Ενας ιδιότυπος διαγκωνισμός προσφορών για το ύψος του νέου κατώτατου μισθού του 2023 βρίσκεται σε εξέλιξη μεταξύ της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης εν όψει και των επερχόμενων βουλευτικών εκλογών του επόμενου έτους. Σε πρώτη φάση η κυβέρνηση άφησε να διαφαίνεται ότι με τη νέα αύξηση ο κατώτατος μισθός θα επανέλθει στα 751 ευρώ – όσο δηλαδή ήταν πριν από τη μεγάλη μείωση που υπέστη το 2012, κατ’ επιταγή του δεύτερου μνημονίου. Ο ΣΥΡΙΖΑ «πλειοδότησε» ανακοινώνοντας κατώτατο μισθό 800 ευρώ, εφόσον έλθει στην κυβέρνηση μετά τις εκλογές. Τελευταία η κυβέρνηση «κλείνει το μάτι» αφήνοντας να εννοηθεί ότι η επερχόμενη αύξηση θα είναι υψηλότερη (της αναμενομένης) και ενδέχεται να «πλησιάσει» την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ. Μάλιστα ο υπουργός Οικονομικών Χρ. Σταϊκούρας μίλησε «για εκπλήξεις» στο ποσοστό της αύξησης, που θα διαμορφώσουν τον μισθό κοντά στον μέσο όρο των χωρών της Ευρώπης (αυτό προσδιορίζεται κοντά στα 780 ευρώ). Πάντως, ο υπουργός Εργασίας Κ. Χατζηδάκης αποφεύγει να αναφερθεί σε ποσοστά υπογραμμίζοντας ότι κάτι τέτοιο θα ακύρωνε τη νόμιμη διαδικασία προσδιορισμού του κατώτατου μισθού. Τον Ιανουάριο του 2023 αναμένεται να ξεκινήσει εκ νέου η διαδικασία αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού, ενώ ο νέος μισθός θα ισχύσει από την 1η Μαΐου του επομένου έτους. Αυτό σημαίνει πως τον Ιανουάριο θα αποσταλεί πρόσκληση στους φορείς προκειμένου να αρχίσει η καταγραφή των υπομνημάτων τους με στόχο τον Απρίλιο να ανακοινωθεί η κυβερνητική απόφαση που θα καθορίζει τον νέο κατώτατο μισθό στη χώρα. Οι άλλοι μισθοί Πάντως, το «στοίχημα» του 2023 δεν είναι το ύψος της αύξησης των κατώτατων αμοιβών, αλλά κατά πόσο θα «επιστρέψουν» οι υπόλοιπες αμοιβές, οι οποίες δεν βελτιώθηκαν τα τελευταία χρόνια, ούτε ακολούθησαν την πορεία αύξησης του κατώτατου μισθού. Η κυβέρνηση δέχεται πιέσεις από τα συνδικάτα να επαναφέρει τις συλλογικές συμβάσεις και το νομικό καθεστώς που ίσχυε προ της οικονομικής κρίσης και της ισχύος των μνημονίων. Κάτι τέτοιο θα σηματοδοτούσε την οριστική λήξη της δύσκολης αυτής περιόδου και θα έδινε το έναυσμα για ουσιαστικότερη βελτίωση των αμοιβών, ικανοποιώντας και το πάγιο αίτημα της ΓΣΕΕ σύμφωνα με το οποίο το ύψος των αμοιβών θα πρέπει να καθορίζεται μέσω των διαπραγματεύσεων των εργοδοτικών και εργατικών οργανώσεων. Αρση των περιορισμών στις συμβάσεις σημαίνει επαναφορά της ευθύνης της διαμόρφωσης των κατώτατων αμοιβών στην υπογραφή Εθνικής Σύμβασης μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων. Οπως και επαναφορά σε ισχύ της μετενέργειας των συλλογικών κλαδικών συμβάσεων εργασίας, καθώς και της αρχής της ευνοϊκότερης σύμβασης. Ερευνα Ερευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ δείχνει πως καμία βελτίωση δεν έχει επέλθει στους μέσους μισθούς, παρά τις αυξήσεις που δόθηκαν στις κατώτατες αμοιβές τα τελευταία χρόνια. Η κατάρρευση των κλαδικών συμβάσεων είχε ως αποτέλεσμα να καλύπτουν – μόλις και μετά βίας – το 25% των εργαζομένων. Ετσι το 80% των εργαζομένων δηλώνει πως δεν έχει λάβει καμία αύξηση εντός του έτους, γεγονός που σημαίνει πως οι αυξήσεις στα κατώτατα όρια δεν επηρεάζουν τους υπόλοιπους μισθούς. Το γεγονός αυτό – σε συνδυασμό με την έκρηξη του πληθωρισμού και την ενεργειακή κρίση – έχει οδηγήσει το 71% των εργαζομένων ιδιωτικού τομέα σε περιορισμό δαπανών για βασικά αγαθά διατροφής. Σε δημόσια διαβούλευση το μίνι ασφαλιστικό Παραγραφές οφειλών, αύξηση αριθμού δόσεων, κατάργηση εισφοράς, πενταετία σε ενστόλους, ανώτατο πλαφόν στις επικουρικές, ενιαίο ποσοστό αναπηρίας περιλαμβάνει μεταξύ των άλλων το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο, το οποίο βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση από την προηγούμενη Πέμπτη. Οι διατάξεις του νομοσχεδίου περιλαμβάνουν τα εξής: l Μειώνεται στα δέκα έτη ο χρόνος παραγραφής των αξιώσεων του ΕΦΚΑ (αντί της 20ετούς που ισχύει σήμερα), ενώ θα μειωθεί στα πέντε έτη από το 2027. Οι δόσεις της πάγιας ρύθμισης οφειλών γίνονται 24 από 12. Καταργείται η ειδική εισφορά 1% που παρακρατείται από τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, υπέρ του Ταμείου Πρόνοιας. Επεκτείνεται το δικαίωμα της «μάχιμης πενταετίας» σε όλους τους ενστόλους. Προβλέπεται πλαφόν στο ύψος και της επικουρικής σύνταξης, το οποίο θα είναι ίσο με τα 6/20 του πλαφόν της κύριας σύνταξης. Καθιερώνονται ενιαίοι κανόνες παροχής συντάξεων αναπηρίας. l Προβλέπονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης των 250 ευρώ, στο τέλος του έτους. Θεσπίζεται πρόγραμμα επιδότησης – κατά 40% – των ασφαλιστικών εισφορών σε επιχειρήσεις που μετατρέπουν συμβάσεις μερικής σε πλήρους απασχόλησης. Αυξάνεται κατά τρεις μήνες η ειδική άδεια προστασίας μητρότητας. Η πρόωρη συνταξιοδότηση των δημοσίων υπαλλήλων (που δεν διαθέτουν τις απαραίτητες προϋποθέσεις έως το τέλος του 2022) θα γίνεται με τη συμπλήρωση του 62ου έτους της ηλικίας τους.