ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ στιγμή που ο Οτο φον Μπίσμαρκ δημιούργησε, με τη δύναμη των όπλων, τη γερμανική αυτοκρατορία τον 19ο αιώνα, γεννήθηκε στη «Γηραιά Ηπειρο» το «γερμανικό πρόβλημα»: η Γερμανία ήταν πολύ μεγάλη για να μην κυριαρχήσει στην Ευρώπη αλλά όχι και αρκετά μεγάλη για να ηγεμονεύσει. Το «γερμανικό πρόβλημα» οδήγησε την Ευρώπη σε δύο Παγκοσμίους Πολέμους. Η ενωμένη Ευρώπη υπήρξε ο καταλύτης ώστε αυτό το πρόβλημα να λυθείπαροδικά, όπως φαίνεται. Και αυτό διότι, περίπου 20 χρόνια μετά την επανένωση, η Γερμανία αισθάνεται πλέον τόσο (οικονομικά) ισχυρή ώστε να μπορεί να επιβάλλει τις θέσεις της στους εταίρους της- ιδιαίτερα δε στο ζήτημα της κρίσης στην ευρωζώνη.

«Σπανίως η Γερμανία έχει υπάρξει σημαντικότερη για την Ευρώπη- ή τόσο απομονωμένη- από ό,τι είναι σήμερα». Με αυτή τη φράση αρχίζουν την ανάλυσή τους για τη σημερινή Γερμανία και τη θέση της στην ΕΕ οι Μαρκ Λέοναρντ και Ούλρικε Γκέροτ του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (ΕCFR). Και πράγματι, τα όσα συνέβησαν λόγω της Συνόδου Κορυφής των κρατών-μελών της ευρωζώνης τις ημέρες που πέρασαν κατέδειξαν δύο πράγματα: ότι χωρίς τη Γερμανία καμία λύση στην κρίση χρέους δεν μπορεί να υλοποιηθεί αλλά και ότι η πλειονότητα των εταίρων της έχει αρχίσει να ενοχλείται από τη στάση του Βερολίνου.

«Deutschland uber alles»

Εδώ και περίπου έναν χρόνο τόσο στις Βρυξέλλες όσο και στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες τα πάντα κινούνται γύρω από τη Γερμανία. Ουδείς τολμά να πάρει οποιαδήποτε απόφαση χωρίς να ρωτήσει ποια είναι η θέση της Ανγκελα Μέρκελ. Η γερμανίδα καγκελάριος είναι αυτή τη στιγμή η ισχυρότερη ηγέτις στην Ευρώπη, από τη στιγμή μάλιστα που το έτερο «γρανάζι» του γαλλογερμανικού άξονα, ο Νικολά Σαρκοζί, μοιάζει να διεκδικεί μόνο το… Οσκαρ Β΄ ρόλου. Τόσο στο πρώτο πακέτο βοήθειας προς την Ελλάδα όσο και στη δημιουργία του προσωρινού και του μόνιμου μηχανισμού χρηματοπιστωτικής σταθερότητας (ΕFSF/ΕSΜ) αλλά και στη συζήτηση για τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, όλοι περιμένουν τι θα πει η κυρία Μέρκελ.

«Για άλλη μία φοράη Γερμανία είναι κομβική για το μέλλον της Ευρώπης. Οι επιλογές που θα κάνει για τα πακέτα διάσωσης και τη μεταρρύθμιση της ευρωζώνης θα καθορίσουν αν το ενιαίο νόμισμα θα επιβιώσει στη σημερινή του μορφή» σημειώνει μιλώντας στο «Βήμα» ο Κέβιν Φέδερστοουν , διευθυντής του Ελληνικού Παρατηρητηρίου στη London School of Εconomics (LSΕ). Γερμανοί αξιωματούχοι τόσο στο υπουργείο Εξωτερικών όσο και στην καγκελαρία επιμένουν ότι «η Γερμανία παραμένει δεσμευμένη στην ευρωζώνη και θα κάνει ό,τι χρειαστεί για τη σταθερότητά της».

Πείθουν τα λόγια αυτά τους εταίρους της Γερμανίας; Κατά τους Λέοναρντ και Γκερότ, «παρά το γεγονός ότι η Γερμανία έχει στείλει το μήνυμα πως θα πράξει ό,τι χρειάζεται για να σώσει το ευρώ, οι περισσότεροι στην Ευρώπη ανησυχούν για τον τρόπο με τον οποίο θα το κάνει».

Οι δύο αναλυτές σημειώνουν ότι έχει ήδη αρχίσει να αναπτύσσεται στις γερμανικές ελίτ ένας ευρωσκεπτικισμός που συμπυκνώνεται στο δίλημμα: «Η Ευρώπη χρειάζεται τη Γερμανία. Η Γερμανία έχει όμως ανάγκη την Ευρώπη;». Σε δημοσκόπηση του περασμένου Ιανουαρίου μόνο το 41% των Γερμανών θεωρούσε την Ευρώπη το μέλλον της Γερμανίας έναντι 53% τον Απρίλιο του 2010. Ευρωπαίος αξιωματούχος με μεγάλη εμπειρία σημειώνει ότι «η Δημοκρατία της Βόννης διαφέρει σημαντικά από τη Δημοκρατία του Βερολίνου». «Η οικονομική ισχύς της έχει κάνει ετεροβαρή τον γαλλογερμανικό άξονα. Δεύτερον, οι σχέσεις της Γερμανίας με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν διάγουν τις καλύτερες ημέρες τους. Τρίτον, το Βερολίνο τείνει να αγνοεί τα συμφέροντα των μικρότερων ευρωπαϊκών κρατών». «Τέταρτον» καταλήγει «αρνείται να βάλει απλά το χέρι στην τσέπη πληρώνοντας τις αμαρτίες άλλων».

Καλύτερα με τα ΒRΙCs παρά με τα… ΡΙGS

Η μεγαλύτερη ανησυχία είναι ότι πλέον η Γερμανία κοιτάζει πλέον πέραν της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ). Η Κίνα, η Ρωσία, ακόμη και η Αφρική αποτελούν για το Βερολίνο υποσχόμενες αγορές για τα προϊόντα της Γερμανίας και καθοδηγούν τις επιλογές της στην εξωτερική πολιτική.

Οπως σημειώνει χαρακτηριστικά στο «Βήμα» ο Χανς Κουντνάνι, μέλος του ΕCFR, η Γερμανία δεν σκέπτεται πλέον «με όρους γεωπολιτικήςαλλά με όρους γεωοικονομίας» . Και υπό αυτό το πρίσμα πρέπει να ερμηνευθούν και κινήσεις όπως η απόφαση του Βερολίνου να απόσχει από την ψηφοφορία του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για τη Λιβύη- μαζί με την Κίνα και τη Ρωσία.

Σύμφωνα με στοιχεία της Βundesbank, το 2010 το μερίδιο των γερμανικών εξαγωγών που κατευθυνόταν στην ευρωζώνη ήταν 41% από 43% το 2008. Το αντίστοιχο μερίδιο για την Ασία αυξήθηκε από 12% σε 16%. Σε απόλυτους αριθμούς οι εξαγωγές στην Ασία αυξήθηκαν κατά 28 δισ. ευρώ.

Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι φυσικά η Κίνα, που ήδη αποτελεί τη μεγαλύτερη αγορά για τη Volkswagen και σε λίγο για τη Μercedes και την ΒΜW. Από τις αρχές του 2009 ως τα μέσα του 2010 οι γερμανικές εξαγωγές στην Κίνα αυξήθηκαν περίπου κατά 70%. Μόνο η Siemens έχει περίπου 80 θυγατρικές στην Κίνα με τουλάχιστον 40.000 εργαζομένους. Βέβαια, περίπου το 60% των συνολικών γερμανικών εξαγωγών κατευθύνεται προς την ευρωζώνη. Και όχι μόνο αυτό, αλλά τη δεκαετία 1997-2007 το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας με την υπόλοιπη ευρωζώνη τετραπλασιάστηκε, από τα 28 δισ. ευρώ στα 109 δισ. ευρώ.

Στενότατες είναι και οι οικονομικές σχέσεις με τη Ρωσία, ιδιαίτερα μετά τη θητεία του Γκέρχαρντ Σρέντερ. Από το 2006 ως το 2009 οι γερμανικές επενδύσεις στον τομέα της βιομηχανίας και των κατασκευών αυξήθηκαν κατά περίπου 132%. Προχθές ο ρώσος πρόεδρος Ντμίτρι Μεντβέντεφ βρέθηκε στο Ανόβερο για διμερείς συνομιλίες με την κυρία Μέρκελ. Βασικό μενού ήταν η συνεργασία του γερμανικού ενεργειακού κολοσσού RWΕ με τη ρωσική Gazprom για την κατασκευή σταθμών ενέργειας με φυσικό αέριο στην Ευρώπη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ