Ηταν το χάραμα μιας νέας εποχής. Υφέρπουσας εδώ και χρόνια, αλλά άφευκτα, πια, «εκτελεστέας». Μονόδρομος, a priori. Καθόσον ζήτημα (και) πολιτικής. Ο συνδικαλισμός των ποδοσφαιριστών, κουβαλώντας στον σάκο εργασίας τη σφριγηλή διεκδίκηση καλύτερων όρων εργασίας και θεσμικών κατοχυρώσεων, γιγάντωνε ολοένα φωνή και δράση (βλ. απεργίες ’77 – ’79). Η Κεντροαριστερά συνομιλεί. Η (κυβερνώσα) Δεξιά, του Κωνσταντίνου Καραμανλή, πιέζεται. Και δρα…
Μάρτης του ’79. Η κατάθεση στη Βουλή του περιβόητου νομοσχεδίου για τη μετατροπή των (ημιερασιτεχνικών) σωματείων της Α’ Εθνικής σε Ανώνυμες Εταιρείες (ΠΑΕ). Με διοικητικά συμβούλια, μετοχικό κεφάλαιο – και, σ’ ένδειξη καλής θέλησης (aka προσέλκυσης επιφανών, οικονομικά, παραγόντων), διαγραφή χρεών. Η υπερψήφιση. Ο ιστορικός νόμος 879/79. Η σελίδα είχε γυρίσει…
Ενόσω οι ιστοριογράφοι ακόνιζαν ανέξοδα μολύβια για το (τυπικό) κύκνειο άσμα «του ποδοσφαιρικού ρομαντισμού», η νέα, «κυνική» πραγματικότητα δημιουργούσε ογκώδεις απαιτήσεις. ΠΑΕ σήμαινε, ουσία, «μαγαζί». Κι ένα «μαγαζί», για να στηθεί και να στεριώσει, προϋπέθετε, εξ ορισμού, ισχυρό (οικονομικά, κατ’ αρχήν) «αφεντικό». Τελεία, ωραία. Αλλά ποιος; Για τον ολυμπιακό οργανισμό, μετά τα χρόνια του καπετάν Νικόλα Γουλανδρή, η έλλειψη ενός ηγέτη αναλόγου διαμετρήματος είχε αποδειχτεί ηχηρή και κοστοβόρα. τέσσερα χρόνια μακριά απ’ το Πρωτάθλημα, ταμειακές «δυσανεξίες», διάφορα. Αρα; Τι; Στη Ζέα, στ’ ακροθαλάσσι, η περισυλλογή περίσσευε, μοιραία. Ωσπου «έσκασε» το/ένα δημοσίευμα…
Με το μετοχικό κεφάλαιο ορισθέν, τελικώς, στα 110 εκατ. δρχ., μεθερμηνευόμενον σε 22.000 μετοχές ονομαστικής αξίας 5.000 δρχ. εκάστη και το 10% διά νόμου στον Ερασιτέχνη, ο Ολυμπιακός γύρισε σελίδα
Το αποκλειστικό
Η ιστορία δεν είναι άγνωστη. ίσα-ίσα. Απ’ αυτές που επιμένουν, δεκαετίες έπειτα, να κόβουν βόλτες στα δημοσιογραφικά γραφεία, με το κεφάλι τους ψηλά. «Πρωταγωνιστής», ένας απ’ τους κορυφαίους ρεπόρτερ Ολυμπιακού της εποχής, ο Κώστας Μυλωνάς – τότε, στην «Απογευματινή». Μεσημέρι, λέει, αρχές Ιουλίου, στο πλαίσιο αφιερώματος για την προσαρμογή των ομάδων στις νέες απαιτήσεις, έχει κλείσει ραντεβού με τον Ηρακλή Τσιτσαλή, τότε πρόεδρο του Ολυμπιακού, αλλά και (πρόεδρο) της Επιτροπής που είχε εκλέξει η ΓΣ για το «τρέξιμο» των διαδικασιών ιδρύσεως της ΠΑΕ (μαζί με τους Λεωνίδα Θεοδωρακάκη, Μιχαήλ Κούβαρη, Ανδριανό Ντάνο, Χρήστο Μαραγκάκη, Δημήτριο Σπανό, Μανώλη Τσαχειλίδη). Δεν πρόλαβε να κάτσει: – Φεύγουμε! – Για πού; – Γι’ αυτόν που θα πάρει τον Ολυμπιακό!
Λίγα λεπτά αργότερα, το… GPS τους άφηνε Ακτή Μιαούλη 85, γ’ όροφος. Ο Μυλωνάς, απ’ έξω, περιμένει, στον χώρο υποδοχής – μαζί και ο φωτογράφος. Ο Τσιτσαλής ενημερώνει τη γραμματεία και στο «περάστε», μπαίνει στο πολυτελές γραφείο κι ενημερώνει… κάποιον Σταύρο για την παρουσία του δημοσιογράφου. Εισπράττει έντονη αντίδραση – «τι δουλειά έχω εγώ να μιλήσω στις εφημερίδες;». Μα, τελικά, τον πείθει. Την επομένη, ένα σούπερ «αποκλειστικό», από εκείνα που έχουν λόγο να λέγονται, θα ενημέρωνε διεξοδικά για την ιστορική εξέλιξη: ο Ολυμπιακός περνούσε στα χέρια team εφοπλιστών. Με επικεφαλής, «πρώτο μεταξύ ίσων», τον Σταύρο Νταϊφά. Στη Ζέα, στ’ ακροθαλάσσι, περίσσευε μοιραία η ανακούφιση…
Γεννημένος στην Καλαμάτα (1927), από παραδοσιακή οικογένεια ναυτικών, καραβοκύρηδων, αλλά μεγαλωμένος στον Πειραιά, αυτοδημιούργητος, καίτοι σημαντικός, οπωσδήποτε, μεταπολιτευτικά, παράγοντας της ναυτιλιακής κοινότητας, δεν ανήκε στο club εφοπλιστών με τεράστιο εμπορικό στόλο – για την ακρίβεια, στα μέσα της δεκαετίας του ’70, η «Daifas Stavros Marine Enterprise SA» μετρούσε 12 φορτηγά, συνολικής μεταφορικής δυνατότητας 117.000 τόνων. Ευφυής, ωστόσο, έντιμος και δεινός συνομιλητής, «εφοπλιστής σαλονάτος και μάγκας λιμανίσιος», όπως γράφτηκε, ασκούσε ουσιαστική επιρροή στους εφοπλιστικούς κύκλους, μέσα απ’ την παρουσία του στο ΔΣ της Ενωσης Ελλήνων Εφοπλιστών (1975-82 μέλος κι έπειτα, αντιπρόεδρος), συνδετικός κρίκος, πλην άλλων, μεταξύ εφοπλισμού και κυβερνήσεων.
Ο Τσιτσαλής τα ήξερε όλα αυτά – διευθυντής, εξάλλου, στο ναυτιλιακό τμήμα της Εθνικής Τράπεζας και φίλοι, από ετών. Μαζί και τα «ερυθρόλευκα» αισθήματά του – κάποτε διέρρευσε πως κόντεψε να χάσει τον… γάμο του, επειδή ο Ολυμπιακός έπαιζε Κύπελλο στα πέναλτι! Εξού και η προσέγγιση. Η πρόταση. Η πίεση να αναλάβει…

Από αριστερά Παναγούλιας, Μπέμπης, Μιλτιάδης Μαρινάκης και Μιχάλης Φωτίου, παρακολουθούν ματς με τον ΟΦΗ στο Καραϊσκάκη το 1982. Ο Ολυμπιακός Πειραιώς στα χέρια των Πειραιωτών, ένα στοίχημα που κερδήθηκε πανηγυρικά
Το τρικ
Αρχικά, ο Νταϊφάς αρνείται. Στην πορεία, το ξανασκέφτεται. Και, συνεκτιμώντας δυνατότητες και προοπτικές, αποδέχεται. Αλλά, δεδομένου του βάρους/ρίσκου της περίπτωσης, έχοντας ένα συγκεκριμένο concept κατά νου: όχι μόνος. Ισχύς εν τη ενώσει. Το πέτυχε, μέσω ενός… τρικ. Σε μία, λέει, συνεδρίαση του ΔΣ της ΕΕΕ, έριξε το… δόλωμα ότι, δήθεν, «οι κομμουνιστές θέλουν να πάρουν τον Ολυμπιακό! Καταλαβαίνετε ότι, λόγω του Πειραιά, αυτό θα επηρεάσει τη ναυτιλία, τους ναυτικούς μας. Θα έχουμε προβλήματα!» – «Και τι προτείνεις;» – «Να αγοράσουμε εμείς την ΠΑΕ απ’ τον Ερασιτέχνη Ολυμπιακό!».
Αιφνιδιάστηκαν. Μα, πείστηκαν. Επικεφαλής, ο Νταϊφάς. Και συν αυτώ, μια σειρά ονόματα, κάποια «βαριά», του εφοπλιστικού – ναυτιλιακού χώρου. Αντώνης Χανδρής, Αριστομένης (Μένης) Καραγιώργης, Μιλτιάδης Μαρινάκης (ακριβώς: ο αείμνηστος πατέρας του νυν ερυθρόλευκου ηγέτη, Βαγγέλη Μαρινάκη), Νίκος και Δημήτρης Νομικός, Στάθης Γουρδομιχάλης, Λουκάς Χατζηιωάννου (καθείς με δυνατότητα απόκτησης μετοχών έως 20%). Ολοι εκ του ΔΣ της Ενωσης Εφοπλιστών…
Δεκατρείς Ιουλίου, πρωί Παρασκευής. Η μέρα – ιστορία. Σκάρτο 24ωρο απ’ τ’ «άνοιγμα» του ορισμένου χρονικού περιθωρίου αγοράς των μετοχών (12-20/7, οι προεγγραφές μικρομετόχων «έτρεχαν» απ’ τα τέλη Ιουνίου, στη Λέσχη). «Χωρίς τυμπανοκρουσίες και δηλώσεις, πήγαν στην Τράπεζα (σ.σ.: την Αλγκεμάινε Μπανκ Νέντερλαντ, Ακτή Μιαούλη 59 (η Εθνική, που είχε οριστεί για τις συναλλαγές, απεργούσε), κατέθεσαν τα χρήματα και πήραν μετοχές τους», έγραφαν τα ρεπορτάζ.
Εξήντα ένα εκατομμύρια. Τα διπλάσια απ’ όσα είχε ανακοινώσει πως διαθέτει ο συνδιεκδικητής, επιχειρηματικός Ομιλος του πρώην προέδρου Κ. Θανόπουλου, έχοντας κύριο «συμπαίκτη» τον Αρ. Αλαφούζο (κι ακόμη, Μαυρολέοντα, Χούλη, Μάμαλη, Πετρόπουλο, Γιαννόπουλο κ.ά.). Με το μετοχικό κεφάλαιο ορισθέν, τελικώς, στα 110 εκατ. δρχ., μεθερμηνευόμενον σε 22.000 μετοχές ονομαστικής αξίας 5.000 δρχ. εκάστη και το 10% διά νόμου στον Ερασιτέχνη, ρητά το πλειοψηφικό πακέτο.
«Συγκλόνισαν με τη χθεσινή ενέργειά τους. Πρόκειται για κορυφαίους οικονομικούς παράγοντες της χώρας μας, που θα φτιάξουν μεγάλο τον Ολυμπιακό», συνέχιζαν οι εφημερίδες, που, έως τότε, ονόματα άκουγαν, αλλά ονόματα δεν έβλεπαν (εξού και τα πρώτα δημοσιεύματα έκαναν λόγο, μετριοπαθώς και αορίστως) για εφοπλιστική «κίνηση των πέντε»).
Σταδιακά κι ενώ ο Τσιτσαλής δήλωνε, ορθώς, δικαιωμένος για την πρωτοβουλία του («άνθρωποι άφθαρτοι και ανιδιοτελείς, διεθνούς κύρους, που στόχο έχουν πολύ μεγάλο τον Ολυμπιακό»), θα διέρρεαν και άλλα, μικρότερης ή μεγαλύτερης μετοχικής συμμετοχής: Νίκος Ευθυμίου (πρόεδρος, για λίγο, το ’86, μετά την προσωπική αποχώρηση Νταϊφά), Νίκος Λιβανός, Μιχάλης Περατικός, Μίμης Κουτρουμπούσης, Ζαχαρίας Κρίτσας.
Ως το 1983 έγιναν τέσσερα, σερί. «Δυναστεία», ομάδα – αναφορά, η πρώτη μετά τον Γουλανδρή. Οχι εντυπωσιακή, αλλά «σκληρή». Λιμανίσια, πειραιώτικη
Tέσσερα σερί…
«Κάθαρση! Προς όλες τις κατευθύνσεις». Αυτό ήταν το δόγμα της «νέας εποχής», κατά την ιστορική δήλωση Νταϊφά, στην ιστορική «πρώτη» της 26ης Ιουλίου. Και πρώτα, των του οίκου. Με «υπηρεσιακό» διοικητικό σχήμα, υπό τον Τσιτσαλή, έως τις εκλογές του Σεπτεμβρίου (οπότε και άρχισε επίσημα η πρώτη προεδρική θητεία Νταϊφά) και τον Μιλτιάδη Μαρινάκη στη θέση του Γενικού Αρχηγού.
Τακτοποίηση των εκκρεμοτήτων προς τους παίκτες, νέο οργανωτικό μοντέλο (κομβικός, όλα τα χρόνια, ο ρόλος της Λόλας Νταϊφά – συζύγου του εξάδελφού του, Ιωνα), δημιουργία ισχυρού ρόστερ. Ξεκίνησε… ταπεινά, με την ανακοίνωση του νεαρού τερματοφύλακα Ανδρέα Τσακμακίδη απ’ το Μεσολόγγι. η πρώτη, ιστορικά, μεταγραφή επί επαγγελματισμού. Συνεχίστηκε με κινήσεις στοχευμένες, που άφησαν το στίγμα τους (Νοβοσέλατς, Κουσουλάκης, Νικολούδης, Δεκέμβριο ο Αλστρομ). Και, παρά τις ενδιάμεσες προκλήσεις (βλ. αντικατάσταση Βεσελίνοβιτς από Γκόρσκι) ολοκληρώθηκε θριαμβευτικά: η νίκη, 2-0, στο θρυλικό μπαράζ με τον Αρη, στον Βόλο, το πρώτο επαγγελματικό Πρωτάθλημα και πρώτο συνολικά, μετά από έξι στείρα χρόνια.
Ως το 1983 έγιναν τέσσερα, σερί. «Δυναστεία», ομάδα – αναφορά, η πρώτη μετά τον Γουλανδρή. Οχι εντυπωσιακή, αλλά «σκληρή». Λιμανίσια, πειραιώτικη. Με προσθήκη, αυτά τα χρόνια, παικτών κλάσης (Σαργκάνης, Αναστόπουλος, Μητρόπουλος, Μίχος, Ορφανός, Γούναρης, Εσταβίλιο κ.λπ.). Και μια διοίκηση – ασφάλεια, που, παρά την όχι… large (ή μάλλον «σφιχτή») οικονομική πολιτική της, μπόρεσε, με σημαία της τη μνημειώδη ατάκα Νταϊφά «είστε όλοι νάνοι μπροστά στον Ολυμπιακό», να στήσει γενναία αναχώματα απέναντι σ’ ένα παρασκήνιο, που τρόχιζε τα δόντια του. Εστω, ως το ’84. Μετά, για όποιους λόγους, ήταν μια άλλη εποχή…