Ανάμεσα στον Αλιάκμονα και στα Πιέρια Ορη απλώνεται το Βελβεντό ή ο Βελβεντός, μια κωμόπολη 30 χιλιόμετρα από την Κοζάνη, η οποία έχει ταυτιστεί με το ροδάκινο, τους οργανωμένους συνεταιρισμούς και την πρωτοπορία στη διάθεση του προϊόντος σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.

Την τελευταία 15ετία, και πολύ περισσότερο την περίοδο της κρίσης, ο ΑΣΕΠΟΠ (κυρίως) αλλά και ο συνεταιρισμός «Δήμητρα» –κάποτε οι συνεταιρισμοί αυτοί ήταν ένας –πέτυχαν να κατακτήσουν τις αγορές της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης αλλά και της Μέσης Ανατολής, εξασφαλίζοντας για τους παραγωγούς-μέλη τους ένα ικανοποιητικό εισόδημα.

«Κάθε χρόνο μέσω του ΑΣΕΠΟΠ «πέφτουν» στο χωριό περί τα 6 εκατ. ευρώ, ένα σημαντικό ποσό που κρατάει το Βελβεντό ζωντανό» λέει ο κ. Ευθύμιος Μπαλάνης, εκ των στελεχών του συνεταιρισμού.

Το μυστικό της επιτυχίας «στον κάμπο με τα περιποιημένα δέντρα» δεν είναι μόνο το χώμα και οι κλιματικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή. Είναι οι άνθρωποι οι οποίοι ανέλαβαν τη διοίκηση του συνεταιρισμού όχι απλώς ως συνεχιστές του Αγροτικού Συλλόγου που ιδρύθηκε το 1917, αλλά ως αναμορφωτές ενός πολυδιασπασμένου χώρου που στερούνταν υποδομών και οργάνωσης. O 45χρονος πρόεδρος του ΑΣΕΠΟΠ κ. Νίκος Κουτλιάμπας, γεωπόνος και παραγωγός ο ίδιος, μαζί με μια ομάδα φιλόδοξων ατόμων έχουν επιτύχει να δώσουν υπεραξία στον συνεταιρισμό.
Το σχέδιο «ανάταξης» απλό στη σύλληψη αλλά και στην εφαρμογή του: δημιουργία ανταγωνιστικού προϊόντος, άνοιγμα στην αγορά του εξωτερικού και αναγνώριση στο εσωτερικό.

Το «κομφούζιο»

Χαρακτηριστική πρωτοβουλία, η οποία αποδεικνύει τον αέρα του φρέσκου, είναι η υιοθέτηση του συστήματος «κομφούζιο» που προκαλεί σεξουαλική σύγχυση στα έντομα, με αποτέλεσμα να περιορίζεται η ανάπτυξή τους –και κατά συνέπεια ελαχιστοποιείται η χρήση φυτοπροστατευτικών σκευασμάτων για πιο ασφαλή προϊόντα.

Σήμερα τα μέλη του ΑΣΕΠΟΠ έχουν φθάσει περίπου τα 400, με μέσο όρο ιδιόκτητης έκτασης 30-40 στρέμματα.
Για να ξεπεραστούν τα προβλήματα που είχαν να κάνουν με την παραγωγή και τη διάθεση ιδρύθηκε το γεωτεχνικό τμήμα, το οποίο ανέλαβε να κατευθύνει τους παραγωγούς ως προς τις φροντίδες αλλά και τον τρόπο συλλογής και συσκευασίας. Πλέον τα ροδάκινα συσκευάζονται ώριμα στο κτήμα και με το χέρι, χωρίς ενδιάμεσες διαδικασίες οι οποίες «ταλαιπωρούν» το προϊόν.

Σε συνεργασία με το τμήμα μάρκετινγκ και ανάλογα με τις ανάγκες της αγοράς, οι γεωπόνοι του συνεταιρισμού αναλαμβάνουν τη σχετική έρευνα για ποικιλίες, οι οποίες προσαρμόζονται στο κλίμα και στο έδαφος της περιοχής και στη συνέχεια γίνεται αναδιάρθρωση καλλιεργειών κάθε χρόνο. Και δεν είναι λίγες οι ποικιλίες που παράγονται εδώ.

Οι ποικιλίες

Σύμφωνα με τον κ. Μπαλάνη, είναι περίπου 70, οι οποίες πρώτα δοκιμάζονται στην Ισπανία και στη συνέχεια φθάνουν ως το Βελβεντό. Αυτές είναι που καθορίζουν και την εμπορική πολιτική και τις τιμές. Δυστυχώς, η όποια εμπορική πολιτική εξαρτάται από την Ισπανία και την Ιταλία, χώρες οι οποίες παράγουν και τις μεγαλύτερες ποσότητες στον κόσμο.

Παρά το γεγονός οτι ο ΑΣΕΠΟΠ παράγει περί τους 250.000 τόνους ροδάκινου (ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες), έχει πετύχει να εξασφαλίσει για τα μέλη του συνεταιρισμού αυξημένες τιμές σε σχέση με άλλες περιοχές χάρη στην ποιότητα, την οποία εξασφαλίζουν η σωστή χρήση φυτοφαρμάκων, οι ποικιλίες, οι συνεχείς φροντίδες.
Ο ΑΣΕΠΟΠ πρώτος σε όλη την Ευρώπη δημιούργησε το δικό του brand name, τo Velvita, το οποίο αναγνωρίζεται από τους καταναλωτές αφού κάθε ροδάκινο φέρει το ειδικό αυτοκόλλητο. «Ηταν κάτι που έπρεπε να γίνει, γιατί πολλές φορές μαζί με τα ροδάκινα Βελβεντού πωλούνταν και από άλλες περιοχές που δεν είχαν την ποιότητα των δικών μας. Με το ειδικό σήμα πλέον τα πρόβλημα αντιμετωπίστηκε και παράλληλα το ροδάκινο απέκτησε ταυτότητα» υποστηρίζει ο κ. Μπαλάνης.

Ο ετήσιος τζίρος κάθε μέλους του συνεταιρισμού φθάνει ως και τα 45.000 ευρώ. Η υψηλή φορολογία όμως, τα μεροκάματα, το κόστος των φροντίδων δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια κέρδους. Το ετήσιο καθαρό εισόδημα για κάθε οικογένεια δεν ξεπερνάει τα 15.000 ευρώ.

Επενδύσεις

Ο ΑΣΕΠΟΠ αλλά και ο συνεταιρισμός «Δήμητρα» έχουν επενδύσει σημαντικά κεφάλαια σε εγκαταστάσεις, τις οποίες βελτιώνουν κάθε χρόνο, και βεβαίως επεκτείνεται και σε άλλα φρούτα, όπως είναι για παράδειγμα τα μήλα, τα αχλάδια, τα νεκταρίνια, τα δαμάσκηνα.

«Εχουμε πια όλη την τεχνογνωσία ώστε να παραγάγουμε ανταγωνιστικό προϊόν το οποίο διατίθεται κατά 50% στην εγχώρια αγορά και το υπόλοιπο το εξάγουμε σε αγορές όπως η Πολωνία, η Ουγγαρία, η Τσεχία, η Κροατία, η Σλοβενία και η Ουκρανία, ενώ κάποιες ποσότητες διοχετεύονται και προς Μέση Ανατολή και πιο συγκεκριμένα σε Σαουδική Αραβία, Κουβέιτ και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα» τονίζει ο κ. Νίκος Σακούλας, διευθυντής του ΑΣΟΠ (Αγροτικός Συνεταιρισμός Οργάνωση Παραγωγών) Βελβεντού «Η Δήμητρα» με τουλάχιστον 140 παραγωγούς ως μέλη.

Είναι όμως όλα ρόδινα;

Κατά τον κ. Σακούλα, τα τελευταία χρόνια η κατανάλωση ροδάκινων στην Ελλάδα και σε πολλές χώρες της ΕΕ έχει μειωθεί, ενώ έχει αυξηθεί ο ανταγωνισμός, οπότε απομένουν η ποιότητα και η σωστή οργάνωση ώστε το μέλλον να είναι καλό για όλους.

Ελλάδα – Πέμπτη παραγωγός χώρα στον κόσμο

Στην Ελλάδα καλλιεργούνται συνολικά 150-165.000 στρέμματα εκπύρηνα (επιτραπέζια) ροδάκινα, με το ύψος παραγωγής να φθάνει τους 220.000 έως 240.000 τόνους. Για την παραγωγή συμπύρηνων (προορίζονται για κομπόστα) καλλιεργούνται περίπου 185- 195.000 στρέμματα και παράγονται 300.000-350.000 τόνοι.

Οι καλλιεργούμενες εκτάσεις στην Ευρώπη έχουν μειωθεί τα τελευταία χρόνια έως και 30%. Η Ελλάδα είναι πέμπτη στον κόσμο στην παραγωγή ροδάκινων μετά την Ιταλία, την Κίνα, την Ισπανία και τις ΗΠΑ.

Σημαντικό ρόλο στην ποιότητα του ροδάκινου που παράγεται στο Βελβεντό, σύμφωνα με τους γεωπόνους του συνεταιρισμού, είναι το κλίμα. Η ροδακινιά χρειάζεται τουλάχιστον 700 ώρες χαμηλών θερμοκρασιών, κάτω των επτά βαθμών Κελσίου.

Για να γίνει κάποιος καλλιεργητής χρειάζεται το λιγότερο 20 στρέμματα. Κάθε στρέμμα «χωράει) 65-110 δενδρύλλια. Για να αποδώσουν τα δέντρα πρέπει να περάσουν τουλάχιστον τέσσερα χρόνια, ενώ η διάρκεια ζωής του δέντρου φτάνει τα 30 χρόνια.

Το συνολικό κόστος φροντίδας για κάθε στρέμμα (διαμόρφωση δέντρου, λίπανση, κλάδεμα κ.λπ.) κυμαίνεται από 180-240 ευρώ το στρέμμα.

Η απόδοση ανά στρέμμα ανάλογα με τις ποικιλίες κυμαίνεται από 2.500 έως 3.500 τόνους. Η τιμή ανά κιλό, ανάλογα με τις διεθνείς συνθήκες και το ύψος της παραγωγής, κυμαίνεται από 0,22 ως 0,40 λεπτά. Η ροδακινιά για πρώτη φορά καλλιεργήθηκε στον κάμπο της Νάουσας το 1960. Περίπου 100.000 οικογένειες στην Ελλάδα ασχολούνται με την παραγωγή ροδάκινων.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ