Γρηγόρης Πέτρουλας είναι το όνοµα ενός από τα µέλη αυτής της Λέσχης των αθεράπευτα αισιόδοξων, του συναρπαστικότατου φερώνυµου µυθιστορήµατος του Γάλλου Ζαν-Μισέλ Γκενασιά (γενν. 1950), που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις σε καλή και ωραία µετάφραση της Φωτεινής Βλαχοπούλου. Κοµµουνιστής, που έφυγε από την Ελλάδα το 1949, µετά το τέλος του Εµφυλίου, κερδίζει το ψωµί του διδάσκοντας λατινικά και ελληνικά σε καθολικά σχολεία του Παρισιού και είναι µέλος της Λέσχης των Αθεράπευτα Αισιόδοξων, που στεγάζεται στο πίσω µέρος ενός µπιστρό.

Τα µέλη αυτής της Λέσχης είναι κυρίως πρόσφυγες από την Ανατολική Ευρώπη, που προσπαθούν να ξαναβρούν τη ζωή τους στη Γαλλία, ζώντας µε τις ιστορίες τους, πίνοντας και κυρίως παίζοντας σκάκι. Αν και προδοµένοι, πολιτικά, κοινωνικά, ερωτικά, διατηρούν την αισιοδοξία τους. Εξαιρετικά µέλη αυτής της Λέσχης, ο Ζαν-Πολ Σαρτρ και ο µυθιστοριογράφος Ζοζέφ Κεσέλ, που βοηθούν, µε τον έναν ή τον άλλο τρόπο, τους πρόσφυγες.

Αφηγητής της ιστορίας είναι ένας έφηβος, ο Μισέλ Μαρινί, που ουσιαστικά ζει δύο ζωές. Η µία, µε την οικογένειά του, γύρω από αυτήν, µε το σχολείο του, το Λύκειο Ανρί – Κατρ, η άλλη µε τους πρόσφυγες της Λέσχης. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα µυθιστόρηµα συναισθηµατικής ενηλικίωσης του ήρωα-αφηγητή, µια ενηλικίωση η οποία συντελείται κυρίως µέσα από την απώλεια ανθρώπων που αγάπησε και σχέσων που έφτιαξε αλλά και την απώλεια της εφηβικής αθωότητας.

Το µεγαλύτερο µέρος της αφήγησης σε αυτό το µυθιστόρηµα των 700 σελίδων τοποθετείται στο διάστηµα 1959-1964. Στο φόντο του υπάρχει όλη η εποχή. Ο πόλεµος στην Αλγερία, ο Ντε Γκωλ, το τείχος του Βερολίνου, το ροκ-εν-ρολ, τα τσιγάρα Ζιτάν, η Σιτροέν DS, ο Καµύ και η Σαγκάν, το µπορντό και το µποζολέ, ο κινηµατογράφος, η απόδραση του Νουρέγεφ στη ∆ύση, η λογοτεχνία, η ταυτότητα του µετανάστη, τα φλιπεράκια και τα ποδοσφαιράκια. Υπάρχει και το Παρίσι. ∆ρόµοι, πλατείες, µπιστρό, µια γοητευτική σκηνογραφία που ο συγγραφέας-αφηγητής την κάνει δική µας. Το µυθιστόρηµα ανοίγει µε µια κηδεία, αυτή του Σαρτρ: «Σήµερα, κηδεύεται ένας συγγραφέας».

Κλείνει µε µια άλλη κηδεία, ενός µέλους της Λέσχης: «Μετά την κηδεία του Σάσα, ο καιρός έφτιαξε και ήρθε το καλοκαίρι».


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ