Ενα εκρηκτικό μείγμα, απέναντι στο οποίο η κυβέρνηση δείχνει προς το παρόν απροετοίμαστη να αντιδράσει, διαμορφώνει το πολιτικό περιβάλλον του προσεχούς διμήνου. Ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας είναι αντιμέτωπος με τον… εαυτό του, καθώς βρίσκεται όμηρος των ανεδαφικών υποσχέσεών του, που διαψεύδονται καθημερινά προκαλώντας κύμα οργισμένων αντιδράσεων.
Η κλιμάκωση των κινητοποιήσεων στο πεδίο του Ασφαλιστικού προκαλεί ήδη παραλυτικά φαινόμενα στις τάξεις της κυβερνητικής πλειοψηφίας, ενώ η ανοιχτή πλέον απειλή για απομόνωση της χώρας και de facto έξωσή της από τη Συνθήκη Σένγκεν, μέσω της επιβολής συνοριακών ελέγχων για όσους ταξιδεύουν από την Ελλάδα προς την Ευρώπη, συνιστά κατά κάποιους την υπ’ αριθμόν 1 απειλή για την κυβέρνηση –ακόμη και για τη βιωσιμότητά της.
Αντιπαράθεση με την Ευρώπη

Ο συνδυασμός της επαπειλούμενης καθυστέρησης στην αξιολόγηση, της αδράνειας και των εκκρεμοτήτων στο προσφυγικό ζήτημα και το αρνητικό κλίμα που εκ νέου διαμορφώνεται στην Ευρώπη έπειτα από την «ανάπαυλα» του φθινοπώρου έχουν ήδη ενεργοποιήσει αντανακλαστικά και ανησυχίες σε ολόκληρο το πολιτικό φάσμα.
Στο περιβάλλον αυτό, η τακτική την οποία έχει αποφασίσει να ακολουθήσει το επιτελείο του Αλ. Τσίπρα έχει ήδη αρχίσει να εκδηλώνεται σταδιακά. Προτεραιότητα έχει δοθεί στη μετωπική αντιπαράθεση με τον Κυρ. Μητσοτάκη, καθώς κατά τους συνεργάτες του Πρωθυπουργού η νέα ηγεσία της ΝΔ ευνοεί τη δημιουργία διαχωριστικών γραμμών και συνθηματολογίας, με βασική κατηγορία τον «νεοφιλελεύθερο» –κατά την κυβέρνηση –προσανατολισμό του νέου αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Η δεύτερη γραμμή άμυνας της κυβέρνησης αναμένεται πως θα ενεργοποιηθεί μέσω της… διπλής αντιπαράθεσης με την Ευρώπη. Οπως εκτιμούν και μεταδίδουν κυβερνητικοί βουλευτές, με την τροπή που έχουν πάρει τα πράγματα ο συνδυασμός της προσφυγικής κρίσης με την αξιολόγηση μοιάζει μονόδρομος, στη λογική ενός μέσου διεκδίκησης ανταλλαγμάτων. Παρά ταύτα την προηγούμενη εβδομάδα φάνηκε πως η κυβέρνηση αιφνιδιάστηκε, καθώς ευρωπαϊκά κέντρα ήταν αυτά που έσπευσαν να συνδυάσουν τα δύο ζητήματα, όπως έγινε σαφές στο δημοσίευμα των «Financial Times», όπου και περιλαμβανόταν η «πρόταση» για ανταλλαγή του κουρέματος του χρέους με την αποδοχή εκ μέρους της Ελλάδας της εγκατάστασης μεγάλου πλήθους προσφύγων στη χώρα. Το κλίμα που διαμορφώθηκε με αυτό το δημοσίευμα, σε συνδυασμό με την απειλή έξωσης από τη Σένγκεν, φάνηκε πως πάγωσε κάθε σχεδιασμό της Αθήνας και έφερε το Μέγαρο Μαξίμου με την πλάτη στον τοίχο και σε αναζήτηση εναλλακτικών.
Με βάση αυτές τις εκτιμήσεις, ορατό είναι το ενδεχόμενο να διαμορφωθεί ένα νέο και σύνθετο πεδίο σύγκρουσης με την Ευρώπη, με την ελληνική κυβέρνηση να είναι έτοιμη για μία ακόμη φορά να παίξει το παιχνίδι του καταλογισμού ευθυνών, αντί να επιλέξει μια «φυγή προς τα εμπρός» σε όλα τα μέτωπα.
Οπως επισημαίνεται δε σε κάποιους πυρήνες κυβερνητικών στελεχών (του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ), «φυγή προς τα εμπρός δεν νοείται, καθώς ειδικά το Ασφαλιστικό των αγροτών δεν περνάει από τη Βουλή και φέρνει την κυβέρνηση απέναντι στη μεγαλύτερη ίσως κοινωνική κατηγορία που τη στήριξε μαζικά σε όλες τις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις».
Χαρακτηριστική σε αυτό το πλαίσιο είναι η άποψη που διατυπώνεται εν είδει διαμαρτυρίας σε κυβερνητικά γραφεία, σύμφωνα με την οποία «οι Βρυξέλλες τραβούν το χαλί κάτω από τα πόδια της κυβέρνησης σε όλα τα πεδία»…
Υπό αυτές τις συνθήκες, στο κυβερνητικό στρατόπεδο φαίνεται ότι ετοιμάζουν την αντίδρασή τους. Στο πλαίσιο αυτό και όσο οι εκκρεμότητες θα παρατείνονται, οι καθοριστικές ημερομηνίες είναι δύο: σε πρώτη φάση η έκτακτη Σύνοδος της 18ης Φεβρουαρίου, όπου η Ελλάδα θα «εξεταστεί» ως προς την πρόοδο της υλοποίησης δεσμεύσεων στο Προσφυγικό, και εν συνεχεία η τακτική Σύνοδος του Μαρτίου, όπου θα εξεταστούν όλες οι παράμετροι: Προσφυγικό, αξιολόγηση, προοπτικές της χώρας κ.τ.λ.
Κατά την εκτίμηση που αφήνουν να διαφανεί κυβερνητικά στελέχη, το δίμηνο που ακολουθεί θα κρίνει κατά πολύ ακόμη και τη βιωσιμότητα της ίδιας της κυβέρνησης.
Μια έξοδος θα είναι «μη διαχειρίσιμη»

Οπως συζητείται δε ήδη σε κάποιους κύκλους, «η σοβαρότερη απειλή για την κυβέρνηση είναι το θέμα των συνοριακών ελέγχων. Από τη στιγμή που θα προχωρήσει μια τέτοια διαδικασία, η de facto αλλαγή του ευρωπαϊκού status της Ελλάδας θα είναι εξέλιξη μη διαχειρίσιμη σε πολιτικό πεδίο και ο κλονισμός της κυβέρνησης σημαντικός».
Από την τακτική πόλωσης που φαίνεται ότι έχει επιλέξει χωρίς κανέναν ενδοιασμό ο Αλ. Τσίπρας, διαμορφώνεται η εκτίμηση σε όλους τους πολιτικούς χώρους ότι στο μυαλό του πρωθυπουργικού επιτελείου κυριαρχεί και πάλι η επιλογή της «προσφυγής στους πολίτες». Η εκτίμηση περί ενδεχόμενων εκλογών δεν αποσιωπάται στις συζητήσεις με στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, σε περίπτωση που οι «εμπλοκές» γίνουν ανυπέρβλητες και αναζητηθεί διέξοδος.
Προς την ίδια κατεύθυνση «δείχνει» και η πρωτοβουλία του κ. Τσίπρα να ανοίξει τη συζήτηση περί άμεσης αλλαγής του εκλογικού νόμου, με την παράλληλη διαρροή των σεναρίων για ψήφιση της απλής αναλογικής και της μείωσης του ορίου για την είσοδο στη Βουλή στο 2%. Στόχος μιας τέτοιας πρότασης –εφόσον εν τέλει κατατεθεί –είναι προφανώς η άσκηση πίεσης προς τα μικρότερα κόμματα προκειμένου να ψηφίσουν υπέρ και να μπορεί να εφαρμοστεί το νέο σύστημα από τις αμέσως επόμενες εκλογές –ακόμη κι αν η ΝΔ δεν συναινέσει.
Σε δεύτερο επίπεδο, στόχος της τακτικής είναι η μετεκλογική πολυδιάσπαση, καθώς με τη μείωση του ορίου στο 2% θα ευνοηθεί θεωρητικά η είσοδος στη Βουλή κομμάτων όπως η ΛΑΕ ή ακόμη και το ΚΙΔΗΣΟ, το οποίο δεν φαίνεται να αποδέχεται τους όρους που τίθενται για τη συγκρότηση της Κεντροαριστεράς. Σύμφωνα πάντως με πληροφορίες, τόσο από τον χώρο του ΠαΣοΚ όσο και του Ποταμιού δεν φαίνεται να γίνονται αποδεκτές οι (πιθανολογούμενες, προς το παρόν) προτάσεις, καθώς για τους περισσότερους κάτι τέτοιο θα ισοδυναμεί με παρότρυνση για προκήρυξη εκλογών, τις οποίες κανένας δεν επιθυμεί.

Οι κινήσεις Τσακαλώτου και Σπίρτζη
Οι εσωκομματικοί συσχετισμοί και τα δύο πρόσωπα-κλειδιά

Εν μέσω κυβερνητικών εκκρεμοτήτων και σχεδιασμών, κάποιοι εφιστούν την προσοχή στο εσωκομματικό παιχνίδι του ΣΥΡΙΖΑ. Με δεδομένες τις επιλογές του κ. Τσίπρα ως προς το ύφος και το περιεχόμενο των δημόσιων τοποθετήσεών του, στις τάξεις του κόμματος αρχίζει να διαμορφώνεται η βεβαιότητα ότι ο Πρωθυπουργός «παίζει τα ρέστα του». Πηγές που γνωρίζουν τις υπόγειες και παρασκηνιακές κινήσεις στο κόμμα επισημαίνουν τη στάση και τη συμπεριφορά δύο προσώπων, τα οποία, ακόμη κι αν δεν εκδηλώνουν ηγετικές φιλοδοξίες, φαίνεται πως σπεύδουν να καταλάβουν ρόλους στο παιχνίδι των συσχετισμών.
Από τη μία πλευρά, οι συγκεκριμένες πηγές επισημαίνουν τη στάση του Ευκλ. Τσακαλώτου και τονίζουν ότι στην Ευρώπη ακολουθεί την ακριβώς αντίθετη τακτική από τον Γ. Βαρουφάκη, το κλίμα γι’ αυτόν δεν είναι αρνητικό, ενώ στις συνεδριάσεις των οργάνων και στις συνομιλίες του με ομολόγους του δεν φαίνεται να υιοθετεί ακραίες θέσεις. Την ίδια στιγμή, στο εσωτερικό παίρνει αποστάσεις από προηγούμενες επιλογές, με πλέον χαρακτηριστική ένδειξη το σχόλιό του για τα πρόσφατα λεγόμενα Βαρουφάκη: «Υπάρχει συλλογική ευθύνη στην κυβέρνηση». Από την άλλη πλευρά, πρόσωπο με ρόλο-κλειδί θεωρούν κάποιοι τον υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων Χρ. Σπίρτζη, αφενός λόγω του συνδικαλιστικού δικτύου που φέρεται να επηρεάζει ως προερχόμενος από τον χώρο του ΠαΣοΚ και αφετέρου λόγω της στενής πολιτικής του σχέσης με τον υπουργό Επικρατείας Ν. Παππά.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ