Με αυξανόμενη ταχύτητα η Ευρωπαϊκή Ενωση οδηγείται προς την ουσιαστική της διάλυση, καθώς η παρατεινόμενη οικονομική κρίση έχει ξυπνήσει τώρα τα εθνικά και κομματικά αντανακλαστικά των επί μέρους κυβερνήσεων, οι οποίες αρνούνται πλέον απροκάλυπτα να ακολουθήσουν τις κοινοτικές συμφωνίες με τις οποίες είχαν προηγουμένως δεσμευθεί. Ετσι το πολιτικό κόστος και ο φόβος για μια επερχόμενη εκλογική συντριβή τινάζουν στον αέρα κάθε περαιτέρω προσπάθεια για την ολοκλήρωση της ευρωπαϊκής ενοποίησης, αν και σε τελευταία ανάλυση μόνο η επίτευξη του στόχου αυτού θα μπορούσε να συμβάλει στην αποτελεσματική αντιμετώπιση της κρίσης για το σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών.
Η Γαλλία, η οποία στο παρελθόν αποτέλεσε τον βασικό πυλώνα της ευρωπαϊκής ιδέας, εμφανίζεται σήμερα ως ο σημαιοφόρος της ανυπακοής στους κοινοτικούς κανόνες, τορπιλίζοντας έτσι τη συνεργασία με τη Γερμανία, πάνω στην οποία στηρίχθηκε ολόκληρο το οικοδόμημα της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Για να μη μιλήσουμε για τη Βρετανία, η οποία ούτως ή άλλως ήταν πάντα με το μισό πόδι στην Ευρώπη και το άλλο μισό στον Ατλαντικό και πέραν αυτού. Ετσι δεν προκαλεί έκπληξη το ότι ο Ντέιβιντ Κάμερον, μετά την εξαγγελία για δημοψήφισμα για την παραμονή ή όχι της χώρας του στην ΕΕ, απειλεί τώρα με ανυπακοή και αυτός στις αποφάσεις των ευρωπαϊκών δικαστηρίων με το επιχείρημα ότι προέχει το εθνικό συμφέρον της χώρας του.
Το περίεργο είναι ότι αντί να γίνεται μια προσπάθεια για την επέκταση της ενοποίησης στον οικονομικό τομέα, με την αμοιβαιοποίηση του χρέους, που θα έδινε μια οριστική λύση στη γενικότερη οικονομική κρίση, αντίθετα προκρίνεται η δημιουργία ενός μετώπου αντιπαράθεσης μεταξύ των χωρών της περιφέρειας και του σκληρού πυρήνα της Ενωσης, που μοναδικό αποτέλεσμα θα έχει τη διεύρυνση του ρήγματος Βορρά – Νότου. Αρνούνται έτσι οι Ευρωπαίοι να ακολουθήσουν το μοναδικό επιτυχημένο μοντέλο εύρυθμης λειτουργίας μιας νομισματικής ένωσης που εφαρμόζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες και τις οδήγησε σε μια θεαματική ανάκαμψη από τη χειρότερη οικονομική κρίση μετά το 1930.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ