Σε πλήρη αναντιστοιχία με την κρισιμότητα της κατάστασης στην οποία έχει περιθέλθει η χώρα και με βασικό μέλημα όχι την επίσπευση των κοινοβουλευτικών και νομοθετικών διαδικασιών, αλλά την διαφύλξη των εσωκομματικών ισορροπιών του ΣΥΡΙΖΑ, η κυβέρνηση διανύει την δεύτερη ημέρα αδράνειας έπειτα από την οδυνηρή εμπειρία της Συνόδου Κορυφής της Κυριακής.

Βάσει των συμφωνηθέντων και των ανειλημμένων δεσμεύσεων, τα νομοσχέδια με προαπαιτούμενα θα πρέπει να έχουν ψηφιστεί έως αύριο Τετάρτη, προκειμένου να εκκινήσει η διαδικασία υλοποίησης της συμφωνίας, με στόχο πρωταρχικό σε αυτή τη φάση την αποτροπή της οριστικής πτώχευσης της χώρας.

Παρά ταύτα, από την Τρίτη το πρωί σε εξέλιξη βρίσκονται διάφορες εσωκομματικές συνεδριάσεις και συζητήσεις, στις οποίες βολιδοκσοπόυνται διαθέσεις και επιχειρείται έως και τροποποίηση (!) παραμέτρων της συμφωνίας.

Είναι χαρακτηριστικό ότι από την Κουμουνδούρου μεταδίδεται πως κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της ΠΓ έγιναν προτάσεις, οι οποίες θα μεταφερθούν από τον γραμματέα του κόμματος στον κ. Αλέξη Τσίπρα – άγνωστο για ποιον ακριβώς λόγο και με τι προοπτική.

Την ίδια στιγμή, εκκρεμούν νέες συναντήσεις και ενημερώσεις του κ. Τσίπρα με τους πολιτικούς αρχηγούς, στον αέρα βρίσκεται το θέμα του ανασχηματισμού, παρά το γεγονός ότι τουλάχιστπον πέντε υπουργοί και αναπληρωτές αντιτίθενται στην συμφωνία και την εφαρμογή της, ενώ στο παρασκήνιο επιχειρείται να λυθεί το πρόβλημα με την πρόεδρο της Βουλής, η οποία παρά την διαφοροποίησή της από την κυβέρνηση, αρνείται να παραιτηθεί, διαμορφώνοντας έτσι ένα δυνάμει εκρηκτικό περιβάλλον εν όψει της κοινοβουλευτικής διαδικασίας για τα προαπαιτούμενα.

Σε αυτό το κλίμα, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος Νίκος Φίλης υιοθέτησε την Τρίτη εμπρηστική φρασεολογία, όταν προσερχόμενος στη Βουλή ανέφερε: «Έγινε πραξικόπημα στις Βρυξέλλες, απείλησαν με συνολικό κούρεμα των καταθέσεων των Ελλήνων, χρεοκοπία των τραπεζών και της Οικονομίας, την άλλη μέρα ήταν έτοιμο το σχέδιο» και συμπλήρωσε: «Δεν θα συμπράξουμε στην ανατροπή της λαϊκής βούλησης, όπως εκφράστηκε στις εκλογές του Ιανουαρίου» καθώς και ότι «ο καθένας έχει το δικαίωμα της προσωπικής του άποψης αλλά έχει και την υποχρέωση μιας συλλογικής λειτουργίας».