«Τώρα, αναπολώντας τη ζωή μου στην Αφρική,αισθάνομαι ότι μπορεί απόλυτα να περιγραφεί ως η ύπαρξη ενός ανθρώπου που ήρθε από έναν βιαστικό και θορυβώδη κόσμο σε έναν τόπο γαλήνιο». Η συγγραφέας και βαρόνη Κάρεν φον Μπλίξεν (που άρχισε να δημοσιεύει τα κυριότερα έργα της με το ανδρικό καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Ισακ Ντίνεσεν) έζησε στη Μαύρη Ηπειρο επί δεκαεπτά συναπτά έτη- την περίοδο που κορυφωνόταν η αποικιοκρατική δράση των μεγάλων δυνάμεων. Επιπλέον, όσο εκείνη ήταν μακριά από τη γενέτειρά της, το Ρούνγκστεντ της Δανίας, μεσολάβησε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο οποίος έφερε το οριστικό τέλος τεσσάρων αυτοκρατοριών στην Ευρώπη. Το 1913, σε ηλικία 28 ετών, εγκατέλειψε την πατρίδα της προκειμένου να παντρευτεί τον δεύτερο ξάδερφό της, τον σουηδό βαρόνο Μπρορ φον Μπλίξεν-Φίνεκε, και να ξεκινήσει μια καινούργια ζωή στην τότε Βρετανική Ανατολική Αφρικήτη σημερινή Κένυα.

Το βιβλίο της «Πέρα από την Αφρική», που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1937 (γράφτηκε στα αγγλικά και στη συνέχεια μεταφράστηκε στα δανέζικα), είναι ουσιαστικά μια πράξη αγάπης απέναντι σε έναν τόπο και στους ανθρώπους του (αυτόχθονες και μόνο καλόβουλους εποίκους) που τη χάραξαν βαθιά. Η Κάρεν Μπλίξεν, έχοντας επιστρέψει στην πατρίδα της ήδη από το 1931, ανασυνθέτει τις εμπειρίες της με νοσταλγία και μια βουβή μελαγχολία, καταθέτοντας μια πολύτιμη μαρτυρία ζωής για έναν ακόμη χαμένο παράδεισο στο μεταίχμιο ενός κόσμου που αλλάζει.

Η συγγραφέας, πνεύμα προοδευτικό και σε πολύ μεγάλο βαθμό αμόλυντο από τις ρατσιστικές αντιλήψεις της εποχής του, βυθίζει το λυρικό της βλέμμα στο πρόσφατο (τότε) παρελθόν της και με την περίεργη δύναμη που χαρίζει η απώλεια αναβιώνει το πλέγμα των σχέσεων που δημιούργησε εκεί με τους «ανθρώπους της», τα ζώα και τη φύση, ξαναζώντας έτσι μέσω της γραφής την «άλλη» της ζωή στην Αφρική που «από όλες τις ηπείρους, θα σου μάθει ότι ο Θεός και ο Διάβολος είναι ένα,το συναιώνιο μεγαλείο. Οχι δύο αυθύπαρκτοι, αλλά ένας αυθύπαρκτος Θεός».
«Είχα ένα αγρόκτημα στην Αφρική, στους πρόποδες των λόφων Νγκονγκ», γράφει η Μπλίξεν- 16 χλμ. νοτιοδυτικά και 300 μέτρα ψηλότερα από την ηλιοκαμένη πρωτεύουσα, το Ναϊρόμπι.

Το 1917, εξαιτίας του Μεγάλου Πολέμου, οι τιμές του καφέ είχαν ανέβει και ο σύζυγός της, ο οποίος αρχικά είχε σκοπό να στήσει μια γαλακτοκομική επιχείρηση βοοειδών αλλά στην πορεία έριξε το επιχειρηματικό του βάρος στην καλλιέργεια καφεόδεντρων, αποφάσισε να επενδύσει αγοράζοντας τη γη όπου βρισκόταν η εμβληματική αγροικία που περιγράφει η συγγραφέας στο βιβλίο.

Γύρω από αυτήν, πρακτικά αλλά και συμβολικά, αρχίζει να αναπτύσσει η ίδια μια σχέση εμπιστοσύνης και άφοβου συγχρωτισμού με τους ιθαγενείς κολίγους που βρίσκονται στη δούλεψή της, τους γηγενείς εργάτες της φυλής Κικούγιου, οι οποίοι απέκτησαν το δικαίωμα να μένουν στις ακαλλιέργητες αυτές εκτάσεις (που τους υπεξαίρεσαν οι βρετανοί αποικιοκράτες) με αντάλλαγμα τον παραγωγικό τους μόχθο. Η αντισυμβατική βαρόνη όμως, που μας μεταφέρει τις συνήθειες των μαχητών Μασάι αλλά και των «αριστοκρατών» Σομαλών, δεν τους έβλεπε μόνο σαν τα σκληρά χέρια που της διεκπεραίωναν τις δουλειές, καθώς «οι ιθαγενείς ήταν η Αφρική με σάρκα και οστά».
Τα πρώιμα αυτά απομνημονεύματα διαρθρώνονται σε πέντε κεφάλαια που τα χαρακτηρίζουν η χαλαρή πλοκή και η αδιαφορία για την οποιαδήποτε χρονική αλληλουχία. Η Μπλίξεν, που σπούδασε ζωγραφική στην Κοπεγχάγη, τη Ρώμη και το Παρίσι, ανακλά με επιδεξιότητα (γνώρισμα και της μεταφράστριας, βεβαίως) τα παλλόμενα περιγράμματα τόπων και ανθρωπίνων χαρακτήρων, καθώς και τους ρυθμούς μιας ζωής που έζησε σε έναν τόπο ηρεμίας και δημιουργικής αταξίας.

«Στην καρδιά του αφρικανικού δάσους υπάρχει ένας κούκος που τραγουδά τις πιο ζεστές μέρες.Και το τραγούδι του είναι,θαρρείς,ο ηχηρός χτύπος της καρδιάς του κόσμου».

Κάπως έτσι,ακολουθούμε τη συγγραφέα στις περιπλανήσεις της στα πυκνόφυτα δάση και στις αχανείς αφρικανικές στέπες μέρα και νύχτα,με ήλιο και βροχή,στις δουλειές της μαζί με την παρέα του έμπιστου οικονόμου και μεταφραστή των σουαχίλι Φαράχ Αντεν ή του βραχύσωμου και ιδιότροπου νεαρού Καμάντε.Παρακολουθούμε επίσης το μεγάλωμα και την απελευθέρωση μιας νεαρής αντιλόπης,τα νυχτερινά σαφάρι,αλλά και ένα ατύχημα μεταξύ των κολίγων του αγροκτήματος που έχει ως συνέπεια η Μπλίξεν να ασχοληθεί με τις έννοιες της δικαιοσύνης και της τιμωρίας, με τους όρους των ιθαγενών.

Διάσημη και επιτυχημένη (επτά Οσκαρ) είναι η κινηματογραφική ταινία του 1985 «Πέρα από την Αφρική»,σε σκηνοθεσία Σίντνεϊ Πόλακ και με πρωταγωνιστές τους Μέριλ Στριπ και Ρόμπερτ Ρέντφορντ.Ο τελευταίος ενσαρκώνει τον Ντένις Φιντς-Χάτον,με τον οποίο στην πραγματικότητα η Κάρεν Μπλίξεν είχε αναπτύξει ερωτική σχέση μετά τον χωρισμό με τον σύζυγό της,ο οποίος ήταν πότης και την απατούσε.Η ταινία,γυρισμένη με καλλιτεχνική «αφορμή» το βιβλίο και ορισμένες βιογραφικές αναφορές της Κάρεν Μπλίξεν,είναι περισσότερο μια καλογυρισμένη χολιγουντιανή ιστορία αγάπης και λιγότερο πιστή μεταφορά του βιβλίου- κάτι που άλλωστε θα ήταν ένα δύσκολο εγχείρημα.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ