Ο Μπενίτο Μουσολίνι γεννήθηκε στις 29 Ιουλίου 1883 στο Πρεντάπιο, κοντά στο Φόρλι της επαρχίας Εμίλια – Ρομάνια * Γιος του Αλεσάντρο και της Ρόζας, ενός σιδηρουργού και μιας δασκάλας * Ακολουθώντας τα βήματα της μητέρας του τελείωσε το σχολείο και έγινε και αυτός δημοδιδάσκαλος * Ακολουθώντας τα «πιστεύω» του πατέρα του έγινε ένθερμος σοσιαλιστής * Το 1902, σε ηλικία 19 ετών, αποφασίζει να μεταναστεύσει στην Ελβετία * Εκεί όμως μπλέκει, συλλαμβάνεται για αλητεία και αναρχική δράση και απελαύνεται από τη χώρα * Αναγκάζεται να επιστρέψει στην Ιταλία και να εκτίσει τη στρατιωτική θητεία του * Ο χαρακτήρας του όμως δεν αλλάζει. Τα μπλεξίματα με την αστυνομία συνεχίζονται * Φεύγει για την Αυστρία * Εκείνο το διάστημα γράφει ένα μυθιστόρημα, το οποίο μεταφράζεται στα αγγλικά με τον τίτλο «The Cardinal’s Mistress» («Η ερωμένη του καρδινάλιου») * Κυνηγημένος και από τις αυστριακές αρχές, καταφεύγει στο Φόρλι, όπου γίνεται εκδότης της εφημερίδας «Ταξική πάλη» * Στο κεφάλι του στριφογυρίζουν οι ιδέες του Καρλ Μαρξ, τις οποίες αναμειγνύει με τη φιλοσοφία του Φρίντριχ Νίτσε, τις επαναστατικές δοξασίες του γάλλου ριζοσπάστη διανοητή Λουί Ωγκύστ Μπλανκί (1805-1881) και τις συνδικαλιστικές αρχές του γάλλου επαναστάτη Ζορζ Σορέλ (1847-1922), θεμελιωτή της θεωρίας της βίας του προλεταριάτου, παράγοντας ένα δικό του ιδεολογικό συνονθύλευμα * Το 1910 ο 27χρονος πλέον Μπενίτο γίνεται γραμματέας της τοπικής οργάνωσης του Σοσιαλιστικού Κόμματος στο Φορλί * Καυχιέται να αυτοχαρακτηρίζεται «αντι-πατριώτης» * Το 1911 η Ιταλία κηρύσσει τον πόλεμο στην Τουρκία και ο Μουσολίνι φυλακίζεται ως ειρηνιστής * Μετά την αποφυλάκισή του εγκαθίσταται στο Μιλάνο και διορίζεται εκδότης της επίσημης εφημερίδας των σοσιαλιστών «Avanti» («Εμπρός») * Θεωρεί ότι είναι ο ισχυρότερος σοσιαλιστής ηγέτης που γνώρισε ποτέ η Ιταλία. Πιστεύει ότι το προλεταριάτο μπορεί να ενωθεί σε έναν δυνατό πυρήνα (fascio, φάσιο). Η ομάδα fascio πήρε το όνομά της από τη δέσμη των ράβδων και τον πέλεκυ που έφεραν ως σύμβολο εξουσίας οι αρχαίοι ρωμαίοι δικαστές * Είναι η αρχή του κινήματος των fascisti * Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος βρίσκει τον Μουσολίνι και τους άλλους ιταλούς σοσιαλιστές αντίθετους. Ο Μπενίτο πιστεύει μόνο στην πάλη των τάξεων και στην επανάσταση του προλεταριάτου * Ανεξήγητα όμως, μέσα σε λίγους μήνες, κάνει στροφή 180 μοιρών. Αναθεωρεί τις απόψεις του για τον πόλεμο και εγκαταλείπει τόσο το Σοσιαλιστικό Κόμμα όσο και τη θέση του εκδότη * Τον Νοέμβριο του 1914 ιδρύει νέα εφημερίδα, την οποία ονομάζει «Il popolo d’Italia» («Ο λαός της Ιταλίας»), και την ομάδα Fasci d’Azione Rivoluzionaria (Πυρήνες Επαναστατικής Δράσης) * Πιστεύει ότι ο πόλεμος θα επιφέρει σύντομα την αποσύνθεση του κοινωνικού ιστού και ότι δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες για την άνοδό του στην εξουσία * Τον Μάρτιο του 1919 ο Μουσολίνι ιδρύει το κόμμα Fasci de Combattimento και το 1921 το Φασιστικό Κόμμα. * Το 1922 καταλαμβάνει την εξουσία και το 1928 διαλύει τη Βουλή * Ενα χρόνο μετά ο «φασισμός» αποτελεί πλέον οργανωμένο πολιτικό σχηματισμό, ο οποίος συμμετέχει στις εκλογές που προκηρύσσονται εκείνη τη χρονιά, αλλά χάνει τη μάχη της κάλπης * Δύο χρόνια αργότερα, όμως, στις εκλογές του 1921, καταφέρνει να μπει στο Κοινοβούλιο και να καταλάβει τη δεξιά πτέρυγά του * Οι fascisti (φασίστι) οργανώνουν ένοπλες ομάδες οι οποίες τρομοκρατούν τους πρώην συντρόφους τους του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Η κυβέρνηση παρακολουθεί χωρίς να παρεμβαίνει * Το 1922 ιδρύεται η Φασιστική Αστυνομία (Milizia). Αλλάζοντας διαρκώς θέσεις οι οποίες μετατοπίζονταν προς τα «δεξιά» οι fascisti (η ομάδα και αργότερα το κόμμα που ίδρυσε) και ο ηγέτης τους καταλήγουν να εκπροσωπούν τα ακραιφνώς εθνικιστικά στοιχεία * Το 1936 υποστηρίζει τη δικτατορία του Φράνκο στην Ισπανία και συμμαχεί με τον Αδόλφο Χίτλερ * Το 1940 εμπλέκει τη χώρα του στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο * Το 1943 ο βασιλιάς Βίκτωρ Εμμανουήλ Γ’ διατάζει τη σύλληψή του. Τον απελευθερώνουν όμως κομάντος αιφνιδιασμού του Χίτλερ * Αρχές Ιανουαρίου του 1943 ανακηρύσσει την «Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία» (την κοινωνικοποίηση δηλαδή ιδιωτικών και κρατικών κεφαλαίων στις μεγάλες επιχειρήσεις με τη συμμετοχή των εργαζομένων). Η διαφθορά όμως έχει εξαπλωθεί παντού * Στις 3 Ιουνίου 1944 τα συμμαχικά στρατεύματα μπαίνουν στη Ρώμη * Στις 27 Απριλίου 1945 προσπαθώντας να διαφύγει συλλαμβάνεται και εκτελείται από ιταλούς παρτιζάνους.





Κατακερματισμός σε αυτόνομες πόλεις και
ξένη κυριαρχία. Αυτά είναι τα δύο στοιχεία που χαρακτηρίζουν την ιστορία της Ιταλίας ήδη από τον 16ο αιώνα. Τις τοπικές διοικήσεις τις έχουν αναλάβει αυστριακοί, γάλλοι και ισπανοί ηγεμόνες. Οι «μεγάλες δυνάμεις» της εποχής προσπαθούν να προσεταιρισθούν τους τοπικούς άρχοντες ή τον Πάπα. Την πρώτη προσπάθεια ενοποίησης αναλαμβάνει ο Ναπολέων καταλύοντας την τυραννία των ηγεμόνων στο Μιλάνο και ανασυστήνοντας την «εντεύθεν των Αλπεων Δημοκρατία». Η πρώτη εξέγερση με στόχο την εγκαθίδρυση ενιαίου φιλελεύθερου κράτους γίνεται το 1820 στη Νάπολι. Οι επαναστατημένοι Καρμπονάροι όμως αποτυγχάνουν. Το 1848 αναλαμβάνει προσπάθεια ο βασιλιάς της Σαρδηνίας Κάρολος Αλβέρτος αλλά η επιτυχία είναι προσωρινή. Αναγκάζεται να παραιτηθεί υπέρ του υιού και διαδόχου του Βίκτωρος Εμμανουήλ. Οι πολιτικές ελευθερίες καταργούνται μαζί με τα τοπικά κοινοβούλια. Μόνο στο Πεδεμόντιο το καθεστώς είναι διαφορετικό. Οι Αυστριακοί ασκούν πρωτοφανή βία και τρομοκρατία. Το 1860 ο Βίκτωρ Εμμανουήλ προκηρύσσει εκλογές και ανακηρύσσεται το Βασίλειο της Ιταλίας με ενωμένα πλέον τα πιο σημαντικά τμήματα της χώρας (πλην της Ρώμης, η οποία τελεί υπό την εξουσία του Πάπα και της Βενετίας, η οποία εξακολουθεί να βρίσκεται υπό αυστριακή κατοχή). Δέκα χρόνια μετά η Ρώμη καταλαμβάνεται από ιταλικά στρατεύματα και αποκαθίσταται η κρατική ενότητα. Η Ρώμη ανακηρύσσεται πρωτεύουσα του ενιαίου πλέον ιταλικού κράτους μόλις το 1878 από την ιταλική Βουλή η οποία συνέρχεται για πρώτη φορά. Η νεοσύστατη ιταλική δημοκρατία προσπαθεί να ανασυγκροτηθεί αλλά η οικονομική δυσπραγία πλήττει τα μεγάλα στρώματα του πληθυσμού. Την ίδια χρονιά τον βασιλιά διαδέχεται ο Ουμβέρτος, ο οποίος δολοφονείται το 1900 και τον θρόνο αναλαμβάνει ο Βίκτωρ Εμμανουήλ Γ’. Οι αρχές του 20ού αιώνα (η μετέπειτα belle époque) βρίσκουν την υπόλοιπη Ευρώπη να ταλανίζεται εξίσου από ταραχές. Κάτω από τους χορούς των ευγενών η κοινωνική δυσαρέσκεια φουντώνει. Οι αναρχικοί και οι τρομοκράτες δολοφονούν πολιτικούς αρχηγούς, οι εργατικές ενώσεις υποκινούν απεργίες.


Η επανάσταση του «κόκκινου σιδερά». Στην καμπή του αιώνα, μέσα σε κλίμα αναταραχών, οι φτωχοί ιταλοί επαρχιώτες προσπαθούν να επιβιώσουν. Τα σοσιαλιστικά ιδεώδη κατακτούν ολοένα και περισσότερους οπαδούς. Ενας από αυτούς ­ και μάλιστα τους πλέον ένθερμους ­ είναι ο σιδεράς Αλεσάντρο Μουσολίνι που ζει και δρα στο χωριό Πρεντάπιο του Φορλί, στην επαρχία Εμίλια-Ρομάνια. Νύχτες ολόκληρες ο Αλεσάντρο και η δασκάλα του χωριού Ρόζα Μαλτόνι συζητούν για τον Γαριβάλδη, τον Ματσίνι και τον Μπλανκί, για τους δρόμους της ιταλικής επανάστασης, για τον Μαρξ και τον Μπακούνιν. Ο Αλεσάντρο και η Ρόζα παντρεύονται και αποκτούν έναν γιο. Του δίνουν το όνομα Μπενίτο-Αμιλκάρε-Αντρέα, εις μνήμην του μεξικανού επαναστάτη Μπενίτο Χουάρες και προς τιμήν των ζώντων τότε ιταλών σοσιαλιστών Αμιλκάρε Τσιπριάνι και Αντρέα Κόστα.





«Ρωμαϊκός» θρίαμβος. Οι οπαδοί του τον παραλλήλιζαν με τον Αριστοτέλη, τον Ναπολέοντα, τον Δάντη και τον Μιχαήλ Αγγελο. Ο ίδιος λάτρευε (και, όπως δείχνει η εικόνα, ταυτιζόταν με) τον Ιούλιο Καίσαρα. Στη φωτογραφία αυτή του 1939, παιδιά της Φασιστικής Οργάνωσης Νεολαίας έχουν στήσει αψίδα θριάμβου με σχήμα το αρχικό του επωνύμου του («Μ») για να υποδεχθούν τον αρχηγό, τον Ντούτσε


Ο «σύντροφος Μπενίτο Μουσολίνι». Ο Μπενίτο γαλουχείται με τα εξής «πιστεύω»: 1) Οι Αψβούργοι είναι κακοί (ενσαρκώνουν την αντεπανάσταση), 2) Οι Γάλλοι είναι καλοί (υπόδειγμα οι επαναστάσεις του 1789, του 1830 και του 1848, με απελευθερωτή τον Ναπολέοντα) και 3) Ο Μπλανκί είναι σύμβολο (ως θεωρητικός της επαναστατικής βίας). Ο Μπενίτο δεν θα αργήσει να προσαρμόσει τη σοσιαλιστική ιδεολογία στον βίαιο χαρακτήρα του, ο οποίος θεωρείται κληροδότημα του πατέρα του. Κύριο γνώρισμά του: δεν αντέχει να έρχεται ­ οπουδήποτε ­ δεύτερος. Την πρώτη προσωπική «επανάστασή» του την εκδηλώνει στο σχολείο, πετώντας ένα μελανοδοχείο στο πρόσωπο ενός καθηγητή. Αργότερα αποβλήθηκε επειδή μαχαίρωσε έναν συμμαθητή του ­ πράξη που επανέλαβε πολύ μετά, μαχαιρώνοντας μία (από τις πολλές) φιλενάδα του. Παρορμητικό και βίαιο τον χαρακτηρίζουν όλοι. Ως μαθητής οργανώνει καταλήψεις σχολείων και απεργίες ωσότου αποβάλλεται. Το 1901 έχουν συμπληρωθεί τα 18α γενέθλιά του και τα 23α «γενέθλια» της ιταλικής δημοκρατίας. Για πρώτη φορά το όνομά του αναγράφεται στις στήλες της εφημερίδας «Avanti» («Εμπρός»), του κεντρικού οργάνου του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος (ΙΣΚ), με το σχόλιο «ο προικισμένος ρήτορας φοιτητής σύντροφος Μουσολίνι». Θέλει να ακολουθήσει το επάγγελμα της μητέρας του αλλά ταυτόχρονα και να αποφύγει τη στρατιωτική θητεία. Καταφεύγει στην Ελβετία ως πολιτικός πρόσφυγας. Ορισμένες πηγές αναφέρουν ότι πιθανότατα εκεί γνωρίζει τον Καρλ Λίμπκνεχτ και τη Ρόζα Λούξεμπουργκ. Το βέβαιο είναι ότι έρχεται σε στενή επαφή με την Αγγέλικα Μπαλαμπάνοβα (την οποία το 1917 ο Λένιν στέλνει σε προπαγανδιστική αποστολή στη Σουηδία), με την οποία θα συμμετάσχει στη συντακτική επιτροπή του «Avanti» και στο προεδρείο του ΙΣΚ. Θεωρείται ευφυής και ταλαντούχος. Πολλά άρθρα του δημοσιεύονται στον «Proletario» (την εβδομαδιαία εφημερίδα των ιταλών σοσιαλιστών στις ΗΠΑ). Με την κατηγορία του αναρχικού και της αλητείας απελαύνεται από την Ελβετία αλλά υπό την προστασία ενός βουλευτή του ελβετικού σοσιαλιστικού κόμματος αποκτά πάλι ελευθερία κινήσεων ανάμεσα στο Λουγκάνο, στη Λωζάννη και στη Γενεύη. Ταχυδρομεί καρτ-ποστάλ στους αστυνομικούς διευθυντές των καντονιών με την υπογραφή «Μπενίτο Μουσολίνι – επαναστάτης σοσιαλιστής». Συμμετέχει σε συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας εναντίον του τσάρου της Ρωσίας. Εν τω μεταξύ στην Ιταλία έχει εκδοθεί διάταγμα που παραχωρεί αμνηστία στους «αντιρρησίες στρατιωτικής θητείας», οπότε αποφασίζει να επιστρέψει στην πατρίδα του και να εκπληρώσει τις στρατιωτικές υποχρεώσεις του. Το 1907 σταματά και η δίωξή του από τη Διεθνή Αστυνομία (Interpol). Δύο χρόνια μετά συλλαμβάνεται. Οι εργάτες αντιδρούν, οργανώνουν απεργία διαμαρτυρίας και η αφρόκρεμα των σοσιαλιστών τον συνοδεύει ως τα σύνορα.


«Επαγγελματίας επαναστάτης». Το 1910 επιστρέφει στο Φορλί, 27 ετών πια, συζεί χωρίς γάμο με τη 17χρονη ξανθούλα Ρακέλε Γκίντι. Δηλώνει και θέλει να αισθάνεται «επαγγελματίας επαναστάτης». Μόνο ύστερα από πέντε χρόνια θα νομιμοποιήσει στο δημαρχείο τον δεσμό και ύστερα από άλλα δέκα χρόνια (το 1925) θα τελέσει θρησκευτικό γάμο. Εν τω μεταξύ έχει αποκτήσει με τη Ρακέλε πέντε παιδιά. Το μεγαλύτερο, ένα κοριτσάκι, έχει γεννηθεί το 1910. Το φωνάζει Εντα αλλά δεν το βαφτίζει ποτέ. Ο δάσκαλος έχει γίνει πλέον δημοσιογράφος και το 1912, μετά την αποπομπή των «ρεφορμιστών» από το κόμμα, καλείται να αναλάβει τη διεύθυνση του «Avanti». Οι ελκυστικοί και εμπρηστικοί πηχυαίοι τίτλοι του θα του χαρίσουν τον χαρακτηρισμό του προικισμένου δημοσιογράφου. Στο όνομα της «σοσιαλιστικής πολιτισμικής εκπαίδευσης» ιδρύει δικό του περιοδικό, την «Utopia». Το 1914 ξεσπούν μαζικές απεργίες. Η γενική απεργία που ακολουθεί μετατρέπεται σε ένοπλη εξέγερση εργατών στην Ανκόνα, στη Φλορεντία και στη Νάπολι. Στη Ρώμη μεγάλη διαδήλωση κατευθύνεται προς τα ανάκτορα. Στην Ανκόνα εκκλησίες καίγονται και κόκκινες σημαίες ανεμίζουν στα δημόσια κτίρια. Ο Μουσολίνι θεωρεί την «επανάσταση του Ιούνη» προσωπικό έργο του.





Ο Φύρερ καλωσορίζει το ίνδαλμά του. Ο Ντούτσε επισκέφθηκε για πρώτη φορά τη Γερμανία το 1937. Η υποδοχή που διοργάνωσε ο Χίτλερ ήταν μεγαλειώδης: παρέλαση SS, στρατιωτικά γυμνάσια και συγκέντρωση ενός εκατομμυρίου ατόμων. Στη φωτογραφία (από την επίσκεψη του Μουσολίνι στη Γερμανία το 1940) ο ναζιστής ηγέτης υποδέχεται τον «πατέρα» τού πρωτογενούς φασισμού με τον ίδιο ενθουσιασμό και θαυμασμό στα μάτια. Ο Μουσολίνι αρχικά τον θεωρούσε μιμητή του. Μάλιστα είχε αρνηθεί με συγκρατημένη ευγένεια να του δώσει αυτόγραφο!


Η «αντιπολεμική περίοδος». Η έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου διχάζει τόσο την κοινή γνώμη όσο και το ΙΣΚ. Είναι η εποχή που ο Μουσολίνι αντιτίθεται και στον αποικιοκρατικό πόλεμο. Το Μανιφέστο του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος μιλάει για διεθνισμό και αντίσταση ενάντια στον πολεμικό τυχοδιωκτισμό. Ωστόσο τα υπόλοιπα σοσιαλιστικά κόμματα της Ευρώπης δεν υιοθετούν την ίδια στάση. Τάσσονται υπέρ του πολέμου, στο πλευρό των κυβερνήσεών τους. Το (ως τότε) «κόμμα του Μαρξ και του Ενγκελς», το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας (SPD) δίνει τη συγκατάθεσή του για τα πολεμικά κονδύλια. Οπως αναφέρει ο Γκέοργκ Σόιερ (Georg Scheuer, Genosse Mussolini, στην Ελλάδα το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Φιλίστωρ», 1999), το ίδιο ενθουσιωδώς στηρίζουν τον πόλεμο και οι γάλλοι σοσιαλιστές. «Την ίδια στιγμή ο Μουσολίνι θα βρίσκεται σε μυστικές διαπραγματεύσεις με τις γαλλικές αρχές… Ο Μαρσέλ Κασέν (αρχισυντάκτης της «Humanité» και κατόπιν συνιδρυτής του Κομμουνιστικού Κόμματος Γαλλίας) θα πάει στο Μιλάνο να επηρεάσει τον Μουσολίνι πιθανόν και με εντολή του γαλλικού υπουργείου Εξωτερικών και μάλιστα όχι μόνο με επιχειρήματα αλλά με χρήματα…». Εξαγορασμένος ή όχι, ο Μουσολίνι κάνει τη μεγάλη στροφή. Ζητεί μέσα από τις στήλες της «Avanti» δημοψήφισμα και περνά στο ρεύμα των αριστερών θιασωτών της εμπλοκής.


Ο «σύνδεσμος» Fascio. Στις 15 Νοεμβρίου του 1914 ο Μουσολίνι εκδίδει δική του ημερήσια εφημερίδα με τον τίτλο «Il Popolo d’ Italia». Μέσα σε εννέα ημέρες αποπέμπεται από το ΙΣΚ. Σχεδόν μισό μήνα μετά, στις 12 Δεκεμβρίου 1914, ανακοινώνει ότι ιδρύει «όχι νέο δικό του κόμμα, απλώς έναν νέο σύνδεσμο (Fascio)» κηρύσσοντας φραστικό πόλεμο με πύρινους λόγους υπέρ του πολέμου και κατά της «παπαδοκρατίας». Η ρητορική του έχει απήχηση. Δικαιολογεί τη στροφή του με το επιχείρημα ότι «η ήττα της Γερμανίας θα φέρει μια καινούργια κόκκινη άνοιξη στην Ευρώπη». Πόλεμος και επανάσταση γι’ αυτόν ταυτίζονται. Ο σοσιαλισμός γίνεται σοσιαλπατριωτισμός. Οι κόκκινες σημαίες γίνονται εθνικές. Ουσιαστικά η επαναστατική σταδιοδρομία του τερματίζεται εδώ. Εξάλλου στην Ιταλία ­ αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη ­ το έδαφος για μια σύνθεση εθνικισμού και σοσιαλισμού είναι πρόσφορο.


Οι «image makers» της εποχής δημιουργούσαν «photo opportunities» ­ τα φωτογραφικά στιγμιότυπα ήταν έτσι σκηνοθετημένα ώστε να δείχνουν τον Μουσολίνι προικισμένο βιολονίστα, θαυμάσιο πιλότο, τολμηρό ιππέα, διανοούμενο. Λέγεται δε ότι στο υπερπολυτελές μαρμάρινο γραφείο του (20Χ13 μέτρα), στο Παλάτσο Βενέτσια, άφηνε τα φώτα αναμμένα ως αργά τη νύχτα για να νομίζουν ότι δουλεύει ενώ εκείνος κοιμόταν…


Το «εκδοτικό πραξικόπημα». Την ίδρυση της εφημερίδας του τη χαρακτηρίζει «τολμηρό πραξικόπημα». Ως το 1918 τα πρωτοσέλιδά της θα φιλοξενούν αποφθέγματα του Μπλανκί («όποιος κρατάει τα σιδερικά έχει και ψωμί») και του Ναπολέοντα (όχι του Ροβεσπιέρου ή του Δαντόν). Κάτω από τον λογότυπο αναγράφεται: «Καθημερινή Σοσιαλιστική Εφημερίδα» ­ η οποία αρχίζει να καυτηριάζει και ύστερα από λίγο να «πολεμά αδυσώπητα όσους βλάπτουν τα εθνικά και διεθνή συμφέροντα του προλεταριάτου». Απειλεί με «στρατοδικεία» τους μετριοπαθείς σοσιαλιστές και με επανάσταση την κυρίαρχη τάξη. Την άνοιξη του 1915 η Ιταλία μπαίνει στον πόλεμο. Το κοινό μέτωπο με τον τσαρισμό δεν απασχολεί τον «σοσιαλιστή» Μπενίτο. Παρά τη φιλοπολεμική στροφή, η φρασεολογία του είναι ακραία επαναστατική. Μιλάει ακόμη για ταξική πάλη. Τέσσερα χρόνια μετά την έκδοση του πρώτου φύλλου εξαφανίζονται τα πρωτοσέλιδα αποφθέγματα του Μπλανκί και του Ναπολέοντα και ο υπότιτλος «Σοσιαλιστική Καθημερινή Εφημερίδα» αναπληρώνεται με τη φράση «Οργανο Αγωνιστών και Παραγωγών». Σε λίγο θα φύγει και αυτό για να μπουν στη θέση του οι λέξεις: «Ιδρυτής: Μπενίτο Μουσολίνι». Εν τω μεταξύ στη Ρωσία έχει ξεσπάσει η Οκτωβριανή Επανάσταση. Την κατάληψη της εξουσίας από τον Λένιν την παρουσιάζει ως επιβεβαίωση των θέσεών του. Το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου βρίσκει την Ιταλία χρεοκοπημένη, με χιλιάδες νεκρούς και περίπου ένα εκατομμύριο τραυματίες. Δύο χρόνια μετά η χώρα συγκλονίζεται από επαναστατικές ταραχές. Καταλήψεις εργοστασίων, γενικές απεργίες. Το διάστημα 1919-1920 είναι η «κόκκινη διετία» (biennio rosso). Για το ΙΣΚ μπαίνει θέμα ένοπλης εξέγερσης. Τελικά αποφασίζεται η συμβιβαστική λύση με τους βιομηχάνους, ο «συνδικαλιστικός έλεγχος», που ματαιώνει την ανατροπή του στάτους. Στις αρχές του 1919 ο Μουσολίνι διακηρύσσει: «Σε λιγότερο από μία εβδομάδα σωριάστηκαν και έγιναν κονιορτός 20 στρέμματα από βασιλιάδες και πρίγκιπες και κανένας δεν σκύβει να τα ξανασηκώσει. Είναι το λυκόφως των θεών. Εμείς θελήσαμε αυτή την καταιγίδα, την προκαλέσαμε το 1914 και τώρα, το 1919, την παραδεχόμαστε…». Ακόμη δεν έχει ιδρυθεί το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Ο Μουσολίνι δεν αποτελεί ως εκείνη τη στιγμή ανοιχτή αντίδραση απέναντι στον «μπολσεβικισμό» παρά μόνο στα τέλη του 1919. Οι συγκεντρώσεις των αντιπάλων σοσιαλιστών διαλύονται από τους υπερπατριώτες με φοβερή βία. Ο Ντ’ Ανούτσιο, επικεφαλής ομάδας αξιωματικών και φαντάρων, πραγματοποιεί επίθεση στο Φιούμε και καταλαμβάνει την πόλη. Η νόμιμη (κεντροαριστερή) κυβέρνηση δεν αντιδρά. Ο μηχανισμός είναι διαλυμένος. Ο Μουσολίνι στηρίζει την προσπάθεια του Ντ’ Ανούτσιο και οι φασιστικές τρομοκρατικές συμμορίες δρουν πλέον ανενόχλητες. Η Ιταλία βυθίζεται στο χάος. Οι κοινωνικές δομές αποσυντίθενται και καταρρέουν. Οι φασίστες κατεβαίνουν σε εκλογές αλλά η αναμέτρηση αποδεικνύεται γι’ αυτούς φιάσκο. Η εικόνα της παράλυσης ενισχύεται από την οικονομική κρίση. Ο Μουσολίνι θεωρεί ότι η Ιταλία χρειάζεται τώρα έναν ισχυρό ηγέτη. Βαφτίζεται Ντούτσε (duce = αρχηγός). Οι φασίστες του κακοποιούν, δολοφονούν, καίνε γραφεία, συνεταιρισμούς και εργατικά κέντρα. Ιδρύονται 834 φασιστικές ενώσεις (fasci) του νέου κόμματος πλέον (Fasci di Combattimento) που αριθμούν περίπου 300.000 οργανωμένα μέλη σε όλη την Ιταλία. Το 1921 ο Μουσολίνι δεν κρύβει τις προθέσεις του για κατάληψη της εξουσίας και δηλώνει ότι ξεκινά την πορεία προς τη Ρώμη. Στις εκλογές της ίδιας χρονιάς έρχεται δεύτερο κόμμα και μπαίνει στη Βουλή. Στην αρχή «χαϊδεύει» με τα λόγια το νεοσύστατο ΙΚΚ («είναι μέρος των πνευματικών παιδιών μου. Εγώ ήμουν ο πρώτος που μόλυνα αυτούς τους ανθρώπους όταν έβαλα στο αίμα του ιταλικού σοσιαλισμού μπόλικο Μπλανκί»). Στη συνέχεια οι γέφυρες με τον μαρξισμό κόβονται. Η φασιστική τρομοκρατία στους δρόμους γίνεται ολοένα και πιο σκληρή. Συγκρούσεις, οδομαχίες, συλλήψεις. Τώρα κατηγορεί την Αριστερά για «κόκκινη τρομοκρατία». Οταν η θέση του κλονίζεται από εσωτερική αντιπολίτευση (οι ακραιφνείς πιέζουν για περαιτέρω «επιδρομές τιμωρίας»), ο Ντούτσε ιδρύει νέο κόμμα, το Φασιστικό Κόμμα (Partito Nazionale Fascista ­ PNF). Τώρα έχει και τη στήριξη των βιομηχάνων ως φορέας μιας «νέας αποστολής». Προειδοποιεί για δικτατορία αλλά δηλώνει προσεκτικός, αφού «η δικτατορία είναι το τελευταίο χαρτί που μπορεί να παίξει κανείς». Στις 3 και 4 Αυγούστου οι Μελανοχίτωνες εισβάλλουν σε Ανκόνα, Γένοβα και Λιβόρνο και εγκαθιδρύουν «τοπικές» φασιστικές δικτατορίες. Οι φασίστες αποκτούν ερείσματα στον κρατικό μηχανισμό. Οι αντιδράσεις μέσα στον στρατό δεν είναι σθεναρές. Στις 28 Οκτωβρίου οι Φασιστικές Φάλαγγες ξεκινούν την Πορεία προς τη Ρώμη. Τις πρώτες πρωινές ώρες οι Μελανοχίτωνες παρατάσσονται απέναντι στην αστυνομία και στους Κυανοχίτωνες του βασιλιά, ο οποίος δεν κηρύσσει κατάσταση πολιορκίας. Ο Βίκτωρ Εμμανουήλ Γ’ δεν υπογράφει το σχετικό διάταγμα και στις 25 Νοεμβρίου η εξουσία περιέρχεται στα χέρια του Ντούτσε.


Δάσκαλος-δημοσιογράφος-ηθοποιός. Το υποκριτικό ταλέντο του Μουσολίνι ήταν μεγάλο ­ διέθετε πολύ καλή φωνή βαρυτόνου, θεατρικότητα στις κινήσεις, ρητορική δεινότητα. Αυτά τα χαρίσματα εξασφάλισαν στον δάσκαλο-δημοσιογράφο ισχυρό λαϊκό έρεισμα. Ο Χίτλερ μάλιστα, ο οποίος τον θαύμαζε, αντέγραψε το ύφος της μεγαλοπρέπειας. Η επιθετική θεατρική πόζα της φωτογραφίας είναι από ομιλία σε συγκεντρωμένους fascisti στην πλατεία του Αγίου Μάρκου, στη Βενετία, το 1934


Οι μεγάλοι διωγμοί των «προδοτών». Ακολουθούν η διάλυση του Κοινοβουλίου, η απαγόρευση των απεργιών, η δολοφονία του «μετριοπαθούς» σοσιαλιστή βουλευτή Τζιάκομο Ματεότι, ο οποίος αποκαλύπτει την ιδεολογική μεταμόρφωση του Ντούτσε, και λεηλασίες σε γραφεία εφημερίδων. Ο Μουσολίνι θεωρεί ότι το μόνο που αξίζει στους βουλευτές είναι να τους στήσουν στον τοίχο. Αρχές του 1925 ο Μουσολίνι αποφασίζει την εγκαθίδρυση ολοκληρωτικής δικτατορίας. Μερικά χρόνια πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έχει ήδη αρχίσει να μιλάει για μια (ενοποιημένη) «Ευρώπη του Φασισμού». Ακόμη και το 1935 συνεχίζει να χαρακτηρίζει τη δικτατορία του «προλεταριακό καθεστώς». Η οικονομία της Ιταλίας κλονίζεται συθέμελα όμως, οπότε αρχίζουν να επεκτείνονται οι κτήσεις στην Αφρική. Το 1936 τα στρατεύματα εισέρχονται στην Αντίς Αμπέμπα. Ο αυτοκράτορας Χαϊλέ Σελασιέ κατέφυγε στη Βρετανία. Εξοργισμένος από την κριτική των Βρετανών και των Γάλλων, ο Μουσολίνι άρχισε να βλέπει τον Χίτλερ ως πιθανό σύμμαχο. Στα τέλη του 1936 έχει αποστείλει ενισχύσεις στους εθνικιστές του Ισπανικού Εμφυλίου, υποστηρίζοντας τον στρατηγό Φρανσίσκο Φράνκο. Για πρώτη φορά αναφέρεται τότε σε «Αξονα» Ρώμης – Βερολίνου. Τον Απρίλιο του 1939 καταλαμβάνει την Αλβανία. Βρετανία και Γαλλία κηρύσσουν τον πόλεμο στη Γερμανία. Ο Ντούτσε εμπλέκεται στον πόλεμο στο πλευρό του «συμμάχου» Χίτλερ αλλά σχεδιάζει ταυτόχρονες εισβολή σε Ελβετία, Ελλάδα και Γιουγκοσλαβία. Είχε εξοργιστεί με τις πρωτοβουλίες του Χίτλερ (τον Σεπτέμβριο του 1940 εκμυστηρευόταν στον υπουργό Εξωτερικών, τον κόμη Τσιάνο: «Ο Χίτλερ με φέρνει πάντα προ τετελεσμένου. Αυτή τη φορά θα τον πληρώσω με το ίδιο νόμισμα. Θα καταλάβω την Ελλάδα και θα το πληροφορηθεί από τις εφημερίδες. Ετσι θα αποκαταστήσω την ισορροπία».


Ο επικίνδυνος «παλιάτσος». Τελικά ποιος ήταν ο Ιταλός που συσπείρωσε μια κοινωνική βάση από τμήματα της απογοητευμένης και διασπασμένης εργατικής τάξης και κατάφερε να καταλάβει την ηγεσία του αποδομημένου (αν και «νεόδμητου») ιταλικού κράτους; Ακίνδυνος «κλόουν» ή επικίνδυνος «παλιάτσος»; Ο πατέρας του φασισμού ηττήθηκε κατά κράτος σε όλες τις επιχειρήσεις του. Μοναδική στρατιωτική χερσαία επιτυχία του Μουσολίνι σε όλον τον Β’ Παγκόσμιο ήταν η κατάληψη της Βρετανικής Σομαλίας. Στις 28 Οκτωβρίου 1940 οι δυνάμεις του εισέβαλαν από την Αλβανία στην Ελλάδα. Μέσα σε μία εβδομάδα όμως εκδιώχθηκαν. Σαν σήμερα πριν από 61 χρόνια οι δυνάμεις του τράπηκαν σε φυγή από τον Ελληνικό Στρατό, ο οποίος, προελαύνοντας από νίκη σε νίκη, ανάγκασε τον δικτάτορα να ζητήσει τη γερμανική βοήθεια. Αργότερα ο Χίτλερ έγραφε: «Η αδιατάραχτη φιλία μου με τον Ντούτσε ίσως και να ήταν λάθος εκ μέρους μου… Η απροσχεδίαστη γερμανική επέμβαση στα Βαλκάνια μάς καθυστέρησε τραγικά στην επίθεσή μας εναντίον της Ρωσίας. Αχ! Ας είχαν μείνει μακριά οι Ιταλοί από αυτόν τον πόλεμο!».