Η θηλιά του χρέους… και η φιέστα της γραβάτας

Ηταν 1η Μαρτίου του 2010 όταν ο τότε επίτροπος για τις Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις Φινλανδός Ολι Ρεν από τα γραφεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ευχόταν στους Ελληνες «καλό κουράγιο».

Ηταν 1η Μαρτίου του 2010 όταν ο τότε επίτροπος για τις Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις Φινλανδός Ολι Ρεν από τα γραφεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ευχόταν στους Ελληνες «καλό κουράγιο».
Η φράση αυτή, που έμεινε στην ιστορία, αφού άνοιξε την πόρτα της εποχής των μνημονίων, είχε βάθος και πολύ μεγαλύτερη σημασία απ’ ό,τι ήθελαν να πιστέψουν πολιτικοί και πολίτες που τα αμέσως επόμενα χρόνια διχάστηκαν στα στρατόπεδα των μνημονιακών και των αντιμνημονιακών.
Οκτώ χρόνια και λίγους μήνες μετά, τα ξημερώματα της 22ας Ιουνίου 2018, ο Μάριο Σεντένο, ο πορτογάλος πρόεδρος του Eurogroup, ανακοίνωσε την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος για την Ελλάδα, τη ρύθμιση για 10 ακόμη χρόνια του ελληνικού χρέους θέλοντας να στείλει πολιτικό μήνυμα ότι πλέον καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν είναι σε μνημόνιο.
Αυτή είναι η μία όψη του νομίσματος που θέλησε να προβάλει η κυβέρνηση με την φιέστα στο Ζάππειο με τη γραβάτα του κ. Τσίπρα προκειμένου να συσπειρώσει τους βουλευτές του.

Παραμένουν βάρος και δεσμεύσεις

Η άλλη όψη είναι ότι έπειτα από την τραγική οκταετία της χρεοκοπίας της χώρας –μαζί και χιλιάδων επιχειρήσεων και νοικοκυριών –και μετά τη συμφωνία του Λουξεμβούργου το βάρος του χρέους παραμένει για τη χώρα, και αυτό που επιτεύχθηκε είναι η εξασφάλιση της εξυπηρέτησης του χρέους.
Αυτό όμως που μένει είναι οι αυστηροί στόχοι για την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ κάθε χρόνο έως και το 2022, οι αυστηροί κανόνες πειθαρχίας και η αυστηρή επιτήρηση της χώρας.
Αυτό είναι το «μεταμνημονιακό» πλαίσιο που καθόρισαν οι Ευρωπαίοι προκειμένου να αποτραπεί στο μέλλον μια νέα κατάσταση χρεοκοπίας της Ελλάδας ως μέλους της ευρωζώνης.
Ακόμη ωστόσο δεν έχουν εφαρμοστεί όλα τα δημοσιονομικά μέτρα που προβλέπει το Μνημόνιο που θα μας ακολουθεί τουλάχιστον ως το 2022. Ο φόβος πλέον μεταφέρεται στο «κραχ» που μπορεί να προκληθεί στα νοικοκυριά από τις μειώσεις των συντάξεων το 2019 και του αφορολόγητου ορίου το 2020, αν στο μεταξύ η οικονομία δεν ανακάμψει αισθητά και δεν μειωθεί το ποσοστό ανεργίας που εξακολουθεί να βρίσκεται στο 20%, ύψος-ρεκόρ για ευρωπαϊκή χώρα.
Η μεγάλη αντίφαση είναι ότι την ίδια ώρα οι άλλες χώρες της ευρωζώνης –ακόμη και οι υπερχρεωμένες –κινούνται μέσα στο πλαίσιο του Μάαστριχτ και μπορούν να έχουν ελλείμματα έως 3% του ΑΕΠ.
Οπως σχολιάζουν κορυφαίοι οικονομικοί παράγοντες που είχαν εμπλακεί το 2012 με το PSI, που αποτέλεσε και την απαρχή της προσπάθειας μείωσης του βάρους του χρέους, στην παρούσα συμφωνία υπάρχουν «γκρίζες ζώνες».

1. Δεν επιτεύχθηκε «κούρεμα» χρέους.
2. Δεν εξασφαλίστηκε σταθεροποίηση των επιτοκίων στα σημερινά επίπεδα, κάτι που έγινε επιτυχώς με τα βραχυπρόθεσμα μέτρα που εφάρμοσαν πέρυσι ο ESM και ο ΟΔΔΗΧ.
3. Η επιμήκυνση αφορά μόνο το ένα τρίτο του χρέους.
Οι ίδιοι παράγοντες θεωρούν ότι «το μείζον πρόβλημα, που είναι το βάρος του χρέους, παραμένει για τη χώρα» και όσο δεν μειώνεται ο λόγος προς το ΑΕΠ η πίεση προς τη χώρα θα επανέλθει.
Βασικό στοιχείο της απόφασης του Eurogroup για δεκαετή επιμήκυνση και «πάγωμα» πληρωμών για το ένα τρίτο του χρέους (96 δισ. ευρώ δάνεια του EFSF από το δεύτερο Μνημόνιο) και την καταβολή της τελευταίας δόσης 15 δισ. ευρώ είναι ότι αφήνει για την Ελλάδα ένα καθαρό διάδρομο με απολύτως ελεγχόμενες και περιορισμένες τις χρηματοδοτικές ανάγκες ως το 2032.
Οπως λένε οι ειδικοί «το deal είναι πονηρό. Οι Γερμανοί δεν έδωσαν πολλά στην Ελλάδα, μάλλον έδωσαν τα απολύτως αναγκαία για να βγάλουν την Ελλάδα από τη ζώνη του κινδύνου μεσοπρόθεσμα. Θα τους ξαναχρειαστούμε το 2032 αν η οικονομία δεν ανακάμψει γρήγορα».
Το δεύτερο στοιχείο είναι η δημιουργία του μαξιλαριού ρευστότητας (cash buffer) που θα ανέλθει σε 24,1 δισ. ευρώ με χρήματα από τη δόση του ESM αλλά και ρευστά που θα βάλει το Ελληνικό Δημόσιο από το πλεόνασμα και ενδεχομένως από κάποια έκδοση δεκαετών τίτλων. Αυτό θα εξαρτηθεί από τις συνθήκες των αγορών.
Τα χρήματα πάντως από το «μαξιλάρι», που ασφαλώς υποκατέστησε την άλλη επιλογή της προληπτικής πιστωτικής γραμμής που απορρίφθηκε πολιτικά, επαρκούν για να καλύψουν τις χρηματοδοτικές ανάγκες για την επόμενη διετία τουλάχιστον, ακόμη και στο πιο αρνητικό σενάριο αδυναμίας έκδοσης νέων ομολόγων. Ετσι αίρεται ο «πολιτικός κίνδυνος» που μπορεί να δημιουργηθεί για την οικονομία, δεδομένου ότι την προσεχή διετία θα γίνουν τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις: οι ευρωεκλογές, οι εθνικές εκλογές, οι εκλογές της αυτοδιοίκησης και η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για το πολιτικό σκηνικό.
Οι ίδιες πηγές σημειώνουν ότι αν στο μαξιλάρι συνυπολογιστούν και τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα που είναι υποχρεωμένη να επιτυγχάνει η Ελλάδα, τότε οι χρηματοδοτικές ανάγκες μπορεί να καλυφθούν και ως το 2022.
Και τονίζουν ότι «ως τότε για τις αγορές η Ελλάδα θα είναι credit risk free». Στο διάστημα αυτό το Ελληνικό Δημόσιο μπορεί να σχεδιάσει τις εξόδους του στις αγορές χωρίς πίεση.

«Πάγωσαν» 110 δισ. ευρώ

Το σημείο-«κλειδί» της απόφασης είναι η ανανέωση της περιόδου χάριτος για τα δάνεια του δεύτερου Μνημονίου που δόθηκαν το 2012 μετά το PSI. Το 2022 η Ελλάδα θα έπρεπε να καταβάλει περίπου 14 δισ. ευρώ για τόκους των 96 δισ. ευρώ του δανείου του EFSF και να αρχίσει να το ξεπληρώνει. Πλέον για αυτά τα 110 δισ. ευρώ (96 δισ. δάνειο και 14 δισ. τόκοι) δόθηκε νέα 10ετής περίοδος χάριτος που σημαίνει ότι η Ελλάδα δεν θα πληρώνει ούτε τόκους ούτε χρεολύσια ως το 2032.
Τα ομόλογα αυτά θα ξεκινούσαν να αποπληρώνονται το 2023 και πλέον θα ξεκινήσουν να λήγουν το 2033. Ομως έως τότε θα έχουν επιβαρυνθεί επιπρόσθετα με τους τόκους της δεκαετίας.
Για αυτόν τον λόγο η απόφαση του Eurogroup αναφέρει ότι στο τέλος του 2032, στη βάση μιας νέας ανάλυσης βιωσιμότητας του χρέους από τους θεσμούς, το Eurogroup θα αποφασίσει αν χρειάζονται περαιτέρω μέτρα ελάφρυνσης, ώστε να διασφαλιστεί ότι επιτυγχάνονται οι στόχοι για τις χρηματοδοτικές ανάγκες εξυπηρέτησης του χρέους.
Αν και γενικόλογη, η διατύπωση της δέσμευσης ίσως αποδειχθεί σημαντική για τον τρόπο που οι αγορές και το ΔΝΤ αντιλαμβάνονται την ετοιμότητα της ευρωζώνης να ελαφρύνει περαιτέρω, εφόσον απαιτηθεί, το ελληνικό χρέος.

Ξέχασαν το «γαλλικό κλειδί»

Αυτό που συνέβη και δεν επισημάνθηκε είναι ότι στο προχθεσινό Eurogroup ξεχάστηκε ο μηχανισμός μείωσης του χρέους με ρήτρα ανάπτυξης, γνωστός και ως το «γαλλικό κλειδί για το χρέος». Ο μηχανισμός όπως είχε σχεδιαστεί οδηγούσε στη σύνδεση των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους με τις οικονομικές επιδόσεις της χώρας. Εφόσον οι προβλέψεις του ESM για την ανάπτυξη (2,3% κατά μέσο όρο την επόμενη πενταετία) δεν πέφτουν μέσα, αλλά αντιθέτως είναι χαμηλότερες του αναμενομένου, τότε ο γαλλικός μηχανισμός θα λειτουργούσε με τέτοιον τρόπο ώστε να επιμηκύνει περαιτέρω τις ωριμάσεις των ελληνικών ομολόγων. Η κυβέρνηση επιδίωκε αν με την αρχική επιμήκυνση, που ορίστηκε στα 10 χρόνια, είχαμε χαμηλότερη από την αναμενόμενη ανάπτυξη, τότε η επιμήκυνση να έφτανε στα 11 ή 12 χρόνια και μάλιστα χωρίς απόφαση του Eurogroup. Αυτό απορρίφθηκε…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.