Η κλιματική κρίση δεν φθάνει ως την κάλπη

Ερευνα του ΕΚΚΕ δείχνει ότι οι πολιτικές επιλογές των Ελλήνων δεν καθορίζονται από τα προβλήματα του περιβάλλοντος - Σχεδόν τα μισά νοικοκυριά δεν μπορούν να ζεσταθούν τον χειμώνα και να δροσιστούν το καλοκαίρι

Η κλιματική κρίση δεν φθάνει ως την κάλπη

Στην Ελλάδα του 2025 οι μισοί πολίτες δηλώνουν ότι δεν μπορούν να θερμάνουν τα σπίτια τους τον χειμώνα ή να τα δροσίσουν επαρκώς το καλοκαίρι. Η κλιματική κρίση, συνδυασμένη με την οικονομική δυσπραγία, όπως δείχνει νέα έρευνα γνώμης του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (EKKE), δοκιμάζει την καθημερινότητα των Ελλήνων.

Παράλληλα, η εμπιστοσύνη στους κρατικούς θεσμούς που καλούνται να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της υπερθέρμανσης του πλανήτη καταρρέει. Ετσι, η πράσινη μετάβαση χάνει τους υποστηρικτές της μέσα σε ένα κλίμα οικονομικής ανασφάλειας και δεν επηρεάζει την εκλογική συμπεριφορά των πολιτών.

Πέντε χρόνια μετά την πρώτη πανελλαδική έρευνα του ΕΚΚΕ «CLIMPACT Ι» (2020), τα νέα ευρήματα του έργου «CLIMPACT ΙΙ» (2025) αποτυπώνουν μια ελληνική κοινωνία πιο εκτεθειμένη, πιο ευάλωτη, αλλά όχι απαραίτητα πιο συνειδητοποιημένη. Παρά την ενεργειακή κρίση και τις αλλεπάλληλες φυσικές καταστροφές (πυρκαγιές, πλημμύρες) που μεσολάβησαν την πενταετία 2020-2025, η κλιματική αλλαγή εξακολουθεί να μη συγκαταλέγεται, για την πλειονότητα των πολιτών, στα κορυφαία προβλήματα της χώρας.

Σε δεύτερη μοίρα

Μόλις 14% των ερωτηθέντων την τοποθετεί ανάμεσα στα τρία σημαντικότερα ζητήματα, αν και το 82% αναγνωρίζει ότι πρόκειται για φαινόμενο ανθρωπογενούς προέλευσης. Το 17,8% θεωρεί την κλιματική αλλαγή λιγότερο επείγον θέμα από όσο συνήθως παρουσιάζεται, ενώ ένα μικρό, αλλά όχι αμελητέο 6% (ποσοστό αμετάβλητο από το 2020) εξακολουθεί να αμφισβητεί τις υφιστάμενες κλιματικές μεταβολές ή τις προσεγγίζει ως φυσικό φαινόμενο.

Η νέα έρευνα – με επιστημονικό υπεύθυνο τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Νίκο Δεμερτζή και επιστημονικούς συνεργάτες τη Λυδία Αβράμη και τους Οθωνα Καμινιάρη και Νικόλα Κληρονόμο – πραγματοποιήθηκε το πρώτο τρίμηνο του 2025 σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 1.386 ατόμων με στόχο να σκιαγραφήσει τις αλλαγές στη στάση και τις αντιλήψεις των Ελλήνων για την κλιματική αλλαγή συγκριτικά με το 2020 («CLIMPACT Ι»).

Οπως προέκυψε, το 2025 σχεδόν οι μισοί πολίτες δηλώνουν ότι δεν μπορούν να θερμάνουν (45,8%) ή να δροσίσουν (49,2%) επαρκώς την κατοικία τους, αύξηση εκρηκτική σε σχέση με το 2020 (30,4% και 27% αντίστοιχα), που μεταφράζεται σε άνοιγμα της «ψαλίδας» των ανισοτήτων μεταξύ των πολιτών χαμηλού και υψηλού εισοδήματος απέναντι στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.

Η ενεργειακή ένδεια, όπως προκύπτει από τα δεδομένα της Eurostat και των ερευνών του ΕΚΚΕ, δεν αποτελεί συγκυριακό φαινόμενο της οικονομικής κρίσης της δεκαετίας του 2010 και της ενεργειακής κρίσης των ετών 2021-2023. Παρά τις επιδοματικές πολιτικές που απορρόφησαν μέρος του ενεργειακού κόστους, η πλειονότητα των νοικοκυριών παραμένει ανοχύρωτη απέναντι στις αυξανόμενες ανάγκες θέρμανσης και δροσισμού λόγω των κλιματικών μεταβολών.

Παρ’ όλα αυτά, είναι αξιοσημείωτο ότι ένας στους τρεις εξακολουθεί να θεωρεί ότι υφίσταται «λίγο» ή «καθόλου» τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, καθώς συνδέει την αδυναμία κάλυψης του ενεργειακού κόστους με την άνοδο των τιμών της κιλοβατώρας και όχι με την αύξηση των αναγκών για θέρμανση και δροσισμό λόγω ακραίων καιρικών φαινομένων.

Πάντως, η πλειονότητα των πολιτών αναγνωρίζει τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στην καθημερινότητά του. Επίσης, παραμένει κυρίαρχη η αντίληψη περί υπαιτιότητας των επιχειρήσεων και της βιομηχανίας αλλά και των κρατών που παραβιάζουν τις διεθνείς συμφωνίες για την κλιματική αλλαγή (67% και 62,2% αντίστοιχα).

Αντιθέτως, η αναγνώριση της ατομικής ευθύνης έχει μειωθεί σημαντικά (27% το 2025 έναντι 41,3% το 2020), αν και περισσότεροι από τους μισούς δηλώνουν πρόθυμοι να διαθέσουν μέρος του εισοδήματός τους για περιβαλλοντικούς σκοπούς, εφόσον όμως υπάρχει διαφάνεια ως προς τη χρήση των πόρων.

Η πλειονότητα (81%) θεωρεί ότι το κράτος οφείλει να μειώσει τη ρύπανση χωρίς οικονομικό κόστος για τους ίδιους. Η στάση τους συνδέεται με το περιορισμένο διαθέσιμο εισόδημα, αλλά και με τη διάχυτη δυσπιστία απέναντι στους θεσμούς, δεδομένου ότι οι πόροι από «πράσινους φόρους» χρησιμοποιήθηκαν στο παρελθόν για δημοσιονομικές ανάγκες και όχι για περιβαλλοντικούς σκοπούς. Μόνο το 37,4% συμφωνεί να επωμισθεί πρόσθετη φορολογία για το περιβάλλον.

Καχυποψία

Η δυσπιστία των πολιτών έχει σαφές πολιτικό αποτύπωμα. Οι ψηφοφόροι που βιώνουν ενεργειακή ανασφάλεια δεν πείθονται από τις υποσχέσεις για «δίκαιη μετάβαση». Τα μέτρα μετριασμού της κλιματικής αλλαγής (απολιγνιτοποίηση, αύξηση παραγωγής πράσινης ενέργειας κ.λπ.) συνεχίζουν να διχάζουν την κοινή γνώμη, ενώ καταγράφεται και σαφής κάμψη της υποστήριξης των πολιτικών αυτών μεταξύ 2020 και 2025.

Μικρότερο είναι το ποσοστό εκείνων που υποστηρίζουν την απόσυρση αυτοκινήτων με κινητήρες πετρελαίου / βενζίνης (32,3% το 2025 έναντι 58,3% το 2020), την απαγόρευση πλαστικών μίας χρήσης (69% έναντι 85,1%), την απολιγνιτοποίηση (47,7% έναντι 61%) καθώς και την αύξηση της παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (41,4% έναντι 50,4%).

Η ελληνική κοινωνία εξακολουθεί να ιεραρχεί τα οικονομικά προβλήματα ως τα σημαντικότερα. Για τους περισσότερους, η περιβαλλοντική συνείδηση και το ενδιαφέρον για την κλιματική αλλαγή δεν αποτελούν καθοριστικά κριτήρια για τις πολιτικές τους επιλογές, όπως αυτές αποτυπώνονται στην εκλογική τους συμπεριφορά.

Τουλάχιστον οι μισοί εκ των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι το ενδιαφέρον για την κλιματική αλλαγή επηρεάζει λίγο έως καθόλου την ψήφο τους υπέρ ενός κόμματος στις εκλογές, στάση που αποτυπώνει την αποστασιοποίηση της κοινής γνώμης από τα ζητήματα της πράσινης μετάβασης.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version