Η παμπάλαια εικόνα ενός θεού που πεθαίνει και ανασταίνεται θέλει πρωτίστως να δηλώσει ότι η ζωή δεν τελειώνει με τον θάνατο. Η ιδέα αυτή δημιουργεί και προβάλλει την ελπίδα για μια αιώνια ατελεύτητη, αναλλοίωτη επαναφορά της ζωής, συμπεριλαμβανομένης της δικής μας. Οι νεκροί αναστήσονται. Τα φθαρμένα, διαλυμένα σώματά μας θα λάμψουν και θα περπατήσουν ξανά, αν όχι κάπου στη Γη, οπωσδήποτε μέσα σε ουράνιους κήπους. Αυτά έχουμε μάθει σχετικά με την έννοια και τη μεταφορά της αναστάσεως, και ο καθείς τα πιστεύει όπως μπορεί.
Ωστόσο αυτή η ελπιδοφόρα ιδέα της ολικής, αυτούσιας επαναφοράς στή ζωή ενός πεθαμένου οργανισμού, οποιασδήποτε φύσεως, ανθρώπινης, πολιτικής, οικονομικής κλπ, ούτε με τη φυσική τάξη συμβαδίζει ούτε και από την Ιστορία επιβεβαιώνεται. Ενα καμμένο δάσος, λόγου χάρη, μπορεί να αναγεννηθεί, να επανέλθει δηλαδή σε μια άλλη μορφή δάσους –δεν ανασταίνεται ίδιο και απαράλλακτο. Εθνη, πολιτικοί οργανισμοί, κόμματα φθείρονται, ιδέες «πεθαίνουν» για να επανέλθουν (αν και εφόσον) σε άλλη πάντοτε μορφή. Ποιο άλλο καλύτερο παράδειγμα έχουμε από την παλιγγενεσία, όπως λέγεται, του δουλωμένου Εθνους μας; Ούτε η αθηναϊκή δημοκρατία αναστήθηκε το Εικοσιένα, ούτε, προφανώς, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Ούτε καί αναστήθηκε ποτέ κάποιο πολιτικό κόμμα για να κυκλοφορήσει πάλι αναλλοίωτο, όπως ήταν στην αρχική μορφή του. Το χειρότερο: θα ήταν εφιάλτης να βλέπαμε να περπατεί στους δρόμους ένα «αναστημένο», ή, μάλλον, ένα βρικολακιασμένο ΠαΣοΚ!
Τι, λοιπόν, προσδοκούμε, ή τι πρέπει να προσδοκούμε να αναστηθεί μέσα στη σημερινή φθορά μας; Ποια «ανάσταση νεκρών» μπορούμε να περιμένουμε; Σύμφωνα με τα παραπάνω, τίποτε και καμία. Αλλωστε η ίδια η φύση και η Ιστορία φροντίζουν να μας διαψεύδουν. Αν κάτι πρέπει να περιμένουμε (για να μη πω: να επιδιώκουμε) είναι μια νέα πραγματικότητα, μια «αναγέννηση» πραγμάτων, αδιάφορα αν μας αρέσει ή όχι. Αδιάφορα αν την καταλαβαίνουμε ή όχι. Αλλά αυτό δεν θα έρθει τη βραδιά της Αναστάσεως. Η σημερινή πολιτική κατασταση στην Ελλάδα αντιπροσωπέυεται κυρίως από «πολιτικές» ιδέες (αριστερές ή δεξιές), που προβάλλουν ασύστολα έναν ανερμάτιστο πολιτικό μεσσιανισμό και μια φασιστικού τύπου σωτηριολογία. Πρόκειται για νεκραναστημένες «ιδέες», όχι για νέες επαναστατικές και αναγεννητικές προσδοκίες. Ή ελπίδες. Καμιά «αναστάσιμη» πνοή δεν φυσά από εκεί. Ούτε και θα ήταν δυνατόν. Τα πρόσωπα του δράματος δείχνουν την υπόθεση. Μη συγχέουμε λοιπόν τη βραδιά της Αναστάσεως με οποιαδήποτε άλλη «ανάσταση».
Και οι λοιποί; Τι το αναστάσιμο μπορούν να μας φέρουν; Φαντάζεσθε να «αναστηθεί» η πασοκική εκπαιδευτική ιδεολογία; Οι αθλιότητες του υπουργείου Παιδείας επί ΝΔ; Η ΟΛΜΕ; Η ΟΛΜΕ, εδώ που τα λέμε, είναι όντως, όπως όλα τα συνδικαλιστικά ταμπούρια, ένας νεκροζώντανος οργανισμός. Πράγμα που δεν μας αφορά. Να αναστηθεί η επαναστατική ΠΟΣΔΕΠ; Η ενάρετη και αιδήμων πασοκική ΔΕΗ; Να περιμένουμε τη «σοσιαλιστική» παρέα του κ. Γιώργου Παπανδρέου να πεταχτεί από τον τάφο της και να μας συμπαρασύρει σε μια τρελή αναστάσιμη ηδονή; Να αναστηθεί το «ηθικόν» και το «νόμιμον» τόσων και τόσων; Να αναστηθούν οι κομμένες πολιτικές κεφαλές που χρόνια και χρόνια μάς «καθοδηγούσαν;» Προς Θεού! Χίλιες φορές στην Κόλαση μόνοι μας παρά μαζί τους στον Παράδεισο.
Τη θρησκευτική, σωτηριολογική και μεταφορική σημασία της χριστιανικής Ανάστασης τη σεβόμαστε ως μέρος μιας δικής μας εθνικής, ιστορικής και μεταφυσικής παράδοσης. Ως μέρος ενός πολιτισμού παγανιστικού και συνάμα βαθύτατα ουμανιστικού –στις περιπτώσεις που όντως είναι έτσι. Δεν παύει όμως αυτή η «Ανάσταση» να συνιστά μια τελετουργία που επανέρχεται κάθε χρόνο όχι τόσο ως θρησκευτική, αποκαλυπτική εμπειρία αλλά (κυρίως) ως ευκαιρία μίζερων καταναλωτικών διαφημίσεων. Μακάριοι, λοιπόν, οι πιστεύοντες και σε τίποτε δεν έχουμε να τους κρίνουμε. Ομως όλα αυτά τα κηρύγματα, πολιτικά, εκκλησιαστικά, εκπαιδευτικά κ.λπ., που πάλι θα ακουσθούν, για μια δήθεν «ανάστασή» μας, διαιωνίζουν, συνειδητά ή ασυνείδητα, έναν βαθύτατο συντηρητισμό που ευλογεί την ολική επάνοδο πραγμάτων που έχουν πεθάνει. «Θαύματα» που διακηρύσσονται κάθε χρόνο μπορούν και παράγουν φαντασιώσεις και κάποιες προσδοκίες. Η φύση και η ανθρώπινη ιστορία επιλέγουν να θάβουν τον νεκρό και να ακολουθούν την επίπονη ζώσα, καθημερινή δημιουργία.

Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας και συγγραφέας.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ