Πιερ Λεμέτρ
Καλή αντάμωση εκεί ψηλά
Μετάφραση Εφη Κορομηλά.
Εκδόσεις Μίνωας, 2014,
σελ. 592, τιμή 20 ευρώ

Πριν από το 2013, όταν απέσπασε το περίβλεπτο βραβείο Goncourt για το μυθιστόρημά του «Καλή αντάμωση εκεί ψηλά» («Au revoir là-haut»), όπουεπισκέπτεται τον A’ Παγκόσμιο Πόλεμο με τρόπο συναρπαστικό και αξιανάγνωστο, o Πιερ Λεμέτρ ήταν ήδη δημοφιλής στη Γαλλία κυρίως λόγω των αστυνομικών του μυθιστορημάτων· μόλις το 2006 κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο, πράγμα που σημαίνει ότι η επιτυχία δεν άργησε καθόλου στην περίπτωσή του.

Ο ίδιος πάντως –«δεν πέρασα άσχημα διδάσκοντας για χρόνια λογοτεχνία» ως καθηγητής, κάθε άλλο, «προετοίμασα πολύ καλά τα τεχνικά εργαλεία της συγγραφής» –εισήλθε κάπως μεγάλος στον χώρο της πεζογραφίας. «Νιώθω ότι εξέδωσα κατευθείαν το δεύτερο βιβλίο μου, ότι απέφυγα το πρώτο που είναι συνήθως αρκετά ψυχολογικό, ίσως και εγωκεντρικό. Δεν σας επιτρέπω όμως να λέτε σήμερα ότι τα 57 είναι μια προχωρημένη ηλικία. Βρίσκομαι πάνω στο άνθος της ζωής μου, είμαι όσο περίπου και ο Ντάνιελ Ντεφόε όταν άρχισε να γράφει τον «Ροβινσώνα Κρούσο»» είπε στο «Βήμα» γελώντας, αυτοσαρκαζόμενος, ο γάλλος συγγραφέας.
«Ο βασικός ήρωάς μου, ο επιθεωρητής Καμίγ, έχει το επίθετο Βερχόφεν ως φόρο τιμής στην ολλανδική ζωγραφική επειδή αναγνωρίζω σ’ αυτήν μια αγωνία για τη λεπτομέρεια, μια προτίμηση για τα πρόσωπα στο παρασκήνιο, μια ακρίβεια και μια αίσθηση της μεταφοράς που εφάπτεται με τις δικές μου λογοτεχνικές προτιμήσεις. Η αστυνομική τριλογία με πρωταγωνιστή τον ίδιο –στην πραγματικότητα είναι τέσσερα τα βιβλία, προς τιμήν του Αλέξανδρου Δουμά, του οποίου «Οι τρεις σωματοφύλακες» ήταν τέσσερις ουσιαστικά –αφηγείται την πορεία της ζωής ενός μικροσκοπικού άντρα (1,45 μ.) μέσα από τις ιστορίες τριών γυναικών: Ειρήνη, Αλεξ και Αννα. Ο Βερχόφεν κοιτάζει τον κόσμο απ’ την ανάποδη και βλέπει σ’ αυτόν πράγματα που οι υπόλοιποι δεν μπορούν να δουν. Είναι μάλλον ένας οργισμένος άνθρωπος όπως εγώ» εξήγησε ο Πιερ Λεμέτρ.

Το αστυνομικό μυθιστόρημα


Η επιλογή του να ασχοληθεί με το συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος ήταν μια «φυσιολογική εξέλιξη», όπως σημείωσε. «Ως αναγνώστης είχα διαβάσει πολλές περιπέτειες και λαϊκά μυθιστορήματα δημοσιευμένα σε συνέχειες. Οταν έγινα συγγραφέας, αποφάσισα να υιοθετήσω, διατηρώντας μια ανάλογη πορεία, το αντίστοιχο είδος όπως εξελίχθηκε στον 20ό αιώνα: το αστυνομικό μυθιστόρημα. Για να είμαι ειλικρινής, αρχικά σκεπτόμουν ότι θα ήταν και ευκολότερο. Αποδείχθηκε όμως πιο περίπλοκο απ’ ό,τι περίμενα. Το αστυνομικό μυθιστόρημα στηρίζεται σε μια τεχνική και σε μηχανισμούς που είναι δύσκολο να συλλάβει κάποιος· εμπεριέχει μάλιστα περισσότερους περιορισμούς σε σχέση με άλλα είδη, είναι ακριβώς ένα διαρκές σλάλομ ανάμεσα σε αυτούς τους περιορισμούς και απαιτεί ευελιξία» υπογράμμισε ο συγγραφέας.
Το μυθιστόρημα «Καλή αντάμωση εκεί ψηλά» –ο τίτλος είναι παρμένος από τα τελευταία λόγια του Ζαν Μπλανσάρ που τουφεκίστηκε για εγκατάλειψη θέσης στις 4 Δεκεμβρίου 1914 –αρχίζει με την «έσχατη εκατόμβη» των χαρακωμάτων στις αρχές Νοεμβρίου του 1918, λίγες ημέρες δηλαδή πριν από το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Πιερ Λεμέτρ παρακολουθεί δύο επιζήσαντες στρατιώτες: τον ταπεινής καταγωγής λογιστή Αλμπέρ Μαγιάρ και τον μεγαλοαστό καλλιτέχνη Εντουάρ Περικούρ (ο δεύτερος μάλιστα διασώζει τον πρώτο ξεθάβοντάς τον) οι οποίοι προσπαθούν να επιβιώσουν (μαζί, όπως εξελίσσονται τα πράγματα) σε μια πατρίδα που τιμά μεν τους νεκρούς της αλλά δεν μπορεί να ανταμείψει αξιοπρεπώς τους ζωντανούς.
Ο συγγραφέας οργανώνει την καλοστημένη και γρήγορη αφήγησή του γύρω από μια (φανταστική) απάτη με τα μνημεία των πεσόντων (που θα μπορούσε να έχει συμβεί) και τις καταχρήσεις δημοσίου χρήματος (που συνέβησαν) οι οποίες προέρχονται, σε μεγάλο βαθμό, από το «Σκάνδαλο των στρατιωτικών εκταφών» που ξέσπασε το 1922. Σε μια τέτοια κυνική επιχείρηση αισχροκέρδειας επί των πτωμάτων –και κυριολεκτούμε απολύτως –εμπλέκεται ο υπολοχαγός Πραντέλ, ένα κάθαρμα ολκής που, μεταξύ άλλων, δεν δίστασε να πυροβολήσει πισώπλατα συμπατριώτες του στο μέτωπο.
«Στην αρχή ήθελα να γράψω ένα αστυνομικό μυθιστόρημα που διαδραματίζεται στα χαρακώματα» είπε ο Πιερ Λεμέτρ, κάτι που δεν αποδείχθηκε και τόσο λειτουργικό. Τόνισε πάντως ότι δεν έγραψε ένα ιστορικό μυθιστόρημα για τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά ένα πικαρικό μυθιστόρημα με την τεχνοτροπία του αστυνομικού μυθιστορήματος. Χρησιμοποίησε απλώς, όπως συμπλήρωσε ο ίδιος, τα δικά του όπλα· και περισσότερη ελευθερία. «Μ’ ενδιέφερε να γράψω για μια περίοδο κρίσης (τη δεκαετία του 1920) και θυμήθηκα ότι το πικαρικό μυθιστόρημα, από τον 16ο αιώνα στην Ισπανία (με τον «Λαθαρίγιο ντε Τόρμες»), ήταν ακριβώς το μυθιστόρημα της κρίσης. Μιλάμε για έναν άνθρωπο που μπροστά στην κοινωνική αδικία αναγκάζεται να γίνει ανέντιμος για να επιβιώσει. Αν είχα σκοπό να γράψω ένα ιστορικό μυθιστόρημα, θα έπρεπε να ήμουν ακριβολόγος –θα έπρεπε λ.χ. να αναφερθώ στην ισπανική γρίπη που αποδεκάτισε τότε την Ευρώπη, αλλά νομίζω ότι η λέξη γρίπη δεν εμφανίζεται καν στο βιβλίο μου» ανέφερε ο Πιερ Λεμέτρ.
Ο «Μεγάλος Πόλεμος»


«Ο «Μεγάλος Πόλεμος» κατέχει ιδιαίτερη θέση στη συλλογική μνήμη των Γάλλων. Αυτός δημιούργησε την Ευρώπη όπως σχεδόν τη γνωρίζουμε σήμερα. Είναι ο τελευταίος παραδοσιακός και ταυτοχρόνως ο πρώτος μοντέρνος πόλεμος (με όπλα μαζικής καταστροφής). Δεν υπάρχει (σχεδόν καμία) γαλλική οικογένεια που να μην την άγγιξε η απώλεια ή ο τραυματισμός κάποιου συγγενούς» συνέχισε ο ίδιος.
Δήλωσε «πολύ χαρούμενος» που ο Πατρίκ Μοντιανό, ένας συγγραφέας που «σέβομαι και θαυμάζω για περισσότερα από 30 χρόνια», βραβεύτηκε εφέτος με το Νομπέλ Λογοτεχνίας. Μήπως όμως τα τελευταία 20 χρόνια η γαλλική λογοτεχνία παρουσιάζει μια κάμψη; «Δεν συμμερίζομαι την άποψή σας. Για μένα αυτή η κάμψη τοποθετείται αρκετά νωρίτερα, στην περίοδο του Νέου Μυθιστορήματος (Nouveau Roman) που, χωρίς να θέλω να γίνω αυστηρός, δεν αντικατοπτρίζει με συνέπεια την ανθρώπινη ύπαρξη στις ημέρες μας. Αντιθέτως, έχω την αίσθηση ότι από τον Μισέλ Ουελμπέκ στη Μαρί Εντιαγί, από τον Ζαν Εσνόζ στον Ζαν-Κριστόφ Ρουφέν και από τον Ολιβιέ Ρολέν στον Μαρκ Ντουγκέν, η γαλλική λογοτεχνία τα πηγαίνει εξαιρετικά την τελευταία εικοσαετία».
Πολιτική ήττα


Τι πιστεύει ο Πιερ Λεμέτρ για την εκρηκτική άνοδο του Εθνικού Μετώπου της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία; Πώς βλέπει ο ίδιος τον σοσιαλιστή πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ; «Πρόκειται για μια πολιτική ήττα αλλά πρωτίστως για μια ηθική και πνευματική τραγωδία. Συνιστά δραματική διαπίστωση η έλλειψη παιδείας –οι περισσότεροι νέοι που δηλώνουν έτοιμοι να ψηφίσουν το Front National έχουν προφανώς υποτυπώδη γνώση της ιστορίας του 20ού αιώνα. Η πολιτική ήττα εκφράζεται από το όλο και μεγαλύτερο χάσμα ανάμεσα στους πολίτες και στους δημοκρατικούς τους αντιπροσώπους.
Στη Γαλλία, αλλά και σε όλη την Ευρώπη, υπάρχει μια κρίση εμπιστοσύνης απέναντι στην παρεμβατική δύναμη της ίδιας της πολιτικής, κάτι που εξωθεί τους ψηφοφόρους να «δοκιμάσουν» κάτι άλλο: αυτό είναι η Ακρα Δεξιά. Προσωπικά όμως πιστεύω ότι οι πολιτικοί έχουν τη δύναμη αλλά δεν τολμούν να την ασκήσουν. Ζούμε μια κρίση πολιτικής ολιγοψυχίας. Είναι απολύτως εφικτό λ.χ. να επιβληθεί ο νόμος στις αγορές και στα χρηματιστήρια. Η μετριότητα πάντως της διακυβέρνησης Ολάντ προφανώς δεν μπορεί να διαχειριστεί τις προκλήσεις».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ