Εχει η άμεση δημοκρατία τις αρετές της, κρύβει όμως και παγίδες για τις κυβερνήσεις, όπως επανειλημμένως έχει αποδειχθεί τα τελευταία χρόνια –εμβληματικές οι περιπτώσεις του Brexit και του ελληνικού δημοψηφίσματος του Ιουνίου 2015. Κρύβει παγίδες ακόμη και στη «χώρα των δημοψηφισμάτων», την ομοσπονδιακή και αποκεντρωμένη Ελβετία. Η οποία αναζητεί φόρμουλα για να παρακάμψει τη βούληση του «σοφού ελβετικού λαού» και να θεσμοθετήσει νέα κίνητρα για την προσέλκυση των πολυεθνικών εταιρειών μετά την απόρριψη των χαμηλών συντελεστών φορολόγησής τους στο δημοψήφισμα της περασμένης Κυριακής.
Οι φορολογικές πρακτικές των πολυεθνικών επιχειρήσεων συγκεντρώνουν τα βέλη της κριτικής πολλών. Ακόμα και του ΟΟΣΑ, ο οποίος σε περυσινή έρευνά του κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι λογιστικές εγγραφές κερδών σε χώρες με χαμηλή φορολόγηση και άλλα τεχνάσματα που χρησιμοποιούν οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι με διεθνή παρουσία στοιχίζουν στις εθνικές κυβερνήσεις από 100 έως 240 δισ. ευρώ ετησίως. Με άλλα λόγια, στοιχίζουν στην καλύτερη περίπτωση το 4% και στη χειρότερη το 10% του συνόλου των φορολογικών εσόδων παγκοσμίως.
Ανταγωνισμός
Με δεδομένη την επιμέλεια των επιτελείων των επιχειρηματικών κολοσσών να γλιτώσουν φόρους, οι εθνικές κυβερνήσεις έχουν αποδυθεί σε έναν αγώνα μείωσης των συντελεστών ή θέσπισης άλλων μέτρων ανταγωνιζόμενες η μία την άλλη, ακόμα και όταν μοιράζονται το ίδιο νόμισμα –όπως φαίνεται και στο παραπάνω γράφημα, οι επιχειρήσεις στη Γερμανία και στη Γαλλία φορολογούνται με συντελεστές υψηλότερους από 30%, ενώ στην Ιρλανδία και στην Κύπρο με μόλις 12,5%. Στην Ελβετία κάθε καντόνι εφαρμόζει τους δικούς του φορολογικούς συντελεστές. Ο φορολογικός ανταγωνισμός δηλαδή θάλλει ενίοτε και εντός των συνόρων μιας επικράτειας.

Φορολογική Βαβέλ
Το 2016 το ελβετικό ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο ψήφισε τη μείωση των συντελεστών φορολόγησης, ένα μέτρο από το οποίο θα επωφελούνταν περί τις 24.000 επιχειρήσεις, κυρίως ξένες. Στόχος της κυβέρνησης της Βέρνης ήταν να ενθαρρυνθούν οι ξένες επιχειρήσεις για να παραμείνουν στη χώρα. Αλλά οι φορολογικές απώλειες που θα είχαν τα καντόνια εξαιτίας της μείωσης της φορολόγησης των επιχειρήσεων θα καλύπτονταν από τους ελβετούς φορολογουμένους. Μια συμμαχία διαφωνούντων με τη νομοθετική ρύθμιση, που συγκέντρωσε την Αριστερά, τους Πράσινους, τα εργατικά συνδικάτα και τις εκκλησιαστικές αρχές της Ελβετίας εύκολα συγκέντρωσε τις 50.000 υπογραφές ελβετών πολιτών που απαιτούνταν για τη διενέργεια δημοψηφίσματος.
Την περασμένη Κυριακή μια ευρεία και αδιαμφισβήτητη πλειοψηφία της τάξεως του 59% (έναντι 41%) απέρριψε το ευεργετικό για τις πολυεθνικές νομοθέτημα. Δίχως όμως να είναι σίγουρο ότι θα πετύχει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Και αυτό επειδή ήδη οι τοπικές αρχές επεξεργάζονται ανάλογα φορολογικά μέτρα σαγήνευσης των πολυεθνικών. Τα καντόνια της Γενεύης, του Βοντ και της Βασιλείας ήδη μελετούν τη λήψη μέτρων επειγόντως για να διατηρήσουν τις πολυεθνικές. Και τα επιχειρήματά τους δεν στερούνται κοινωνικών προεκτάσεων. Διότι οι επίφοβες για μετεγκατάσταση πολυεθνικές απασχολούν περί τους 150.000 εργαζομένους στην Ελβετία.

«Πρέπει να δράσουμε πραγματικά γρήγορα για να αποτρέψουμε μια μεγαλύτερη ζημιά στο φιλικό προς το επιχειρείν προφίλ της Ελβετίας. Πρέπει να αναλογιστούμε όλοι ότι οι ξένες επιχειρήσεις δεν έρχονται στη Γενεύη, στη Ζυρίχη και στο Λουγκάνο για να απολαύσουν την ποιότητα ζωής που απολαμβάνουμε εδώ. Ερχονται για τα φορολογικά πλεονεκτήματα που τους προσφέρουμε»
δήλωσε στο Bloomberg ο Τιερί Μπουατέλ, δικηγόρος στο γραφείο Bonnard Lawson στη Γενεύη.

Η Γενεύη, για παράδειγμα, παρά την απόρριψη του νομοθετήματος της ομοσπονδιακής Βουλής, σκέπτεται να μειώσει το δικό της συντελεστή φορολόγησης επιχειρήσεων στο 13,49% από το 24,2% που είναι σήμερα. Είναι εύκολο να το αποφασίσει η τοπική κυβέρνηση. Αλλά μετά θα πρέπει να περιμένει από τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό να καλύψει το φορολογικό κενό των 440 εκατ. φράγκων (413 εκατ. ευρώ) που θα δημιουργείται ετησίως. Πόσο θα επηρεάσει τους φορολογουμένους άλλων καντονιών η απειλή απώλειας θέσεων εργασίας στο καντόνι της Γενεύης σε περίπτωση που δεν μειώσει την εταιρική φορολόγηση;

Οι πολυεθνικές συνεισφέρουν το ήμισυ των εσόδων από την εταιρική φορολόγηση

Ηταν η διαφιλονικούμενη πολιτική ουδετερότητά της που εκμεταλλεύτηκε ένα πλήθος ολοκληρωτικών καθεστώτων και τριτοκοσμικών δικτατόρων. Ηταν το τραπεζικό της σύστημα και δη το διαβόητο «απόρρητο», που λειτουργούσε σαν μαγνήτης επί δεκαετίες ολόκληρες για τον σκοτεινό και αδιαφανή πλούτο του πλανήτη –ούτε μια 20ετία δεν έχει περάσει από τη σκανδαλώδη άρνηση συνεργασίας των ελβετικών τραπεζών με εβραϊκές οργανώσεις για το άνοιγμα ανενεργών λογαριασμών και θυρίδων με κλοπιμαία των ναζί. Η Ελβετία βρέθηκε, ωστόσο, στο στόχαστρο της διεθνούς κοινότητας μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001.

Μετά τη σημαδιακή για την παγκόσμια ασφάλεια αυτή ημερομηνία οι πιέσεις προς την Ελβετία έγιναν ασφυκτικές –με πρωτοβουλία των ΗΠΑ βεβαίως –διότι ήταν έντονες οι υποψίες ότι η χρηματοδότηση της φονταμενταλιστικής τρομοκρατίας έγινε (και) μέσω των ελβετικών τραπεζών. Η χώρα συνεργάζεται πλέον και με τον ΟΟΣΑ και με την ΕΕ και δεν κινδυνεύει να μπει στη «μαύρη λίστα» των κρατών-πλυντηρίων. Το 2018 τίθεται σε εφαρμογή συμφωνία-σταθμός που υπέγραψε με τις Βρυξέλλες που θα ρίξει φως στη διακίνηση κεφαλαίων ύποπτης προέλευσης, σε πάμπολλες περιπτώσεις μη φορολογημένων, και θα εξασφαλίσει την πλήρη διαφάνεια στο ελβετικό τραπεζικό σύστημα.
Οξυνση
Το κλίμα συνεργασίας, όμως, σε θέματα καταπολέμησης του οικονομικού εγκλήματος, σε διεθνές επίπεδο έχει αλλάξει τους τελευταίους μήνες. Το Brexit και η στροφή των ΗΠΑ προς τον προστατευτισμό –ο Ντόναλντ Τραμπ εξελέγη υποσχόμενος μείωση των φορολογικών συντελεστών –απειλούν να κλονίσουν την πορεία συνεργασίας της Ελβετίας με τη διεθνή κοινότητα. Ο διεθνής φορολογικός ανταγωνισμός βρίσκεται σε φάση όξυνσης. «Ακόμα και με την καλύτερη φορολογική μεταρρύθμιση οι αμερικανικές εταιρείες δεν θα έχουν λόγο να μείνουν ή να έλθουν στην Ελβετία. Ηδη περιμένουμε μείωση των εταιρικών φορολογικών συντελεστών στη Βρετανία» τονίζει στο Bloomberg ο Ντενί Μπερντόζ του δικηγορικού γραφείου Baker & McKenzie στη Γενεύη.

«Τα φορολογικά δώρα εκ μέρους της Ελβετίας δεν πρόκειται να πάψουν στη συγκεκριμένη συγκυρία. Το διακύβευμα είναι σημαντικό. Οι ξένες επιχειρήσεις που επωφελούνται από το σημερινό ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς απασχολούν σε ολόκληρη τη χώρα 150.000 εργαζομένους, σύμφωνα με τα στοιχεία της ελβετικής κυβέρνησης. Και επιπλέον, οι πολυεθνικές αυτές συνεισφέρουν κατά το ήμισυ στο σύνολο των εσόδων από την εταιρική φορολόγηση στη χώρα»
γράφει στη «Figaro» η Μανόν Μαλέρ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ