Φρόσω Ράλλη: Η πιο επιδραστική γυναίκα στην ελληνική τηλεόραση

Η Φρόσω Ράλλη είναι σάρκα από τη σάρκα της ιστορίας της ελληνικής τηλεόρασης. Με αφορμή την καλλιτεχνική διεύθυνση και την παραγωγή στο «Hotel Ελvira» του MEGA μιλά στο ΒΗΜΑ για σημαδιακές στιγμές. Της τηλεόρασης αλλά και της ζωής της.

Φρόσω Ράλλη: Η πιο επιδραστική γυναίκα στην ελληνική τηλεόραση

Η Φρόσω Ράλλη λέει πως είχε την τύχη αλλά και την ατυχία μαζί να μεγαλώσει και να γαλουχηθεί μέσα στο Στούντιο ΑΤΑ. Τη θρυλική δηλαδή εταιρία παραγωγής που δημιούργησε μερικές από τις πιο γνωστές, δημοφιλείς και αγαπητές σειρές στην ελληνική τηλεόραση – από το «Γιούγεκρμαν» και το «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται» στα 70’s (ως Αστήρ TV τότε) μέχρι την «Μαντάμ Σουσού», τις «Τρεις Χάριτες» και τους «Απαράδεκτους».

Η Ράλλη έμαθε να κάνει τηλεόραση πλάι στους οραματιστές και πρωτοπόρους γονείς της, τον Γιώργο και την Ελβίρα Ράλλη, και μάλιστα ξεκινώντας στη δουλειά από τη χαμηλότερη βαθμίδα της ιεραρχίας. Ήταν μια σοφή επιλογή που έκανε για εκείνην ο πατέρας της, αφού έτσι η ίδια έμαθε να καταλαβαίνει και να εκτιμά κάθε στάδιο της πολυδαίδαλης διαδικασίας που είναι η τηλεόραση – αυτής που γνωρίζουν καλύτερα απ’ όλους οι αφανείς ήρωες του μέσου, εκείνοι που σκέφτονται, πλάθουν και κατασκευάζουν τις ιστορίες και τους χαρακτήρες που προβάλλονται τελικά στους τηλεοπτικούς δέκτες.

Έφτασε να κάνει τις δικές της παραγωγές, να συνδέει το όνομά της με τηλεοπτικές σειρές-σταθμούς, μα κυρίως με στιγμές που μας συνόδευσαν, μας διαμόρφωσαν, κάποιους μπορεί ακόμα και να μας καθόρισαν. Ναι, η Φρόσω Ράλλη, την όψη της οποία πολλοί θυμούνται από τη θρυλική guest εμφάνισή της στους «Απαράδεκτους» – την πρώτη δουλειά στην οποία είχε τη διεύθυνση παραγωγής- ως Μαρλέν-συνοδό του γλύπτη Βαρόγκα- ή αναγνωρίζουν από το πρόσφατο cameo της στο «Hotel Ελvira» του MEGA, είναι αυτό που περιγράφει ο – κακοπαθημένος τα τελευταία χρόνια- επιθετικός προσδιορισμός επιδραστική.

Αλλά για σταθείτε. Προηγουμένως είπαμε για τύχη αλλά και για ατυχία. Πού στην ευχή βρίσκεται η ατυχία στο να μαθητεύεις πλάι στους κορυφαίους, να γνωρίζεις την τηλεόραση όσο λίγοι αλλά και να δημιουργείς προϊόντα μαζικής ψυχαγωγίας με απήχηση και μάλιστα χωρίς να ακρωτηριάζεις τη γλώσσα, το στιλ και κυρίως την αισθητική; Η Ράλλη ήταν αρκετά μεγάλη όταν αποφάσισε να ενηλικιωθεί επαγγελματικά, να δουλέψει δηλαδή μακριά από την πατρογονική φωλιά του ΑΤΑ που ολοκλήρωσε τον κύκλο ζωής του το 2013. Η ωμή πραγματικότητα της τηλεόρασης, αυτό που συνέβαινε στην ελεύθερη αγορά και το οποίο εκείνη δε γνώριζε έως τότε την οδήγησε να εγκαταλείψει εκείνο που ήξερε να κάνει. Και μάλιστα παραπάνω από καλά.

Τελικά ο βίαιος αποχωρισμός αποδείχτηκε μια χρήσιμη αλλά και γόνιμη περίοδος ανασύνταξης. Η συνάντηση της Φρόσως Ράλλη με την Ειρήνη Σουγανίδου και η ιδέα για το σήριαλ «Ψυχοκόρες» καθοδήγησαν την επιστροφή της στην τηλεοπτική δράση. Της έβαλαν ξανά φωτιά, όπως λέει.

Το «Hotel Ελvira» που προβάλλεται αυτή τη σεζόν από το MEGA – και σαν από συμπαντική συνωμοσία εμπεριέχει το όνομα της μητέρας της στον τίτλο του-, η βιογραφική σειρά για την Αγία Φιλοθέη που έχει στα σκαριά και η εκπομπή «Βόλτα» με παρουσιάστρια την Νίκη Λυμπεράκη (αμφότερες και πάλι για το MEGA) αλλά και το σήριαλ «TV Land» σε σενάριο του Γιώργου Φειδά που προετοιμάζει για την ΕΡΤ είναι μόνο μερικά από τα projects τα οποία η πολυπράγμων παραγωγός μπολιάζει με την αισθητική αντίληψη, την εμπειρία, τη φροντίδα και το γνήσιο νοιάξιμο για τους συνεργάτες της αλλά και με το καινούργιο της mindset.

Αυτό που είχα το προνόμιο να ανιχνεύσω έστω και ακροθιγώς ένα απόγευμα Παρασκευής στο σπίτι της, με σιωπηλό μάρτυρα και άγρυπνο παρατηρητή της συζήτησης τη σκυλίτσα της Χλόη.

Κυρία Ράλλη, είστε μια από τις πιο γνωστές και τις πλέον έμπειρες τηλεοπτικές παραγωγούς. Αλλά, αλήθεια, πείτε μου τι δουλειά κάνει ένας παραγωγός;

Ο παραγωγός βρίσκει σενάρια, συνεργάτες, σεναριογράφους. Προωθούμε την ιδέα που δημιουργούμε στους τηλεοπτικούς σταθμούς και, εφόσον εγκριθεί, βρίσκουμε σκηνοθέτη, κάνουμε κάστινγκ για τους ηθοποιούς, επιλέγουμε τους συντελεστές για τα σκηνικά, τη μουσική, κλπ.

Και μετά αρχίζει το «μαρτύριο» των γυρισμάτων. Εγώ ασχολούμαι και με την καλλιτεχνική διεύθυνση, οπότε καταπιάνομαι με όλα. Με το στιλ, τα χρώματα, την αισθητική.

Άρα είστε παρούσα σε όλα τα δημιουργικά στάδια. Από τη γέννηση της ιδέας μέχρι την προβολή της.

Ακριβώς. Διαβάζουμε το σενάριο, κάνουμε διορθώσεις, χτίζουμε όλη τη σειρά από την αρχή. Στην Feelgood με την οποία συνεργάζομαι πια βρήκα ξανά το δημιουργικό κομμάτι που τόσο πολύ αγαπώ. Ξέρετε, είχα μείνει χρόνια εκτός. Είχα «καεί».

Τι σας ιντρίγκαρε στο «Hotel Ελvira»;

Η ομάδα. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι με τους οποίους κάναμε και τις «Ψυχοκόρες». Η Πένυ Φυλακτάκη, ο Βαγγέλης Νάσης και ο Μιχάλης Χαραλαμπίδης στη σκηνοθεσία. Ήταν μια καλογραμμένη, feel-good κωμωδία.

Κωμωδία, μου λέτε. Το πιο δύσκολο είδος στις μέρες μας δηλαδή.

Έτσι είναι. Δεν μπορείς να πεις πολλά πια. Όλα είναι πολιτικώς ορθά. Δεν μπορείς να πεις «χοντρή», «χαζή», «γαμώτο», «μαλάκας». Στις παλιές σειρές λέγονταν τέρατα και δεν προσβάλλονταν κανείς. Στους «Απαράδεκτους» λόγου χάρη που είναι μια σειρά που την έφτιαξα με τα χεράκια μου. Τώρα τρέμεις να πεις μια κουβέντα. Από την άλλη ζούμε σε μια μαύρη εποχή. Τα κέφια δεν είναι μεγάλα. Το βλέπεις ότι ακόμα και οι άνθρωποι που γράφουν δυσκολεύονται πολύ να γράψουν κωμωδία.

Παρά την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και τους περιορισμούς που υπάρχουν πια, είστε ικανοποιημένη με το αποτέλεσμα;

Ναι. Νιώθω ότι είναι μια διασκεδαστική σειρά. Επειδή έχω δει 200 φορές κάθε επεισόδιο, όταν τα δουλεύαμε, τώρα που έχω πάρει απόσταση, και την ξαναβλέπω νιώθω ότι περνάνε 45 λεπτά της ώρας και είσαι καλά. Να σας είμαι ειλικρινής δεν μπορώ άλλους σκοτωμούς σε σειρές και χαρακτήρες που δολοφονούν και μετά είναι ελεύθεροι και πάνε για καφέ. Αλλά αυτό θεωρείται εντάξει να το βλέπουμε στην τηλεόραση. Το πρόβλημα είναι εάν θα πούμε τη λέξη «χοντρή».

Γενικά παρακολουθείτε τηλεόραση;

Βλέπω τα πάντα. Κυρίως ξένες σειρές. Έχω όλες τις πλατφόρμες, από τις οποίες παίρνω και ιδέες. Ξέρετε, το γνωστό «clopy-right». Τώρα παρακολουθώ την τέταρτη σεζόν του «The Morning Show».

Έχετε δει ποτέ σειρά που είπατε «θα ήθελα να την είχα κάνει εγώ»;

Πάρα πολλές σειρές.

Βέβαια μιλάμε για προϋπολογισμούς πολλαπλάσιους από αυτούς της ελληνικής τηλεόρασης. Σωστά;

Εδώ δεν επενδύονται πια χρήματα στην τηλεόραση. Δεν επενδύουν τα κανάλια. Και γι’ αυτό δεν μπορούμε να κάνουμε σειρές που θα πουληθούν έξω. Μην ακούω ότι φταίει η γλώσσα — βλέπω να παίζονται δανέζικες, πολωνικές, κορεάτικες σειρές. Οι άνθρωποι βλέπουν τα πάντα.

«Όλα πια είναι πολιτικώς ορθά. Δεν μπορείς να πεις “χοντρή”, “χαζή”, “γαμώτο”. Στις παλιές σειρές λέγονταν τέρατα και δεν προσβάλλονταν κανείς».

Άρα δεν είναι θέμα γλώσσας.

Όχι. Είναι θέμα χρημάτων.

Το ταλέντο το έχουμε;

Βεβαίως. Κοιτάξτε τον Χριστόφορο (Παπακαλιάτη) ή τον Λάνθιμο. Υπάρχουν ταλέντα.

Μια που λέτε για τον Παπακαλιάτη, αν έχω διαβάσει σωστά ήσασταν εκείνη που τον ανακάλυψε στους «Φρουρούς της Αχαΐας». Σωστά;

Ήταν μαθητής ακόμα. Ήρθε κρυφά από τη μαμά του να κάνει κάστινγκ και κατόπιν την έπεισε να παίξει.

Είχατε καταλάβει από την αρχή ότι αυτός ο άνθρωπος θα έκανε κάτι στην τηλεόραση;

Ήταν προφανές ότι θα μπορούσε να κάνει εκείνο που ήθελε. Κάναμε μαζί και την πρώτη του σειρά. Το «Η ζωή μας μια βόλτα». Από τότε ήταν αφοσιωμένος, ταγμένος στη δουλειά. Πρέπει να σας πω ότι τον αγαπώ και τον θαυμάζω από τότε που τον γνώρισα. Και πάνε πολλά χρόνια.

Έχετε μετρήσει σε πόσες σειρές έχετε κάνει παραγωγή;

Δε θυμάμαι καν. Πάρα πολλές. Μερικές φορές βλέπω στους τίτλους Στούντιο ΑΤΑ και θυμάμαι ότι ήταν δικές μας παραγωγές. Ίσως πολλά πράγματα σβήστηκαν από τη μνήμη μου την περίοδο που κατέβασα ρολά και σταμάτησα να δουλεύω. Δεν έβλεπα τηλεόραση, δεν ήξερα τι γινόταν στην τηλεόραση.

Γιατί επιλέξατε τη φυγή;

Κάποια στιγμή έγινε πολύ βαρύ για μένα το να «τρέχω» μια εταιρία. Εννοώ να διαχειρίζομαι τα οικονομικά. Δεν το έχω καθόλου. Δε συμπαθώ το χρήμα και δε με συμπαθεί κι εκείνο οφείλω να ομολογήσω. Άλλοι άνθρωποι είναι money makers. Ε, εγώ είμαι money loser. Έτσι, είπα, «θα φύγω».

Πήγα για ένα χρόνο στον ΑΝΤ1, αλλά το σοκ ήταν μεγάλο. Όχι ότι έφταιγε το κανάλι. Εγώ είχα το πρόβλημα, γιατί έφυγα από το σπίτι μου και πήγα σε ένα άλλο σπίτι. Και ξαφνικά είδα πράγματα που δεν τα ήξερα. Τελικά, ήταν ευχή και κατάρα που μεγάλωσα μέσα στο Στούντιο ΑΤΑ.

Ευχή γιατί έμαθα τη δουλειά μέσα στη δική μας δουλειά. Αποφάσιζα εγώ για μένα, όχι κάποιος άλλος. Κατάρα γιατί έκοψα τον ομφάλιο λώρο στα 50. Νόμιζα έως τότε ότι όλα ήταν ωραία στη δουλειά. Δεν ήξερα τι σημαίνει ανταγωνισμός. Τότε συνειδητοποίησα ότι είναι πολύ λίγοι οι άνθρωποι που είναι πραγματικά και ουσιαστικά κοντά σου. Είπα «δε θέλω άλλο» και έφυγα.

Κλείσατε δηλαδή τότε τις παρτίδες με την τηλεόραση;

Τελείως. Δεν έβλεπα άνθρωπο. Έπιασα πάτο.

Ήταν δηλαδή ένας βίαιος αποχωρισμός;

Πολύ βίαιος. Αλλά έκανα πάρα πολύ καλά που τον έζησα. Ταξίδεψα, ψάχτηκα εσωτερικά, έγιανε η ψυχή μου.

Και πώς επανήλθατε;

Συναντήθηκα με την Ειρήνη Σουγανίδου, έναν άνθρωπο που είμαστε από το ίδιο ύφασμα, μοιάζουμε πολύ και νιώθουμε συγγενείς ψυχές. Βρεθήκαμε με αφορμή μια ταινία animation μεγάλου μήκους. Τότε έπεσε στο τραπέζι η ιδέα για τις «Ψυχοκόρες». Και πήρα ξανά φωτιά.

«Δε συμπαθώ το χρήμα και οφείλω να ομολογήσω ότι δε με συμπαθεί κι εκείνο . Άλλοι άνθρωποι είναι money makers. Ε, εγώ είμαι money loser».

Μιλάμε για την επανεκκίνησή σας στη δουλειά, αλλά θέλω να πάμε λίγο παλιότερα. Στις απαρχές σας στο στούντιο ΑΤΑ. Διάβαζα ότι, παρότι η επιχείρηση ήταν οικογενειακή, ξεκινήσατε από τα πολύ χαμηλά.

Το στούντιο ΑΤΑ το δημιούργησε ο πατέρας μου, αυτός ήταν το μυαλό. Ένας άνθρωπος αυτοδημιούργητος και διορατικός που ήρθε από τη Μυτιλήνη στην Αθήνα. Είχε διαφημιστική εταιρία, είδε την ανάπτυξη της τηλεόρασης και στην πραγματικότητα ξεκίνησε τις παραγωγές για να βάζει τους πελάτες του μέσα στις σειρές.

Η μάνα μου, η Ελβίρα, ήταν μια θεά. Μπήκε κι εκείνη στη δουλειά όταν ο μικρότερος αδελφός μου τελείωσε το σχολείο. Ήταν εκείνη που έφερε τα μυθιστορήματα και τη λογοτεχνία στην τηλεόραση. Η πρώτη της σειρά ήταν το «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται». Εγώ λοιπόν στην εταιρία ξεκίνησα από το μηδέν.

Τι; Κλητήρας;

Και πιο κάτω. Ξεκίνησα ως βοηθός φροντιστή.

Δική σας απόφαση ή του πατέρα;

Του πατέρα μου. Κι έκανε πολύ καλά, γιατί έτσι έμαθα τη δουλειά από τα μέσα. Πριν την τηλεόραση, ήμουν φωτογράφος για τη διαφημιστική εταιρία μας. Αυτό είναι το ταλέντο μου. Η εικόνα, η ματιά.

Μάλιστα την περίοδο της καραντίνας έκανα ένα ξεκαθάρισμα εδώ στο σπίτι και βρήκα κάποια slides από μια καμπάνια με καλσόν της Μάντισον που είχα φωτογραφίσει. Όταν ξεκινήσαμε τις παραγωγές, μπήκα σιγά σιγά στην τηλεόραση.

Πρώτη δική σας παραγωγή;

Οι «Απαράδεκτοι».

Η πιο εμβληματική σειρά της ελληνικής τηλεόρασης δηλαδή.

Χαίρομαι που το λέτε. Και οι «Τρεις Χάριτες» ήταν μια υπέροχη σειρά-ορόσημο, όμως οι «Απαράδεκτοι» είχαν κάτι άλλο. Στις «Χάριτες» έκανε την παραγωγή η μητέρα μου, οι «Απαράδεκτοι» είχαν τη δική μου ματιά.

Πώς γεννήθηκε λοιπόν η πρώτη σας τηλεοπτική παραγωγή;

Ο πατέρας μου πίστευε πολύ την Δήμητρα Παπαδοπούλου και μου έλεγε να κάνουμε κάτι μαζί της. Πήγα λοιπόν σπίτι της κι εκεί που μιλούσαμε της λέω “Δήμητρα, πρέπει οπωσδήποτε να κάνω μια επιτυχία”. Μου απάντησε “Κι εγώ. Έλα να την κάνουμε”. Τότε η Δήμητρα και ο Σπύρος (Παπαδόπουλος) είχαν μια εκπομπή στο ραδιόφωνο, τον κύριο και την κυρία Παπαδοπούλου. Μπήκε και ο Γιάννης Μπέζος με τον οποίο έκαναν παρέα στο παιχνίδι, ήρθε και ο Βλάσσης που ήταν φίλος με τη Δήμητρα και το στήσαμε όλοι μαζί.

«Το τελευταίο γύρισμα των “Απαράδεκτων” το κάναμε παραμονή Χριστουγέννων. Εκείνα τα Χριστούγεννα τα πέρασα κλαίγοντας. Ήταν ένας βαρύς χωρισμός».

Κάναμε λοιπόν έναν πιλότο και τον πήγα στον πατέρα μου. Δε θα το ξεχάσω ποτέ. Φοβήθηκε τον γκέι χαρακτήρα. Αλλά του ζήτησα να το πάμε πρώτα στα κανάλια και να δούμε αντιδράσεις. Έτσι τσίμπησε τη σειρά πρώτο το MEGA. Το ήθελε και ο ΑΝΤ1, αλλά είχαμε ήδη συμφωνήσει. Νομίζω ότι ο Μίνωας Κυριακού δεν το συγχώρεσε ποτέ στον πατέρα μου.

Στους «Απαράδεκτους» περνάγατε τόσο ωραία όσο υποθέτει κανείς βλέποντας τη σειρά;

Δεν περνάγαμε απλά ωραία. Κατουριόμασταν στα γέλια. Θα σας φέρω ένα παράδειγμα. Θυμάστε το επεισόδιο που οι «Απαράδεκτοι» πάνε στην Πορτογαλία; Πώς έγινε αυτό; Μας προσέγγισε τότε η Air Portugal και μας προσέφερε εισιτήρια για να γυρίσουμε ένα επεισόδιο στη Λισαβόνα.

«Ξέρετε τι θα ήθελα; Όταν φύγω από την ζωή να λένε “η Φρόσω ήταν ένας καλός άνθρωπος”. Δεν έχω αδικήσει κανέναν. Κοιτάζω το καλό, το φως».

Έγραψε λοιπόν η Δήμητρα ένα υποτυπώδες σενάριο, πήγαμε στην Πορτογαλία, γυρνούσαμε στην πόλη με ένα πούλμαν, χανόμασταν γιατί τότε δεν υπήρχαν GPS και όπου μας άρεσε κάναμε κάποια γυρίσματα. Θέλω να πω ότι ήταν όλο αυθόρμητο και χειροποίητο.

Σκεφτείτε ότι τον ναυτικό που αναζητούσε ο Γιάννης τον υποδύθηκε ο σκηνοθέτης μας, ο Δημήτρης Παπακωνσταντής, γιατί δεν υπήρχε budget να πάρουμε κι άλλους ηθοποιούς μαζί. Κι όμως κάναμε αυτό που κάναμε.

Θυμάμαι το τελευταίο γύρισμα των «Απαράδεκτων» το κάναμε παραμονή Χριστουγέννων. Εκείνα τα Χριστούγεννα τα πέρασα κλαίγοντας. Ήταν ένας βαρύς χωρισμός.

Αν αύριο καταστρεφόταν ο κόσμος και μπορούσατε να σώσετε μία σειρά σας, θα επιλέγατε τους «Απαράδεκτους»;

Ναι. Βέβαια και η «Αίθουσα του θρόνου» είναι μια πολύ αγαπημένη μου σειρά. Μεγάλη και δύσκολη σειρά, τη γυρίζαμε ένα χρόνο να φανταστείτε, αλλά αγαπημένη. Νομίζω ότι αυτή ήταν και η πρώτη τηλεοπτική εμφάνιση της Μαρίας Ναυπλιώτου.

Έχετε ανακαλύψει και αναδείξει πολλούς ηθοποιούς μέσα στα χρόνια. Σας το αναγνωρίζουν;

Όχι, αλλά δε με νοιάζει κιόλας.

Δε σας ενδιαφέρει το ευχαριστώ;

Καλό είναι να μη συναντάς αχάριστους ανθρώπους, αλλά η ζωή είναι γεμάτη αχαριστία, οπότε είσαι προετοιμασμένος. Τι να περιμένω να μου αναγνωρίσουν; Ας έρθουν στην κηδεία μου να κλαίνε όσοι το αναγνωρίζουν.

Η ζωή και η δουλειά ήταν πάντα ξεχωριστές για μένα. Με ελαχιστότατους ανθρώπους από τη δουλειά έχω κάνει παρέα. Τελείωνε η δουλειά, πήγαινα σπίτι μου, εκεί υπήρχαν άλλοι άνθρωποι. Αυτό με προφύλαξε και με προφυλάσσει από πολλά. Δεν περιμένω κάτι. Όταν έφυγα από την τηλεόραση, κανείς δε με θυμόταν.

Οι «Απαράδεκτοι» ήταν η πρώτη σειρά, την οποία η Φρόσω Ράλλη, έφτιαξε, όπως λέει, με τα χεράκια της ως παραγωγός

Αποκλείεται.

Σας δίνω το λόγο της τιμής μου. Δε με θυμόταν κανένας. Δε χτύπαγε το τηλέφωνό μου. Δεν το λέω με πίκρα ή παράπονο. Αυτή είναι η ζωή.

Τι κάνετε λοιπόν όταν δεν ασχολείστε με την τηλεόραση;

Μ’ αρέσει πολύ να ταξιδεύω. Ο μόνος λόγο που θέλω να έχω χρήματα είναι για να μπορώ να κάνω ωραία και μεγάλα ταξίδια. Να γνωρίζω τον κόσμο. Τον τελευταίο καιρό ταξίδεψα πολύ και μόνη μου. Πήγα στο Εκουαδόρ και την Αργεντινή. Τι άλλο μ’ αρέσει; Να βρίσκομαι με φίλους για ένα ωραίο φαγητό ή ένα κρασί και να γελάμε. Μια ωραία βόλτα, μια παράσταση, μια έκθεση.

«Όταν έφυγα από την τηλεόραση δε με θυμόταν κανένας. Δε χτύπαγε το τηλέφωνό μου. Δεν το λέω με πίκρα ή παράπονο. Αυτή είναι η ζωή».

Τι θα λέγατε ότι σας έμαθε η τηλεόραση αλλά και η ζωή μέχρι σήμερα;

Ότι πρέπει να ξεχνάμε τη μαυρίλα, να απομακρύνουμε ό,τι μας χαλάει και να προχωράμε προς το φως. Αυτό είναι το μάθημά μου από την ζωή. Ας ακολουθούμε το φως. Ας προσπαθούμε καθένας να κάνει το καλύτερο, να κάνει καλές δουλειές, να είναι τίμιος, να είναι καλός άνθρωπος. Αυτό θα ήθελα. Όταν φύγω από την ζωή να λένε “η Φρόσω ήταν ένας καλός άνθρωπος”. Δεν έχω αδικήσει κανέναν. Κοιτάζω το καλό, το φως.

Δε θα είχε μοντάζ εκεί;

Όχι. Πάλι τους ίδιους γονείς θα ήθελα να έχω, τα ίδια αδέλφια, τους ίδιους φίλους. Αν ξαναζούσα, τα ίδια λάθη θα έκανα και τα ίδια σωστά. Δε μετανιώνω για τίποτα στην ζωή μου. Είμαι εντάξει, γιατί έχω ζήσει όπως εγώ ήθελα.

Info: Το επόμενο επεισόδιο του «Hotel Ελvira» θα μεταδοθεί το Σάββατο 22 Νοεμβρίου – και κάθε Σάββατο- στις 21.00 στο MEGA.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version