Τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά: σύμφωνα με εκτιμήσεις εκπροσώπων της αγοράς, τον προηγούμενο χειμώνα (2003-2004) τα ελληνικά νοικοκυριά ξόδεψαν περίπου 1,36 δισ. ευρώ για την αγορά πετρελαίου θέρμανσης. Εφέτος τα ίδια νοικοκυριά υπολογίζεται ότι θα ξοδέψουν περίπου 1,98 δισ. ευρώ, εκτινάσσοντας τη συγκεκριμένη οικογενειακή δαπάνη κατά 47%. Οι ετήσιες ανάγκες θέρμανσης των ελληνικών νοικοκυριών αλλά και των δημοσίων χώρων υπολογίζονται σε 4,2 εκατ. χιλιόλιτρα πετρελαίου. Οι ποσότητες αυτές είχαν διατεθεί τον περυσινό χειμώνα στη μέση τιμή των 0,3220 ευρώ το λίτρο. Την εφετινή περίοδο η μέση τιμή ξεκίνησε με 0,4690 ευρώ, παρά το γεγονός ότι η κρατική ΕΚΟ διαθέτει το συγκεκριμένο καύσιμο προς 0,4600 ευρώ το λίτρο.


Ολα δείχνουν ότι ο εφετινός χειμώνας – ακόμη και με τα σημερινά επίπεδα διεθνών τιμών του αργού, τα οποία δεν αποκλείεται να αυξηθούν – θα είναι πολύ δύσκολος για πολλές οικογένειες. Αποκαλυπτικές είναι οι διαπιστώσεις του κ. Χρ. Μίτζολη, διευθύνοντος συμβούλου της Athens Oil: «Το 2001 μια πολυκατοικία 12 διαμερισμάτων ξόδευε για 7.000 λίτρα ντίζελ θέρμανσης ένα ποσό της τάξης των 1.980 ευρώ. Εφέτος προβλέπεται ότι θα ξοδέψει 3.150 ως 3.350 ευρώ. Πρόκειται ασφαλώς για μια μεγάλη επιβάρυνση του οικογενειακού προϋπολογισμού».


Πράγματι ο οικογενειακός προϋπολογισμός επιβαρύνεται ολοένα και περισσότερο από τις διαρκείς ανατιμήσεις στις τιμές των καυσίμων. Συγκεκριμένα η συνολική αύξηση της τιμής του πετρελαίου θέρμανσης από το 2001 ως σήμερα είναι της τάξεως του 70%.


* Τι θα πληρώσουν τα νοικοκυριά


Πόσο όμως προβλέπεται να στοιχίσει σε κάθε μεμονωμένο νοικοκυριό η χειμερινή θέρμανση; Σύμφωνα με εκτιμήσεις εκπροσώπων της αγοράς:


* Οι ανάγκες θέρμανσης μιας απλής γκαρσονιέρας είναι της τάξεως των 200 λίτρων για όλον τον χειμώνα, ποσότητα η οποία «μεταφράζεται» στο ποσό των 92 ευρώ.


* Ενα «δυάρι» χρειάζεται περίπου 500 λίτρα για τη θέρμανσή του, γεγονός που σημαίνει ότι οι ένοικοί του θα πρέπει να διαθέσουν για τον συγκεκριμένο σκοπό περίπου 230 ευρώ.


* Το «τριάρι», με κατανάλωση 650 λίτρα πετρέλαιο, απαιτεί για τη θέρμανσή του ένα ποσό της τάξεως των 300 ευρώ.


* Το «τεσσάρι», με αντίστοιχη κατανάλωση 800 λίτρων, χρειάζεται ένα κονδύλι περίπου 370 ευρώ.


* Εκεί όμως που τα πράγματα δυσκολεύουν πολύ είναι οι μονοκατοικίες. Ενδεικτικά, οι ανάγκες θέρμανσης μιας μονοκατοικίας, που έχει κατανάλωση χειμερινής περιόδου 1.650 λίτρα, απαιτούν ένα κονδύλι της τάξεως των 760 ευρώ.


Αν όμως αυτή είναι η εικόνα στο επίπεδο των τελικών καταναλωτών, οι εξελίξεις σε εταιρικό επίπεδο είναι πολύ πιο έντονες: η παρέμβαση της κρατικής ΕΚΟ να βγει με τόσο χαμηλές τιμές (46 λεπτά το λίτρο) οδήγησε τον ανταγωνισμό σε πολύ υψηλά επίπεδα… «Με την κίνηση του αυτή, ο στρατηγός έριξε τα περιθώρια των εταιρειών σε πολύ χαμηλά επίπεδα» έλεγε ο κ. Μίτζολης, αναφερόμενος στην απόφαση του διευθύνοντος συμβούλου της ΕΚΟ κ. Στ. Παπαδόπουλου να βγει με 0,46 ευρώ το λίτρο. H απόφαση της ΕΚΟ επηρέασε ασφαλώς ολόκληρη την αγορά.


* Ποιοι ελέγχουν την αγορά


H αλήθεια όμως είναι ότι μια άλλη εταιρεία «έπαιξε» το παιχνίδι του ανταγωνισμού πολύ πιο σκληρά. H Aegean Oil, σπάζοντας κάθε φράγμα, έριξε τη λιανική τιμή του πετρελαίου θέρμανσης στα 45 λεπτά το λίτρο. «Δεν έχω κανένα πρόβλημα να κερδίσω σαν εταιρεία μια «δεκάρα» το λίτρο» λέει ο κ. Ιάκ. Μελισσανίδης, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, προσθέτοντας: «Είμαι αποφασισμένος όμως να βγω στην αγορά με την πιο ανταγωνιστική τιμή έχοντας κατά νου δύο στόχους: αφενός να δώσουμε στον καταναλωτή φθηνό και ποιοτικό καύσιμο και αφετέρου να αυξήσουμε αισθητά το μερίδιο της Aegean Oil στη συγκεκριμένη αγορά».


Οι παραπάνω διαπιστώσεις είναι ενδεικτικές του πόσο οξυμένος είναι ο ανταγωνισμός μεταξύ των εταιρειών. Ποιοι όμως είναι αυτοί που ελέγχουν τη συγκεκριμένη αγορά;


* Κατ’ αρχάς η ΕΚΟ, η οποία έχει αποφασίσει όχι απλώς να κρατηθεί στην πρώτη θέση αλλά να γίνει ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης. H περυσινή απόφαση να βγει πρώτη με χαμηλή τιμή είχε ως συνέπεια να εμφανίσει μια αύξηση πωλήσεων πετρελαίου θέρμανσης της τάξεως του 32%. Ο κ. Παπαδόπουλος, που κατευθύνει τις τύχες της ΕΚΟ, έκανε προσφάτως μια στρατηγική συμμαχία. Απέσπασε από την Avin έναν πολύτιμο συνεργάτη, την Athens Oil, η οποία είναι η πιο οργανωμένη εταιρεία λιανικής πώλησης πετρελαίου θέρμανσης. H συμφωνία αυτή είναι καθοριστική για τη θέση της ΕΚΟ στη συγκεκριμένη αγορά, αφού η Athens Oil διαθέτει 35 ιδιόκτητα οχήματα μεταφοράς ντίζελ με τα οποία τροφοδοτεί το 35% των πολυκατοικιών της Αθήνας με πάνω από 10 διαμερίσματα (!). H εταιρεία αυτή, η οποία δεν διαθέτει μόνον ντίζελ αλλά εκδίδει λογαριασμούς κοινοχρήστων, συντηρεί καυστήρες, απολυμαίνει χώρους, παραδίδει καθημερινά καύσιμα σε 600 σημεία του λεκανοπεδίου Αττικής. Ολη αυτή η υποδομή βρέθηκε στο πλευρό της ΕΚΟ.


* H ΒΡ Hellas, υπό τον κ. Σωτ. Χριστογιάννη συνεχίζει να αναπτύσσεται, και μάλιστα με ρυθμό υψηλότερο του ρυθμού αύξησης της αγοράς. Για το σύνολο του 2003 η εταιρεία κινήθηκε με ρυθμό αύξησης 20%, όταν η αγορά του πετρελαίου θέρμανσης κινούνταν με ρυθμό 17,6%.


* H δεύτερη μεγαλύτερη πολυεθνική, η Shell Hellas υπό τον κ. Αλ. Λάσκαρη, αν και βρίσκεται σε χαμηλότερη θέση, εμφανίζει πολύ υψηλό ρυθμό αύξησης των πωλήσεών της. Μάλιστα ακόμη και στη διάρκεια του πρώτου πενταμήνου του 2004, όταν η συνολική αγορά πετρελαίου είχε εμφανίσει καθίζηση (-4,7%) λόγω καλοκαιρίας, η Shell Hellas διατήρησε τις δυνάμεις της.


* Σταθερή εμφανίστηκε και η πορεία της Avin, υπό τον κ. B. Σεραφειμάκη. H εταιρεία αυτή ακολούθησε σε γενικές γραμμές τις αυξομειώσεις της αγοράς.


* H Jet Oil των κκ. N. και K. Μαμιδάκη κατέχει την πέμπτη καλύτερη θέση στην αγορά ντίζελ θέρμανσης. Οφείλει ωστόσο να ανεβάσει τους ρυθμούς της αν θέλει να διατηρηθεί στα ίδια επίπεδα. H θετική για την Jet Oil εξέλιξη της διαμάχης της με τα Ελληνικά Πετρέλαια και η σημαντική εισροή κεφαλαίων στα ταμεία της εταιρείας από την εκδίκαση της υπόθεσης, είναι βέβαιον ότι θα βοηθήσουν την υλοποίηση των επενδυτικών επιλογών της διοίκησης και συνακόλουθα τη βελτίωση της θέσης της και στην αγορά του ντίζελ θέρμανσης.


* H Aegean Oil αποτέλεσε για μία ακόμη φορά την έκπληξη, αφού στην άνοδο της αγοράς τρέχει με πιο γρήγορους ρυθμούς και στην πτώση της συνολικής αγοράς κρατά τις δυνάμεις της. Το 2003 αύξησε τις πωλήσεις ντίζελ θέρμανσης κατά 24,5% ενώ αντίστοιχη αύξηση αναμένει και για το 2004. Την προσδοκία της αυτή στηρίζει στο επενδυτικό πρόγραμμά της για διεύρυνση του εμπορικού δικτύου της. H Aegean Oil ελέγχει 336 πρατήρια ενώ στις αμέσως επόμενες ημέρες πρόκειται να ανοίξει άλλα 17. Ειδικότερα στην Αττική υπό το σήμα της Aegean λειτουργούν 30 πρατήρια ενώ μέσα στην ερχόμενη διετία ο στόχος είναι να τα αυξήσει στα 100. «Ψάχνω πρατηριούχους και όχι πρατήρια» συνηθίζει να λέει ο κ. Μελισσανίδης ενώ ο ίδιος δεν κρύβει την απόφασή του να εισέλθει στην αγορά των νησιών του Αιγαίου, με στόχο να προσφέρει καύσιμα σε ιδιαίτερα ανταγωνιστικές τιμές. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι η εταιρεία κατά το 2004 πραγματοποίησε επενδύσεις συνολικού ύψους 2 δισ. ευρώ.


* H εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αθηνών Elin Oil, υπό τον κ. X. Κυνηγό, αν και υπερκεράστηκε από την Aegean, διατηρεί τον δυναμισμό της και στην αγορά του πετρελαίου θέρμανσης. H Elin Oil κατέχει την έβδομη θέση και το 4,1% της συγκεκριμένης αγοράς.


* H Revoil, που διευθύνεται από τους κκ. Ευ. και Γ. Ρούσσο, κινήθηκε με έναν ρυθμό αύξησης των πωλήσεων ντίζελ θέρμανσης της τάξης του 22%. H εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αθηνών εταιρεία διευρύνει συνεχώς το εμπορικό της δίκτυο σε μια προσπάθεια να βελτιώσει το μερίδιο αγοράς της. Σημαντικά έσοδα ωστόσο έχει η ίδια από την εκμετάλλευση των αποθηκευτικών χώρων της σε Καβάλα και Χίο, από τις οποίες αντλούν καύσιμα, συμπεριλαμβανομένου και του πετρελαίου θέρμανσης, ακόμη και οι μεγάλες πολυεθνικές του πετρελαίου.


* Στις αμέσως επόμενες θέσεις βρίσκονται οι εταιρείες Dracoil, Silk Oil, Kaoil, ΕΤΕΚΑ, El Petrol και Cyclon.


* Αν όμως αυτή είναι η εικόνα σε επίπεδο εταιρειών εμπορίας, υπάρχουν και οι επιχειρήσεις οι οποίες δεν διαθέτουν άδεια πανελλαδικής εμπορίας καυσίμων αλλά περιορίζουν τη δραστηριότητά τους στο επίπεδο λιανικής του πετρελαίου θέρμανσης. Ηγετική θέση σε αυτόν τον τομέα κατέχει η Athens Oil ενώ στη δεύτερη θέση βρίσκεται η International Service.


* Τα βυτιοφόρα διχάζουν


Σημείο-κλειδί στη διακίνηση του πετρελαίου θέρμανσης αποτελεί το θέμα των αδειών των δημοσίας ή ιδιωτικής χρήσεως βυτιοφόρων αυτοκινήτων. Σύμφωνα με το υπάρχον νομικό πλαίσιο, οι εταιρείες εμπορίας πετρελαίου θέρμανσης – είτε διακινούν έναν τόνο είτε χιλιάδες – δικαιούνται μία άδεια οκτάτονου βυτιοφόρου. Αν λοιπόν επιθυμούν να αποκτήσουν άδεια δημοσίας χρήσεως για την αγορά ενός βυτιοφόρου έξι τόνων, πρέπει να καταβάλουν το ποσό των 40.000 ευρώ. Αυτό δημιουργεί ανυπέρβλητα εμπόδια στις εταιρείες, οι οποίες έχουν απευθύνει στην ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης την έκκληση να τους παραχωρηθούν άδειες IX ανάλογα με τις πωλήσεις που η καθεμία έχει. «H λύση του προβλήματος αυτού» λέει ο κ. Μίτζολης «δεν θα διευκόλυνε απλώς τη μεταφορά των προϊόντων, αλλά θα αποτελούσε και ένα αποφασιστικό χτύπημα στη λαθρεμπορία, αφού θα υπήρχε αυστηρότερος έλεγχος από την πλευρά των εταιρειών».