Μεταξύ οικονοµικής σφύρας και πολιτικού άκµονος βρίσκεται εδώ και μήνες ο Φρανσουά Ολάντ. Το εκδικητικό βιβλίο της απατημένης πρώην συντρόφου του είναι απλώς το κερασάκι στην τούρτα.
Η λέξη «ξεδοντιάρηδες», με την οποία φέρεται ότι αποκαλούσε τους φτωχούς ο κατά τα άλλα Σοσιαλιστής πρόεδρος της Γαλλίας, είναι «βόμβα» στα θεμέλια της αξιοπιστίας του, προκαλώντας νέα ερωτηματικά για την ικανότητά του να κυβερνάει την δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης.
«Τα προβλήματα συσσωρεύονται επικίνδυνα για τον Ολάντ», λέει στο ΒΗΜΑ ο Ζαν-Μαρκ Ντανιέλ, καθηγητής Πολιτικής Οικονοµίας στο Πανεπιστήµιο ESPC Europe, στο Παρίσι, και τακτικός αρθρογράφος στον «Monde».
«Μηδενική ανάπτυξη, αύξηση της ανεργίας, ανασχηματισμός μετά τις αντιδράσεις από την αριστερή πτέρυγα του κόμματός του, δημοσίευση του βιβλίου της πρώην υπουργού Σεσίλ Ντιφλό (από τους Πράσινους) που καταγγέλλει τον τρόπο με τον οποίον κυβερνά, παραίτηση ενός από τους νέους υπουργούς του για φοροδιαφυγή.
Αποτέλεσμα; Η δημοτικότητά του έχει πέσει στο 13% ιστορικό χαμηλό για πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας, δείχνοντας την αυξανόμενη ανησυχία του κόσμου για την ικανότητά του να κυβερνά.
Εξαπλώνεται η εντύπωση ότι το κύριο πρόβλημα της Γαλλίας δεν είναι το έλλειμμα των δημοσίων οικονομικών και του εξωτερικού εμπορίου, δεν είναι η έλλειψη επενδύσεων, δεν είναι το πολιτικό μέλλον της, παρά την άνοδο της αντι-ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς, αλλά η προσωπικότητα του Προέδρου της», τονίζει.
Στο εκρηκτικό βιβλίο της, «η Βαλερί Τριερβελέρ τον παρουσιάζει σαν υποκριτή, που ενώ εμφανίζεται σαν άνθρωπος της Αριστεράς, τρέφει μια βαθιά περιφρόνηση για τις εργατικές τάξεις. Αλλά κυρίως τον παρουσιάζει σαν αναποφάσιστο και ασυνεπή», τονίζει ο Ντανιέλ.
«Αν η εξουσία του γλιστρήσει μέσα από τα χέρια, αυτό θα συμβεί επειδή δεν στάθηκε άξιος να την ασκήσει. Το ερώτημα είναι ποιος θα μπορούσε να την αναλάβει: ο πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς; Μια νέα πλειοψηφία μετά από διάλυση της Εθνοσυνέλευσης; Η Ευρώπη που θα του επιβάλει μια πιο συνεκτική πολιτική; Ο λαός στον δρόμο;» καταλήγει ο συνομιλητής μας.
Προς το παρόν, το Σοσιαλιστικό κόμμα τον στηρίζει. Αλλά σύμφωνα με δημοσκόπηση, η οποία διεξήχθη στο διάστημα 28/8-1/9, δηλαδή μετά τον ανασχηματισμό και πριν από την κυκλοφορία του βιβλίου της Τριερβελέρ, μόλις το 13% των ερωτηθέντων έχει θετική γνώμη για τον Ολάντ, μια πτώση πέντε μονάδων μέσα σε δύο μήνες.
Περισσότεροι από 8 στους 10 Γάλλους (85%) λένε ότι δεν τον εμπιστεύονται για την επίλυση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα.
Ενα αρνητικό ρεκόρ που σύμφωνα με κάποιους δεν νομιμοποιεί πλέον τον Ολάντ ως πρόεδρο. «Με 13% δεν μπορείς να κυβερνήσεις» υποστηρίζει ο διευθυντής σύνταξης της (δεξιάς) Figaro.
Η αριστερή πτέρυγα του Σοσιαλιστικού Κόμματος έχει εδώ και μήνες ταχθεί κατά του «συμφώνου υπευθυνότητας», που αποφάσισε ο Ολάντ: είναι ένα πακέτο λιτότητας που προβλέπει εξοικονόμηση 50 δισ. ευρώ σε διάστημα τριών ετών και 40 δισ. ευρώ για τις επιχειρήσεις.
Με την απομάκρυνση των εκπροσώπων της αριστερής πτέρυγας από την κυβέρνηση στον ανασχηματισμό που έκανε στα τέλη του Αυγούστου, ο Ολάντ ρισκάρει και την κοινοβουλευτική του πλειοψηφία. Οι Σοσιαλιστές και οι σύμμαχοί τους έχουν σήμερα 307 έδρες στην Εθνοσυνέλευση όπου η απόλυτη πλειοψηφία είναι 289.
Ο Ολάντ εξελέγη με τη στήριξη των Οικολόγων και ενός μέρους της Ακρας αριστεράς, αλλά δεν μπορεί πλέον να βασίζεται ούτε στους μεν, ούτε στους δε, που ουσιαστικά έχουν περάσει στην αντιπολίτευση.
Και όλα αυτά ενώ δεν έχουν πραγματοποιηθεί επώδυνες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις μέχρι τώρα.
Αναμόρφωση της αγοράς εργασίας, χαλάρωση της νομοθεσίας περί απολύσεων, μείωση των εργοδοτικών εισφορών και του επιδόματος ανεργίας, αύξηση του αριθμού των ωρών εργασίας…
Ολα τους καυτά θέματα που συναντούν την αντίδραση της γαλλικής Αριστεράς, και τα οποία είναι δύσκολο να τα ανοίξει ο Ολάντ χωρίς σκληρές συγκρούσεις.
Από τη μία πλευρά, θέλει να ακολουθήσει πολιτική μεταρρυθμίσεων, και από την άλλη φλερτάρει με την ιδέα της αναθέρμανσης της οικονομίας με κρατικά επενδυτικά προγράμματα. Ισως για αυτό φαίνεται τόσο αναποφάσιστος και ασυνεπής ο Ολάντ.
