Η Ελλάδα επανήλθε στην κανονικότητα. Κατέκτησε για το Δημόσιο την επενδυτική βαθμίδα. Πετυχαίνει ραγδαία πτώση του δημόσιου χρέους. Τα επιτόκια των κρατικών ομολόγων είναι χαμηλότερα από τα αντίστοιχα των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ιταλίας και της Γαλλίας.
Η ανεργία έπεσε κάτω από το 8% και η μαύρη οικονομία μειώθηκε στο 15%. Οι τράπεζες απαλλάχθηκαν από τα κόκκινα δάνεια και καταγράφουν θεαματικά κέρδη. Το χρηματιστήριο εκτοξεύτηκε. Τα δημόσια ταμεία υπερχειλίζουν από εισπράξεις φόρων.
Και όμως!
Σε αποπληθωρισμένους όρους δεν έχουμε ακόμη ανακτήσει τον πλούτο που χάσαμε (-26% του ΑΕΠ, World Bank) από την κρίση. Στο μεταξύ, άλλες χώρες κάλυψαν γρήγορα το κενό που δημιούργησε η δική τους κρίση (Ιρλανδία, Πορτογαλία, Κύπρος, Ισλανδία). Η Ελλάδα θα το πετύχει, με τον τρέχοντα ρυθμό ανάπτυξης (2,3%), το 2029.
Σε αγοραστική δύναμη ο μέσος Ελληνας είναι στην Ευρωπαϊκή Ενωση προτελευταίος (ΑΕΠ per capita PPP 73% του μέσου όρου), μόλις πριν από τους Βούλγαρους. Χώρες που είχαμε πίσω μας το 2008, όπως η Τσεχία και η Πολωνία, τρέχουν τώρα μπροστά μας (87% η Τσεχία, 82% η Πολωνία του μέσου όρου).
Παρά τις θεαματικές επιτυχίες, η θέση που κατείχαμε το 2008 (-6 θέσεις σε σχέση με τον μέσο όρο της Ενωσης σε ΑΕΠ per capita) δεν πρόκειται να ανακτηθεί από την Ελλάδα στο ορατό μέλλον. Με τους τρέχοντες ρυθμούς (2,3% Ελλάδα, 1,5%, μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ενωση), η ανάκτηση χρειάζεται 30 περίπου χρόνια.
Ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, συγκριτικά ισχυρός έναντι του μέσου όρου των άλλων οικονομιών της Ενωσης, είναι συνεπώς ανεπαρκής για να καλυφθεί στο ορατό μέλλον το χαμένο έδαφος.
Με γνώμονα την κοινή λογική
Χρειάζεται μια ανάπτυξη, οπωσδήποτε πάνω από 3,5% σε πραγματικό ΑΕΠ (ορίζοντας 2040-2045). Και μια ανάπτυξη πάνω από 5%, αν θέλουμε πιο άμεσα αποτελέσματα (ορίζοντας 2030-2035). Η κοινή λογική επιβάλλει να δεχθούμε ότι για να αυξηθεί ο πλούτος της χώρας μας πρέπει να επιτύχουμε δύο κυρίως στόχους: αύξηση της παραγωγικότητας (που τώρα κινείται στο 70% του μέσου όρου της Ενωσης, έναντι 87% στην Πορτογαλία και 112% στην Ιρλανδία) και προσέλκυση μαζικών ξένων επενδύσεων μόνιμης διάρκειας και παραγωγικών (FDI).
Και έγκυροι διεθνείς οργανισμοί (IMF, OΕCD) συναινούν στο ότι, για να επιτευχθούν αυτά, χρειαζόμαστε ριζικές μεταρρυθμίσεις, από αυτές που σηματοδοτούν «υπέρβαση των δομικών ορίων» και δίνουν ισχυρό μήνυμα στους επενδυτές ότι η Ελλάδα άλλαξε.
Αναζητώντας ωστόσο σε κάθε μεταρρύθμιση ισορροπίες, χάνουμε τις προτεραιότητες. Και αν θέλουμε μια ανάπτυξη της τάξης του 5% ετησίως, χρειαζόμαστε μεταρρυθμίσεις χωρίς αστερίσκους. Μεταρρυθμίσεις που θα δώσουν το μήνυμα στους επενδυτές ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα όπου οι εργαζόμενοί της παράγουν, ικανοποιημένοι από τις αποδοχές τους, και όπου το επενδυτικό κεφάλαιο είναι ασφαλές, εντός σταθερού περιβάλλοντος.
Υπέρβαση των δομικών ορίων
Μιλάμε βέβαια για τολμηρές, συστημικές μεταρρυθμίσεις, που μας φαίνονται ίσως σήμερα αδιανόητες. Πολλές ωστόσο έχουν δοκιμαστεί στην Ευρώπη με επιτυχία. Αλλες μπορούμε να τις σχηματοποιήσουμε εμπειρικά, με κριτήριο την ικανότητά τους να αλλάξουν την επενδυτική εικόνα της Ελλάδας.
Διεθνείς οργανισμοί επισημαίνουν (OECD Economic Survey 2024, IMF Country Report 2024) τους πέντε τομείς υστέρησης της Ελλάδας υπό την πιο πάνω άποψη: Δικαιοσύνη (βραδύτητα), χωροταξία (δυσάρεστες εκπλήξεις), φορολογία (αβεβαιότητα), κράτος δικαίου (αυθαιρεσίες), παραγωγικότητα (χαμηλή).
Για να γίνει όμως κατανοητό στους αναγνώστες μας για τι μεταρρυθμίσεις μιλάμε συγκεκριμένα, ας δούμε – ενδεικτικά στους πέντε αυτούς τομείς – το προφίλ μεταρρυθμίσεων που εμπεριέχουν τη δύναμη να δώσουν άμεσα στους επενδυτές το μήνυμα ότι η Ελλάδα τολμά. Οτι επιδιώκει πάση θυσία να ξεπεράσει τις συστημικές της αδυναμίες. Δικαιοσύνη. Ασκηση ποινικής δίωξης μόνο ύστερα από ισχυρή πιθανολόγηση ενοχής και θέση στο αρχείο μηνύσεων με αναιτιολόγητη απόφαση ενός πάνελ τριών εισαγγελέων. Στην πολιτική και τη διοικητική Δικαιοσύνη, συνοπτική αιτιολογία που καλύπτει πλήρως το καίριο ζήτημα, χωρίς όμως απάντηση σε κάθε ισχυρισμό. Παραπομπή από το δικαστήριο σε υποχρεωτική διαμεσολάβηση ζητημάτων υπολογισμού ποσών και δικαστική έγκριση εν τέλει του υπολογισμού κατά δικαία κρίση. Και, για να εκλείψει η δικαστική συστολή, κακοδικία δικαστή (αστική και ποινική) μόνο αν αποδεικνύεται κακόβουλη πρόθεση.
Χωροταξία. Πρόβλεψη στο Σύνταγμα της έγκρισης του Εθνικού Χωροταξικού Σχεδίου – αυτού που ήδη ετοιμάζεται – με οριστικό νομοθέτημα, ύστερα από ενδελεχή στάθμιση των απόψεων των τοπικών παραγόντων. και της επίλυσης των διαφορών ερμηνείας του νομοθετήματος αυτού από το ΑΕΔ. Φορολογία. Παγιοποίηση για δέκα έτη της ισχύουσας φορολόγησης των επιχειρήσεων, με δυνατότητες ευνοϊκής μεταχείρισής τους ανάλογα με την κοινωνική πολιτική που ακολουθούν.
Κράτος δικαίου. Νέα νομοθεσία οπουδήποτε διαπιστώνεται ότι αυτή αφήνει περιθώρια διαφθοράς (π.χ. ΟΠΕΚΕΠΕ), με αντικατάσταση της διακριτικής ευχέρειας από αλγοριθμικά συστήματα για άδειες, εγκρίσεις, επιδοτήσεις. Εντατικοποίηση, με όπλα τη διαλειτουργικότητα των συστημάτων και τις διασταυρώσεις δεδομένων, των ελέγχων κατά της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής – που ακόμη στοιχίζουν 3,5% και 5% τουλάχιστον του ΑΕΠ. Πλήρες φορολογικό προφίλ κάθε φορολογουμένου και, μέσω τεχνητής νοημοσύνης, σύγκρισή του με το προφίλ των εισροών και εκροών της περιουσίας του.
Παραγωγικότητα. Επανεξέταση όλων των διαδικασιών στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα και αναζήτηση, υποχρεωτικά ή βάσει κινήτρων, τρόπου αντικατάστασης αυτών με αποτελεσματικότερες διαδικασίες τεχνητής νοημοσύνης. Παροχή εκπαίδευσης στους δημόσιους λειτουργούς, τους επιχειρηματίες, τους εργαζομένους ώστε να προσαρμόσουν τις δεξιότητές τους στα νέα δεδομένα, χωρίς εντατικοποίηση της εργασίας τους.
Τέτοιες μεταρρυθμίσεις δεν είναι ανώδυνες
Δεν συνεπάγονται όμως θυσίες στις αξίες μας. Η «συνταγή» είναι δίκαιη και το όφελός της θα είναι άμεσο και απτό. Η αύξηση της παραγωγικότητας και οι παραγωγικές ξένες επενδύσεις «μεγαλώσουν την πίτα» της διανομής για χαμηλόμισθους και συνταξιούχους. Ενισχύουν την απασχόληση με καλύτερους όρους. Και, εν τέλει, αυξάνουν τη γενική ευημερία, το βασικό ζητούμενο.
Τίθεται λοιπόν το δίλημμα. Να μείνουμε εδώ που είμαστε ή να επιδιώξουμε, με νέες ριζικές μεταρρυθμίσεις, μια ανάπτυξη ανάκτησης, στο ορατό μας μέλλον, του χαμένου εδάφους;
Ο κ. Ιωάννης Σαρμάς είναι τέως υπηρεσιακός πρωθυπουργός, επίτιμος πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
