Η Τετάρτη 19 Νοεμβρίου είναι «η ακριβής ημερομηνία που οι Βρυξέλλες τελικά εγκατέλειψαν το δεκαετές όνειρό τους να γίνουν η κυρίαρχη παγκόσμια ρυθμιστική αρχή που θα χαλιναγωγούσε τους αμερικανικούς τεχνολογικούς γίγαντες, όπως η Google και η Apple» έγραψε το Politico. Πράγματι, πριν από μια εβδομάδα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποχώρησε πλήρως αναφορικά με τους κανόνες της για τα δεδομένα και την ιδιωτικότητα και έθεσε σε παύση τη ρύθμιση της Τεχνητής Νοημοσύνης, τουλάχιστον μέχρι το 2027.
Η κίνηση αυτή εντάσσεται σε μια ευρύτερη προσπάθεια να καταστούν οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες πιο ανταγωνιστικές απέναντι στις ΗΠΑ και την Κίνα. Με αυτόν τον τρόπο, όπως σημειώνει το περιοδικό, γράφτηκε ο επίλογος για το λεγόμενο «Φαινόμενο των Βρυξελλών» – την αντίληψη ότι η ΕΕ θα ηγηθεί της παγκόσμιας τεχνολογικής νομοθεσίας και θα θέσει τα διεθνή πρότυπα για την προστασία δεδομένων και τη χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης.
Η πίεση από τις ΗΠΑ και τα συμφέροντα των τεχνολογικών κολοσσών
Πολλοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι πλέον η Ουάσιγκτον καθορίζει την απορρυθμιστική πορεία. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, φέρεται να κατέπνιξε τις φιλοδοξίες της Ευρώπης απειλώντας με δασμούς και κατηγορώντας την ΕΕ ότι επιτίθεται στις «απίστευτες αμερικανικές τεχνολογικές εταιρείες».
Η απόφαση για απορρύθμιση έρχεται έπειτα από έναν ταραχώδη χρόνο κατά τον οποίο, σύμφωνα με δημοσιεύματα, η κυβέρνηση Τραμπ πίεσε την ΕΕ να καταργήσει την εφαρμογή των κανονισμών τους οποίους οι μεγάλοι τεχνολογικοί γίγαντες και ο ίδιος ο Τραμπ θεωρούν «φόρους» εις βάρος των αμερικανικών εταιρειών. Παράλληλα, εταιρείες όπως η Google και η Meta έχουν ηγηθεί μιας εκτεταμένης προσπάθειας άσκησης πίεσης για λιγότερο αυστηρούς κανόνες.
Οι αλλαγές που προτείνονται
Οι προτεινόμενες αλλαγές στους κανονισμούς της ΕΕ για την Τεχνητή Νοημοσύνη απαιτούν αρχικά μια αμφιλεγόμενη τροποποίηση του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία Δεδομένων (GDPR). Μάλιστα, πολλοί ευρωβουλευτές από την αριστερά και το κέντρο έχουν ήδη εκφράσει έντονη αντίθεση, γι’ αυτό και η έγκριση από το Ευρωκοινοβούλιο δεν αναμένεται εύκολη.
Εφόσον όμως εγκριθούν, οι αλλαγές θα διευκολύνουν τις εταιρείες τεχνολογίας να χρησιμοποιούν προσωπικά δεδομένα για την εκπαίδευση μοντέλων Τεχνητής Νοημοσύνης χωρίς να χρειάζονται συγκατάθεση, ενώ στοχεύουν και στον περιορισμό της «κούρασης από τα cookies», μειώνοντας τις φορές που οι χρήστες καλούνται να επιλέξουν τις ρυθμίσεις απορρήτου που επιθυμούν κατά την περιήγησή τους στο διαδίκτυο.
Η Επιτροπή επιβεβαίωσε επίσης ότι θα καθυστερήσει την εφαρμογή κεντρικών τμημάτων του Νόμου για την Τεχνητή Νοημοσύνη, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ τον Αύγουστο του 2024 αλλά ακόμη δεν εφαρμόζεται πλήρως στις εταιρείες.
Γιατί η Ευρώπη αλλάζει πορεία
Πίσω από την προσπάθεια χαλάρωσης των κανόνων φαίνεται να βρίσκεται η προσδοκώμενη οικονομική άνθηση που συνδέεται με τις τεχνολογίες Τεχνητής Νοημοσύνης. Η ΕΕ υποστηρίζει ότι οι «απλούστεροι» κανόνες θα βοηθήσουν τις ευρωπαϊκές εταιρείες να αναπτυχθούν και να παραμείνουν σε τροχιά καινοτομίας, ενώ ταυτόχρονα θα διατηρηθούν τα υψηλά ευρωπαϊκά πρότυπα για θεμελιώδη δικαιώματα, προστασία δεδομένων και ασφάλεια.
Ωστόσο, ο Guardian σχολίασε πως «τα εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια που δαπανώνται για την Τεχνητή Νοημοσύνη υπερισχύουν της δέσμευσης της Ευρώπης για την ψηφιακή ιδιωτικότητα και την αυστηρή τεχνολογική ρύθμιση», ενώ και το Politico σε παρόμοιο κλίμα σημείωσε ότι «το μπλοκ αντάλλαξε τον ρόλο του ως παγκόσμιου τεχνολογικού αστυνομικού για ένα εισιτήριο στον αγώνα της Τεχνητής Νοημοσύνης».
Βέβαια, ο ιταλός πρώην πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι είχε ήδη προειδοποιήσει πριν από έναν χρόνο ότι η Ευρώπη έχει μείνει πίσω από τις ΗΠΑ και την Κίνα στην καινοτομία και υστερεί στις αναδυόμενες τεχνολογίες που θα καθορίσουν τη μελλοντική ανάπτυξη, όπως η Τεχνητή Νοημοσύνη.
Από το «Φαινόμενο των Βρυξελλών» στο «Φαινόμενο της Ουάσιγκτον»
Οι Βρυξέλλες επιδίωξαν να ηγηθούν παγκοσμίως στη ρύθμιση του διαδικτυακού χώρου σε όλη τη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας. Το 2016 υιοθετήθηκε ο GDPR, ο οποίος έχει λειτουργήσει ως πρότυπο για περισσότερες από 100 χώρες. Όταν τέθηκε σε ισχύ, εταιρείες όπως η Microsoft, η Google και το Facebook αναγκάστηκαν να εφαρμόσουν τα πρότυπα απορρήτου της ΕΕ παγκοσμίως — μια χαρακτηριστική περίπτωση του «Φαινομένου των Βρυξελλών».
Στη συνέχεια η ΕΕ θέσπισε επιπλέον νόμους για τον περιορισμό των μεγάλων τεχνολογικών εταιρειών, όπως ο Νόμος περί Ψηφιακών Υπηρεσιών, που υποχρεώνει τις πλατφόρμες να ελέγχουν το παράνομο περιεχόμενο. Ο Νόμος περί Τεχνητής Νοημοσύνης αποτέλεσε την τελευταία μεγάλη πρωτοβουλία των Βρυξελλών για μια πρωτοποριακή ρύθμιση των κινδύνων της αναδυόμενης αυτής τεχνολογίας.
Όμως, λίγο μετά την υιοθέτηση των κανονισμών αυτών, ο Τραμπ ανέλαβε καθήκοντα και κατήργησε τους κανόνες ασφάλειας για την Τεχνητή Νοημοσύνη που είχε υιοθετήσει ο προκάτοχός του, Τζο Μπάιντεν. Έκτοτε, μέλη του Κογκρέσου ενσωμάτωσαν στον ετήσιο Νόμο
περί Εθνικής Άμυνας μια διατύπωση που καθοδηγεί την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να μπλοκάρει ρυθμίσεις της Τεχνητής Νοημοσύνης σε πολιτειακό επίπεδο.
Η Τεχνητή Νοημοσύνη στις ΗΠΑ ρυθμίζεται ήδη λιγότερο αυστηρά σε σχέση με την Ευρώπη και την Κίνα — αλλά σύντομα ενδέχεται να ρυθμίζεται ακόμα λιγότερο. Οι τεχνολογικοί κολοσσοί της Σίλικον Βάλεϊ υποστηρίζουν ότι όσο λιγότερα νομοθετικά εμπόδια αντιμετωπίζουν, τόσο πιο γρήγορα μπορούν να αναπτυχθούν και να αποφέρουν κέρδη, κάτι που θεωρούν επωφελές τόσο για τις ίδιες τις εταιρείες όσο και για τη χώρα.
