έπαιρνε κατασκευή έργων παραδίδοντας έργα ελλειμματικά, προβληματικά και με υπερκοστολόγηση».


– Πώς προκύπτει ότι τα έργα αυτά είναι προβληματικά;


«Τα έργα καταρρέουν. Επεσαν ολόκληρες πλευρές και παραλίγο να σκοτώσουν αθλητές. Μιλάω για το έργο του Αγίου Κοσμά. Γιατί τα έργα είναι πολλά. Δεν είναι μόνο προβληματικά. Είναι απίστευτα προβληματικά. Σάπια, μπάζουν από παντού, πέφτουν οι πλευρές, ανοίγουν τρύπες, μπαίνουν νερά μέσα, πλημμυρίζουν. Τρεις φορές αναβλήθηκε το έργο και τρεις φορές ο Πρωθυπουργός δεν μπορούσε να πάει να κάνει τα εγκαίνια».


– Κατηγορηθήκατε όμως από την εφημερίδα ότι προαναγγείλατε τις διώξεις κατά αυτών που θεωρείτε υπεύθυνους χωρίς αυτές να έχουν ασκηθεί.


«Είναι απίστευτο να με αποκαλεί ψεύτη η εφημερίδα που ψεύδεται δημοσίως. Εγώ είπα ότι αναμένεται η άσκηση δίωξης σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχω. H πιθανή λοιπόν άσκηση δίωξης δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως επιχείρημα από την εφημερίδα για να ισχυρίζεται ότι εγώ προαναγγέλλω τις κινήσεις της Δικαιοσύνης».


– H πληροφορία σας είναι από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου;


«H πληροφορία είναι από το δικαστικό ρεπορτάζ. Ούτε καν πληροφορία που την πήρα ευθέως εγώ, αλλά την πήραν συνάδελφοί μας που ασχολούνται με το δικαστικό ρεπορτάζ. Οπως επίσης, εκείνο που είναι απορίας άξιον είναι ότι μια εφημερίδα με εμπειρία πολλών ετών, ένας διευθυντής εφημερίδας ο οποίος χρησιμοποιεί την εφημερίδα για να απολογηθεί για τη σύζυγό του, υπογράφοντας ο ίδιος το κομμάτι αυτό, κάνει το απίστευτο τρυκ να επικοινωνήσει με τον προϊστάμενο εισαγγελέα Πρωτοδικών Παπαγγελόπουλο και να τον ρωτήσει αν ασκήθηκε δίωξη εναντίον της συζύγου του. Οταν λοιπόν έχουμε να κάνουμε με μια προκαταρκτική έρευνα, η οποία έχει παραδοθεί στον εισαγγελέα για το αδίκημα της απιστίας και αναμένεται να ληφθεί απόφαση από τον εισαγγελέα για το αν θα ασκηθούν διώξεις ή όχι, το να πάρεις τον εισαγγελέα και να τον ρωτήσεις αν έχουν ασκηθεί διώξεις είναι ένα τρυκ για να δημιουργήσεις εντυπώσεις».


– Ωραία όλα αυτά, αλλά τώρα σας προέκυψαν ως ζητήματα; Εσείς λέγατε ότι πάντα ξεκινούσατε την ανάγνωση των εφημερίδων από την «Ελευθεροτυπία». Ολα αυτά δεν τα ξέρατε; Τώρα τα ανακαλύψατε;


«Την «Ελευθεροτυπία» τη διαβάζω πολύ περισσότερο, γιατί με αφορά αυτή τη στιγμή. Οταν βγάζει μπροσούρες για μένα αποκαλώντας με Χίτλερ, Γκέμπελς και Τρίτο Ράιχ, τι άλλο να κάνω; Μην ξεχνάς ότι έχω παντρευτεί και μια Ελληνογερμανίδα και με εξιτάρει το θέμα να δω πώς το τσιπάκι του DNA μεταλλάσσεται από ελληνικό σε χιτλερικό».


– Εσείς λέτε λοιπόν ότι η δική σας αποκάλυψη γι’ αυτή την ιστορία δεν ήταν απάντηση στα τηλεδικεία ή στην ιστορία της δυσφήμησης.


«Οχι».


– Ξέρατε το θέμα από πριν και το επεξεργαζόσασταν ή μήπως το κρατούσατε ως… εφεδρεία;


«Οχι, γιατί το έγγραφο του Ελεγκτικού Συμβουλίου, και υπάρχει ημερομηνία του φακέλου που εστάλη σε εμάς, ήρθε τέσσερις ημέρες πριν από τη δημοσιοποίησή του. Τα τηλεδικεία είχαν γραφτεί πολύ νωρίτερα. Και μας έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση γιατί είχαν ακουστεί μερικά πράγματα για δουλειές που είχε πάρει η κυρία Βεντουράκη. Αλλά, πίστεψέ με, ούτε εγώ μπορούσα να φανταστώ ότι η γυναίκα του Φυντανίδη θα έπαιρνε δουλειές από την πίσω πόρτα. Και επιμένω ότι αυτός είναι ο ορισμός της διαπλοκής».


– Πώς προκύπτει ότι η εφημερίδα χρησιμοποιείται;


«Πώς αποδεικνύεται ότι κάτι τέτοιο δεν συνέβη;».


– Δηλαδή;


«H κυρία Βιργινία Βεντουράκη-Φυντανίδου πιστεύει κανείς ότι επελέγη τυχαία από την εταιρεία Ντεμπούρ; Δηλαδή αν οποιαδήποτε άλλη κυρία με διαφορετικό επίθετο πήγαινε στην Ντεμπούρ θα έπαιρνε με την ίδια ευκολία την αντιπροσώπευσή της;».


– Μα, όπως προκύπτει, όσα έργα διεκδίκησε η Ντεμπούρ διά της κυρίας Βεντουράκη δεν τα πήρε τελικά. Αρα πού προκύπτει διαπλοκή;


«Κάνετε πολύ μεγάλο λάθος. Ακούστε λοιπόν τι πήρε. Το πολλαπλό προπονητήριο, το οποίο περιλαμβάνει την πυγμαχία, το τζούντο, το μπάσκετ, την πάλη, τα ιατρεία και τα φυσικοθεραπευτήρια. Επίσης πήρε το κλειστό προπονητήριο στίβου «K. Κεντέρης» αλλά και το προπονητήριο γυμναστικής. Τα δύο πρώτα με διαγωνισμό πρόσκλησης ενδιαφέροντος, το δε τρίτο με απευθείας ανάθεση. Διεθνής διαγωνισμός, όπως η ίδια δήλωσε, δεν έγινε ποτέ. Και αφού άνοιξε η επιχειρηματική της όρεξη, προσπάθησε να πάρει τα overlays όλων των ολυμπιακών έργων ύψους 70 εκατ. ευρώ, τα περίπτερα της Ολυμπιάδας στο πρόγραμμα «Look of the city» και το στέγαστρο-τέντα της συνόδου κορυφής στο Πόρτο Καρράς του Στέγκου. Τα τελευταία δεν μπόρεσε να τα πάρει. Είναι τυχαίο ότι για το στέγαστρο της συνόδου κορυφής, που τελικά το πήρε μια γαλλική εταιρεία, η μοναδική εφημερίδα που επέκρινε με αλλεπάλληλα δημοσιεύματα την ποιότητα κατασκευής του στεγάστρου ήταν η «Ελευθεροτυπία»;».


– Την Πέμπτη παρουσιάσατε ένα έγγραφο από το οποίο προκύπτει ότι η υπεργολαβία της Ντεμπούρ, η Megasol, πήρε το έργο του περιβάλλοντος χώρου με περίεργο τρόπο. Τι ήταν αυτό;


«Ηταν μια κατάπτυστη χειρόγραφη επιστολή με την οποία η ΓΓ διαβεβαίωνε τη Megasol ότι γι’ αυτό το έργο θα πληρωνόταν από το έργο που θα έπαιρνε η Ντεμπούρ με τη Megasol από διαγωνισμό με πρόσκληση ενδιαφέροντος που εκείνη την ώρα βρισκόταν σε εξέλιξη. Δηλαδή ότι ο διαγωνισμός ήταν «μαϊμού» και είχαν εκ των προτέρων επιλέξει ποιος θα πάρει το έργο».


– Εμφανίζετε πάντως την εφημερίδα αυτή που έχει τεράστια ιστορία, αγώνες και παράδοση, με έναν πολύ απαξιωτικό τρόπο. Και αυτό το κάνετε τώρα ενώ λέτε ότι συμβαίνει εδώ και πολύ καιρό. Γιατί δεν το κάνατε νωρίτερα; και μήπως γενικεύετε επικινδύνως;


«Δεν εμφανίζουμε την εφημερίδα με απαξιωτικό τρόπο γιατί εκτιμούμε και την εφημερίδα και την πλειοψηφία των δημοσιογράφων που εργάζονται σε αυτή. Θεωρούμε όμως ηθικά ελεγκτέο τη σημαία της εφημερίδας, τον Σεραφείμ Φυντανίδη, ο οποίος την ίδια στιγμή που χτυπούσε τους εκδότες εργολάβους για τον βασικό μέτοχο και τα συγγενικά δικαιώματα, επέτρεπε στην επιχειρηματία σύζυγό του να παίρνει δημόσια έργα με ανάθεση. Αυτό είναι απαράδεκτο».


– Ας περάσουμε στο παραδικαστικό κύκλωμα. Χθες ζητήθηκε η άρση της ασυλίας Μαντούβαλου. Σας θυμάμαι να υποστηρίζετε τον Μαντούβαλο και να λέτε ότι από το ρεπορτάζ που έχετε κάνει πιστεύετε ότι ο Μαντούβαλος δεν φταίει, είναι καθαρός.


«Οχι, δεν είπα κάτι τέτοιο. Το αντίθετο, και επέκρινα τον κ. Μαντούβαλο για την όλη συμπεριφορά του, δηλαδή για το γεγονός ότι ενώ ο ίδιος δεν μπορούσε να διατηρεί δικηγορικό γραφείο λόγω ασυμβιβάστου έβαλε ως βιτρίνα τη σύζυγό του. Ετσι έπαιρνε έστω και πλάγιες δουλειές για ναρκωτικά. Ομως είχα εκφράσει την αντίθεσή μου στα όσα ελέχθησαν και εγράφησαν εκείνες τις ημέρες από τους συναδέλφους μου και ήταν απόλυτα ψευδή. Οτι δηλαδή υπάρχουν πολλές περιπτώσεις εμπλοκής του Μαντούβαλου σε υποθέσεις του Καλούση, ότι υπάρχουν κι άλλοι συνεργάτες του που εμπλέκονται με διάφορα ποσά και καταθέσεις. Είχα πει λοιπόν ότι όλα αυτά είναι ψέματα, ότι κόβω τα χέρια μου ότι δεν υπάρχει τέτοιο στοιχείο και ότι το μόνο στοιχείο που υπάρχει είναι η επίμαχη επιταγή των επτά εκατομμυρίων. Αυτό απεδείχθη από τον τρόπο με τον οποίο στοιχειοθετήθηκε η παραπομπή του».


– Δηλαδή, δικαίως κατά την εκτίμησή σας ζητείται η άρση ασυλίας για τον Μαντούβαλο;


«Εστω και για λόγους τυπικούς, δικαίως ζητείται. Και νομίζω ότι αν ο Μαντούβαλος είναι έντιμος θα πρέπει να επιδιώξει να κάτσει ταχύτατα στο σκαμνί για να αποδείξει ότι, πρώτον, το μαχαίρι μπαίνει βαθιά. Δεύτερον, όσο ψηλά κι αν είσαι, θα πρέπει να περάσεις αυτή τη διαδικασία τού να καθήσεις στο σκαμνί όπως κάθεται ο κάθε πολίτης. Και, τρίτον, να αποφύγει τη συνήθη συμπεριφορά των συναδέλφων του οι οποίοι κοιτάνε να ξεπεράσουν τα εμπόδια αυτά, είτε με βουλεύματα, είτε με διάφορα τρυκ κοινοβουλευτικά για να μην αντιμετωπίσουν τη Δικαιοσύνη. Ναι, έχει ευθύνη ο Πέτρος Μαντούβαλος. Μπορεί να είμαι αυστηρός αυτή τη στιγμή, αλλά επιμένω ότι έχει ευθύνη, γιατί πρέπει ανά πάσα στιγμή να γνωρίζει τι συμβαίνει μέσα στο γραφείο του. Δεν μπορεί να κινείται μια επιταγή 7 εκατομμυρίων από συνεργάτη του για τη μακαρίτισσα τη Δελλή κι αυτός να μην ξέρει για ποιον λόγο δόθηκαν αυτά τα χρήματα. Ομως είναι ανθρώπινο να σου ξεφύγει και κάτι τέτοιο και να την πληρώσεις τη νύφη στην πορεία, όταν έχεις πολλούς συνεργάτες».


– H εκτίμησή σας λοιπόν είναι ότι έγινε κάτι πίσω από την πλάτη του ή ότι έγινε κάτι εν γνώσει του;


«Πιστεύω ότι έγινε κάτι μέσα στην καθημερινή τριβή, γιατί είχε ένα μεγάλο γραφείο με πολλούς συνεργάτες. Στην καλύτερη περίπτωση. Στη χειρότερη περίπτωση, αν έχει χρησιμοποιηθεί ο Μαντούβαλος για υπόθεση άλλου δικηγόρου είναι εξίσου ένοχος. Αν έχει χρησιμοποιήσει άλλον δικηγόρο για υπόθεση στην οποία ο ίδιος δεν φαίνεται, είναι πάλι ένοχος. Ολος ο κόσμος ο οποίος κινείται γύρω από το παραδικαστικό κύκλωμα γνωρίζει το εξής: όταν ένας δικηγόρος ήθελε να συνεργαστεί με τους Καλούσηδες έβαζε έναν τρίτο δικηγόρο, ενώ χειριζόταν ο ίδιος την υπόθεση, για να μην μπορεί ποτέ η έρευνα να καταλήξει στον πραγματικό δράστη. Τις περισσότερες φορές τα λεφτά δίνονταν μέσω δικηγόρων εμπίστων των επίορκων δικαστών χέρι με χέρι, επομένως δεν υπήρχαν καταθέσεις. Για υποθέσεις που χειριζόταν ο συγκεκριμένος δικηγόρος τα λεφτά διακινούνταν μέσω άλλου δικηγόρου, ούτως ώστε να μην μπορεί ποτέ ένας ανακριτής να φθάσει στους πραγματικούς ενόχους. Αυτά τα γνωρίζουν και οι ανακριτές, οι δικαστές και, πολύ περισσότερο, εμείς που ερευνήσαμε την υπόθεση. Επομένως, για την όποια υποψία υπάρχει, για τα όποια κενά υπάρχουν αυτή τη στιγμή, αν ο Μαντούβαλος με βούλευμα αθωωθεί ή δεν υποστεί το βάσανο της διαδικασίας, θα έχει μείνει ο λεκές επάνω του».


– Το όνομά σας ενεπλάκη και στη διένεξη Κοντομηνά – Κουρή.


«Εγώ μπορώ να σας μεταφέρω μόνο αυτό που έζησα ο ίδιος. Οταν ζήτησα να φύγω από τον Alter – είχε λήξει το συμβόλαιό μου εκείνη την περίοδο – διαπίστωσα ότι υπήρξε μια βίαιη αντίδραση από την πλευρά του Γιώργου Κουρή. Προσπάθησα να τους εξηγήσω ότι είναι δικαίωμά μου να αλλάξω κανάλι και δεν ήταν μόνο οι οικονομικές απολαβές, διότι, πίστεψέ με, είναι μικρή η διαφορά των χρημάτων που έπαιρνα στον Alter από αυτά που πήρα στον Alpha. Είναι κυρίως οι τεχνικές διευκολύνσεις που παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο. Στον Alpha, π.χ., είχα τη δυνατότητα να πάρω ένα δορυφορικό «πιάτο», δύο τζιπ και να πάω στο Ιράκ, όπως και πήγα. Στον Alter δεν την είχα αυτή τη δυνατότητα κι αυτό με ενοχλούσε. Γιατί δεν ξέρεις πότε θα εμφανιστεί ένα θέμα, πότε θα συντρέξουν λόγοι ούτως ώστε να κάνεις κάτι οριακό, κάτι ακραίο. Ετσι αποφάσισα να μετακινηθώ. Ημουν στον Alpha και επέστρεψα στον Alpha, χωρίς αυτό να σημαίνει τίποτε. Δηλαδή, δεν σημαίνει ότι δεν θα ξαναφύγω από τον Alpha και να μετακινηθώ και να πάω σε άλλο κανάλι. Εκεί λοιπόν αντέδρασε βίαια ο Κουρής. Του εξήγησα ότι δεν είναι σωστό αυτό που κάνει και δεν μπορεί να μετέρχεται τέτοια μέσα απειλώντας και εκβιάζοντας από ‘δώ κι από ‘κεί ότι θα συντρίψει κόσμο, θα συνθλίψει τα πάντα και θα καταστρέψει τον Κοντομηνά.


Οταν μάλιστα διαμαρτυρήθηκα, μου εξήγησαν ότι δεν είναι αυτός ο μοναδικός λόγος και ότι υπάρχουν κι άλλοι τους οποίους εγώ δεν γνώριζα. Και όταν ο Δημήτρης ο Κοντομηνάς μού τηλεφώνησε και μου είπε «ξέρεις, αντιμετωπίζω δυσκολίες γιατί μου την πέφτουν εξαιτίας της πιθανής μεταγραφής σου», του είπα αυτό που κατέθεσα στον ανακριτή και θα σ’ το πω τώρα: «Αν έχεις κάνει καμιά απάτη και είσαι απατεώνας, πες το μου στα ίσια να μην έρθω στο κανάλι σου. Διότι αν έρθω στο κανάλι και διαπιστώσω ότι κάτι συμβαίνει θα το βγάλω πριν από τον Κουρή». Και ο Κοντομηνάς μού απάντησε ότι «είμαι καθαρός, δεν έχω τίποτε να φοβηθώ, έλα εδώ να κάνεις τη δουλειά που ξέρεις απολύτως ελεύθερος». Επίσης, στον Κουρή εξήγησα ότι κάποιοι από αυτούς τους ανθρώπους της Νότιας Αφρικής είχαν έρθει σε μένα πριν από τον Κουρή, όταν είχα φύγει την πρώτη φορά από τον Alter, πιστεύοντας ότι θα βρουν καταφύγιο στις εκπομπές μου, για να εκδικηθώ τον Κοντομηνά. Προσπάθησα λοιπόν να δω αν υπάρχει θέμα. Και δεν υπήρχε. Τα στοιχεία δηλαδή που μου έφεραν αυτοί οι άνθρωποι από τη Νότια Αφρική περισσότερο ενοχοποιούσαν τους ίδιους παρά τον Κοντομηνά. Και έβλεπα ότι υπήρχαν δύο-τρία στελέχη που είχαν ξεφύγει στη Νότια Αφρική και είχαν κάνει πράγματα εν αγνοία του Κοντομηνά. Δεν μπορούσα λοιπόν εγώ να προχωρήσω μια έρευνα η οποία λόγω έλλειψης στοιχείων δεν υφίστατο. Και αυτά τα εξήγησα στον Κουρή. Εκείνος παρ’ όλα αυτά συνέχισε να επιτίθεται στον Κοντομηνά, χαρακτηρίζοντάς τον απατεώνα. E, λοιπόν, καταλαβαίνεις πόσο δύσκολη είναι η δουλειά του δημοσιογράφου όταν πρέπει να μείνει ανάμεσα σε τέτοιες κόντρες, και να προστατεύσει την αξιοπιστία του, την αξιοπρέπειά του και τον εαυτό του. Κι αυτό προσπάθησα να κάνω εγώ».


«Το ακούω κι εγώ ότι κάποιοι λένε ότι γλείφω τον Καραμανλή»


– Παρακολουθώντας τις εκπομπές σας διαπιστώνει κανείς ότι εξαιρείτε τον Πρωθυπουργό από την κριτική σας. Κάποιοι λένε ότι τον προστατεύετε. Τι γνώμη έχετε λοιπόν για τον κ. Καραμανλή;


«Το ακούω κι εγώ ότι κάποιοι λένε ότι τον γλείφω. Πρέπει να πω ότι τον κ. Καραμανλή δεν τον έχω δει ποτέ. Μεταφέρω όμως αυτό το οποίο διαισθάνομαι και αυτό το οποίο εισπράττω από τον κόσμο. Οταν λοιπόν η διαφορά μεταξύ των δύο κομμάτων είναι μηδενική αυτή τη στιγμή, από τις τελευταίες έρευνες ΠαΣοΚ και Νέας Δημοκρατίας, και η διαφορά μεταξύ Καραμανλή και Παπανδρέου είναι τρομακτική, ο ίδιος ο κόσμος, η βάση, λέει ότι εγώ εμπιστεύομαι το πρόσωπο του Καραμανλή και όχι την κυβέρνησή του. Αυτό είναι αντιφατικό αλλά συμβαίνει τούτη την ώρα».


– Και με τον Σημίτη το ίδιο είχε γίνει.


«Οχι σε τέτοιον βαθμό».


– Το κάρο το τράβαγε πάντως και τότε ο αρχηγός.


«Εγώ μεταφέρω αυτή την εικόνα που βλέπω. Αν θέλεις την προσωπική μου αίσθηση, έχει πάψει να μου εμπνέει εμπιστοσύνη ο Καραμανλής. Δηλαδή πιστεύω ότι έχει απόλυτη ευθύνη γι’ αυτά που κάνει, που κάνουν οι συνεργάτες του. Και απόλυτη ευθύνη γιατί δεν αντιδρά γρήγορα, έχει απόλυτη ευθύνη για ό,τι συμβεί εξαιτίας της αναμονής του και της ατολμίας του να χτυπήσει το χέρι στο τραπέζι. Κι αν το χτυπάει μέσα στο Μαξίμου για τους υπουργούς του, τότε αυτό είναι μια θεατρική παράσταση η οποία δεν έχει αντίκτυπο στην κοινωνία. Θα πρέπει να λειτουργήσει εντελώς διαφορετικά. Πιστεύω ότι καμία κυβέρνηση δεν κινδυνεύει αν έχει το θάρρος να διώξει και πέντε υπουργούς σε μία ημέρα. Αρκεί να παίρνει αποφάσεις. Αυτή είναι η άποψή μου».


– Ποια είναι η γνώμη σας για τον Γιώργο Παπανδρέου;


«Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν πολιτικοί και προσωπικοί δεσμοί μου με τον Γιώργο Παπανδρέου, έχω την αίσθηση ότι δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες του ρόλου του. Δηλαδή έχει πάψει να πείθει, δεν μπορεί να εισπράξει τη δυσαρέσκεια του κόσμου από το κυβερνητικό έργο, δεν έχει τα αντανακλαστικά που χρειάζεται και επίσης δεν μπορεί να ξεπεράσει το μεγάλο εμπόδιο των «δελφίνων» μέσα στο ΠαΣοΚ. Πιστεύω δηλαδή ότι θα μπει σε πολύ μεγάλη κρίση το ΠαΣοΚ στους επόμενους μήνες».


– Αρα δεν μπορεί να κερδίσει τις επόμενες εκλογές;


«Πιστεύω ότι δεν μπορεί να τις χάσει ο Καραμανλής τις επόμενες εκλογές. Το πρόβλημα του κόσμου είναι ότι δεν έχει τη δυνατότητα του διλήμματος. Πρέπει να επιλέξει μεταξύ δύο κομμάτων. Κι εδώ ισχύει η θεωρία τού «το μη χείρον βέλτιστον»».


– Θέλετε να έχετε ένα φιλολαϊκό προφίλ αλλά το καλοκαίρι κάποιοι σας κατηγόρησαν ότι κάνατε έναν γάμο με έντονα στοιχεία πολυτέλειας και lifestyle.


«Αρχικά σκεφτήκαμε να παντρευτούμε σε ένα μικρό ξωκλήσι με την Κιμ. Μετά διοργανώνοντας τον γάμο φθάσαμε στις λεπτομέρειες, καταλάβαμε ότι ήταν αδύνατον να παντρευτώ εγώ σε εκκλησάκι στο Σέιχ Σου. Υπολόγισα λοιπόν ότι το πλήθος θα είναι πολύ μεγάλο, θα τσαλαπατηθεί κόσμος, θα υποστούν συνέπειες οι γνωστοί μας, συγγενείς μας, οι γονείς… θα γίνει περισσότερος θόρυβος από το αν πηγαίναμε σε έναν κλειστό χώρο να κάνουμε τον γάμο. Κι επειδή έπρεπε να φύγω με την Κιμ, τον γιο μου και το φουσκωτό να κάνουμε τις διακοπές μας όπως κάνω εδώ και πάρα πολλά χρόνια και δεν θα το θυσίαζα όχι για τον γάμο αλλά για οτιδήποτε σε αυτόν τον κόσμο, η άλλη επιλογή μας ήταν να γίνει ο γάμος στο σπίτι του κουμπάρου μου του Γιάννη Ραυτόπουλου. Μας είπε λοιπόν «αφήστε τα όλα σε μένα, θα τα διοργανώσω όλα εγώ κι εσείς ελάτε να παντρευτείτε». Πήγαμε λοιπόν δύο ημέρες πριν από τον γάμο και είδαμε ότι σε μια βίλα που είναι όντως εντυπωσιακή και αναγεννησιακή είχε ετοιμάσει ένα ντεκόρ χολιγουντιανό. Δεν μπορούσαμε να αλλάξουμε τίποτε απ’ ό,τι είχε διοργανωθεί ως εκείνη την ώρα και προβληματιστήκαμε».


– Δηλαδή δεν σας άρεσε;


«Ηταν ωραίο και νομίζω ότι και ο πιο φτωχός Ελληνας προσπαθεί να δώσει και την τελευταία του δεκάρα για να κάνει τον γάμο του. Εγώ δεν ξόδεψα για τον δικό μου γάμο τα χρήματα που θα έπρεπε να ξοδέψω αν πήγαινα να κάνω τον γάμο οπουδήποτε αλλού. Εγινε ο γάμος στο σπίτι του κουμπάρου μου και αυτό ήταν το δώρο του κουμπάρου μου. Ομως μέσα από τη διαδικασία της προβολής και της δημοσιοποίησης δόθηκε η εντύπωση ότι προσπάθησα να κάνω έναν χολιγουντιανό γάμο. Δεν είναι έτσι. Οπως και οι προσκεκλημένοι. Ηταν γύρω στα 1.200 άτομα. Σκεφτόμασταν να γίνει σε στενό οικογενειακό κύκλο, και μετά σκέφτηκα ότι κάποιοι άνθρωποι θα στεναχωρηθούν, άλλοι θα θυμώσουν… δεν με πείραζε γι’ αυτούς που θα θυμώσουν, περισσότερο με ενοχλούσε να στεναχωρηθούν κάποιοι άνθρωποι. E, λοιπόν, να σου αποκαλύψω ότι στεναχωρήθηκαν πάρα πολλοί άνθρωποι; Εκατόν εξήντα προσκλήσεις εκλάπησαν από το ταχυδρομείο και πουλήθηκαν σε περιοδικά, με αποτέλεσμα να μην πάρει πρόσκληση ο πατέρας μου, συγγενείς μας στη Μακεδονία, πολλοί καλοί μου φίλοι. Και πουλήθηκαν σε ταρίφες πολύ υψηλές, απίστευτες, και αυτό το πληροφορηθήκαμε λίγο πριν από τον γάμο κι έτσι ήταν αδύνατον να ενημερώσουμε και να ειδοποιήσουμε και να δούμε ποιοι δεν έχουν πάρει πρόσκληση. Οταν ζεις στην Ελλάδα όλα μπορούν να συμβούν αλλά δεν πιστεύω ότι έναν λογικό άνθρωπο μπορεί να τον ενοχλήσει ο γάμος μου. Είναι διαφορετικό να είσαι δημόσιο πρόσωπο, να είσαι υπουργός, να έχεις την οποιαδήποτε εξουσία, να διαχειρίζεσαι δημόσιο χρήμα και να κάνεις έναν πλούσιο γάμο, και είναι εντελώς διαφορετικό να είσαι δημοσιογράφος και να έχεις κουμπάρο τον Γιάννη Ραυτόπουλο και να κάνει τον γάμο σου στο σπίτι του. Δεν είναι συγκρίσιμα τα μεγέθη».


– H εφημερίδα που συνεκδίδετε, «Το Πρώτο Θέμα», ήταν η επιτυχία της χρονιάς. Πώς ενεπλάκητε σε αυτό το εγχείρημα;


«Την ιδέα να κάνουμε εφημερίδα μού την έδωσε το «Βήμα», όταν με προσέβαλε, όταν με ενόχλησε ο τίτλος ενός ρεπορτάζ που με αποκαλούσε «παρουσιαστή-τηλεδημοσιογράφο». Είπα «ρε μάγκες, εντάξει, εγώ μέσα στο συγκρότημα ήμουνα γύρω στα δεκαπέντε – δεκάξι χρόνια, δεν είναι σωστό να μου συμπεριφέρεστε έτσι». Τότε έκανα την πρώτη σκέψη αλλά δεν ήθελα να μοιράσω τον χρόνο μου. Μετά προκλήθηκα πολλές φορές να το κάνω. Πίστευα όμως ότι έπρεπε να βγει στο σωστό timing και όταν κάποια στιγμή με πλησίασε ο Θέμος, το συζητήσαμε σοβαρά. Αργότερα εμφανίστηκε ο Τάσος ο Καραμήτσος, φίλος αγαπητός του Θέμου και εκλεκτός δημοσιογράφος, δούλευε κι εκείνος στο «Βήμα», στο οικονομικό ρεπορτάζ, και είπα «ναι, είναι η στιγμή να το κάνω». Στον σχεδιασμό ο πιλότος μου ήταν η ιταλική «Repubblica». Πήραμε πολλά στοιχεία από αυτή την εφημερίδα, και από εκεί και πέρα προχωρήσαμε με τον γνωστό τρόπο».


– Αφήνει κέρδη η εφημερίδα;


«Μέχρι στιγμής όχι. Μελλοντικά ίσως».


– Δεν αφήνει ή δεν τα παίρνετε εσείς;


«Οχι, δεν αφήνει προς το παρόν κέρδη. Δηλαδή τα κέρδη είναι ίσα βάρκα ίσα νερά αν θέλεις να αμείβονται σωστά οι συνεργάτες σου και μάλιστα με πολύ σφιχτή οικονομική πολιτική σε σχέση με τα υπόλοιπα έξοδα. Μετρημένοι συνεργάτες, συγκεκριμένοι συνεργάτες, καλά αμειβόμενοι συνεργάτες, αυτό είναι το όνειρό μου. Αν συμβεί το αντίθετο θα έχω διαψευστεί και θα είμαι ο πρώτος που θα αποχωρήσει από αυτή την εφημερίδα. Δεύτερον, στόχος μου δεν είναι να αποκομίσω οικονομικά οφέλη από την εφημερίδα. Είναι μεγάλη η χαρά που νιώθεις όταν έχεις την πρώτη εφημερίδα σε κυκλοφορία ή, αν θέλεις, μια μεγάλη εφημερίδα. Είναι μεγάλο το στοίχημα να είσαι μαζί με «Το Βήμα», την «Ελευθεροτυπία», το «Εθνος», την «Καθημερινή» στην πρώτη επιλογή των αναγνωστών. Ολα αυτά σε μένα τουλάχιστον δίνουν την απόλυτη ικανοποίηση. Από εκεί και πέρα το να ζεις καλύτερα, αν είναι στόχος σου και το επιδιώκεις, τότε μάλλον έχεις αποτύχει. Τότε η εφημερίδα θα πάρει άσχημο δρόμο. Αν είναι μέσο που θες να χρησιμοποιήσεις για να πετύχεις άλλους στόχους, τότε πάλι διακινδυνεύεις τα πάντα, και πολύ περισσότερο την αξιοπρέπειά σου.