Δύο πράγματα πέτυχε το πρωτοφανές και αδιανόητο «κόλπο γκρόσο» του πρωθυπουργού με το δημοψήφισμα: Πρώτον, οδήγησε την Ελλάδα πιο κοντά από ποτέ στο χείλος του γκρεμού, καθώς έθεσε σε κίνηση πολιτικούς μηχανισμούς άμεσης χρεοκοπίας της και ουσιαστικής απόσπασής της από την ευρωζώνη όπως κατέδειξε το προχθεσινό γαλλογερμανικό τελεσίγραφο. Και, δεύτερον, κατάφερε ένα βαρύτατο πλήγμα στη λειτουργία του κοινοβουλευτισμού στην Ελλάδα.

Δεν έχει νόημα να περιγράψει κανείς αυτό το κόλπο: αργά χθες το απόγευμα, το αντελήφθησαν οι πάντες.

Εχει όμως νόημα να θυμίσει κανείς ότι το πρωί της χθεσινής ημέρας, δεκάδες βουλευτές και ουκ ολίγοι υπουργοί του ο κ. Παπανδρέου δήλωναν δημόσια ότι δεν θα τον στηρίξουν στην ενδεχόμενη πορεία θανάτου που επιχείρησε να την οδηγήσει δια του δημοψηφίσματος.

Ετσι, κατά το μεγαλύτερο μέρος της χθεσινής ημέρας, ο κ. Παπανδρέου ασφαλώς και δεν είχε τη νομιμοποίηση και, ενδεχομένως, είναι θέμα ερμηνευτικού ορίου αν διέθετε και την κοινοβουλευτική νομιμότητα.

Στη συνέχεια, πήγε στο υπουργικό συμβούλιο. Είπε ό,τι είπε. Και μετά, στην κοινοβουλευτική του ομάδα. Εκεί επανέλαβε τα όσα είπε στο υπουργικό συμβούλιο.

Αλλά, όπως κατήγγειλε η υπουργός του Αννα Διαμαντοπούλου, είπε τα μισά. Η κυρία Διαμαντοπούλου τού είπε δημόσια ότι στο υπουργικό συμβούλιο δεσμεύθηκε αφενός να εγκαταλείψει το δημοψήφισμα και, αφετέρου, να προχωρήσει ταυτόχρονα σε συνεννόηση για μια νέα κυβέρνηση με τη στήριξη της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Ο κ. Παπανδρέου της απάντησε ότι δεν είναι η στιγμή για τέτοιες… «λεπτομέρειες» και κατ’ ουσίαν της αφαίρεσε το λόγο. Μίλησε ο κ. Βενιζέλος, κι όταν τελείωσε και πήρε το λόγο η κυρία Παπανδρέου, ξαφνικά, ως δια μαγείας, οι συνδέσεις με την αίθουσα… έπεσαν!

Ο ελληνικός λαός δεν έπρεπε να ακούσει από πρώτο χέρι το τι θα ακολουθούσε: οι εποχές που οι κάμερες έμπαιναν στις συνεδριάσεις παρουσία διαφόρων «ατραξιόν» που καλούσε ο πρωθυπουργός στα όργανα της κυβέρνησης, είχαν περάσει ανεπιστρεπτί. Τώρα, μετά τη δική του ομιλία, επιβαλλόταν η σιωπή και το σκότος…

Μπορεί όλα αυτά να μοιάζουν σε κάποιους για κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Είναι δικαίωμά τους. Όμως, δυστυχώς, σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για τέτοιες.

Στην ουσία, πρόκειται για εκτροπικού τύπου αυταρχικές διαδικασίες που εκφεύγουν σε πολλά επίπεδα των ορίων του πολιτεύματος.

Ετσι, δυστυχώς για την Ελλάδα, οι δραματικές ώρες που διανύουμε δεν θυμίζουν σε τίποτα καμιά περίοδο του μεταπολιτευτικού σταθερού δημοκρατικού της βίου.

Αντίθετα, φέρνουν στο μυαλό άλλες, τραγικές και απόλυτα ξεχασμένες σήμερα εικόνες: κυρίως τις τελευταίες ημέρες της δικτατορίας.

Η τότε «κυβέρνηση» Ανδρουτσόπουλου δεν είχε καμία νομιμότητα, ήταν απόλυτα παράνομη, ως προϊόν πραξικοπήματος.

Σήμερα ασφαλώς και δεν συμβαίνει αυτό. Όμως, όλη η Ελλάδα γνωρίζει από πρώτο χέρι, από τις δηλώσεις των ίδιων των μελών της, ότι η κυβέρνηση διαθέτει αυτή την ιδιότυπη δεδηλωμένη που τη χάνει και τη βρίσκει ανάλογα με την ώρα της ημέρας. Οι βουλευτές που έχουν εκφράσει ανοιχτά την απόφασή τους να μην τη στηρίξουν αριθμητικά υπερβαίνουν κατά πολύ το αρνητικό όριο της δεδηλωμένης. Την ίδια στιγμή υπουργοί λένε ανοιχτά στον πρωθυπουργό ότι παραποιεί την αλήθεια, παραπληροφορεί τους βουλευτές και έτσι υποκλέπτει τη συναίνεσή τους.

Μα υπάρχει κάτι ακόμα χειρότερο: οι τελευταίες ημέρες της κυβέρνησης Ανδρουτσόπουλου έφεραν στον ελληνισμό μια πελώρια εθνική καταστροφή. Μια καταστροφή την οποία, δυστυχώς, την προκάλεσε η ίδια η Ελλάδα δια της παράνομης κυβέρνησής της.

Σήμερα, με την αδιανόητη πρωτοβουλία Παπανδρέου για το δημοψήφισμα, η ίδια η Ελλάδα ήταν και πάλι εκείνη που έδωσε το έναυσμα και πυροδότησε τις προϋποθέσεις για μια άλλη εθνική καταστροφή: τον κίνδυνο για τον οριστικό εθελοντικό διαχωρισμό της μοίρας της από την Ευρώπη. Γιατί; Για να καταφέρει ο πρωθυπουργός να παίξει ένα ύστατο πολιτικό παιγνίδι επιβίωσης.

Για να παραμείνει ο κ. Παπανδρέου στην εξουσία, η Ελλάδα βρέθηκε να στοχοθετείται ως ο μέγας, ο κορυφαίος διεθνής κίνδυνος με εναντίον της επιθέσεις που ξεκινούσαν από την Αυστραλία για να καταλήξουν στο Λονδίνο.

Για να μην απαγκιστρωθεί από την εξουσία, ο κύριος Παπανδρέου, μετέτρεψε τη χώρα του σε ένα είδος παγκόσμιου «τρομοκράτη». Και στη διαδικασία αυτή, επιτάχυνε δραματικά την επιδείνωση της θέσης της, ενώ, ολοκληρώνοντας το «κόλπο γκρόσο», ισοπέδωσε τις δημοκρατικές λειτουργίες στη χώρα.

Για να μείνει στη θέση του αυτός ο «αντεξουσιαστής στην εξουσία», η χώρα βρέθηκε με το γεμάτο πιστόλι στον κρόταφο.

Σε αυτή την αδιανόητη πορεία, ίσως να αυταπατάται και να νομίζει ότι χρησιμοποίησε ακόμα και τους ξένους: χωρίς το τελεσίγραφό τους, όλη αυτή η παράσταση δεν θα υπήρχε. Πλανάται φυσικά, αν και μάλλον δεν τον ενδιαφέρει: εκείνοι τον χρησιμοποίησαν, εις βάρος της χώρας του.

Τώρα, νομίζει ότι τα κατάφερε. Ότι πέτυχε δήθεν να διαμορφώσει έναν εγκλωβισμό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που, με προφανές πολιτικό κόστος, «έβαλε πλάτη» για να μην γκρεμιστεί το σύμπαν σε αυτό τον τόπο μέσα σε λίγες ώρες, ως ευθύ αποτέλεσμα της πολιτικής του πρωθυπουργού.

Και αμέσως μετά, αφού πρώτα διαστρέβλωσε και παραποίησε κατάφωρα και τις σαφείς προϋποθέσεις που ετέθησαν από την πλευρά της αντιπολίτευσης, ξέχασε ξαφνικά και τα δημοψηφίσματα και τους κινδύνους. Σα να μην υπήρξαν ποτέ…

Όλα αυτά, δεν έχουν προηγούμενο στα χρόνια του σύγχρονου κοινοβουλευτικού βίου αυτού του τόπου, όπως άλλωστε είναι παντελώς αδιανόητα στα πλαίσια κάθε δυτικού τύπου δημοκρατίας.

Όμως, ο κ. Παπανδρέου, στοχοπροσηλωμένος αποκλειστικά στη διακράτηση της εξουσίας με κάθε τίμημα, ελάχιστα ενδιαφέρεται για όλα αυτά, που στην υπερβατικού τύπου εξωθεσμική δημοκρατία στην οποία πιστεύει, λίγη σημασία άλλωστε έχουν.

Είναι μια ιδιότυπη δημοκρατία χωρίς θεσμική ραχοκοκαλιά, με ελαστικές κατά πως τον εξυπηρετούν κάθε φορά τις θεμελιώδεις έννοιές της, από την εθνική κυριαρχία εκ της οποίας χωρίς καμιά δυσκολία είναι έτοιμος αμαχητί να παραιτηθεί, μέχρι το Σύνταγμα, που, κυριολεκτικά, το γράφει συστηματικά στα παλαιότερα των υποδημάτων του…

Κι αυτός ο άνθρωπος είναι υποτίθεται που θέλει να «σώσει» τη χώρα και το λαό, που, μόλις πριν από λίγες ώρες, κυριολεκτικά τους έπαιξε στα ζάρια και μάλιστα με προφανή δόλο, καταπατώντας ταυτόχρονα και τους δημοκρατικούς θεσμούς τους.

Αυτού του είδους τη «σωτηρία» ευαγγελίζεται και, δυστυχώς, ο τόπος κινδυνεύει να την πληρώσει πάρα πολύ ακριβά…