Η κυνοφιλία και η τέχνη της διαμαρτυρίας



Ο Δημήτρης Μυταράς, ένας από τους σημαντικότερους έλληνες ζωγράφους, τούτες τις ημέρες ετοιμάζει τη νέα του έκθεση. Το θέμα που διάλεξε είναι τα αμέτρητα, καταδιωγμένα, αδέσποτα σκυλιά που περιπλανώνται στους δρόμους της Αθήνας. Συναντηθήκαμε στο σπίτι του και, όπως επεσήμανε και ο ίδιος, «είπαμε πολλά». Για τη ζωγραφική, για την κοινωνική διαμαρτυρία και για τα αγαπημένα του τετράποδα. Και η γεύση που μου έμεινε ύστερα από αυτή την απολαυστική κουβέντα ήταν πόσο τυχεροί είμαστε που ορισμένοι καλλιτέχνες εξακολουθούν να πιστεύουν ότι τέχνη και ζωή δεν είναι και τόσο διαφορετικά πράγματα…


­ Μπορεί να έχει θεωρητικούς στόχους η ζωγραφική; Μπορεί να στοχεύει στο να αποδείξει μια θέση;


«Εγώ δεν πίστεψα ποτέ κάτι τέτοιο, ένας ζωγράφος να προσπαθεί να πετύχει κάποιον στόχο. Και αν ακόμη προσπαθεί, μας είναι αδιάφορο. Διότι υπάρχει το έργο, το οποίο συχνά τον διαψεύδει. Ο Σεζάν για παράδειγμα προσπαθούσε να κάνει ζωγραφική όπως αυτή που έβλεπε στα μουσεία. Του άρεσε ο Ντελακρουά. Και βλέπουμε πώς ζωγράφισε τελικά. Δεν μπορείς να το ελέγξεις αυτό. Ο Πικάσο δεν προσπάθησε ποτέ να κάνει κυβισμό. Αγαπούσε τις αφρικανικές μάσκες. Και κάπου του βγήκε έτσι. Το λέει ο ίδιος: «Εγώ δεν πάω τη ζωγραφική, η ζωγραφική με πάει». Είναι μάταιο να προσπαθείς να δώσεις θεωρητικές βάσεις στη ζωγραφική σου. Το βλέπουμε αυτό στον Μαλέβιτς. Είχε μια θεωρητική άποψη. Και τελικά κατέληξε σε ένα τετράγωνο. Και τι έγινε; Και τι με νοιάζει εμένα; Ο Πικάσο πάλι λέει κάπου: «Πολλή φασαρία για ένα τετράγωνο…». Δεν μπορείς να έχεις μια θεωρία και μετά να την εφαρμόσεις στη ζωγραφική. Σε αποβλακώνει αυτό. Ως καλλιτέχνης υποχρεούσαι να παρασύρεσαι. Να αλλάζεις γνώμη…».


­ Η τέχνη συχνά, και ιδιαίτερα στον 20ό αιώνα, έχει χρησιμοποιηθεί ως όχημα διαμαρτυρίας. Πιστεύετε ότι όταν η τέχνη θέτει κοινωνικούς στόχους τούς πετυχαίνει ποτέ;


«Δεν νομίζω ότι τους πετυχαίνει. Κατ’ αρχήν, αναγκάζεται να γίνει εικονογραφική. Σε αυτή την περίπτωση καλύτερα να φωνάζεις παρά να ζωγραφίζεις. Βέβαια ο Γκόγια ήταν διαμαρτυρόμενος καλλιτέχνης. Αλλά ο Γκόγια δεν πέρασε για το μήνυμα, το μήνυμα χάθηκε, πέρασε για τη ζωγραφική του, επειδή ήταν καλός ζωγράφος. Υπήρχαν και άλλοι με μηνύματα αλλά η τέχνη τους ήταν λίγη».


­ Η κοινωνική διαμαρτυρία είναι λοιπόν και αυτή απλώς ένα θέμα, όπως μπορεί να είναι και ένα δέντρο;


«Αυτό είναι το πιο σωστό που είπαμε ως τώρα. Ενα θέμα. Ακριβώς. Τα χειρότερα έργα που έγιναν κατά τη διάρκεια της δικτατορίας ήταν αυτά που διαμαρτύρονταν. Υπάρχουν έργα με δέντρα τα οποία είναι πιο δυνατά ως διαμαρτυρίες από έργα που έχουν γίνει με αυτόν τον στόχο».


­ Τα έργα του Εγκον Σίλε…


«Ο Σίλε, ναι. Ο Σίλε κάνει κοινωνική κριτική. Το εσωτερικό του πρόβλημα είναι η διαμαρτυρία. Αυτό όμως φαίνεται μέσα από την αιχμηρότητα της γραφής. Ο Βαν Γκογκ ήταν επίσης διαμαρτυρόμενος καλλιτέχνης. Εχει σχέση με αυτό που έχεις μέσα σου, όχι με κάποιον στόχο. Ο Ρενουάρ, ας πούμε, δεν ήταν διαμαρτυρόμενος, ήταν όμως μεγάλος καλλιτέχνης. Ο Σεζάν ήταν ερευνητής. Εγώ δεν μπορώ να είμαι ερευνητής. Δεν το έχω μέσα μου. Κάνει βλακείες κανείς με αυτόν τον τρόπο. Αντιγράφει τους άλλους ερευνητές. Κάτι που ισχύει πάρα πολύ εδώ στην Ελλάδα. Το να παριστάνει κανείς τον ερευνητή χωρίς να είναι. Δεν γίνεται αυτό. Πρέπει να είναι η κατασκευή σου τέτοια. Ο Μπραμς δεν ήταν ερευνητής. Ηταν μεγάλος μουσικός αλλά δεν ήταν ερευνητής. Ούτε καν ο Μπετόβεν. Μπορεί να είναι όμως ο Στοκχάουζεν, ο οποίος δεν είναι και τόσο μεγάλος καλλιτέχνης. Ετσι λοιπόν. Ο καθένας ξεκινάει από αυτό που μπορεί να κάνει. Μπορείς να είσαι και θεωρητικός και ζωγράφος μαζί, όμως αυτό που λογαριάζεται είναι το κατά πόσον πετυχαίνεις αυτό που θέλεις».


­ Οταν επιστρατεύει κάποιος την τέχνη του για να πει αν αυτό είναι σωστό ή εκείνο είναι λάθος, δεν κινδυνεύει να γίνει φιλολογικός; Δεν θα ήταν πιο σαφές και πιο αποτελεσματικό να γράψει ένα βιβλίο ή ένα άρθρο σε μια εφημερίδα; Καταλαβαίνετε τι θέλω να πω…


«Βεβαίως καταλαβαίνω…».


­ Γιατί λοιπόν ασχολείστε με τα αδέσποτα σκυλιά;


«Ο πατέρας μου ήταν κυνηγός. Ζούσα πάντα με σκυλιά. Εχω ζωγραφίσει πολλές φορές σκυλιά».


­ Είναι ωραίο το ότι τώρα που το λέτε αυτό κάθεστε ακριβώς κάτω από αυτόν τον πίνακά σας που απεικονίζει έναν σκύλο…



«Ναι… Αυτός ο πίνακας, ας πούμε, δεν είναι πρόσφατος, είναι παλιός. Και εγώ, ως προσωπικότητα, καθώς έχω καταλάβει «κατόπιν εορτής», όπως λέμε, είμαι όλο διαμαρτυρίες. Διαμαρτύρομαι συνέχεια, γκρινιάζω για ετούτο, για εκείνο… Και αγαπώ τρομερά τη φύση, εξ ου και τα παλαιότερα έργα μου με τα κοχύλια. Χωρίς να το συνειδητοποιώ σχεδόν, πολλά από τα έργα μου έχουν μια οικολογική συνείδηση. Τα κοχύλια έλεγαν: «Κοιτάξτε τι ωραία πράγματα είναι αυτά και τα καταστρέφουμε». Εκτός λοιπόν του ότι έχω συνδεθεί πολύ με τα σκυλιά, μου δηλητηρίασαν και τον σκύλο μου, πράγμα το οποίο με έκανε πολύ πιο ευαίσθητο στο πρόβλημα. Δεν αντέχω να δω σκύλο έξω. Μου άρεσε πολύ λοιπόν αυτό ως θέμα. Αλλά όλο αυτό πρέπει να γίνει ζωγραφική. Δεν πρόκειται απλώς για μια διαμαρτυρία για τα σκυλάκια. Αυτό πράγματι θα μπορούσα να το κάνω με άλλον τρόπο. Το αντιμετώπισα σαν πλαστικό πρόβλημα. Η καλύτερη λύση ήταν να παρουσιαστεί σαν ντοκουμέντο. Η ατμόσφαιρα της εγκατάλειψης και της φθοράς. Και αυτή ήταν η πραγματική δυσκολία. Το καταδιωγμένο ζώο πρέπει να δοθεί μέσα από μια ατμόσφαιρα. Και εγώ, έχοντας τόση εμπειρία στη ζωγραφική, τα βρήκα μπαστούνια! Ολο αυτό το πράγμα πρέπει να έχει λόγο ύπαρξης ως ζωγραφική. Δούλεψα ενάμιση χρόνο. Αν ήταν απλώς μια εικονογράφηση της διαμαρτυρίας, θα μπορούσα να τα είχα κάνει σε έναν μήνα. Πρέπει να αισθανθείς και εσύ αυτό που αισθάνομαι εγώ».


­ Δεν πρόκειται δηλαδή για μια φιλανθρωπική ή μάλλον «κυνοφιλική» εκδήλωση;


«Οχι, όχι. Ο άλλος μπορεί να μην ενδιαφέρεται για τα σκυλιά. Πάλι όμως θα δει μια έκθεση. Θα μπει σε έναν χώρο με μια διαφορετική προβληματική, όλα αυτά τα σκυλιά γύρω γύρω θα τον ταράξουν. Θα τον κάνουν να σφιχτεί».


­ Βλέπετε μια «ευρύτητα» στην εικόνα του σκυλιού;


«Ναι. Γιατί έχει συμβιώσει τόσο με τον άνθρωπο. Και υπάρχει και αυτή η ιδέα να σκοτώσουμε όλα τα αδέσποτα εν όψει του 2004. Νομίζεις ότι θέλει πολλά χρήματα για να τα φροντίσουμε; Ας ξοδέψουν λιγότερα όλοι αυτοί οι ακαμάτηδες… Οι δήμοι μπορούν να τα φροντίσουν. Αλλά οι ίδιοι οι δήμοι τα δηλητηριάζουν. Οι δήμαρχοι…».


­ Σοβαρά μιλάτε;


«Οι δήμαρχοι, ναι. Και το δικό μου ο δήμαρχος… Και η Αστυνομία. Ξέρω από πού παίρνουν τις φόλες. Πήγε ένας φίλος στο φαρμακείο και του είπαν: «Εμείς δεν δίνουμε, στην Αστυνομία να πάτε. Αυτοί δίνουν». Εγραψα και στον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο και τον παρακάλεσα να πει κάτι με την επιρροή που έχει. Πλάσματα του Θεού, και τέτοια… Και ξέρετε τι μου απάντησε; Οτι είναι κατώτερα από εμάς. Δεν είπε τίποτε».


­ Σας ευχαριστώ πολύ.


«Είπαμε πολλά… Και εγώ σας ευχαριστώ. Να πω ένα τελευταίο: Αυτή είναι μια αφορμή για συζήτηση. Και για το 2004. Να δείξουμε ότι δεν είμαστε τόσο χάλια όσο λένε…».


Η έκθεση του Δημήτρη Μυταρά με τίτλο «Περιπλάνηση (Τα αδέσποτα σκυλιά)» στην αίθουσα τέχνης Αστρολάβος – Δεξαμενή (Ξανθίππου 11, Δεξαμενή, τηλ. 7294.342) εγκαινιάζεται στις 7 Νοεμβρίου, ώρα 20.00, και θα διαρκέσει ως τις 8 Δεκεμβρίου.