Δυο δημοσιογράφοι της έγκυρης εφημερίδας της Φρανκφούρτης «Frankfurter Allgemeine Zeitung» συνάντησαν στην Αθήνα έλληνες επιχειρηματίες, συνομίλησαν μαζί τους για όλα όσα απασχολούν και προβληματίζουν έναν έλληνα πολίτη -και δη επιχειρηματία- και επιχειρούν να διερευνήσουν εάν τελικώς η κρίση μπορεί να λειτουργήσει ως έναυσμα και ευκαιρία για να αλλάξουν τα κακώς κείμενα στη χώρα και να αναδυθεί στην πορεία μία άλλη, διαφορετική Ελλάδα.

Οι δημοσιογράφοι συναντούν τους ακόλουθους έλληνες επιχειρηματίες, οι οποίοι, καθένας από τον τομέα του και τις προσωπικές εμπειρίες του, μιλά για την τωρινή κατάσταση της χώρας, τους προβληματισμούς, αλλά και τις ελπίδες και τις προσδοκίες για το μέλλον:

• Αχιλλέας Κωνσταντακόπουλος, από το 1995 ηγείται της Τ.Ε.ΜΕΣ Α.Ε (φορέας ανάπτυξης και λειτουργίας της ξενοδοχειακής επιχείρησης Costa Navarino στην Πελοπόννησο.
• Μάρκος Βερέμης, διευθύνων σύμβουλος και συνιδρυτής της Upstream, μιας από τις μεγαλύτερες εταιρείες στον κλάδο του mobile marketing παγκοσμίως, η οποία έχει παρουσία σε περισσότερες από 40 χώρες.
• Γιάννης Ρέτσος, διευθύνων σύμβουλος των Electra Hotels & Resorts, Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων και Αντιπρόεδρος της ένωσης ελληνικών τουριστικών επιχειρήσεων.
• Άρης Κεφαλογιάννης, διευθύνων σύμβουλος της ΓΑΙΑ.
• Γιάννης Ολύμπιος, διευθύνων σύμβουλος και συνιδιοκτήτης της εταιρείας V + O Communication, μίας από τις μεγαλύτερες του είδους και με δραστηριοποίηση σε πολλές χώρες του εξωτερικού.
• Άγγελος Μ. Στεργίου, γιατρός, κλινικός ερευνητής και πρόεδρος της Sellas Life Science Group που ειδικεύεται στην κλινική έρευνα και ανάπτυξη.
• Στέλλιος Μπουτάρης, διευθύνων σύμβουλος και μέτοχος στην επιχείρηση οίνου «Κυρ-Γιάννης», η οποία συγκαταλέγεται στις δέκα μεγαλύτερες του είδους στην Ελλάδα και εξάγει κρασί παγκοσμίως. Επίσης ηγείται της εταιρείας οίνου και αλκοολούχων ποτών Β.Σ. Καρούλιας, με κύκλο εργασιών δώδεκα εκατομμυρίων, η οποία είναι μια από τις κορυφαίες εταιρείες του είδους στην Ελλάδα.

Οι επιχειρηματίες αυτοί, σε αγαστή συμφωνία, επισημαίνουν ότι πράγματι κάτι αλλάζει στην Ελλάδα, ωστόσο η αλλαγή γίνεται με τρόπο επώδυνο και θα απαιτηθεί περισσότερος χρόνος. Όλοι επισημαίνουν την αλλαγή νοοτροπίας που παρατηρείται κατά τα τελευταία χρόνια της κρίσης, αλλά και το βάρος και την έμφαση που πλέον μετατοπίζεται αργά αλλά σταθερά από τον υπερδιογκωμένο και εν πολλοίς αντιπαραγωγικό δημόσιο τομέα στις μικρές, αναπτυσσόμενες, καινοτόμες και προσανατολισμένες στις εξαγωγές επιχειρήσεις.
Κοινή πεποίθηση είναι ότι η χώρα έχει φτάσει στο κατώτατο επίπεδο παρακμής και πως από εδώ και στο εξής μόνο καλύτερα μπορεί να πάνε τα πράγματα. Αναγνωρίζεται η προσπάθεια μείωσης των γραφειοκρατικών εμποδίων και η ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς την ιδιωτική οικονομία, από την οποία και μπορεί να προέλθει η πραγματική ανάπτυξη και η αύξηση των θέσεων εργασίας.

Αναγνωρίζεται επίσης ότι οι νέες γενιές Ελλήνων έχουν πολύ καλές σπουδές, αφού οι γονείς τους έκαναν «υπερεπένδυση» αναφορικά με την εκπαίδευση των απογόνων τους και εξακολουθούν οι νεότερες γενιές να μην είναι ιδιαίτερα πρόθυμες να επιστρέψουν στην καλλιέργεια της γης και την απασχόληση στον τομέα της αγροτικής παραγωγής, παρόλο που μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικότατο κεφάλαιο για την ανάκαμψη της χώρας. Επισημαίνεται μάλιστα ότι η «κουλτούρα των επιδοτήσεων» ήταν αυτή που κατέστρεψε εντελώς τον αγροτικό τομέα της χώρας.

Επαινείται η καινοτόμος σκέψη αλλά και η μεγάλη ικανότητα προσαρμογής που έχουν οι Έλληνες και ο Άγγελος Στεργίου, ο οποίος -ας σημειωθεί ότι γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Γερμανία-, προτρέπει τους Γερμανούς να αντιληφθούν ότι οι Έλληνες δεν είναι «κακοί Γερμανοί», πως αυτό είναι μία λανθασμένη ετικέτα, και επισημαίνει ότι οι Έλληνες ανήκουν σε μία εντελώς διαφορετική κουλτούρα.

Τονίζεται επίσης ότι το κράτος δεν μπορεί και δεν πρέπει να μετατραπεί σε μία ιδιωτική επιχείρηση, αλλά αντιθέτως πρέπει να υποστηρίζει την ιδιωτική οικονομία, να υπάρχει ένα δίκτυ ασφαλείας για τους αδύναμους και η οικονομική κρίση να μην αφεθεί να μετατραπεί σε κοινωνική κρίση, διότι αυτό θα μπορούσε να φέρει τη χώρα τριάντα χρόνια πίσω.

Αναφορά γίνεται και στις ευθύνες της Ευρώπης για τη σημερινή κατάσταση της Ελλάδας, ενώ διαπιστώνεται ότι ένα σοβαρό πρόβλημα είναι πως νέοι άνθρωποι δεν επιθυμούν να ασχοληθούν σοβαρά με την πολιτική.
Ο Στεργίου επισημαίνει -μεταξύ άλλων- ότι οι Έλληνες είναι ένα περήφανος λαός που δεν του αρέσει να εξαρτάται από ενέργειες διάσωσης και πολιτικές αποφάσεις, την ίδια στιγμή που η οικονομία καταβαραθρώνεται. «Στηρίξτε μας με αξιοπρέπεια», είναι η προτροπή του.

Σε άλλο σημείο γίνεται αναφορά στο σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν στην Ελλάδα ο θεσμός της οικογένειας και η εκκλησία και τονίζεται ότι η κρίση παρέχει την ευκαιρία να γίνει τώρα ένα «ξεκαθάρισμα» και να λάμψουν τα πραγματικά «διαμάντια».

Αξίζει να σημειωθεί ότι στο τέλος ο ένας δημοσιογράφος τους υπενθυμίζει την πρόθεση του Γιώργου Παπανδρέου να πραγματοποιήσει δημοψήφισμα και ζητά την άποψή τους. Η γενική άποψη που εκφράστηκε είναι πως επρόκειτο για μία σωστή σκέψη που ήρθε όμως σε εντελώς ακατάλληλη στιγμή και ο Ρέτσος δηλώνει χαρακτηριστικά: «Τραβάει κανείς το πιστόλι μόνο εάν είναι διατεθειμένος να πυροβολήσει. Ο Παπανδρέου όμως τράβηξε το πιστόλι, αλλά δεν πίστευε ότι θα έπρεπε να το χρησιμοποιήσει. Και γνωρίζουμε ότι από την αρχή επρόκειτο μόνο για μπλόφα και ,κατά την άποψή μου, για μία καταστροφική μπλόφα».