Το μνημόνιο κατανόησης για τα μαχητικά Eurofighter που υπέγραψαν το Λονδίνο με την Αγκυρα – και αφού προηγουμένως είχε ανάψει το «πράσινο φως» το Βερολίνο – θα πρέπει να «διαβαστεί» υπό το φως τουλάχιστον δυο παραμέτρων.
Η μία είναι εάν η προθυμία του πωλητή συμπίπτει με τις προθέσεις του αγοραστή. Εάν, με άλλα λόγια, η Τουρκία όντως θέλει προμηθευτεί τα ευρωπαϊκά μαχητικά ή εάν, αντιθέτως, το μνημόνιο συνιστά έναν μοχλό πίεσης προκειμένου να καμφθούν οι αντιστάσεις της Ουάσιγκτον για την προμήθεια στην Τουρκία των αμερικανικών μαχητικών F-35.
Μια δεύτερη παράμετρος σχετίζεται με τη θέση της Aγκυρας στην αρχιτεκτονική ασφάλειας μιας (διχασμένης σε αυτή τη φάση) Δύσης. Τόσο για την Ευρώπη όσο και για τις ΗΠΑ, η Τουρκία θεωρείται, αν όχι ένας αξιόπιστος σύμμαχος, οπωσδήποτε ένας αμυντικός εταίρος.
Αυτές οι δυο παράμετροι είναι μέρος ενός παιχνιδιού στρατηγικής, στο οποίο η Αθήνα οφείλει να τοποθετηθεί και να κινηθεί με καθαρή σκέψη, τώρα που τα Eurofighter μπήκαν στην σκακιέρα.
Οι συνεχείς διαμαρτυρίες προς τους συμμάχους δεν συνιστούν στρατηγική. Όπως και οι εθνικοπατριωτικές οιμωγές δεν συνιστούν σκέψη.
