Στο διάστημα των 12 ετών που διετέλεσα νύφη του Γουόρεν Μπάφετ, δηλαδή του πρώτου επενδυτή στον κόσμο, έμαθα πολλά από τα κόλπα του που του επιτρέπουν να πιάνει τον σφυγμό των χρηματιστηρίων με άριστα αποτελέσματα: ήδη έχει σχηματίσει περιουσία 30 δισ. δολαρίων. Συζητούσε πολύ συχνά μαζί μου τη «φιλοσοφία» του, με αποτέλεσμα να μάθω πολλά από τα μυστικά του, που πλέον μπορώ να αποκαλύψω.


Ο Σκοτ Φιτζέραλντ έλεγε ότι οι πλούσιοι είναι διαφορετικοί. Είχε δίκιο. Διαφορετικός όμως από διαφορετικό διαφέρει. Ενα κοινό πάντως χαρακτηριστικό τους ­ το χειρότερο απ’ όλα ­ είναι αυτός ο νόμος σιωπής που επιβάλλουν σε συγγενείς και φίλους. Οταν παντρεύτηκα τον (νεότερο γιο του) Πίτερ το πρώτο πράγμα που μου ζήτησαν ήταν να μη μιλάω ποτέ και σε κανέναν εκτός οικογενείας για τις επιχειρήσεις τους.


Το 1993 πήρα διαζύγιο από τον Πίτερ. Σχεδόν αμέσως με πλησίασαν διάφοροι εκδότες και μου ζήτησαν να γράψω ένα βιβλίο για την οικογένεια Μπάφετ. Τελικά απέρριψα όλες τις προτάσεις. Ξέρω ότι το μόνο που ενδιαφέρει τον κόσμο είναι να μάθει πώς κατάφερε ο Μπάφετ να φτιάξει την τεράστια περιουσία του ξεκινώντας με 150.000 δολάρια.


Κατά τα πρώτα χρόνια του γάμου μου, άρεσε στον Μπάφετ να παριστάνει τον Αϊ-Βασίλη και έτσι κάθε Χριστούγεννα έδινε στα παιδιά του και στις συζύγους τους από ένα φακελάκι με 10.000 δολάρια. Αργότερα έδινε μετοχές εταιρειών στις οποίες είχε πρόσφατα επενδύσει. Δώρα που με το πέρασμα των χρόνων πήραν τεράστια αξία.


* Αδιαφορούσε για το χρηματιστήριο


Δεν άργησα να καταλάβω ότι ο Μπάφετ δεν έδινε μεγάλη σημασία στις διακυμάνσεις του χρηματιστηρίου. Δεκάρα τσακιστή δεν έδινε για τα πάνω ή τα κάτω του Dow Jones ούτε νοιαζόταν για τις «προβλέψεις» των χρηματιστών. Δεν συμβουλευόταν τους χρηματιστηριακούς πίνακες και αν κανείς επιχειρούσε να του δώσει κάποια συμβουλή ή να του αποκαλύψει κάποιο μυστικό, τον απόπαιρνε. Ενεργούσε σαν να μην υπάρχει το χρηματιστήριο.


Ενιωθε μεγάλη χαρά κάθε φορά που ισοπέδωνε τη Θεωρία της Αποτελεσματικής Αγοράς, την οποία θεωρούσε άχρηστη. Ενδιαφέρον έδειχνε μόνο για τις εταιρείες που σκόπευε να αγοράσει, και αγόραζε μόνον όταν έκρινε ότι η τιμή είναι συμφέρουσα. Τις μετοχές δεν τις αγόραζε για να τις ξαναπουλήσει. Το κόλπο του είναι οι μακροπρόθεσμες επενδύσεις. «Σαν καθολικός γάμος» έλεγε αστειευόμενος, «τον κάνεις μια φορά για πάντα».


Θυμάμαι μια μέρα που οι δίδυμες κόρες μας κάθονταν στον καναπέ του σαλονιού ξεφυλλίζοντας τη «Wall Street Journal». Μόλις είχαν επιστρέψει από μια επίσκεψη στον παππού τους. «Τι επενδύσεις αποφασίσατε να κάνετε;» τις ρώτησα γελώντας. «Θ’ αγοράσουμε Πίλσμπουρι» μου απάντησαν. Ο παππούς τούς είχε πει να ψάξουν για εταιρείες τροφίμων που ανήκουν στην Πίλσμπουρι. «Να αγοράζετε μετοχές εταιρειών που παράγουν προϊόντα που τα καταλαβαίνετε» τους είχε πει ο παππούς. Και οι δίδυμες γνώριζαν βέβαια πολύ καλά τα χάμπουργκερ και τα παγωτά.


* «Μονοπώλιο καταναλωτή»


Αρχισα να βλέπω τον Μπάφετ σαν ένα είδος συλλέκτη. Αντί να μαζεύει ακριβούς πίνακες και έργα τέχνης, επαύλεις και κότερα, όπως κάνουν συνήθως οι πλούσιοι για να συμπληρώσουν το κενό της ζωής τους, εκείνος μαζεύει βιώσιμες επιχειρήσεις, που τον κάνουν πλουσιότερο. Την περισσότερη φαιά ουσία του την αναλίσκει αναζητώντας ένα συγκεκριμένο είδος επένδυσης. Ο ίδιος την ονομάζει «μονοπώλιο καταναλωτή», είναι μια στέρεη εταιρεία με προοπτικές μελλοντικού κέρδους. Τέτοιου είδους είναι, ας πούμε, αυτός που εισπράττει διόδια σε γέφυρα. Για να περάσεις τη γέφυρα πρέπει οπωσδήποτε να πληρώσεις και αυτό σημαίνει ότι ο εισπράκτωρ των διοδίων έχει δεδομένη πελατεία, πράγμα που του επιτρέπει να καθορίζει αυτός το αντίτιμο, εξασφαλίζοντας σίγουρα κέρδη για τους μετόχους της εταιρείας του.


Για τον εντοπισμό του «μονοπωλίου καταναλωτή» χρησιμοποιεί συγκεκριμένη μέθοδο. Διερωτάται λοιπόν: αν διέθετε δισεκατομμύρια (που διαθέτει) και αν μπορούσε να πάρει τα ικανότερα στελέχη που κυκλοφορούν στην πιάτσα (που μπορεί), θα κατάφερνε να φτιάξει εταιρεία ανταγωνιστική εκείνης που σκοπεύει να αγοράσει; Αν η απάντηση είναι «όχι», τότε η εν λόγω εταιρεία έχει το προνόμιο του «μονοπωλίου καταναλωτή». Οπως η «Wall Street Journal» για παράδειγμα: όσα λεφτά κι αν διαθέσεις, όποιο επιτελείο κι αν οργανώσεις, το σίγουρο είναι ότι δεν θα καταφέρεις να της κλέψεις ούτε έναν αναγνώστη.


* Αλάνθαστη μέθοδος


Οπως κάθε μερακλής συλλέκτης, ο Μπάφετ προσέχει πολύ το αντίτιμο που καταβάλλει για την αγορά κάθε επιχείρησης που επιλέγει. Του αρέσει να λέει ότι το ποσόν που διαθέτεις για κάθε επένδυση προσδιορίζει και το κέρδος σου. Οταν δίνεις πολλά εισπράττεις λίγα, ενώ όταν πληρώνεις λίγα το κέρδος είναι μεγαλύτερο. Το δίλημμα μιας επένδυσης το έχει διαχωρίσει σε δύο μέρη. Το πρώτο ερώτημα είναι σε τι είδους επιχείρηση θέλεις να επενδύσεις. Και το δεύτερο είναι σε τι τιμή θέλεις να αγοράσεις τις μετοχές της εν λόγω εταιρείας.


Αρα λοιπόν ο χρυσός κανόνας του Μπάφετ είναι να αγοράζεις μια εταιρεία με «μονοπώλιο καταναλωτή» σε όσο το δυνατόν χαμηλότερη τιμή. Αν η εταιρεία δεν προσφέρεται στην τιμή που αυτός θεωρεί λογική, μπορεί να περιμένει χρόνια ολόκληρα. Είναι πολύ υπομονετικός επενδυτής. Το πρόβλημα είναι ότι οι εταιρείες με «μονοπώλιο καταναλωτή» είναι γνωστές και τις κυνηγούν πολλοί επενδυτές, γεγονός που ανεβάζει στα ύψη τις τιμές των μετοχών τους. Αρα το κόλπο είναι να βρεις τέτοιου είδους εταιρείες που δεν τις έχουν ακόμη ανακαλύψει οι άλλοι ή να περιμένεις δύσκολους καιρούς που αναγκάζουν γνωστές εταιρείες να πωλούν όσο όσο τις μετοχές τους, όπως συνέβη στη Βρετανία και στις ΗΠΑ με την πρόσφατη πτώση των αγορών τους.


Να, γιατί χαίρεται ο Μπάφετ σε περιόδους κρίσεων: την ώρα που οι άλλοι τρέμουν μη πέσει ο ουρανός στο κεφάλι τους, εκείνος βγαίνει με την τσάντα του να ψωνίσει. Τις περισσότερες φορές βγάζει τεφαρίκι. Πριν από μερικά χρόνια, όταν κατέρρεαν λόγω ατυχούς διαφημιστικής εκστρατείας οι μετοχές κάποιας εταιρείας που είχε αγοράσει, τον ρώτησα τι σκοπεύει να κάνει. Και εκείνος μου απάντησε με πονηρό χαμόγελο: «Θ’ αγοράσω περισσότερες μετοχές».


Με αυτή τη φιλοσοφία κατάφερε ο Γουόρεν Μπάφετ να σχηματίσει την τεράστια περιουσία του. Μέθοδος αλάνθαστη που θα μπορούσαν να τη χρησιμοποιήσουν κι άλλοι.