Η Κριστίν Λαγκάρντ είναι έμπειρη πολιτικός. Πριν αναλάβει τα ηνία του ΔΝΤ ήταν υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας και πριν από αυτό υπουργός Γεωργίας και Εμπορίου, ενώ υπήρξε στενή συνεργάτιδα του πρώην γάλλου προέδρου Νικολά Σαρκοζί. Ως εκ τούτου γνωρίζει πολύ καλά από εκλογές και τον αντίκτυπο που έχουν σε προεκλογική περίοδο δηλώσεις σαν και αυτές που έκανε στη βρετανική εφημερίδα «Τhe Guardian». Αρα λοιπόν μόνο τυχαίες δεν μπορεί να χαρακτηριστούν.

Προσπαθώντας να εξηγήσουμε τη στάση της, δύο είναι τα ενδεχόμενα: είτε μπλοφάρει, είτε συνειδητά σπρώχνει τους ψηφοφόρους σε αντιμνημονιακές επιλογές για να διευκολυνθεί η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ.
Αν αποδεχθούμε τη λογική της μπλόφας, η επικεφαλής του ΔΝΤ προσπαθεί να «τρομοκρατήσει» τους ψηφοφόρους και να τους οδηγήσει σε μνημονιακές επιλογές, όπως υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Στην περίπτωση αυτή, όλοι σπρώχνουν στα άκρα καθώς βαδίζουμε στις εκλογές, αλλά στη συνέχεια θα πρυτανεύσει η λογική και θα υπάρξουν αμοιβαίες υποχωρήσεις. Όμως το πρόβλημα της Ευρώπης θα πρέπει να λυθεί με πληγωμένη πλέον την αξιοπιστία των ευρωπαίων πολιτικών.
Αν υποθέσουμε όμως ότι η Κριστίν Λαγκάρντ δεν μπλοφάρει και εννοεί αυτά που λέει. Τότε μιλώντας υποτιμητικά για τους Έλληνες «που δεν πληρώνουν τους φόρους τους», όπως είπε, ρίχνει νερό στον μύλο όσων στρέφονται κατά του μνημονίου και υποστηρίζουν θέσεις και απόψεις που οδηγούν τη χώρα εκτός ευρώ και Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στην περίπτωση αυτή, είναι εύλογο το ερώτημα γιατί να το κάνει αυτό. Σύμφωνα με ορισμένες αναλύσεις η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ εμφανίζεται ως η καλύτερη επιλογή, ανεξάρτητα από το πόσο θα κοστίσει. Και ένα εκλογικό αποτέλεσμα που θα καταγγέλλει το μνημόνιο, διευκολύνει το ενδεχόμενο αυτό.
Όσοι υποστηρίζουν ότι το κόστος δεν είναι μεγάλο λένε ότι μετά το «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων οι τράπεζες έχουν σχεδόν μηδενίσει την έκθεσή τους στην Ελλάδα και οι ζημιές που θα προκύψουν θα τις επωμισθεί αποκλειστικά ο επίσημος τομέας, δηλαδή τα κράτη και η ΕΚΤ.
Ετσι, ισχυρίζονται, δεν υπάρχει κίνδυνος μόλυνσης του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος και το ευρώ θα σωθεί με σχετικά μικρό κόστος, το οποίο οι ευρωπαίοι φορολογούμενοι θα δεχθούν να πληρώσουν, αφού θα έχουν απαλλαγεί από την «ανοικτή πληγή» της Ελλάδας.
Όσοι θεωρούν ότι το κόστος εξόδου από το ευρώ είναι μεγάλο, υποστηρίζουν ότι την επομένη της αποχώρησης της Ελλάδας, η Ευρώπη και η ΕΚΤ θα παρέμβει για να σώσει την Ισπανία και τις άλλες χώρες, εγκρίνοντας την έκδοση ευρωομολόγων, το τύπωμα χρήματος, την εγγύηση καταθέσεων και εγκαταλείποντας την πολιτική λιτότητας.
Δηλαδή, η Ευρώπη θα κάνει όλα αυτά που πρέπει να κάνει και τώρα για να βγει από την κρίση, όμως χωρίς την Ελλάδα, η οποία θα έχει θυσιαστεί, ως άλλος αποδιοπομπαίος τράγος, στο βωμό της αδυναμίας των ευρωπαίων πολιτικών να πάρουν εγκαίρως τις σωστές αποφάσεις.