Για τον κοινό θνητό είναι περίεργοι συνδυασμοί γραμμάτων που συνοδεύουν χώρες ή εταιρείες: ΑΑΑ, ΒΒ- ή και C+. Τα σχόλια είναι εξίσου ακαταλαβίστικα: η Ελλάδα «υποβιβάζεται», οι ΗΠΑ «τίθενται υπό παρακολούθηση». Τι κι αν δεν καταλαβαίνει όμως! Δεν είναι αυτός στον οποίο απευθύνονται τα ιδεογράμματα αυτά. Είναι η «αγορά», η οποία αμέσως πιάνει το μήνυμα.

Πίσω από τις φόρμουλες κρύβονται διακριτικοί παράγοντες του χρηματοπιστωτικού κόσμου: οι οίκοι αξιολόγησης. Ονομάζονται Μoody΄s, Standard & Ρoor΄s (S&Ρ) ή Fitch Ratings, τρία ονόματα που καταλαμβάνουν το 90% των χρηματοπιστωτικών αξιολογήσεων. Ο ρόλος τους; Φαινομενικά μικρός. «Δίνουμε μια γνώμη για την ικανότητα και τη θέληση ενός εκδότη, είτε κράτους είτε εταιρείας, να αποπληρώσει εγκαίρως το δάνειο που ζητάει» εξηγεί η Καρόλ Σιρού, πρόεδρος του γραφείου Παρισιού της Standar & Ρoor΄s. Στη Μoody΄s ο Πιερ Καγετό, γενικός διευθυντής Κινδύνων Κρατικών Χρεών, επιβεβαιώνει: «Μετράμε την πιθανότητα ενός κράτους να ξεπληρώσει τα χρέη του».

Η γενική αυτή αποτίμηση παίρνει τη μορφή ενός σημειώματος που διαμορφώθηκε ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα ως σειρά από γράμματα και/ή αριθμούς. Για να περιπλακεί ακόμη περισσότερο η κατάσταση, τα σύμβολα αυτά ποικίλλουν ανάλογα με τον οίκο. Χοντρικά τα επίπεδα διακρίνονται στα «επενδυτικά» (π.χ., για τις S&Ρ και Fitch Ratings, με κατιούσα σειρά, ΑΑΑ, ΑΑ, Α, ΒΒΒ), που αντιστοιχούν σε δανειζομένους οι οποίοι εκτιμώνται ως φερέγγυοι, και στα «κερδοσκοπικά» (ΒΒ, Β, CCC, C), για δανειζομένους που ενέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο. Αν μια χώρα ή μια εταιρεία σταματήσει να αποπληρώνει, τότε μετατίθεται στην κατηγορία D (όπως default = παύση πληρωμών). Οι βαθμοί αυτοί μπορεί να συνοδεύονται από μια «προοπτική», θετική, σταθερή ή αρνητική, για τα δύο επόμενα χρόνια. «Θα ήταν δύσκολο να επεκταθεί κανείς πιο πέρα» αναγνωρίζει ο Ερίκ ΠαζέΜπλαν , αναπληρωτής διευθυντής στη Fitch Ratings. Αν ο εκδότης (δηλαδή, ο εκδότης ομολογιακού δανείου ή ο δανειζόμενος) «τεθεί υπό παρακολούθηση», αυτό σημαίνει ότι προειδοποιείται ο ίδιος και ο επενδυτής (που αγοράζει αυτά τα ομόλογα) ότι ενδέχεται να αλλάξει ο βαθμός.

«Γνώμη», «πιθανότητα», «σχετικότητα» είναι λέξεις που επανέρχονται αδιάκοπα στο λεξιλόγιο των οίκων αξιολόγησης. «Είναι think tanks πιστωτικού κινδύνου» συμπυκνώνει η Κατρίν Ζερστ, τέως γενική διευθύντρια του γαλλικού τμήματος της Μoody΄s. Και όμως με τον καιρό οι επενδυτές που ψάχνουν βεβαιότητες για να τοποθετήσουν τα βουνά τους από δολάρια, ευρώ ή γουάν στρέφονται στους βαθμούς αυτούς για να δουν τη φερεγγυότητα του ενός ή του άλλου. Οι οίκοι παίζουν με την επιθυμία αυτή για εξασφάλιση: το διαφημιστικό της Fitch Ratings είναι «Μάθετε τους κινδύνους σας». «Στις περισσότερες εμπορευματικές καταστάσειςχρειαζόμαστε κάποιον τρίτο για να μας βοηθήσει να ξεπεράσουμε την περιπλοκότητα των καταστάσεων» αναφέρει ο Αρμάν Ατσουέλ, καθηγητής στην Εcole de Μines. «Οταν θέλετε να αγοράσετε υπολογιστή, με χαρά θα καταφύγετε σε ένα ειδικευμένο άρθρο με αποτελέσματα δοκιμών».

Ετσι τα κράτη και οι εταιρείες που θέλουν να δανειστούν συχνά δεν έχουν άλλη επιλογή από το να ζητήσουν αξιολόγηση. «Η αξιολόγηση επηρεάζει την πρόσβαση στην αγορά» παραδέχεται ο κ. ΠαζέΜπλαν. «Και το επίπεδο του βαθμού μας επίσης επηρεάζει το κόστος του δανείου». Για να μπορέσει να δανειστεί η Ελλάδα, η χώρα με τη χειρότερη αξιολόγηση της ευρωζώνης, αναγκάζεται να υποσχεθεί πολύ υψηλότερο επιτόκιο από αυτό της Γερμανίας, που είναι η πρώτη τη τάξει. «Για ένα χρέος 1.000 δισ.ευρώμία πρόσθετη μονάδασημαίνει 10 δισ. επιπλέον για πληρωμή ετησίως» υπολογίζει ο ίδιος. Αλλη επίπτωση: μια γαλλική επιχείρηση που ετέθη σε «αρνητική παρακολούθηση» είδε τις μετοχές της να κατρακυλούν αμέσως κατά 15%.

Οι αξιολογήσεις χρησιμεύουν ως αυτό που δεν είναι: ως εγγύηση. Και μάλιστα έχουν εισαχθεί στις ρυθμιστικές νομοθεσίες ως εργαλείο ρύθμισης της αγοράς. Για να περιοριστεί η κερδοσκοπία, ορισμένοι επενδυτές, όπως οι ασφαλιστικές ζωής ή τα συνταξιοδοτικά ταμεία, υποχρεώνονται να κατέχουν μόνο δάνεια που διαθέτουν τους καλύτερους, «επενδυτικούς», βαθμούς, όπως ΑΑΑ. «Είναι μια εργολαβία που αναθέτουν οι ρυθμιστικές αρχές σε ιδιωτικές εταιρείεςγια τμήμα της δικής τους ευθύνης» παραδέχεται η κυρία Ζερστ.

Κατά συνέπεια, κράτη και επιχειρήσεις χαϊδολογούν τους προβεβλημένους αυτούς οίκους. «Εμείς διαθέτουμε συχνά πριν από την αγορά και εμπιστευτικά τα στρατηγικά και πολιτικά προγράμματα» εξηγεί η κυρία Σιρού. «Οι υπουργοί μάς υποδέχονται πολύ εύκολα».

«Ο ρόλος μας είναι να κρίνουμε τη μία ή την άλλη πολιτική» διαβεβαιώνει. Αλλά για τις χώρες που ζουν κατά πολύ με χρέη ο κίνδυνος υποβιβασμού επηρεάζει μεγάλες αποφάσεις, όπως για την αύξηση φόρων ή τη μείωση των δημοσίων δαπανών. Μια επίπληξη από τη Μoody΄s μπορεί να επιταχύνει ένα πρόγραμμα λιτότητας.

Αμείβονται από αυτούς που καλούνται να κρίνουν
Oι επικριτές των οίκων λένε ότι οι πληροφορίες που χρησιμοποιούν προέρχονται από τους ίδιους τους εκδότες των δανείων, με κίνδυνο όλο αυτό να είναι αρκετά πλαστό, όπως έγινε το 2001 με την Εnron, η οποία αξιολογούνταν ΑΑΑ λίγες ημέρες προτού χρεοκοπήσει θεαματικά. Ωστόσο η κύρια επίκριση είναι για τον τρόπο πληρωμής τους, καθώς αμείβονται από τους ίδιους τους κρινομένους για φερεγγυότητα. Το θέμα είναι ταμπού γιατί όλοι παραπέμπουν σε ζητήματα εμπιστευτικότητας των συμβολαίων: π.χ., είναι αδύνατον να μάθει κανείς τους όρους των συμβάσεων της Γαλλίας με τους οίκους που την αξιολογούν. «Τop secret» λέει το γαλλικό υπουργείο Οικονομικών.

Επιπλέον, προτού δημοσιευθούν, τα συμπεράσματα της αξιολόγησης υποβάλλονται πρώτα στον δανειζόμενο, δηλαδή στον πελάτη. «Δεν υπάρχουν πιέσεις, αλλά οι διχογνωμίες λύνονται μέσα από ένα εσωτερικό διαβουλευτικό πλαίσιο» διαβεβαιώνει ο κ. Καγετό. Οι καχύποπτοι ωστόσο επισημαίνουν ότι η αμοιβή των οίκων περιέχει ένα σταθερό τμήμα αλλά και ένα τμήμα αναλογικό προς το ύψος του δανείου: «Οι οίκοι έχουν επομένως συμφέρον ο βαθμός να είναι καλός, για να μπορέσει ο πελάτης να εκδώσει μαζικά νέους τίτλους για χρηματοδότηση του χρέους» αναφέρει ο γάλλος βουλευτής Σεμπαστιέν Γουίγκ, εισηγητής για ζητήματα χρηματοπιστωτικών ρυθμίσεων. Αλλωστε, πριν από την κρίση των subprimes, οι οίκοι σταθερά τα αξιολογούσαν στην κορυφή (ΑΑΑ), σπρώχνοντας έτσι τους επενδυτές σε όλα αυτά τα δομημένα προϊόντα που αποδείχθηκαν «τοξικά».