Στην Τράπεζα της Ελλάδος θα παραδώσει την Παρασκευή ο ελεγκτικός οίκος της BlackRock τη διαγνωστική μελέτη για τις επισφάλειες στα δανειακά χαρτοφυλάκια των ελληνικών τραπεζών.
Η έκθεση αυτή θα μελετηθεί από την εγχώρια νομισματική αρχή και την τρόικα προκειμένου να υπολογιστούν οι επιπλέον προβλέψεις που θα αναγκαστούν να διενεργήσουν τα πιστωτικά ιδρύματα.

Η BlackRock στη μελέτη της θα παρουσιάζει για κάθε τράπεζα τις προβλέψεις της για την πορεία των «προβληματικών» δανείων σε βάθος τριετίας.
Σύμφωνα με ορισμένες διαρροές που υπήρξαν τις τελευταίες ώρες, οι απομειώσεις από την όλη διαδικασία θα κυμανθούν μεταξύ 10 και 15 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, τραπεζικοί κύκλοι υπογραμμίζουν ότι τίποτε δεν θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο, συμπληρώνοντας ότι δεν θα αποτελέσει έκπληξη αν οι ζημιές διαμορφωθούν σε υψηλότερα επίπεδα.

Η επεξεργασία των στοιχείων

Η Τράπεζα της Ελλάδος, κατά την επεξεργασία των σχετικών μεγεθών, θα υπολογίσει τις αναγκαίες διαγραφές που θα πρέπει να πραγματοποιηθούν σε κάθε τράπεζα ξεχωριστά, λαμβανομένων υπόψιν των προβλέψεων που ήδη έχουν διενεργηθεί, αλλά και των αναμενόμενων εσόδων.

Αφού ολοκληρωθεί αυτή η εργασία, θα παραδοθεί στα πιστωτικά ιδρύματα προς τα τέλη Ιανουαρίου ή τις αρχές Φεβρουαρίου, ο λογαριασμός επισφαλειών που θα πρέπει να εμφανιστούν στα φετινά αποτελέσματα, προκειμένου οι ισολογισμοί των τραπεζών να παραμένουν «καθαροί».

Όπως επισημαίνουν κύκλοι από τη διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος, η διαδικασία των διαπραγματεύσεων για το πρόγραμμα ανταλλαγής ομολόγων δεν θα επηρεάσει τον προγραμματισμό της για τις επισφαλείς χορηγήσεις.

Στο πλαίσιο αυτό, σημειώνουν οι ίδιοι κύκλοι, μόλις «κλείσει» το PSI και οριστικοποιηθούν οι όροι της αναδιάρθρωσης του ελληνικού δημόσιου χρέους, θα ζητηθεί από τις τράπεζες να καλύψουν και τις σχετικές ζημιές, προκειμένου ο δείκτης κύριων βασικών ιδίων κεφαλαίων (Core Tier 1) να επανέλθει στο ελάχιστο επιτρεπτό όριο του 10%.

Κατά συνέπεια, αναμένεται ότι περί τα τέλη Φεβρουαρίου η κάθε τράπεζα θα γνωρίζει τις κεφαλαιακές της ανάγκες, που θα προκύψουν λόγω των επιπλέον προβλέψεων, αλλά και του PSΙ.

Τα πλάνα ανακεφαλαιοποίησης

Οι διοικήσεις των τραπεζών θα έχουν στη διάθεσή τους περίπου τους δύο μήνες, δηλαδή μέχρι και τα τέλη Απριλίου, για να καταρτίσουν και να παρουσιάσουν στην Τράπεζα της Ελλάδος τα σχέδια ανακεφαλαιοποίησής τους, τα οποία η τελευταία θα αξιολογήσει, προκειμένου να δοθεί το «πράσινο φως» για την υλοποίησή τους.

Τα πλάνα αυτά εκτός από αυξήσεις κεφαλαίου με έκδοση κοινών μετοχών ή ομολογιακών δανείων, θα μπορούν να περιλαμβάνουν και πώληση περιουσιακών στοιχείων, όπως οι θυγατρικές στο εξωτερικό.

Με βάση το χρονοδιάγραμμα που έχει συμφωνηθεί με την τρόικα, η εφαρμογή των προγραμμάτων αυτών θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί έως και τον ερχόμενο Αύγουστο, με στόχο ο ελάχιστος δείκτης βασικών ιδίων κεφαλαίων όλου του κλάδου να βρίσκεται στο ελάχιστο επίπεδο του 10%.

Oποια τράπεζα δεν καταφέρει να αντλήσει τα κεφάλαια που χρειάζεται, θα παρεμβαίνει το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), το οποίο με βάση την τρέχουσα νομοθεσία θα αποκτά κοινές μετοχές σε τιμές χαμηλότερες της μη καλυφθείσας αύξησης που θα έχει προηγηθεί.


Τι ζητούν οι τράπεζες

Η ενδεχόμενη ζημία από το PSI αλλά και την BlackRock είναι πιθανό να οδηγήσουν σε σημαντικό dilution για τους σημερινούς μετόχους των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Για τον λόγο αυτόν οι τραπεζίτες πιέζουν προς πάσα κατεύθυνση προκειμένου να μην χάσουν τον έλεγχο του συστήματος.
Το επιχείρημά τους είναι ότι με βάση τον νόμο που ισχύει σήμερα, υπάρχει ο κίνδυνος το δημόσιο να αποκτήσει πλειοψηφικά πακέτα μετοχών σε τράπεζες, διότι το ίδιο δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του.

Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας, έχει διατυπωθεί πρόταση που διαχωρίζει τον τρόπο στήριξης της κάθε τράπεζας, ανάλογα με την αιτία της ζημιάς που καταγράφει.
Ετσι, οι απομειώσεις από το PSI, που οφείλονται σε αδυναμία του δημοσίου να αποπληρώσει τα δάνειά του, προτείνεται να καλυφθούν με προνομιούχες ή με κοινές άνευ δικαιώματος ψήφου μετοχές και οι απώλειες από τις προβλέψεις στα δάνεια, για τα οποία η ευθύνη χορήγησης βαραίνει τις σημερινές διοικήσεις των τραπεζών, με κοινές μετοχές μέσω του ΤΧΣ.

Διαπραγμάτευση θα υπάρξει με την τρόικα και για το ύψος του ελάχιστου δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας, που βάσει του μνημονίου θα πρέπει να βρίσκεται από το 2012 στο 10%.

Σύμφωνα με πληροφορίες, η Τράπεζα της Ελλάδος θα προσπαθήσει να πετύχει τη μείωση του σχετικού ορίου στα επίπεδα του 9%, όπως ισχύει και στις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ βάση των αποφάσεων της Συνόδου Κορυφής της 26ης Οκτωβρίου.
Εάν υπάρξει αυτή η αλλαγή, οι κεφαλαιακές ανάγκες μπορεί να υποχωρήσουν έως και κατά 3 δισ. ευρώ, περιορίζοντας τις «πιέσεις» που θα εκδηλωθούν στο σύστημα.