Αμεσα συνδεδεμένη με την πορεία εφαρμογής του νέου χρηματοδοτικού πακέτου της χώρας ύψους 130 δισ. ευρώ είναι η ασφάλεια των καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες.
Οι απομειώσεις-ρεκόρ που εμφάνισαν οι 4 μεγαλύτεροι εγχώριοι τραπεζικοί όμιλοι στα αποτελέσματα της χρήσης του 2011, τα οποία ανακοινώθηκαν πριν από λίγες ημέρες, είναι πρακτικά αδύνατον να καλυφθούν από την ελεύθερη αγορά. Η παρέμβαση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), το οποίο παρείχε βεβαιώσεις για την αναπλήρωση του ελλείμματος κεφαλαίων των 18 δισ. ευρώ που προέκυψε από τις πρωτοφανείς ζημιές των 28 δισ. ευρώ, αποσόβησε το συστημικό επεισόδιο.
Η λύση αυτή ωστόσο είναι προσωρινή. Μέχρι και το τέλος Μαΐου η Τράπεζα της Ελλάδος θα δημοσιοποιήσει τα τελικά πλάνα ανακεφαλαιοποίησης, αφού λάβει υπ’ όψιν της τις οριστικές αποφάσεις σε σχέση με τη λογιστική και φορολογική αντιμετώπιση των υποαξιών από το PSI και τις αναγκαίες προβλέψεις για τα επισφαλή δάνεια, βάσει της σχετικής έκθεσης της BlackRock.
Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν ακόμη εκκρεμότητες που απομένει να ρυθμιστούν, εκτιμάται ότι οι τέσσερις μεγαλύτερες τράπεζες, η Εθνική, η Alpha Bank, η Eurobank και η Τράπεζα Πειραιώς, θα χρειαστούν περί τα 25 δισ. ευρώ για την επαναφορά των δεικτών κεφαλαιακής τους επάρκειας στα ελάχιστα επιτρεπτά επίπεδα έως και τον ερχόμενο Σεπτέμβριο.
Τα κεφάλαια αυτά θα εισφερθούν στο μεγαλύτερο μέρος τους από το ΤΧΣ, το οποίο βάσει του μνημονίου που έχει υπογράψει η ελληνική κυβέρνηση θα έχει στη διάθεσή του για τη στήριξη του συστήματος συνολικά 50 δισ. ευρώ, τα οποία η εγχώρια νομισματική αρχή θεωρεί επαρκή για την κεφαλαιακή ενίσχυση όλου του κλάδου. Με βάση τις συμφωνίες σε επίπεδο ΕΕ, η χορήγηση αυτού του πακέτου συνδέεται με την εφαρμογή του οικονομικού προγράμματος της ερχόμενης τριετίας, μέρος του οποίου θα οριστικοποιηθεί μετά τις εκλογές από τη νέα κυβέρνηση που θα προκύψει.

Τα ρίσκα για τις αποταμιεύσεις
Οι κίνδυνοι που υπάρχουν για τις καταθέσεις στις ελληνικές τράπεζες είναι οι εξής:
1) Αδυναμία αναπλήρωσης των κεφαλαιακών αναγκών. Οποιαδήποτε καθυστέρηση στη χορήγηση των αναγκαίων κεφαλαίων για τη στήριξη του συστήματος από το ΤΧΣ, μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των ελληνικών τραπεζών, τα ίδια κεφάλαια των οποίων εξανεμίστηκαν μετά το PSI.
2) Ανεπάρκεια ρευστότητας. Αυτή τη στιγμή οι ελληνικές τράπεζες χρηματοδοτούνται από τους έκτακτους μηχανισμούς του Ευρωσυστήματος, μέσω του οποίου καλύπτουν τις ανάγκες τους σε ρευστότητα, οι οποίες είναι αυξημένες λόγω της μεγάλης διαρροής καταθέσεων που καταγράφεται μετά το ξέσπασμα της κρίσης. Η στήριξη από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και την Τράπεζα της Ελλάδος, που σήμερα ανέρχεται στα 100 δισ. ευρώ, είναι απαραίτητη για την κάλυψη των χρηματοδοτικών τους αναγκών.
3) Μαζική φυγή καταθέσεων (bank run). Πρόκειται για τον μεγαλύτερο φόβο των τραπεζιτών, καθώς σε περίπτωση που προκληθεί πανικός στο αποταμιευτικό κοινό για οποιονδήποτε λόγο και αυξηθεί κατακόρυφα η ζήτηση για αναλήψεις μετρητών, υπάρχει ο κίνδυνος τα πιστωτικά ιδρύματα να μην μπορούν να ανταποκριθούν στα αιτήματα των πελατών τους.
Ολες οι παραπάνω καταστάσεις είναι έκτακτες. Εφόσον το οικονομικό πρόγραμμα της Ελλάδας για την περίοδο έως και το 2014 εφαρμοστεί κανονικά, οι κίνδυνοι αυτοί περιορίζονται σημαντικά, καθώς οι τράπεζες θα ανακεφαλαιοποιηθούν και θα συνεχίσουν να στηρίζονται από το Ευρωσύστημα για τη χρηματοδότηση των αναγκών τους, με δεδομένο ότι οι λοιπές πηγές άντλησης ρευστότητας είναι «κλειστές». Το γεγονός αυτό αναμένεται να συμβάλει στην εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης στις τάξεις των καταθετών, δημιουργώντας συνθήκες για την επαναφορά αποταμιεύσεων στο σύστημα.
100.000 ευρώ μέσω ΤΕΚΕ
* Η νομοθεσία ορίζει ότι το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων (ΤΕΚΕ) εγγυάται 100.000 ευρώ ανά φυσικό πρόσωπο ανά τράπεζα, παρά το γεγονός ότι σε περίπτωση που κάποιο ίδρυμα εμφανίσει σοβαρές αδυναμίες το πλέον πιθανόν είναι οι αρχές να εξασφαλίσουν το 100% των καταθέσεων, προκειμένου να μην προκληθεί πανικός στους αποταμιευτές. Το όριο αυτό ισχύει ανεξάρτητα από το νόμισμα ή τη χώρα λειτουργίας του υποκαταστήματος στο οποίο τηρείται η κατάθεση.
* Στις περιπτώσεις λογαριασμών που έχουν ανοιχθεί στο όνομα δύο ή περισσοτέρων προσώπων από κοινού (κοινός λογαριασμός) το τμήμα που αναλογεί σε κάθε καταθέτη του κοινού λογαριασμού θεωρείται χωριστή κατάθεση του κάθε δικαιούχου του λογαριασμού και συνυπολογιζομένων και των λοιπών καταθέσεών του καλύπτεται μέχρι το όριο των 100.000 ευρώ για κάθε δικαιούχο. Δηλαδή για λογαριασμό με δύο συνδικαιούχους το μέγιστο όριο αποζημίωσης φτάνει τις 200.000 ευρώ, για τρεις συνδικαιούχους τις 300.000 ευρώ κ.ο.κ.
* Αρα, για να είναι κάποιος προστατευμένος κατά 100% σε περίπτωση που ισχύσει το παραπάνω όριο αποζημίωσης, είτε θα πρέπει να τοποθετήσει συνδικαιούχους στον λογαριασμό του, για κάθε έναν από τους οποίους θα διασφαλίζει επιπλέον 100.000 ευρώ ή να κατανείμει σε όσες τράπεζες χρειάζεται τις αποταμιεύσεις του, ώστε σε καμία να μη διατηρεί περισσότερα από 100.000 ευρώ.
Πώς διασώθηκαν Proton, T Bank, συνεταιριστικές
Και στις πέντε περιπτώσεις το σύνολο των καταθέσεων μεταφέρθηκε σε υγιές πιστωτικό ίδρυμα

Η Τράπεζα της Ελλάδος ως σήμερα και στις πέντε τράπεζες που αποδείχθηκαν μη βιώσιμες εξασφάλισε μέσω της διαδικασίας που ακολούθησε το σύνολο των καταθέσεων.
Η νομισματική αρχή σε όλες τις περιπτώσεις εκτίμησε ότι η διάσωση των αποταμιεύσεων ως το όριο των 100.000 ευρώ ενείχε τον κίνδυνο να προκαλέσει αναστάτωση στο αποταμιευτικό κοινό και να πλήξει και τις λοιπές υγιείς τράπεζες. Ως εκ τούτου και στις πέντε τράπεζες των οποίων η άδεια ανακλήθηκε, το 100% των καταθέσεών τους μεταφέρθηκε σε υγιές πιστωτικό ίδρυμα.
Κύκλοι της αγοράς υπογραμμίζουν ότι το υπουργείο Οικονομικών, σε συνεργασία με την Τράπεζα της Ελλάδος, θα προτιμήσει λύσεις διάσωσης που δεν θα συνεπάγονται απώλειες για τους καταθέτες, καθώς εκτιμάται ότι σε διαφορετική περίπτωση ο κίνδυνος πρόκλησης μαζικών αναλήψεων θα έπληττε τον κλάδο, αυξάνοντας το συνολικό κόστος της διάσωσης.
Ολους τους προηγούμενους μήνες, κατά τη διάρκεια των οποίων καταγράφηκε απόσυρση καταθέσεων από τα πιστωτικά ιδρύματα λόγω του κλίματος αβεβαιότητας που επικράτησε, το σύστημα στηρίχθηκε από την Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία με την παροχή ρευστότητας μέσω των ενεργοποιημένων έκτακτων μηχανισμών αντιμετώπισε την κατάσταση, χωρίς να υπάρξουν δυσλειτουργίες.

Η διάσωση των πέντε
Στην περίπτωση της Proton Bank επιλέχθηκε η μέθοδος της διάσπασής της σε «καλή» και «κακή». Η πρώτη έλαβε άδεια λειτουργίας από την Τράπεζα της Ελλάδος, ενισχύθηκε από το Σκέλος Εξυγίανσης του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων (ΤΕΚΕ) και έλαβε τα απαραίτητα για τη λειτουργία της κεφάλαια από το ΤΧΣ. Το σύνολο των καταθέσεων της παλαιάς τράπεζας μεταφέρθηκε στη νέα Proton Bank, διασφαλίζοντας στο ακέραιο τους πελάτες της.
Κανένα πρόβλημα δεν υπήρξε και με τους καταθέτες της T Bank, οι αποταμιεύσεις των οποίων μεταφέρθηκαν στο σύνολό τους στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο. Στην προκειμένη περίπτωση το σύνολο των εργασιών και των υγιών στοιχείων του ενεργητικού της TBank μεταφέρθηκε έπειτα από διαγωνιστική διαδικασία εξπρές στο ΤΤ, ενώ το ΤΕΚΕ κάλυψε τη διαφορά που προέκυψε με το παθητικό. Οι πελάτες της T Bank εξυπηρετούνται σήμερα κανονικά από το σύνολο των καταστημάτων του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου.
Τέλος, στην περίπτωση των τριών συνεταιριστικών τραπεζών (Λαμίας, Λήμνου – Λέσβου, Αχαϊκής), των οποίων η άδεια λειτουργίας ανακλήθηκε, το σύνολο των καταθέσεών τους μεταφέρθηκε έπειτα από διαγωνισμό στην Εθνική Τράπεζα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ