Βίαιη τροπή έχει λάβει στη Σερβία η αντιπαράθεση της κυβέρνησης του Αλεξάνταρ Βούτσιτς με το φοιτητικό κίνημα που σχηματίστηκε στον απόηχο της σιδηροδρομικής τραγωδίας με 16 νεκρούς στο Νόβισαντ, τον περασμένο Νοέμβριο. Η αστυνομία διέλυσε μπλόκα σε 27 πόλεις, όμως οι φοιτητές ξανασχηματίζουν οδοφράγματα απροειδοποίητα.
Το κίνημα απαίτησε προκήρυξη βουλευτικών εκλογών, δίνοντας «διορία» στον πρόεδρο Βούτσιτς να διαλύσει τη Βουλή ως το τέλος Ιουνίου. O σέρβος πρόεδρος απάντησε προκλητικά ότι η αναμέτρηση θα μπορούσε να αρχίσει και πριν από την παρέλευση της διορίας, ωστόσο οι διαδηλωτές περίμεναν υπομονετικά την παρέλευση του συμβολικού χρονικού ορίου για να γεμίσουν τους δρόμους με περισσότερα από 140.000 άτομα. Υστερα μάλιστα από την προφυλάκιση οκτώ φοιτητών, το κίνημα αποφάσισε τον αποκλεισμό οδικών αρτηριών, ο οποίος χαρακτηρίστηκε από τον πρόεδρο Βούτσιτς «τρομοκρατική ενέργεια».
Τρεις ιδιαιτερότητες
Πώς κατάφερε το φοιτητικό κίνημα να υπονομεύσει ένα 12ετές καθεστώς; «Υπάρχουν τρία πρωτότυπα χαρακτηριστικά» εξηγεί στο «Βήμα» ο Ντάβορ Τζάλτο, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης με ειδίκευση στην Πολιτική Φιλοσοφία. «Πρώτον, ο οριζόντιος χαρακτήρας της λήψης αποφάσεων χωρίς αρχηγούς. Βασική μονάδα είναι η ολομέλεια των φοιτητών (plenum). Το “plenum” κάθε σχολής, όντας σε διαρκή επικοινωνία με τα υπόλοιπα “plena”, επιφορτίζει μέλη με σχηματισμό ομάδων εργασίας, μιντιακή εκπροσώπηση, προετοιμασία κινητοποιήσεων.
Η αποκεντρωμένη διαβούλευση πατάει στη γιουγκοσλαβική αυτοδιαχείριση (1970), τον αναρχοσυνδικαλισμό, ή παλαιότερα, στις σερβικές κοινότητες, πλην επικαιροποιείται με χρήση μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Δεύτερον, η μη συνεργασία με κοινοβουλευτικά κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία είναι απαξιωμένα λόγω de facto συνεργασίας με το καθεστώς. Τρίτον, η κερδισμένη αξιοπιστία κατέστησε τους νέους μπροστάρηδες ενός ολόκληρου λαού, ο οποίος οργανώνεται τοπικά και παρεμβαίνει μαζικά».
Στη βαθύτερη αιτία
Πώς αποτελούν οι νέοι την πρωτοπορία του λαού; Ο Ζόραν Γιοβάνοβιτς, υποψήφιος διδάκτωρ Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Βελιγραδίου, μιλάει στο «Βήμα» για τη γενιά 15-25 ετών. «Μετά την κατάρρευση της στέγης του σιδηροδρομικού σταθμού στο Νόβισαντ, οι νέοι στόχευσαν στη βαθύτερη αιτία: την πανταχού παρούσα διαφθορά. Τα αιτήματα είναι κοινωνικά ή νομικά και εν συνεχεία πολιτικά, λ.χ. δημοσίευση εγγράφων σχετικών με την ανακαίνιση στο Νόβισαντ, έρευνα παρατυπιών στη συμπεριφορά του προέδρου.
Η μη κομματικοποιημένη έμφαση στη νομιμότητα έφερε στους δρόμους τους “παθητικούς πολίτες”, το 50%-60% που δεν ψηφίζει. Από το “plenum” της φοιτητικής ολομέλειας, η τοπική αυτοοργάνωση μεταφέρθηκε σε κάθε επαρχιακή πόλη, κωμόπολη και χωριό. Το “δεν ανακατεύομαι στην πολιτική, επειδή έχω παιδιά” έγινε “ανακατεύομαι στην πολιτική, επειδή ακολουθώ τα παιδιά μου”. Ηλικιωμένοι επαρχιώτες που ενημερώνονταν από την καθεστωτική τηλεόραση υποδέχονταν στις πλατείες εμάς, τους φοιτητές των σόσιαλ μίντια, για να ενημερωθούν. Μας κερνούσαν τοπικά παραδοσιακά φαγητά, όπως στα εξεγερσιακά πανηγύρια του 19ου αιώνα. Για να εκφράσουν τιμή προς τους νέους, μας φίλαγαν τα χέρια, σαν να ήμασταν παπάδες».
«Είναι η πρώτη γενιά που γεννήθηκε εντός της Σερβίας μετά το 2000», συνεχίζει ο Γιοβάνοβιτς, «και δεν έχει ως αναφορά τον γιουγκοσλαβικό διεθνισμό. Εχει περάσει τα μισά χρόνια της βλέποντας ένα μόνο πρόσωπο στην τηλεόραση, τον πρόεδρο Βούτσιτς, με αποτέλεσμα να στρέφεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ξέρει ότι τίποτα δεν θα χαριστεί. Η έμφαση είναι στην εντοπιότητα και τη νομιμότητα.
Το κίνημα ξεκίνησε ως διαμαρτυρία για τη διαφθορά, εξελίχθηκε ως αλληλεγγύη στους συλληφθέντες συμφοιτητές, ως καταλήψεις πανεπιστημίων και ως πορείες μεταξύ πόλεων (Κράγκουγεβατς, Ναϊσού, Βελιγραδίου και Νόβισαντ) που ένωσαν πρωτεύουσα και επαρχία, αστικά κέντρα και χωριά. Σημαντική η αποφασιστικότητα των νέων να εμμένουν στην κατάληψη χώρων παρά τις βροχές, τον καύσωνα και τα δακρυγόνα».
Το μεγάλο «αν»
Η Γέλενα, αριστούχος φοιτήτρια Νομικής, μιλάει στο «Βήμα» για το μέλλον των διαδηλώσεων. «Στο τελευταίο κύμα, το καθεστώς απάντησε με συλλήψεις και ξυλοδαρμούς, με πρόσχημα την υπεράσπιση της συνταγματικής τάξης. Ο αυταρχισμός προκαλεί εντατικοποίηση των διαδηλώσεων. Το κρίσιμο θα είναι η αντίδραση του στρατού και της αστυνομίας. Αν μια κρίσιμη μάζα στρατιωτών και αστυνομικών ταχθεί με τον λαό, το καθεστώς δεν θα αντέξει». Μας περιγράφει πώς φοβήθηκε για τη ζωή της όταν χρησιμοποιήθηκε το «ηχητικό κανόνι» (Συσκευή Ακουστικής Μεγάλης Εμβέλειας) και δηλώνει ότι θα θυσίαζε ένα-δυο χρόνια από τις σπουδές προκειμένου να πετύχει η «επανάσταση της σοβαρότητας».
Ο 55χρονος Πρέντραγκ είναι φιλελεύθερος παλαίμαχος των διαδηλώσεων του 1996 και του 2000 που ανέτρεψαν το καθεστώς Μιλόσεβιτς. Συγκρίνει τα σημερινά νιάτα με τα δικά του: «Τα δικά μας συνθήματα ήταν σε λατινικό αλφάβητο, ενώ τα τωρινά στο κυριλλικό. Οσοι επιθυμούμε ένα ευρωπαϊκό κράτος δικαίου συμμετέχουμε στις πορείες. Είναι όμως δύσκολο να κρατήσει κανείς μια σημαία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ενώ είναι εύκολο να προτάξει ένα πανό για το Κόσοβο ή να περιφέρει μια βυζαντινή εικόνα. Το νεανικό κίνημα μοιάζει με έναν “Μάη του ’68 της συντήρησης”, αλλά βασίζεται στη διεκδίκηση νεωτερικών δικαιωμάτων. Οι φοιτητές απέφυγαν οποιοδήποτε πολιτικό πρόταγμα διχάζει. Τώρα βρισκόμαστε στην καμπή της ανάγκης για θετική πρόταση. Το κίνημα του Νόβισαντ δεν είναι “έγχρωμη επανάσταση”, όπως το παρουσιάζει ο πρόεδρος Βούτσιτς, διεκδικώντας την υποστήριξη των Ρώσων. Είναι πολύ περισσότερο τα “σερβικά Τέμπη”, αλλά με νομοταγείς νέους αντί για χαροκαμένες μάνες».
Υπάρχει κοινοβουλευτική διέξοδος; Ο Ντάβορ Τζάλτο διατυπώνει πολυσυζητημένες προτάσεις: «Σκοπός είναι η δημιουργία πλατφόρμας για ορισμό μεταβατικής κυβέρνησης που θα διενεργήσει δίκαιες εκλογές. Σχηματίζονται λίστες πολιτών, οι οποίοι δεν εξαρτώνται από υπάρχοντα κόμματα, διαθέτουν ηθικό κύρος, προέρχονται από όλα τα στρώματα και θα μπορούσαν να συμμετάσχουν σε μια μεταβατική διαδικασία. Μια διαφορετική περίπτωση θα ήταν η δημιουργία ενός νέου κόμματος που θα εξέφραζε το κίνημα. Οι πιο τολμηροί οραματίζονται αλλαγή συστήματος».
Η γεωπολιτική
Εκτός του δύσκολου ζητούμενου των δίκαιων αντιπροσωπευτικών εκλογών, υπάρχουν γεωπολιτικές περιπλοκές. Η κυβέρνηση Βούτσιτς ασκεί «πολυπολική» εξωτερική πολιτική με χρήσιμες πολλαπλές εξαρτήσεις. Αρνείται τις κυρώσεις στη Ρωσία παρά την ευρωπαϊκή υποψηφιότητα της Σερβίας. Προσελκύει κινεζικές επενδύσεις· άλλωστε η μοιραία ανακαίνιση στο Νόβισαντ συνδεόταν με τους νέους κινεζικούς δρόμους των Βαλκανίων.
Ταυτοχρόνως, είναι χρήσιμη για τη Δύση, καθώς με το πατριωτικό ιδεολογικό της στίγμα μπορεί και ελέγχει εθνικιστικές ομάδες της Σερβίας που θα αντιδρούσαν σε διευθετήσεις ζητημάτων ως προς το Κόσοβο. Το υπέδαφος της Σερβίας προσελκύει γερμανικές επιχειρήσεις και η αγορά ακινήτων άραβες επενδυτές, αλλά και την οικογένεια Τραμπ. Το φοιτητικό κίνημα καλείται να εφεύρει δύσκολες κοινοβουλευτικές διεξόδους αλλά και να αντιπαλέψει το γεγονός ότι μια αυταρχική στο εσωτερικό και πολλαπλώς συνεργάσιμη στο εξωτερικό κυβέρνηση διατηρεί ακόμη τη χρησιμότητά της.
