Εμβρόντητος ο πλανήτης παρακολουθεί τον εμπορικό πόλεμο κατά πάντων – πλην της Ρωσίας – τον οποίο εξαπέλυσε ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ. Ωστόσο, πίσω από το οικονομικό δόγμα του Τραμπ, που συμπυκνώνεται στην επιβολή δασμών στα προϊόντα που εισάγονται στις ΗΠΑ, υπάρχει και ένα διεθνές ισχυρό συντηρητικό ιδεολογικό ρεύμα με τρεις διαφορετικές εκφάνσεις, το οποίο τον στηρίζει.
Είναι το ρεύμα που ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν συνόψισε με τη φράση «η Διεθνής των Αντιδραστικών». Εμπρηστικοί και φανατισμένοι, οι εκφραστές αυτού του ρεύματος δεν διστάζουν να καταφύγουν ακόμη και στον ανορθολογισμό, και ας πρόκειται για επιστημονικώς αποδεδειγμένα φαινόμενα, όπως η κλιματική αλλαγή.
Η χριστιανική Δεξιά, η πρώτη από τις τρεις εκφάνσεις της Διεθνούς των Αντιδραστικών, είτε αμφισβητεί ευθέως την κλιματική αλλαγή είτε είναι εξαιρετικά επιφυλακτική απέναντί της. Ευαγγελικοί, νεο-προτεστάντες που ισχυρίζονται ότι ακολουθούν κατά γράμμα τη Βίβλο, συγκροτούν τη χριστιανική Δεξιά, μαζί με «φονταμενταλιστές» καθολικούς, όπως ο αμερικανός αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς, ο οποίος απορρίπτει τον καθολικισμό του Πάπα Φραγκίσκου που αγκαλιάζει την οικολογία, τους φτωχούς και τους μετανάστες. Η χριστιανική Δεξιά τάσσεται κατά του δικαιώματος των γυναικών στην άμβλωση, κατά της ευθανασίας, κατά των εμβολίων, κατά του φεμινισμού και κατά των ομοφυλοφίλων, ενώ ομνύει στην παραγωγικότητα του καπιταλισμού.
Ο Στιβ Μπάνον, ακροδεξιός σύμβουλος του Τραμπ κατά τη διάρκεια της πρώτης του προεδρικής θητείας, καταδικασθείς για απάτες, εντάσσεται επίσης σε αυτό το ρεύμα. Οπως επισημαίνει στη γαλλική εφημερίδα «Le Monde» ο Ολιβιέ Ρουά, καθηγητής στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο της Φλωρεντίας, η χριστιανική, ανελεύθερη Δεξιά απορρίπτει τις αρχές του Διαφωτισμού και νοσταλγεί την επαναφορά της παλαιάς τάξης πραγμάτων, στην οποία η οικογένεια είχε πρωτεύοντα ρόλο στην κοινωνία και όπου και η πολιτική χαρασσόταν με πυγμή από έναν ισχυρό ηγέτη.
Υπό αυτή την έννοια, αυτοί οι καθολικοί συγκλίνουν περισσότερο με τις αυταρχικές απόψεις του ορθόδοξου Πατριάρχη Κυρίλλου της Μόσχας, ο οποίος έχει ευχηθεί στον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν να κυβερνά τη Ρωσία μέχρι τον θάνατό του.
Ο εθνολαϊκισμός, ο λαϊκισμός των ταυτοτήτων, είναι το δεύτερο ρεύμα της Διεθνούς των Αντιδραστικών. Πρόκειται για ρεύμα που επικρατεί κυρίως στην Ευρώπη και το οποίο εκφράζουν η ηγέτις της γαλλικής Ακροδεξιάς Μαρίν Λεπέν, ο ακροδεξιός φιλορώσος πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Βίκτορ Ορμπαν και ως έναν βαθμό η πρωθυπουργός της Ιταλίας Τζόρτζια Μελόνι. Το μότο τους είναι η διατήρηση των προνομίων του παρελθόντος.
Στο όνομα του πολέμου κατά της ιδεολογίας woke, η Διεθνής των Αντιδραστικών καταγγέλλει τα πάντα: από τις σπουδές φύλου μέχρι την κριτική στην αποικιοκρατία και κυρίως τα πανεπιστήμια, τα οποία θεωρεί φυτώρια woke κουλτούρας.
Το λαϊκιστικό αυτό ρεύμα βρίσκει απήχηση στις χαμηλές και μεσαίες κοινωνικές τάξεις αλλά και σε ένα τμήμα των ελίτ, οι οποίες θέλουν να πάρουν την εκδίκησή τους για «τη διαχρονική πολιτισμική ηγεμονία της Αριστεράς». Αυτές οι ελίτ, σύμφωνα με τον Ολιβιέ Ρουά, επικαλούνται τις αξίες του χριστιανισμού ως ταυτοτικό χαρακτηριστικό της Δύσης, στο πλαίσιο ενός «ρητορικού τεχνάσματος», μιας μεταφοράς, για να υπερασπιστούν τη Δύση έναντι των μουσουλμάνων και του Ισλάμ, το οποίο θεωρούν μεσαιωνικό.
Η τρίτη «φυλή» της Διεθνούς των Αντιδραστικών είναι οι «τεχνοελευθεριακοί», πρώην «σπασίσκλες» της Σίλικον Βάλεϊ που σήμερα είναι δισεκατομμυριούχοι επιχειρηματίες, ηγούνται τεχνολογικών κολοσσών, πιστεύουν ότι η τεχνολογία μόνο απελευθερώνει και δεν είναι απαραίτητο να συμβαδίζει με τη δημοκρατία. Στους πιο γνωστούς εκφραστές αυτής της τάσης είναι ο Ιλον Μασκ, ο πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου και σύμβουλος του προέδρου Τραμπ, στον οποίο ο αμερικανός πρόεδρος έχει αναθέσει τον περιορισμό του ομοσπονδιακού κράτους, αλλά και ο δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας Πίτερ Τίελ, στον οποίο οφείλει την ανάδειξή του στην πολιτική ο αμερικανός αντιπρόεδρος Βανς.
Οι «τεχνοελευθεριακοί» εκφράζουν τον ελιτισμό της ψηφιακής τεχνολογίας, απορρίπτουν τον «μύθο της διαφορετικότητας» και εμπνέονται από τα βιβλία φαντασίας του Τόλκιν. Η ατομική ελευθερία δεν είναι συμβατή με τη δημοκρατία, ισχυρίζεται ο Πίτερ Τίελ, ο οποίος, όπως οι περισσότεροι «τεχνοελευθεριακοί», φοίτησε σε ονομαστά πανεπιστήμια της Δυτικής Ακτής των ΗΠΑ, όπως το Στάνφροντ, στη δεκαετία του 1990 και απέκτησε τα ιδεολογικά του όπλα καταγγέλλοντας την πολιτική ορθότητα.
Οι «τεχνοελευθεριακοί» προσβλέπουν σε μια κυβέρνηση των αρίστων, δεν είναι λαϊκιστές αλλά ελιτιστές. Παραδέχονται επίσης ότι τους διακρίνει μια ροπή στην ευγονική, «είναι νεοδαρβινιστές που θεωρούν ότι ενσαρκώνουν μια νέα φυλή γιγάντων» όπως αναφέρει στον «Μonde» o δοκιμιογράφος Γκι Σορμάν.
Η αποστολή των «τεχνοελευθεριακών» είναι να οργανώσουν μια ελίτ ιδιοφυών λευκών ανθρώπων, οι οποίοι θα ζουν σε κλειστές κοινότητες – ακόμη και σε μπούνκερ – περιμένοντας να ταξιδέψουν στον πλανήτη Αρη. Την άποψη αυτή συμμερίζεται και η Μπρουκ Χάρινγκτον, καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Ντάρτμουθ, η οποία σε πρόσφατη συνέντευξή της στο «Βήμα», αναφερόμενη στους ολιγάρχες της τεχνολογίας, τους αποκαλούμενους «broligarchs», σχολίασε ότι δεν έχουν καμία επαφή με την πραγματικότητα, ότι η αντίληψή τους για τον κόσμο προέρχεται από την επιστημονική φαντασία και τα κόμικς και ότι ζουν σε έναν κόσμο τεχνητό, στον οποίο οι γυναίκες είναι κυρίως αναπαραγωγικά όργανα.
Ο κοινός παρονομαστής των τριών αυτών ιδεολογικών τάσεων είναι η αντιπάθεια προς τη woke κουλτούρα, προς οτιδήποτε μπορεί να θεωρηθεί «προοδευτικό». Στο όνομα του πολέμου κατά της ιδεολογίας woke, η Διεθνής των Αντιδραστικών καταγγέλλει τα πάντα: από τις σπουδές φύλου μέχρι την κριτική στην αποικιοκρατία και κυρίως τα πανεπιστήμια τα οποία θεωρεί φυτώρια woke κουλτούρας. Γι’ αυτό και ο Τζέι Ντι Βανς, παρότι ο ίδιος είναι απόφοιτος του Γέιλ, δήλωσε ότι τα πανεπιστήμια είναι οι εχθροί, άρα και οι καθηγητές είναι οι εχθροί.
Η αμερικανική κυβέρνηση εφαρμόζει στην πράξη αυτή την πεποίθηση: «πάγωσε» επιδοτήσεις ύψους 400 εκατ. δολαρίων προς το Πανεπιστήμιο Κολούμπια στον τομέα της ιατρικής έρευνας. Το ονομαστό πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης αποδέχτηκε επίσης το αίτημα της κυβέρνησης Τραμπ να εγκατασταθούν στο κάμπους του πράκτορες επιφορτισμένοι με τη διατήρηση της τάξης προκειμένου να ελέγχουν τις διαμαρτυρίες και τις διαδηλώσεις των φοιτητών. Υπενθυμίζεται ότι πριν από έναν χρόνο οι φοιτητές του Κολούμπια είχαν πρωτοστατήσει στις διαδηλώσεις υπέρ της ειρήνης στη Μέση Ανατολή.
