Καμία γλώσσα δεν αρκεί για αυτό το παράδοξο.
Ο,τι και να πει κανείς οι έλξεις δεν εκφράζουνε το σύνολο

Καρλ Γιουνγκ
Η αγάπη είναι η πιο ευγενική εκδήλωση της ανθρώπινης ψυχής. Είναι αυτή που δίνει σκοπό και περιεχόμενο στη ζωή του ανθρώπου, γι’ αυτό και του είναι αναγκαία. Μέσα από αυτή απελευθερώνει τα βαθύτερα συναισθήματά του της στοργής και της ανθρωπιάς και φτάνει στην ψυχική ολοκλήρωσή του. Η σημασία της ήταν αναγνωρισμένη από τα αρχαία χρόνια, ως ουσιώδες στοιχείο του προορισμού του ανθρώπου ως κοινωνικού όντος, και στη συλλογική συνείδηση η έννοια «έρως» λίγο διέφερε από την «αγάπη». Με την Καινή Διαθήκη η έννοια «αγάπη» επικράτησε ως εντολή με το χριστιανικό νόημά της, ενώ στα νεότερα χρόνια έγινε η βάση των φιλοσοφικών θεωριών με την έννοια της σχέσης – ανιδιοτελούς προσφοράς προς τον άλλον. Η αγάπη ως ηθική αξία περιέχει ένα σύνολο αξιών όπως η καλοσύνη, η αλληλεγγύη, η αλληλοκατανόηση.
Σύμφωνα με τον Jim Al-Khalili, θεωρητικό φυσικό και συγγραφέα, βιολογικά η αγάπη είναι μια έντονη νευρολογική κατάσταση, όπως η πείνα ή η δίψα, αλλά πιο μόνιμη. Ο ίδιος πάλι υποστηρίζει πως στην ερωτική αγάπη, το πάθος, ο εγκέφαλος απελευθερώνει έναν τεράστιο συνδυασμό ορμονών: φερομόνες, ντοπαμίνη, νορεπινεφρίνη, σεροτονίνη, ωκυτοκίνη και βαζοπρεσίνη (ADH). Ωστόσο, από τη σκοπιά της εξέλιξης, η αγάπη μπορεί να αντιμετωπισθεί ως μηχανισμός επιβίωσης. Ενας μηχανισμός που έχουμε αναπτύξει ώστε να χρειαζόμαστε τις μακροχρόνιες σχέσεις, που σημαίνουν αμοιβαία αλληλοϋπεράσπιση, φροντίδα των γονιών προς τα παιδιά και προώθηση του αισθήματος ασφάλειας και σιγουριάς.
Ομως τι είναι αγάπη πραγματικά; Ισως όλα τα παραπάνω; Υπάρχει ορισμός; Δύσκολο. Ισως είναι ένας σύνδεσμος. Μια χημική διάταξη τόσο ισχυρή που είναι δύσκολο να σπάσει και αντιστέκεται στους εξωτερικούς εχθρούς. Εχουμε την προσδοκία να τη ζήσουμε σε όλες τις εκδοχές της. Η αγάπη ουσιαστικά διευκολύνει τις ανθρώπινες σχέσεις. Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι είναι μέρος του ενστίκτου επιβίωσης. Οχι μόνο για τον παραπάνω λόγο αλλά και για τον προφανή: βοηθά στην αναπαραγωγή του είδους.
Η ψυχολογία παρουσιάζει την αγάπη ως ένα γνωσιολογικό φαινόμενο με κοινωνικά αίτια. Τα συστατικά είναι τρία: Οικειότητα, Συμπόνια και Πάθος. Ο Φρόιντ αναφερόταν στην αγάπη μέσα από τέσσερις τρόπους: (1) Ως τη μείξη της σεξουαλικότητας με στοργή και την τρυφερότητα, (2) ως μια λιβιδινική ενέργεια (libido) –που είναι και στοχευόμενη (άρα πρόσφορη για στόχους ανάπτυξης πολισμού), (3) ως «Ερωτα» (όχι με την τρέχουσα ετυμολογία της λέξης, αλλά ως μια μεγεθυσμένη εκδοχή της libido, και (4) ως την απόλυτη ζωική δύναμη που περιέχει τον «Ερωτα» συν ένα ένστικτο θανάτου η επιθετικότητας.
Ωστόσο, στην υπόθεση αγάπη παίζονται και παιχνίδια μη αθώα.
Και πάλι κατά Φρόιντ, υπάρχουν τέσσερις «εκδοχές» αγάπης. Η μία προϋποθέτει «ένα τραυματισμένο τρίτο πρόσωπο», υπό την έννοια ότι δύσκολα κανείς επιλέγει μια γυναίκα που είναι άσπιλη ή που δεν ανήκει κάπου, είτε σε έναν σύζυγο είτε σε έναν πατέρα ή σε κάποια σημαντική δύναμη. Η «δεδομένη» γυναίκα περνάει απαρατήρητη, αλλά όταν μπει σε μια σχέση με έναν άλλον άντρα, αμέσως γίνεται επιθυμητή. Εκεί έχεις την ευκαιρία να τη διεκδικήσεις και να τη «σώσεις».
Η δεύτερη έχει να κάνει με την ηθική ελευθεριότητα. Δύσκολα κανείς ψάχνει για την ηθική και τη σεβάσμια. Η πίστη της πρέπει να ενέχει και μία αμφιβολία. Οταν την κερδίσεις, είσαι και ο καλύτερος κυνηγός.
Η τρίτη, ονομάζεται Υπερεκτίμηση. Η ζωτική ψευδαίσθηση του «αυτή η γυναίκα είναι η μόνη που μπορεί να υπάρξει για μένα». Παθιασμένες σχέσεις τέτοιου τύπου που επαναλαμβάνονται αενάως. Στην περίπτωση αυτή ο άντρας «καταναλώνεται» κυριολεκτικά από τη γυναίκα, με εκείνη να απορροφά το σύνολο της νοητικής του ενέργειας, μέχρι την εξάλειψη όλων των άλλων ενδιαφερόντων. Ο άντρας που νομίζει ότι το ζεύγος αυτό είναι μοναδικό (αυτό μοιάζει να είναι το πιο επικίνδυνο είδος αγάπης).
Και η τελευταία εκδοχή: «Διασώζοντας τον αγαπημένο». Ο άντρας μπορεί να αυτοπειστεί ότι η γυναίκα που αγαπά τον έχει απόλυτη ανάγκη, ότι δίχως αυτόν θα χάσει όλη της την αξιοπρέπεια. Κι αυτό του δημιουργεί μια αίσθηση αναντικατάστατου. Η μοίρα του είναι στα χέρια της, οπότε τη σώζει, μην αφήνοντάς την να φύγει.
Η αγάπη φυσικά διαφέρει από τον έρωτα. Στον έρωτα, σε πείσμα όλων των περί του αντίθετου στοιχείων, ο ερωτευμένος ανακοινώνει ότι «Εγώ» και «Εσύ» είμαστε ένα και είναι έτοιμος να συμπεριφερθεί, και να πράξει, έως εάν αυτή η φράση είναι ένα πραγματικό γεγονός. Κι εκεί κάποιοι προσγειώνονται απότομα. Αλλοι πάλι, όχι. Αντίθετα στην αγάπη δεν υπάρχουν ταυτίσεις. Η αγάπη ενέχει και επιλογή. Δεν αγαπώ τον άλλον έτσι, επειδή τον είδα και έλιωσα, αλλά για κάποιους συγκεκριμένους λόγους.
Η αγάπη θέλει καλλιέργεια. Μαθαίνουμε να αγαπάμε ήδη από τις γονεϊκές σχέσεις και τις συναναστροφές. Τις υιοθετούμε και τις μεταβιβάζουμε στις επιλογές των συντρόφων μας. Ενσωματώνοντάς τες στον εαυτό μας και συνηθίζοντας να αναφερόμαστε σε αυτούς –τους συντρόφους –ως «το άλλο μου μισό». Ταυτόχρονα, πιστεύεις ότι, αγαπώντας τον άλλον, θα εισπράξεις κάποιαν αλήθεια για σένα.
«Το να αγαπάς σημαίνει να δίνεις αυτό που δεν έχεις» έλεγε ο Λακάν. Που σημαίνει να αποδέχεσαι την αδυναμία σου και να τη δίνεις στον άλλον, να δίνεις στον άλλον όχι αυτό που σου ανήκει, αλλά εκείνο που δεν σου ανήκει, εκείνο που είναι πέρα από σένα. Η αγάπη διαφοροποιείται ουσιαστικά από τον έρωτα που χαρακτηρίζεται από την ερωτική έλξη, το σεξουαλικό ένστικτο, την εναλλαγή έντονης ευτυχίας αλλά και έντονης θλίψης και την ανεξέλεγκτη κτητική διάθεση. Ωστόσο μας επιτρέπει να γνωρίσουμε καλύτερα τον εαυτό μας. Αντίθετα η αγάπη δεν είναι επιταγή προς εξόφληση.
Η αγάπη είναι πιο δύσκολη στον άντρα και τον τοποθετεί σε μια θέση αδυναμίας, εξάρτησης. How bold one gets when one is sure of being loved. Πόσο ισχυρός γίνεται κάποιος όταν είναι σίγουρος ότι αγαπιέται (Από γράμμα του Φρόιντ).
Εξ ου και μπορεί να επιθυμεί και μια γυναίκα που δεν αγαπά. Κι αυτό να συμβαίνει ώστε να επιστρέφει στην ισχυρή του θέση την οποία εγκατέλειψε όταν αγάπησε. Εξάλλου η ίσοις όροις αγάπη είναι σπάνια. Είτε το άτομο αγαπά εκείνον που τον προστατεύει είτε τη ναρκισσιστική εκδοχή του εαυτού του. Υπάρχει βέβαια και η αγάπη της «κοινής εμπειρίας», που ενέχει τον μακροχρόνιο θαυμασμό και την αποδοχή του άλλου. Σπάνιο επίσης. Προϋποθέτει εκτός από την καλλιέργεια και τον σεβασμό προς τον άνθρωπο, την καταπολέμηση της ιδιοτέλειας και του εγωισμού, τη διάθεση προσφοράς και ψυχική ανωτερότητα.
Ο Μπαλζάκ έλεγε: «Κάθε πάθος που δεν είναι αιώνιο, είναι τερατώδες». Μπορεί όμως ο δεσμός να κρατήσει μια ζωή διατηρώντας ένα άσβεστο πάθος; Ισως ναι, όπως η ζωή τα φέρνει καμιά φορά.
Ο κ. Αλέξης Σταμάτης είναι συγγραφέας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ