Στη στήλη «Essay» του εβδομαδιαίου περιοδικού DER SPIEGEL δημοσιεύεται άρθρο του Dirk Kurbjuweit με τίτλο «Η κυριαρχία του Ackermann» και υπότιτλο «Οι τράπεζες είναι αυτή τη στιγμή ο κυρίαρχος της πολιτικής, όχι οι πολίτες».

Η αφετηρία του άρθρου είναι οι πρόσφατες ανακοινώσεις για τα κέρδη των τραπεζών κατά το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, οι οποίες, αν και προκάλεσαν ευφορία στους τραπεζικούς κύκλους, δεν έτυχαν ανάλογης υποδοχής από τους πολίτες της ΕΕ. Και ενώ οι τράπεζες φαίνονται να ευημερούν, οι πολιτικοί «παραμένουν αμήχανοι, επειδή δεν μπορούν να θέσουν υπό τον έλεγχό τους την κρίση του ευρώ. Συναντώνται στις Βρυξέλλες, συζητούν, διαπληκτίζονται, αποφασίζουν, αλλά δεν βελτιώνεται τίποτα. Η Ελλάδα δεν μπορεί να ξεπεράσει την κρίση, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία παραπαίουν στο χείλος του γκρεμού, η Ισπανία και η Ιταλία είναι επικίνδυνα υπερχρεωμένες. Και κανείς πολιτικός δεν υποδεικνύει το δρόμο εξόδου από την κρίση» …

Αυτό που είναι το πραγματικά ενοχλητικό στην όλη κατάσταση αυτή τη στιγμή είναι το γεγονός ότι οι πολιτικοί δίνουν την εντύπωση ότι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα. Απέκτησαν έναν νέο κυρίαρχο, που δεν είναι πια ο λαός, ο οποίος επεμβαίνει μάλλον με ήπιο τρόπο, αλλά οι χρηματαγορές, που κυβερνούν ανελέητα. Ωθούν τους πολιτικούς σε ακόμη μεγαλύτερο φόβο, σε αδυναμία διαπραγμάτευσης, σε ανικανότητα διαπραγμάτευσης, στο ψέμα. Οι κυβερνώντες είναι πλέον οι κυβερνώμενοι των τραπεζών. Αυτή είναι η κατάσταση. Και μπορούμε να πούμε ότι δεν μας ενδιαφέρει, αφού οι οικονομικοί δείκτες είναι τόσο καλοί. Τότε θα είμαστε ευχαριστημένοι με το ρόλο των οικονομικών υπηκόων, θα επενδύουμε, θα αγοράζουμε, αλλά ταυτόχρονα θα θυσιάζουμε τη δημοκρατία στην πρωταρχική ιδεολογική μορφή της. Ή πάλι θα πούμε: Δεν θα επιτρέψουμε να μας αφαιρέσουν το ρόλο του κυρίαρχου. Και τότε θα πρέπει να αλλάξει κάτι…

Αλλά και οι οίκοι αξιολόγησης εμπλέκονται όλο και περισσότερο στην παγκόσμια πολιτική και γνωστοποιούν ανενδοίαστα τις αξιολογήσεις τους, από τις οποίες εξαρτάται η μοίρα ολόκληρων εθνών, επειδή βάσει αυτών καθορίζονται τα επιτόκια των κρατικών ομολόγων… Ξεχάσαμε άραγε ότι οι μεγάλοι οίκοι αξιολόγησης ήταν συνυπέυθυνοι για τη χρηματοπιστωτική κρίση, επειδή είχαν αξιολογήσει θετικά τα πακέτα των κρατικών ομολόγων – «σκουπιδιών»;

Αν οι πολιτικοί ήλεγχαν τις χρηματαγορές, η Ελλάδα δεν θα είχε περιπέσει στη δίνη της δημοσιονομικής κρίσης, δεν θα είχε υπερχρεωθεί. Η Ελλάδα έχει περισσότερα δάνεια από εκείνα που μπορεί να αποπληρώσει και χρειάζεται συνεχώς και άλλα. Ο δικός της σπάταλος βίος την έσυρε σε αναζήτηση δανείων, για να γίνει τελικά βορά των αξιολογήσεων, των επιτοκίων και των υπολογισμών τύπου Ackermann.

Επί της ουσίας αυτό ισχύει και για όλες τις χώρες της Ευρωζώνης, ακόμη και για τη Γερμανία. Αν και ο γερμανός υπουργός οικονομικών μπορεί να εξυπηρετεί όλα τα δάνειά του χωρίς προβλήματα, εξαρτάται και εκείνος από τις αξιολογήσεις, τα επιτόκια και τους υπολογισμούς του Ackermann.. Μέσω του ευρώ η Γερμανία έχει άμεση εμπλοκή στην κρίση της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας, δημοσιονομική κατάσταση των οποίων δεν είναι τέτοια, ώστε να μπορούσε κανείς να εφησυχάσει. Η γερμανική κυβέρνηση δεν μπορεί να διαπραγματευτεί ως κυρίαρχος, αλλά πρέπει μονίμως να προσέχει να μην κυλήσει και η ίδια στη δίνη…

Και ενώ η δυσπιστία των πολιτών έναντι των πολιτικών μεγαλώνει, λόγω του ότι οι τελευταίοι εξυπηρετούν τις τράπεζες με μηχανισμούς στήριξης πολλών δισεκατομμυρίων, αυξάνεται ταυτόχρονα και η κυριαρχία της εκτελεστικής εξουσίας εις βάρος του κοινοβουλίου. Αλλά αυτές οι κυβερνήσεις που κυριαρχούν επί των κοινοβουλίων τους, δεν έχουν τη δύναμη να σταθεροποιήσουν το ευρώ. Μετά από κάθε συνάντηση για την κρίση στις Βρυξέλλες, η κρίση κάνει μια προσωρινή παύση και επανέρχεται χειρότερη από πριν.

Το θέμα είναι να ανακτήσει πλέον η πολιτική την αρχική σημασία της. Οι τράπεζες δεν έχουν κανένα λόγο να θριαμβολογούν. Έχουν διασωθεί και χρωστούν την επιβίωσή τους στους πολιτικούς. Σε περίπτωση που εκείνοι δεν παρενέβαιναν το 2008, θα είχαν καταρρεύσει ίσως αρκετές τράπεζες. Τώρα θα πρέπει και ο χρηματοπιστωτικός τομέας να επωμιστεί το μερίδιό του, προκειμένου να διασωθούν τα απειλούμενα κράτη. Ένας πιστωτής είναι συνυπεύθυνος για το ενδεχόμενο αναδιάρθρωσης χρέους.

Οι πολιτικοί πρέπει να θέσουν στις τράπεζες αυστηρότερους κανόνες, προκειμένου να μην μπορέσουν να αναπτυχθούν τα χειρότερα ζιζάνια του Investmentbanking. Το καλύτερο θα ήταν να θεσπιστεί ένας διεθνής φόρος τραπεζικών συναλλαγών.

Η πολιτική πρέπει να απελευθερωθεί από τη μέγγενη των τραπεζών. Αυτό θα συμβεί μόνον αν σταματήσει οριστικά η πολιτική της συσσώρευσης χρεών. Μόνο ένα κράτος απαλλαγμένο από χρέη είναι ένα κυρίαρχο κράτος. Η τροχοπέδη χρέους αποτελεί ένα καλό εργαλείο, αλλά ακόμη καλύτερο θα ήταν να συνειδητοποιήσουν οι πάντες ότι τα υψηλά δημοσιονομικά χρέη δεν επιτρέπονται, επειδή υποσκάπτουν τη δημοκρατία και φορτώνουν οικονομικά βάρη στις επόμενες γενιές.

Όσον αφορά το ευρώ, χρειάζεται μια διπλή στρατηγική. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα πρέπει να κάνουν αρκετά, προκειμένου να διασώσουν το ευρώ. Θα πρέπει να σταθούν αλληλέγγυες προς την Ελλάδα και τις άλλες χώρες. Αυτό κοστίζει χρήματα, αλλά απαιτεί μια πιο έξυπνη, καλύτερα συμφωνημένη και πιο ευέλικτη διαδικασία απ’ ό,τι μέχρι τώρα.

Ταυτόχρονα, πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι η Ευρώπη είναι πολύ περισσότερα πράγματα από το ευρώ. Αν η Ελλάδα δεν τα καταφέρει να παραμείνει στην Ευρωζώνη, αυτό δεν θα σημάνει και το τέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το εγχείρημα είναι μεγαλύτερο από τα χρήματα. Πρόκειται για ένα πολιτικό και πολιτιστικό εγχείρημα, το οποίο δυστυχώς είχε από την αρχή μια οικονομική αφετηρία. Οι πολιτικοί θα πρέπει να το διορθώσουν αυτό…