Το μυθιστόρημα του ΠαΣοΚ Πολιτική και ίντριγκες, έρωτες και μίση στις αυλές της εξουσίας Μέρος 29ον





Αν αισθάνεστε ότι έχετε χάσει συνέχειες από το μυθιστόρημα του ΠαΣοΚ, μην ανησυχείτε. Μπορείτε να αρχίσετε την ανάγνωσή του και από σήμερα. Αλλωστε, η επιστροφή του Ανδρέα Παπανδρέου στην Ελλάδα μετά την πτώση της δικτατορίας, η υποδοχή του, η απόφαση για την ίδρυση του Κινήματος, η θυελλώδης και πολυκύμαντη σχέση του με την κυρία Βάσω Παπανδρέου και οι συγκρούσεις μαζί της που κράτησαν ως το τέλος της ζωής του παρέχουν πλούσιο υλικό, που ξεπερνά τη φαντασία ακόμη και του πλέον ευφάνταστου μυθιστοριογράφου. Η εκρηκτική προσωπικότητα του ιστορικού ηγέτη του ΠαΣοΚ σκιαγραφείται από τις μαρτυρίες εκείνων που τον έζησαν από κοντά, τις ίντριγκες, τα πάθη και τα μίση που έδιναν και έπαιρναν κάτω από την ήρεμη επιφάνεια των κομματικών ισορροπιών. Η διάλυση του ΠΑΚ και η ίδρυση του ΠαΣοΚ, οι συγκρούσεις του με τους κεντρώους, τα πρώτα βήματα του νεογέννητου κόμματος που έμελλε να αλλάξει τον πολιτικό χάρτη της Ελλάδας. Οι συνωμοσίες στους διαδρόμους του Χέρφιλντ, η ρήξη με τον Αλευρά και οι πρώτες διαγραφές ξεδιπλώνονται σε ένα περιπετειώδες, γεμάτο εκπλήξεις ανάγνωσμα.



Με την άνοδο του Κ. Σημίτη στην ηγεσία του ΠαΣοΚ και στην πρωθυπουργία έκλεισε και η «υπόθεση Δήμητρα Λιάνη» που ταλάνισε το Κίνημα επί δέκα συναπτά έτη. Ο επίλογος γράφτηκε κατ’ ουσίαν το βράδυ της 26ης Ιουνίου 1996, όταν ο Κ. Σημίτης πήγε στο Καστρί μετά την κηδεία του Α. Παπανδρέου για να συλλυπηθεί τη Μαργαρίτα Παπανδρέου αλλά δεν συνέχισε για τη «βίλα της Εκάλης», όπου, ματαίως, περίμενε η Δήμητρα Λιάνη. Θα τη συναντήσει μερικές φορές έκτοτε σε δημόσιες εκδηλώσεις, αλλά δεν θα αλλάξουν τίποτε περισσότερο από έναν τυπικό χαιρετισμό. Η χήρα του Ανδρέα Παπανδρέου θα χάσει τη «μάχη για το οικόσημο των Παπανδρέου» προτού καν τη δώσει.


Δεν θα μπορέσει ούτε να συμπεριληφθεί στο συμβούλιο κάποιου από τα ιδρύματα προς τιμήν του ιδρυτή του ΠαΣοΚ, αλλά ούτε και να συστήσει η ίδια ένα τέτοιο ίδρυμα ­ όπως είχε επιδιώξει όταν ζούσε ­ κάνοντας χρήση δύο «χαρτιών» που είχε στη διάθεσή της: του αρχείου του Α. Παπανδρέου και της διαθήκης του. Και τα δύο «κάηκαν» με την απόφαση να προχωρήσει στην έκδοση ενός βιβλίου το οποίο αντί να την καταστήσει «θεματοφύλακα» της παρακαταθήκης του κατέληξε στο άδοξο τέλος με το χαστούκι της Αθήνη στη Στοά του Βιβλίου.


Η Δήμητρα Λιάνη, κόρη στρατιωτικού, γεννήθηκε στις 30 Απριλίου 1955 σε ένα σπίτι επί της οδού… 3ης Σεπτεμβρίου! Στα 20 χρόνια της εργάζεται σε ένα φαρμακείο της Κυψέλης και σκοπεύει να παντρευτεί με τον φαρμακοποιό, ενώ παράλληλα διδάσκει γαλλικά σε μικρά παιδιά. Παίρνει μέρος σε έναν διαγωνισμό της Ολυμπιακής Αεροπορίας και προσλαμβάνεται ως αεροσυνοδός. Αργότερα εξασφαλίζει μια άδεια άνευ αποδοχών και φεύγει για το Παρίσι για σπουδές. Επιστρέφει και παντρεύεται με τον Αλ. Καπόπουλο, με τον οποίο θα πάρουν την εκπομπή «Μισό-Μισό», που θα σταματήσει στα οκτώ επεισόδια λόγω έλλειψης θεαματικότητας.


«Θέλω να τη διευκολύνεις»


Αυτή η εκπομπή θα είναι το όχημα με το οποίο θα βγει στο προσκήνιο, ενώ στο παρασκήνιο η κυβέρνηση απασχολείται για πρώτη φορά με την «αεροσυνοδό για την οποία ενδιαφέρεται ο Πρόεδρος». Ο πρώτος υπουργός που τη συνάντησε ήταν ο Μ. Παπαϊωάννου, υφυπουργός Τύπου τότε και υπεύθυνος για την τηλεόραση. Ενα μεσημέρι του τηλεφώνησε ο Α. Παπανδρέου:


«Μιλτιάδη, θα έλθει να σε δει η κυρία Λιάνη και να συζητήσει μαζί σου για μια εκπομπή της στην τηλεόραση. Αν το κρίνεις σκόπιμο, θα ήθελα να τη διευκολύνεις».


Ο Α. Παπανδρέου ποτέ δεν ζητούσε κάτι επιτακτικά από τους υπουργούς του. Αλλωστε η ευγένειά του ήταν παροιμιώδης. Δεν υπήρχε περίπτωση να μπει κάποιος στο σπίτι του και να μη σηκωθεί να τον υποδεχθεί ή να μην πάρει το παλτό από τις κυρίες. Αυτή η ευγένειά του συνδυαζόταν με μια αυθόρμητη αξιοπρέπεια, που διέκρινε ακόμη και τις πιο πιεστικές απαιτήσεις του. Κάποτε τον επισκέφθηκε η Αρτεμις Κυριαζή, με την οικογένεια της οποίας διατηρούσε θερμούς δεσμούς από την εποχή του «ανένδοτου» και του παλαιού «Εθνους», που ήταν το δημοσιογραφικό του όργανο, απέναντι στην «Ελευθερία» του Παν. Κόκκα που υποστήριζε τον Κ. Μητσοτάκη. Του ζήτησε να βρει μια θέση στον γιο της Κ. Κυριαζή. Τηλεφώνησε στον Αν. Πεπονή, τότε υπουργό Προεδρίας, και του είπε «Σάκη, υπάρχει ένα παιδί με καλές σπουδές, κοίταξε αν μπορείς να τον αξιοποιήσεις», χωρίς καμία υπόδειξη. Η τοποθέτησή του στο Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης ήταν απόφαση του υπουργού, για την οποία ο Α. Παπανδρέου τού ήταν «υποχρεωμένος».


Ο Μ. Παπαϊωάννου δέχθηκε τη Δήμητρα Λιάνη στο γραφείο του στην οδό Ζαλοκώστα και το πρώτο πράγμα που άκουσε από το στόμα της ήταν το υβρεολόγιο για τον Θ. Χαλάτση και τον Ν. Σωτηριάδη της ΕΡΤ, οι οποίοι δεν έδειχναν καμία διάθεση να φιλοξενήσουν τη συνέχεια της εκπομπής της για την οποία, όπως του είπε, «μπήκαμε μέσα μέχρι τώρα». Δεν βρήκε και πολύ ενδιαφέρουσα την ιδέα της, αλλά υποσχέθηκε να μιλήσει με τους αρμοδίους της ΕΡΤ. Είτε το έκανε είτε όχι, το θέμα ξεχάστηκε, ώσπου μια ημέρα χτύπησε πάλι το πορτοκαλί τηλέφωνο και στην άλλη γραμμή ήταν πάλι ο Α. Παπανδρέου:


«Μιλτιάδη, είμαι εδώ με τη Μαργαρίτα και βλέπουμε μια κασέτα με την εκπομπή που σου είπα. Εγώ τη βρίσκω καλή, η Μαργαρίτα όμως λέει ότι δεν αξίζει και πολλά πράγματα. Σου τη στέλνω να μου πεις τη γνώμη σου».


«Να διώξεις τον Χαλάτση»


Την ίδια ημέρα η κασέτα με την εκπομπή βρισκόταν στο γραφείο του υπουργού, ο οποίος αδυνατούσε να εξηγήσει το ενδιαφέρον του Α. Παπανδρέου αφού είναι η εποχή που οι φήμες δεν έχουν πάρει διάσταση και είναι αμφίβολο αν υπήρξε ακόμη κάτι «πονηρό». Επικοινωνεί με τον Θ. Χαλάτση, ο οποίος είναι ανένδοτος: «Δεν μπορούμε να δώσουμε 52 επεισόδια με τρία εκατομμύρια το ένα. Το είπα και στην ίδια». Δεν του λέει τίποτε για το τηλεφώνημα του Α. Παπανδρέου αλλά η κασέτα πάνω στο γραφείο του «καίει».


Την παίρνει και σπεύδει στο σπίτι του Γ. Γεννηματά, όπου τον βρίσκει να συζητά με τον Π. Μόραλη. «Γιώργο, έμπλεξα. Θα κάνω τώρα και τον κριτικό τηλεόρασης». Ο Γ. Γεννηματάς, ο οποίος κάτι έχει ακούσει εν τω μεταξύ, σηκώνει τα χέρια, αλλά ο Π. Μόραλης είναι ευδιάθετος: «Ελα μωρέ, τώρα, μη σκας. Φέρε την κασέτα, θα τη δω εγώ και θα σου πω». Πήρε την κασέτα μαζί του και ακόμη πρέπει να βρίσκεται στα χέρια της Χαριτίνης Μόραλη.


Δεν πέρασαν λίγες ημέρες και ο Μ. Παπαϊωάννου ειδοποιείται ότι «ο Πρόεδρος θέλει να διώξεις τον Χαλάτση». Είναι η εποχή που το ΠαΣοΚ βρίσκεται στη φάση τού «είπε ο Πρόεδρος…». Οσοι βρίσκονται δίπλα του τηλεφωνούν στους υπουργούς και μεταβιβάζουν επιθυμίες του, που δεν είναι πάντοτε ακριβείς. Ο Μ. Παπαϊωάννου το ξέρει και τηλεφωνεί στην Αγγέλα Κοκκόλα: «Θέλω να τον δω». Τον ειδοποιούν την επομένη και ανεβαίνει στο Καστρί. «Πρόεδρε, θέλω να σας θυμίσω τι μου είπατε τον περασμένο Νοέμβριο όταν με φωνάξατε για να αναλάβω την τηλεόραση». Ο. Α. Παπανδρέου το θυμόταν και το επανέλαβε: «Μιλτιάδη, επειδή θυμώνω και διώχνω τους διευθυντές της τηλεόρασης, αν σου το ζητήσω να μου το θυμίζεις». Εβαλαν τα γέλια και ο Θ. Χαλάτσης πήρε παράταση. Εφυγε όμως αμέσως μόλις έφυγε από το υπουργείο ο Μ. Παπαϊωάννου. Ηταν η πρώτη θύελλα που προκαλούσε στην κυβέρνηση του ΠαΣοΚ η Δήμητρα Λιάνη.


Είναι η εποχή που υπάρχουν μόνο φήμες, στις οποίες τα στελέχη του ΠαΣοΚ δεν δίνουν σημασία. Η αεροσυνοδός, είτε υπάρχει είτε όχι, δεν είναι παρά μια συνηθισμένη ιστορία. Το 1987 κατοικεί ακόμη στην οδό Σικελιανού στο Νέο Ψυχικό και αρνείται ότι «συμβαίνει κάτι» με τον Α. Παπανδρέου. «Με τον Πρωθυπουργό υπάρχει μια οικογενειακή φιλία και γνωριμία επειδή ανήκω στο πλήρωμα των πτήσεών του και λόγω του θείου μου που είναι πρεσβευτής στο Τόκιο και ήταν πρώην υπουργός» θα πει. Δεν λέει την αλήθεια. Αργότερα στο βιβλίο της θα γράψει ότι «όλα άρχισαν τον Απρίλιο του 1986».


Η δεύτερη φορά που θα συγκλονίσει το ΠαΣοΚ είναι όταν θα βρεθεί δίπλα στον Α. Παπανδρέου στο Λονδίνο, ακολουθώντας τον στη μεγάλη ιατρική περιπέτεια του 1988. Δεν έχει καμιά επίσημη ιδιότητα και τις πρώτες ημέρες αποφεύγει όσο μπορεί τη δημοσιότητα, ως τη στιγμή που ο Α. Παπανδρέου θα τη χαρακτηρίσει «μόνιμη και νόμιμη» και ο Δ. Μαρούδας θα μεταφέρει στο «Βήμα» ότι είναι «η μνηστή και μέλλουσα σύζυγός του». Είναι ακόμη η εποχή που το «οικόσημο» δεν την ενδιαφέρει. «Θα κρατήσω το επώνυμο Λιάνη. Υπάρχουν πολλές κυρίες Παπανδρέου, εγώ μπορώ να κρατήσω το επώνυμό μου» θα πει στον Λάκη Λαζόπουλο τον Ιούνιο του 1989 πριν από τον γάμο της.


Το «σύνδρομο του Χέρφιλντ»



Εκείνη την περίοδο ο «πόλεμος της λάσπης και της κρεβατοκάμαρας» φθάνει στο αποκορύφωμα. Παρ’ ότι ο Α. Παπανδρέου ζει μαζί της και ήδη από τον Δεκέμβριο του 1988 τον συνοδεύει ακόμη και στη διάσκεψη κορυφής της Ρόδου, τα μέσα ενημέρωσης την εμφανίζουν ως «μαιτρέσα» και η περίπτωσή της χρησιμοποιείται στο πολιτικό παιχνίδι για να πληγεί ο Πρωθυπουργός. Οπως ήταν φυσικό, κάνει την εμφάνισή της και η «αντι-Λιάνη» με το όνομα «Κατερίνα από τη Θεσσαλονίκη» και η ΝΔ θερίζει ό,τι έσπειρε με τις αποκαλύψεις για την ιδιωτική ζωή του Κ. Μητσοτάκη. Η «Δήμητρα» και η «Κατερίνα» είναι οι δύο όψεις μιας πολιτικής πρακτικής που απειλεί να βυθίσει τον τόπο, ενώ ο Α. Παπανδρέου έχει επιστρέψει από μια εγχείρηση, έχει χάσει τις εκλογές και ετοιμάζεται για τρίτο γάμο. Δεν θα τον κάνει προτού μπει στο νοσοκομείο, από όπου θα βγει ζωντανός από θαύμα. Εκεί μέσα η Μελίνα Μερκούρη θα πει στη Δήμητρα Λιάνη: «Αν τον αγαπάς, χρυσό μου, πάρ’ τον και φύγετε». Το «σύνδρομο του Χέρφιλντ» ταλαιπωρεί το ΠαΣοΚ οκτώ μήνες μετά την εγχείρηση.


Στο Λονδίνο όμως είχε μεταφερθεί και ένα κυλιόμενο κέντρο εξουσίας με σημείο αναφοράς μια επίσκεψη στον θάλαμο όπου νοσηλεύεται ο Πρωθυπουργός. Ακόμη όλα περνούν από την Αγγέλα Κοκκόλα, η οποία βρίσκεται δίπλα του και θα τον ακούσει να της λέει μετά την εγχείρηση: «Περάσαμε ψήφο βουνό, Αγγέλα». Η Αγγέλα Κοκκόλα διακινεί τα φαξ μεταξύ Αθήνας και Λονδίνου και υποδέχεται τους υπουργούς, που σπεύδουν να αναβαπτισθούν. Τον έβλεπαν; Οχι όλοι. Αλλά κανείς δεν εξέταζε εκείνες τις ημέρες ποιος βλέπει ποιον στο Λονδίνο. Σημασία είχε ποιος θα είναι παρών, αλλά και ποιος θα καταγραφεί ως απών. Οταν ο Γ. Γεννηματάς ζήτησε, από τη Γαλλία όπου βρέθηκε εκείνες τις ημέρες, να τον επισκεφθεί, του είπαν «δεν γίνεται, δεν το επιτρέπει η υγεία του», κρίνοντας ότι «αν τον δει παίρνει το χρίσμα». Ο Μένιος Κουτσόγιωργας παίρνει την ίδια απάντηση, αλλά δεν θα κάνει πίσω. «Εγώ είμαι αντιπρόεδρος» θα επιμείνει, και θα πάρει την άδεια. Αλλοι παράγοντες, όπως ο Γ. Κατσιφάρας, προσπαθούν μάταια να πλησιάσουν στον θάλαμο του Α. Παπανδρέου. Είναι «κομμένοι». Ο Θ. Κατσανέβας παίρνει από την πρώτη στιγμή την απάντηση «δεν θέλει να σε δει» και απομακρύνεται.


Το τρίτο εσωκομματικό επεισόδιο με πρωταγωνίστρια τη Δήμητρα Λιάνη είναι προέκταση του Χέρφιλντ και αφορά την επιστροφή. Το αίρμπας της Ολυμπιακής Αεροπορίας προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο του Ελληνικού στις 4.20 το απόγευμα της 22ας Οκτωβρίου 1988. Σε μια ειδικά διαμορφωμένη σουίτα, γύρω από ένα τραπέζι με άσπρο τραπεζομάντιλο, ξηρούς καρπούς και τριαντάφυλλα, κάθονται ο Α. Παπανδρέου, η Δήμητρα Λιάνη, ο Δ. Μαρούδας, ο Τ. Χυτήρης, ο Κ. Τσίμας, ο Μ. Παπασταύρου, η Βούλα Κοτοπούλη και η Ρούλα Βλαχοπούλου. Συμπτωματικά με το ίδιο αεροπλάνο ταξιδεύει και η Μαρίνα Λαλιώτη, η οποία έκανε σπουδές στο Λονδίνο εκείνη την περίοδο.


Είχαν γίνει πολλές συνεννοήσεις για την επιστροφή. Ο ίδιος αισθάνεται κυρίαρχος του παιχνιδιού, παρ’ ότι όσο έλειπε το σκάνδαλο Κοσκωτά δηλητηρίαζε την πολιτική ατμόσφαιρα. «Είχαν εναποθέσει τις ελπίδες τους στον Θεό» θα πει, για να τονίσει τη σημασία της επανόδου του. Κανείς από τους υπουργούς και τους συνεργάτες του δεν τολμά να του πει ότι δεν είναι σκόπιμο να τον συνοδεύει η Δήμητρα Λιάνη, παρά μόνον εμμέσως. «Πρόεδρε, καθώς θα βγαίνεις από το αεροπλάνο μόνος σου…» θα του πει μια ημέρα στο τηλέφωνο, απ’ έξω απ’ έξω, εμμέσως ο Αντ. Λιβάνης, αλλά εκείνος δεν του άφησε τα περιθώρια να συνεχίσει.


Ο εκδότης Γιώργος Κουρής μεταβαίνει στο Λονδίνο και του θέτει τα πράγματα έτσι όπως τα είχε θέσει λίγα 24ωρα πριν από την 9η Μαρτίου 1985. «Αν έρθεις με τη Λιάνη, κάηκες». Ο Μ. Κουτσόγιωργας συνηγορεί. Το 1985 τους άκουσε και δεν ψήφισε τον Καραμανλή. Το 1989 τους αγνόησε. Συνεννοήθηκε με τον Τ. Μπιρσίμ και τον Δ. Μαρούδα και η Δήμητρα Λιάνη βρέθηκε δίπλα του στο αεροπλάνο. Κανείς όμως δεν φαντάζεται τι θα επακολουθήσει, και στο Ελληνικό περιμένει ένα δεύτερο αυτοκίνητο για να τη μεταφέρει όταν θα έχει διαλυθεί ο κόσμος.


Στιγμές θριάμβου


Οταν άνοιξε η πόρτα του αεροπλάνου, ο Α. Παπανδρέου βγήκε 30 κιλά πιο αδύνατος απ’ όταν έφυγε, αλλά σταθερός και χαρούμενος. Κατεβαίνει δυο-τρία σκαλοπάτια και σταματάει να χαιρετίσει τον κόσμο. Στο έδαφος περιμένουν οι δύο αντιπρόεδροι της κυβέρνησης Ι. Χαραλαμπόπουλος και Μ. Κουτσόγιωργας επικεφαλής του υπουργικού συμβουλίου. Ο Πρωθυπουργός κατεβαίνει ένα σκαλοπάτι ακόμη και ξαφνικά γυρίζει πίσω. «Ελα μαζί μου» κάνει νεύμα στη Δήμητρα Λιάνη. Ξεπροβάλλει στην κορυφή μιας σκάλας που γνωρίζει καλά, φορώντας ένα σκούρο μπλε ταγέρ και ένα κολιέ με δυο σειρές. Την ακολουθεί ο Δ. Μαρούδας. Το αεροδρόμιο παγώνει. Ο Ι. Αλευράς μένει στήλη άλατος και γυρίζει να φύγει. Και τότε ακούστηκε η φωνή του Γ. Παναγιωτακόπουλου:


­ Μεγάλε!


Το πλήθος ξεπερνά το σοκ και χειροκροτεί. Η τηλεόραση μεταδίδει απευθείας την άφιξη, με ένα κείμενο που θα προκαλέσει σάλο όταν αποκαλυφθεί ότι είχε γραφτεί εκ των προτέρων. Ο Α. Παπανδρέου κάνει μια σύντομη δήλωση, επιβιβάζεται σε ένα αυτοκίνητο και αναχωρεί για το Μέγαρο Μαξίμου, ενώ με ένα τζιπ ο Κ. Κουλούρης προπορεύεται και ανοίγει τον δρόμο. Ολοι πρόσεξαν ότι απουσίαζαν ο Μ. Ζιάγκας και η Αγγέλα Κοκκόλα. Θα φύγει το βράδυ μαζί με τη Δήμητρα Λιάνη για ένα σπίτι στην οδό Μυρτιάς της Πολιτείας που έχει ενοικιασθεί εν τω μεταξύ.


Ηταν ένα σπίτι στο οποίο θα παιχθούν μερικές από τις πιο συναρπαστικές σκηνές της ιστορίας του ΠαΣοΚ. Για ένα διάστημα μετά την επιστροφή του ο Α. Παπανδρέου έκανε τις σημαντικές συναντήσεις του στο Καστρί, όπου υπήρχε ακόμη το γραφείο του. Μια φορά ήταν αδιάθετος και ζήτησε να γίνει η συνεδρίαση του ΕΓ στο σπίτι της οδού Μυρτιάς. Ο Ι. Αλευράς τηλεφωνεί ενοχλημένος: «Σ’ αυτό το σπίτι εγώ δεν έρχομαι». Δεν θα πάει ούτε στις 13 Ιουλίου 1989 στην Ελευθερώτρια της Πολιτείας για τον γάμο. Στο ίδιο σπίτι τον επισκέφθηκε στις 14 Μαρτίου 1989 ο Μ. Κουτσόγιωργας και αφού κλείστηκαν μαζί σε ένα δωμάτιο για 20 λεπτά ανακοίνωσε: «Ο Μένιος μού υπέβαλε την παραίτησή του και τη δέχθηκα».


Τα παράξενα σπίτια του Ανδρέα Παπανδρέου


Κατά κάποιον τρόπο η ιστορία του Α. Παπανδρέου είναι συνυφασμένη με παράξενα σπίτια. Τα προτιμούσε από τα ξενοδοχεία, παρ’ ότι ένα ξενοδοχείο τον έσωσε κάποτε. Ηταν το 1965 στην υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ όταν, όπως διηγήθηκε κάποτε ο Ι. Καψής, η κατηγορούσα αρχή έφερε στην ανάκριση τον πιο ισχυρό της μάρτυρα, έναν βέλγο δημοσιογράφο που περιέγραψε πώς μέσα στο γραφείο του, στην οδό Σουηδίας 58, ο Ανδρέας Παπανδρέου τού ανέφερε πώς οργάνωσε τη «συνωμοσία». Ο δημοσιογράφος περιέγραψε με ακρίβεια ποια ημέρα και ποια ώρα συνάντησε τον Ανδρέα Παπανδρέου και του απέσπασε την εξομολόγηση. Ηταν μια κατάθεση που θα τον έστελνε στο Στρατοδικείο.


Οι συνεργάτες του Α. Παπανδρέου δεν κρατούσαν ποτέ ημερολόγιο, ποιος έβγαινε και ποιος έμπαινε σε εκείνο το θρυλικό γραφείο. Κρατούσε όμως ένα ξενοδοχείο στην Αίγινα, από τα βιβλία του οποίου προέκυψε ότι τη στιγμή της «συνάντησης» με τον ψευδομάρτυρα δημοσιογράφο ο Α. Παπανδρέου βρισκόταν μακριά από το Κολωνάκι. Η κατάθεση του Βέλγου κατέρρευσε, όπως θα καταρρεύσουν μερικές δεκαετίες αργότερα οι καταθέσεις των σωματοφυλάκων του Κοσκωτά για τα πάμπερς.


Παρά την προτίμησή του στις μονοκατοικίες, ο Α. Παπανδρέου δεν είχε ποτέ δικό του κεραμίδι. Και όταν απέκτησε, ήταν αργά και έπεσε στο κεφάλι του. Η «ροζ βίλα» απασχολεί ως σήμερα την επικαιρότητα, καθώς η ίδια η Δήμητρα Λιάνη διαμόρφωσε το σχέδιο ερήμην του. Μια φορά ζήτησε από τη συνοδεία του «να τον περάσουν από το σπίτι». Εριξε απ’ έξω μια ματιά και είπε «πάμε να φύγουμε». Λέγεται ότι ακόμη και η περίφημη δήλωση του «πόθεν έσχες» έγινε ερήμην του και αφού προηγουμένως ο καθηγητής Κ. Μπέης είχε αρνηθεί να τη συντάξει. Στον Κ. Παπούλια αποδίδεται η εξομολόγηση πως «έμαθε ότι είχε δανείσει τον Α. Παπανδρέου όταν έγινε γνωστή η δήλωση». Οταν εγκαταστάθηκε στο σπίτι αυτό, η κατάσταση της υγείας του δεν επέτρεπε τίποτε άλλο. Μετά τον θάνατό του η Δήμητρα Λιάνη το άνοιξε για μια ατυχή τηλεοπτική παραγωγή, ενώ στη θέση του Α. Παπανδρέου βρέθηκε ξαφνικά ένας ηθοποιός, προς απόδειξιν ότι «μετά τον Α. Παπανδρέου δεν έκλεισε ως γυναίκα».


«Είδα αξίες να γκρεμίζονται»



Στο Χέρφιλντ μεταφέρθηκαν οι χειρότερες παραδόσεις της ελληνικής πολιτικής. Κυρίως όμως μεταφέρθηκε ένα παιχνίδι εξουσίας, εντυπώσεων και παθών που είχε αρχίσει από την Αθήνα. Τα βράδια στο «Γκρέσιαν» ο Μ. Ζιάγκας χορεύει συντροφιά με τον Γ. Λούβαρη και τον Στ. Ροκόφυλλο το «Ερωτά μου αγιάτρευτε» και το πρωί σπεύδουν στο νοσοκομείο, όπου ένας κύκλος προσώπων έρχονται επισήμως στο προσκήνιο ως φίλοι του Πρωθυπουργού. Στις 50 ημέρες που έμεινε στο Λονδίνο ο Α. Παπανδρέου βρέθηκαν εκεί άνθρωποι οι οποίοι δεν μπορούν εύκολα να δικαιολογήσουν την παρουσία τους. Τα παιδιά του, ο Τ. Χυτήρης, ο οποίος κλήθηκε για το Γραφείο Τύπου, ο Μ. Παπασταύρου, ο Μ. Ζιάγκας, φυσικά οι γιατροί Δ. Κρεμαστινός και Στ. Πλέσσας και κάποιοι άλλοι έχουν λόγους να βρίσκονται στο νοσοκομείο. Από εκεί και πέρα; Η ίδια η Δήμητρα Λιάνη συνοδεύει τον Πρωθυπουργό συνοδευόμενη από δύο… άγνωστες, τότε, φίλες της. «Βρίσκεται εδώ η Δήμητρα Λιάνη;» ρωτούν τις πρώτες ημέρες τον Δ. Μαρούδα οι δημοσιογράφοι. «Οι εφημερίδες γράφουν ότι είναι κάπου εδώ. Γιατί να το αρνηθούμε;» απαντά. Η Ρούλα Βλαχοπούλου και η Πόπη Κοτοπούλη θα βρεθούν από την πρώτη στιγμή δίπλα της. Η δεύτερη θα ενταχθεί αργότερα, μαζί με τον σύζυγό της Νάκο Κοτοπούλη, στο πρωθυπουργικό γραφείο, ως τη στιγμή που οι σχέσεις της με τη Δήμητρα Λιάνη θα χαλάσουν και θα την απειλήσει με την έκδοση ενός βιβλίου.


Στο Χέρφιλντ παίρνουν μέρος στις συσκέψεις όπου σχολιάζονται τα δημοσιεύματα της ημέρας πρόσωπα που συνδέονται με τη Δήμητρα Λιάνη αλλά δεν συνδέονται με την πολιτική. Συντροφεύουν τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας χωρίς κανένας να καταλαβαίνει πώς δικαιολογείται η παρουσία τους. Οπως ο «αστρολόγος» Μάνος Θωμαδάκης, ο οποίος εμφανίζεται ως… επιχειρηματίας και αργότερα θα γίνει μέλος της «αυλής της Εκάλης», ώσπου θα απομακρυνθεί ακόμη και ο Γ. Λιάνης με την κατηγορία ότι «διοχετεύει πληροφορίες σε βάρος του». Η Σοφία Κατσανέβα θα δηλώσει αργότερα ότι «στο Χέρφιλντ είδε αξίες να γκρεμίζονται». Ο Ευ. Λώλης είναι μέλος της συντροφιάς από καιρό, έχοντας αποκτήσει τη συμπάθεια του Α. Παπανδρέου ύστερα από ένα ανέκδοτο που του είπε εν πτήσει. Ορισμένοι θυμούνται ακόμη εκείνο το ανέκδοτο:«Κάποτε ο Αντ. Τρίτσης είπε στον Α. Παπανδρέου: «Πρόεδρε, τόσα χρόνια συνεδριάζουμε σ’ αυτή την αίθουσα του υπουργικού συμβουλίου, αλλά τώρα τελευταία νομίζω ότι δεν μας φέρνει γούρι και πρέπει να την αλλάξουμε». Ο Α. Παπανδρέου συμφώνησε και την άλλη μέρα άρχισαν οι εργασίες ανακαίνισης. Μια καθαρίστρια που είδε το συνεργείο και ρώτησε τι συμβαίνει επισκέφθηκε τον Α. Λιβάνη και του είπε: «Προτού έρθω εδώ εργαζόμουν σε οίκο ανοχής. Ε, λοιπόν, όταν δεν πηγαίναμε καλά, αλλάζαμε τις γυναίκες, όχι το σπίτι»». Ο Α. Παπανδρέου έσκασε στα γέλια, αφού άλλωστε το «μήνυμα» του ανεκδότου το εφάρμοζε πιστά, αλλάζοντας κάθε τόσο τους υπουργούς.


Φυσικά ο Α. Παπανδρέου δεν μπορεί να κριθεί από τέτοια περιστατικά. Οσοι τον γνώριζαν καλά έχουν τις εξηγήσεις τους για τους λόγους που τον έκαναν να ανέχεται γύρω του πρόσωπα τα οποία δεν είχαν σχέση με τη ιστορική διαδρομή, την πολιτική δράση και την ιδιοφυΐα του. Ηταν ένας άνθρωπος χωρίς πολλούς φίλους. Την εποχή του 1950, όταν στην Ελλάδα δημιουργήθηκαν οι «μεγάλες φιλίες» και οι «παρέες» που θα κυριαρχήσουν για δεκαετίες, αυτός απουσίαζε. Οταν ήλθε ήταν ήδη διάσημος και όταν μπήκε στην πολιτική πολλοί από εκείνους που συνδέθηκαν μαζί του είχαν κάποια ιδιοτέλεια, ενώ σε άλλες περιπτώσεις οι σχέσεις του επηρεάζονταν από τις πολιτικές καταστάσεις. Αυτό τον έκανε να αποδέχεται πρόσωπα τα οποία δεν είχαν σχέση με την πολιτική. Ηταν μια ανάγκη σαν αυτή του Αρ. Ωνάση ο οποίος διάβαζε Μίκι Μάους εν μέσω επιχειρηματικών δραστηριοτήτων παγκόσμιας εμβελείας!


Πώς μάγεψε τη Θάτσερ


Στο Λονδίνο η Δήμητρα Λιάνη έγινε επισήμως η «μνηστή» του Πρωθυπουργού. Θα κυκλοφορήσει για πρώτη φορά δίπλα του καθώς τον συνοδεύει στην αυλή του νοσοκομείου και στις 3 Σεπτεμβρίου όταν θα σβήσουν μαζί την τούρτα των γενεθλίων του ΠαΣοΚ. Θα είναι αυτή που θα παραλάβει την πρώτη ανθοδέσμη μετά την εγχείρηση, από έναν διάσημο αποστολέα: τον Ι. Λάτση. Και θα υποδεχθεί στο ξενοδοχείο «Γκρόσβενορ», όπου διέμενε ο Α. Παπανδρέου για την ανάρρωση, μια υψηλή επισκέπτρια: τη Μάργκαρετ Θάτσερ.


Η «σιδηρά κυρία» θαύμαζε τον Α. Παπανδρέου. Την είχε γοητεύσει στις 3 Δεκεμβρίου 1984, όταν συγκρούστηκε μαζί της στη σύνοδο κορυφής για τα ΜΟΠ. Το πρωί στη συνεδρίαση την είχε απειλήσει ότι θα μπλοκάρει τις νέες εντάξεις, προκαλώντας αίσθηση με την πολιτική σκέψη του. Το βράδυ θα αποχωρήσει οργισμένος από το δείπνο της, προκαλώντας αίσθηση με την τόλμη του. Η ίδια θα γράψει για εκείνη τη σύνοδο αργότερα: «Ο γοητευτικός και ευπροσήγορος αυτός άνδρας άλλαζε όταν επρόκειτο να πετύχει περισσότερα χρήματα για τη χώρα του. Είναι σκληρός. Μας προσέφερε σκηνές αντάξιες του αρχαίου ελληνικού θεάτρου». © ΤΟ ΒΗΜΑ 1999