Νικ Καλάθης: «Είναι τιμή να παίζω για την Ελλάδα»

Ο Νικ Καλάθης δεν έχει γεννηθεί στην Ελλάδα. Δεν μιλάει ελληνικά ούτε απαγγέλλει τον Εθνικό Υμνο. Το όνειρό του ήταν να αγωνιστεί στο ΝΒΑ και όχι στην ομάδα με το εθνόσημο.

Ο Νικ Καλάθης δεν έχει γεννηθεί στην Ελλάδα. Δεν μιλάει ελληνικά ούτε απαγγέλλει τον Εθνικό Υμνο. Το όνειρό του ήταν να αγωνιστεί στο ΝΒΑ και όχι στην ομάδα με το εθνόσημο. Επιπροσθέτως έχει γίνει πατέρας και είναι λογικό να του λείπει η οικογένειά του, που ζει σε άλλη ήπειρο, χιλιάδες μίλια μακριά. Παρ’ όλα αυτά, ο 25χρονος άσος των Μέμφις Γκρίζλις συνεχίζει την αγαπημένη του συνήθεια ευελπιστώντας να ζήσει σπουδαίες στιγμές με την Εθνική στο επικείμενο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα (30 Αυγούστου – 14 Σεπτεμβρίου). Μιλώντας στο «Βήμα» ο ομογενής γκαρντ εξηγεί το πώς αντανακλά στα δικά του μάτια η γαλανόλευκη φανέλα και το πώς φαντάζεται τον ρόλο του απόντος του Βασίλη Σπανούλη. Επαναφέρει στη μνήμη του την πολύκροτη υπόθεση ντόπινγκ που εξαιτίας μιας απερισκεψίας αναστάτωσε τη ζωή του, αποθεώνει την οικογένεια Γιαννακόπουλου και τον Παναθηναϊκό όπου θα ήθελε να συνεχίσει την καριέρα του αν ήταν ελεύθερος και απαριθμεί τα πρόσωπα που σημάδεψαν και καθόρισαν την αθλητική διαδρομή του.
Στον κόσμο αρέσουν οι συγκρίσεις και αναπόφευκτα η παρουσία σου στην εθνική ομάδα έρχεται σε αντιπαραβολή με τη δεύτερη συνεχή άρνηση του Κώστα Κουφού. Τι σημαίνει, αλήθεια, για ένα παιδί που γεννήθηκε στην Αμερική και μεγαλώνοντας έκανε διαφορετικά όνειρα η συμμετοχή στην Εθνική Ελλάδος;
«Είναι μεγάλη τιμή. Δεν θα ερχόμουν αν δεν το αισθανόμουν έτσι. Είναι τιμή να παίζω για την Ελλάδα, είναι τιμή να βάζουμε όλοι το ταλέντο μας για την πατρίδα μας. Υπάρχουν αρκετοί παίκτες που θα ήθελαν να βρίσκονται εδώ, αλλά δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα. Επομένως εμείς που έχουμε αυτή την ευκαιρία πρέπει να είμαστε υπερήφανοι και να νιώθουμε ευλογημένοι. Πέρυσι πήρα ένα τάιμ άουτ, γιατί ήθελα να ζήσω τις πρώτες ημέρες του νεογέννητου γιου μου, αλλά εφέτος είμαι εδώ για να ζήσω με τα υπόλοιπα παιδιά τις εμπειρίες που μόνο η εθνική ομάδα μπορεί να σου χαρίσει».
Θυμάσαι την πρώτη επαφή σου με τις εθνικές ομάδες;
«Καλύτερα να μην το θυμάμαι. Η πρώτη μου εμπειρία στην Εθνική Νέων ήταν η χειρότερη της ζωής μου. Βρέθηκα χωρίς να το θέλω στο μάτι του κυκλώνα με αφορμή τη συμμετοχή ή όχι του Κώστα Κουφού. Ακούστηκαν πολλές ιστορίες –άλλες από αυτές αληθινές και άλλες όχι. Για μένα εκείνη η εμπειρία ήταν καταστροφική. Δεν πέρασα καθόλου καλά. Οταν όμως πήγα στην Ανδρών, τα πάντα άλλαξαν από την πρώτη στιγμή. Αγάπησα αμέσως τα παιδιά, ήταν όλοι επαγγελματίες, με αγκάλιασαν από την αρχή, με έκαναν να αισθανθώ άνετα. Ο Σπανούλης, ο Ζήσης, ο Διαμαντίδης, ο Φώτσης, αυθεντικοί τύποι, με τους οποίους δέσαμε από την αρχή. Στο Ευρωμπάσκετ της Πολωνίας, βέβαια, δεν ήξερα τι να περιμένω, αλλά κατακτήσαμε το χάλκινο μετάλλιο και ήμασταν όλοι ευχαριστημένοι. Θα μου λείψουν τα παιδιά που για διάφορους λόγους δεν θα είναι εφέτος μαζί μας, αλλά περισσότερο από όλους ο Φώτσης, που ήταν και ο συγκάτοικός μου στις αποστολές της Εθνικής».
Απόντος του Βασίλη Σπανούλη, αισθάνεσαι μεγαλύτερη ευθύνη εν όψει του Μουντομπάσκετ της Ισπανίας;
«Αναμφισβήτητα θα έχω μεγαλύτερο ρόλο και ανυπομονώ να παίξω στο πλευρό του Νίκου Ζήση. Προφανώς και οι ευθύνες μου θα είναι αυξημένες, αν και αυτό ισχύει με τα περισσότερα παιδιά, που πλέον μετρούν 3-4 καλοκαίρια στην Ανδρών. Πιστεύω ότι έχουμε καλή ομάδα, νεανική, με πλούσιο ταλέντο. Υπάρχουν σπουδαίοι παίκτες που μπορούν να βάλουν τη σφραγίδα τους, ενώ οι ψηλοί μας, ο Μπουρούσης και ο Βουγιούκας, είναι πολύ σημαντικοί, γιατί θα καθορίσουν το πόσο ανταγωνιστικοί θα είμαστε στην Ισπανία».
Επιχειρώντας να εφαρμόσεις ως ο βασικός πόιντ γκαρντ τις ιδέες του νέου προπονητή Φώτη Κατσικάρη, σε ενθουσιάζει περισσότερο το μπάσκετ που προσπαθεί να παρουσιάσει εφέτος η Εθνική σε σύγκριση με τα προηγούμενα καλοκαίρια;
«Δεν θα έλεγα ότι με εξιτάρει περισσότερο και η απάντησή μου δεν είναι διπλωματική ώστε να μη θίξω τους προηγούμενους προπονητές. Απλώς φαίνεται ότι θα παίζουμε πιο γρήγορα καθώς ο κόουτς Κατσικάρης έχει επιρροές από το ισπανικό μπάσκετ. Για να είμαι ειλικρινής, έχουμε γρήγορους παίκτες, όπως ο Παπανικολάου, που μπορούν να φτάσουν εύκολα και γρήγορα στο καλάθι και αυτό σημαίνει εύκολους πόντους. Ο Βασιλειάδης είναι φανταστικός σουτέρ, ο Ζήσης μπορεί να κάνει πολλά. Θεωρώ ότι επέλεξαν τον κατάλληλο προπονητή για αυτή την ομάδα».
Βλέπεις καθόλου τον εαυτό σου στο πρόσωπο του Γιάννη Αντετοκούνμπο; Υπό την έννοια ότι όπως εσύ είχες κάνει τη μετάβαση από το Κολέγιο στον Παναθηναϊκό, έτσι και αυτός μπήκε στα βαθιά νερά της Ανδρών επιχειρώντας να μάθει το ευρωπαϊκό στυλ παιχνιδιού μετά τη μαγική σεζόν που έκανε στο ΝΒΑ.
«Ετσι όπως το θέτετε θα μπορούσα να συμφωνήσω. Πάντα είναι δύσκολη η προσαρμογή για έναν παίκτη που έρχεται από το ΝΒΑ στην Ευρώπη γιατί πρόκειται για δύο διαφορετικούς μπασκετικούς κόσμους, με διαφορετική φιλοσοφία, κανονισμούς και συνήθειες. Για αυτό και όλοι προσπαθούμε να τον βοηθήσουμε. Εχει απίστευτο ταλέντο και οι φιλικοί αγώνες θα τον βοηθήσουν να προσαρμοστεί στο ευρωπαϊκό στυλ παιχνιδιού. Δεν το λέω μόνο εγώ αλλά οι περισσότεροι ότι ο Αντετοκούνμπο μπορεί να εξελιχθεί σε μεγάλο όπλο για την Εθνική τα επόμενα δέκα χρόνια».
Εσύ, αντιθέτως, το καλοκαίρι του 2013 ακολούθησες την αντίστροφη διαδρομή. Μετά την καταξίωση στην Ευρώπη, τα τρία χρόνια στον Παναθηναϊκό και την κατάκτηση του Eurocup με τη Λοκομοτίβ Κουμπάν, βρήκες συμβόλαιο στο ΝΒΑ. Πώς το διαχειρίστηκες όλο αυτό;
«Από μικρό παιδί το όνειρό μου ήταν το ΝΒΑ. Ηθελα πολύ να το ζήσω και είμαι χαρούμενος που το Μέμφις μου έδωσε πέρυσι την ευκαιρία. Ασφαλώς στην Ευρώπη είχα διαφορετικό ρόλο και έπαιζα πολύ περισσότερο. Στο ΝΒΑ έπρεπε να κερδίσω ένα-ένα τα λεπτά συμμετοχής και αυτό δεν ήταν εύκολο. Στο ξεκίνημα της χρονιάς αντιμετώπισα κάποια προβλήματα, αλλά από τα μισά της σεζόν και έπειτα άρχισα να παίζω πολύ και να βρίσκω ουσιαστικά τον δρόμο μου. Το θέμα στο ΝΒΑ είναι να έχεις ευκαιρίες. Ηξερα ότι κάποια στιγμή θα ερχόταν η ώρα μου και ότι απλώς όφειλα να είμαι έτοιμος. Μετά τον τραυματισμό λοιπόν του βασικού πόιντ γκαρντ άρπαξα την ευκαιρία και συνέχισα να παίζω. Ελπίζω η δεύτερη σεζόν μου στους Γκρίζλις να αποδειχθεί ακόμη καλύτερη από την πρώτη».
Βέβαια, εσύ είχες την ευκαιρία να συνεργαστείς επί τρία χρόνια με τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς στον Παναθηναϊκό και να μυηθείς στα μυστικά της στρατηγικής και στο λεγόμενο «διάβασμα» του παιχνιδιού, άρα κατά κάποιον τρόπο ήσουν έτοιμος παίκτης όταν πήγες στο ΝΒΑ.
«Σαφώς η συνύπαρξη με τον Ομπράντοβιτς με βοήθησε πάρα πολύ. Ειδικά στη φιλοσοφία του πικ εν ρολ, το οποίο κυριαρχεί και στο ΝΒΑ, ο Ζέλικο με βοήθησε να γίνω ο παίκτης που είμαι τώρα. Στον Παναθηναϊκό βρέθηκα πίσω από καλλιτέχνες του πικ εν ρολ όπως ο Σπανούλης, ο Σάρας και ο Διαμαντίδης και βλέποντας αυτούς τους παίκτες ήταν το καλύτερο σχολείο που θα μπορούσε να μου τύχει. Γενικά εκείνη η απόφασή μου να παίξω στην Ευρώπη μετά τα δύο χρόνια στο Πανεπιστήμιο της Φλόριδας ήταν πολύ σημαντική για την εξέλιξη της καριέρας μου».

«Αν επέστρεφα στην Ευρώπη, θα έπαιζα στον ΠΑΟ»

Το όνομά σου συζητήθηκε πάρα πολύ αυτό το καλοκαίρι: Μέμφις, Παναθηναϊκός, ΤΣΣΚΑ Μόσχας. Πόσο περίεργο ήταν το διάστημα ώσπου οι Γκρίζλις να ενεργοποιήσουν τον δεύτερο χρόνο του συμβολαίου σου δίνοντας τέλος στα σενάρια επιστροφής στην Ευρώπη;

«Ηταν αρκετά αγχωτικό. Δεν ήξερα πού θα αγωνιστώ την επόμενη χρονιά και αυτό δημιουργούσε μια σχετική αβεβαιότητα. Υπήρχε μεγάλο μπέρδεμα με το συμβόλαιό μου γιατί, ως γνωστόν, ο μάνατζέρ μου, που είχε κάνει τη συμφωνία με το Μέμφις, προσελήφθη εκ των υστέρων στη διοίκηση του συλλόγου ως τζένεραλ μάνατζερ και μετά έχασε τη θέση του, με αποτέλεσμα να μη γνωρίζω ότι η ομάδα είχε την επιλογή για τη δεύτερη σεζόν του συμβολαίου μου. Την ίδια στιγμή ο εκπρόσωπός μου συζητούσε με ευρωπαϊκές ομάδες, αλλά στο τέλος το Μέμφις αποφάσισε να με κρατήσει και έτσι θα γυρίσω στο ΝΒΑ για να τα δώσω όλα και να μπορέσω να βρω ένα καλύτερο συμβόλαιο του χρόνου. Αν δεν τα καταφέρω, πάντα θα υπάρχει η προοπτική της επιστροφής στην Ευρώπη».
Τι σκεφτόσουν όταν συναντήθηκες με τον Δημήτρη Γιαννακόπουλο στα γραφεία της ΚΑΕ Παναθηναϊκός ποζάροντας με την πράσινη φανέλα;
«Η αλήθεια είναι ότι ήθελα να παίξω στον Παναθηναϊκό. Επί τρία χρόνια είχαν φροντίσει πολύ εμένα και την οικογένειά μου και αυτό δεν το ξεχνάω. Ολα όσα είπα στις δηλώσεις μου τα πίστευα και τα αισθανόμουν. Ο Παναθηναϊκός με πήρε από το Κολέγιο και μου πρόσφερε επαγγελματικό συμβόλαιο. Τα αδέλφια Παύλος και Θανάσης Γιαννακόπουλος με αγκάλιασαν από την πρώτη στιγμή και τώρα συμβαίνει το ίδιο με τον Δημήτρη. Ηταν πάντα εκεί για εμένα και επιπροσθέτως η Αθήνα είναι η καλύτερη πόλη ώστε να ζει μια οικογένεια. Τη λατρεύω και εγώ και η σύζυγός μου. Αν επέστρεφα λοιπόν στην Ευρώπη, θα έπαιζα στον Παναθηναϊκό, μολονότι υπήρχαν ομάδες που μου έδιναν ακόμη περισσότερα χρήματα. Αν το καλοσκεφθεί κανείς, είμαι διπλά ευλογημένος που είχα ανοιχτές δύο πόρτες, τόσο του ΝΒΑ όσο και της Ευρώπης. Θα μείνω εφέτος στο Μέμφις και θα δούμε πού θα με βγάλει τα επόμενα χρόνια η παρουσία μου στο ΝΒΑ».
Θα πρέπει, πάντως, να ήταν εφιαλτική η δοκιμασία που πέρασες μετά την ανίχνευση απαγορευμένης ουσίας σε έλεγχο ντόπινγκ στον οποίο υποβάλλονται ανά τακτά διαστήματα οι αθλητές του ΝΒΑ.
«Σοκαρίστηκα! Δεν το πίστευα. Με πήραν τηλέφωνο από το εργαστήριο του ΝΒΑ και με ενημέρωσαν ότι έχει ανιχνευθεί μια απαγορευμένη ουσία. Εξεπλάγην γιατί ποτέ στη ζωή μου δεν έχω πάρει κάποιο βοήθημα για να μπορώ να παίξω μπάσκετ. Είμαι μάλιστα εναντίον. Οταν μου τηλεφώνησαν, έμοιαζε με κακόγουστο αστείο, αλλά δυστυχώς δεν ήταν. Το είπα πρώτα στη σύζυγό μου και στον πατέρα μου, αλλά ακόμη δεν μπορούσα να το πιστέψω. Ωσπου ήλθε η ώρα της απολογίας μου στη FIBA μέσω τηλεδιάσκεψης. Μίλησα με ειλικρίνεια στα μέλη της επιτροπής ότι ήταν ο τρίτος έλεγχος που περνούσα στο ΝΒΑ και γενικώς στην καριέρα μου ποτέ δεν είχα αντιμετωπίσει πρόβλημα. Οτι έκανα το λάθος να χρησιμοποιήσω ένα φάρμακο που δεν ήξερα τις ακριβείς ουσίες που περιείχε και όφειλα να το δηλώσω στην ομάδα μου. Ευτυχώς η ειλικρίνειά μου εκτιμήθηκε και σε λίγες ημέρες η ποινή μου εκπνέει. Θα χάσω βέβαια τα περισσότερα φιλικά παιχνίδια αλλά θα προλάβω τους δύο τελευταίους αγώνες. Οπότε αρκούμαι στις προπονήσεις μέσα από τις οποίες θα προσπαθήσω να είμαι έτοιμος για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα».
Αν μπορούσες, έπειτα από πέντε χρόνια στο επαγγελματικό μπάσκετ, να επιλέξεις ένα μόνο πρόσωπο στο οποίο θα μπορούσες να πεις «σου χρωστάω», ποιο θα ήταν αυτό;
«Δεν είναι ένα αλλά τέσσερα τα πρόσωπα που ξεχωρίζω. Ο πρώτος που μου έρχεται στο μυαλό είναι ο Ντρου Νίκολας, με τον οποίο υπάρχει μια ιστορία που θα αναφέρω για πρώτη φορά. Επειτα από ένα ματς στο οποίο δεν είχα παίξει καθόλου τρώγαμε μεσημεριανό σε ένα ιταλικό εστιατόριο στο Mall. Με είδε λοιπόν στενοχωρημένο και μου είπε κάτι που θα μπορούσε να αποτελεί μότο για όλη μου την καριέρα: “Νικ, να είσαι πάντα έτοιμος. Πρέπει όταν μπαίνεις στο γήπεδο να προσφέρεις κάτι διαφορετικό στην ομάδα. Κάτι που θα κάνει τον κόουτς να μην μπορεί να σε βγάλει έξω”. Και αυτό το κάτι ήταν η άμυνα. Δύο εβδομάδες αργότερα ο Ομπράντοβιτς μου ανέθεσε το μαρκάρισμα του Ναβάρο στα πλέι οφ με την Μπαρτσελόνα και εκείνη η σειρά άλλαξε όλη μου την καριέρα. Οχι μόνο κατακτήσαμε την Ευρωλίγκα, αλλά ο Παναθηναϊκός ενεργοποίησε την οψιόν του τρίτου χρόνου του συμβολαίου μου, κάτι που ειλικρινά δεν περίμενα να συμβεί πριν από τη συνάντησή μου με τον Ντρου. Ο δεύτερος είναι ο Διαμαντίδης. Είναι ο άνθρωπος που με βοήθησε πάρα πολύ και στα τρία χρόνια μου στον Παναθηναϊκό. Αυτός που με έκανε να βελτιώνομαι μέρα με τη μέρα. Ασφαλώς, ο Μάικ Μπατίστ είναι ο τρίτος, ο οποίος μαζί με τον Ντρου με ανέχονταν στα ίδια αποδυτήρια και κάθε συζήτηση μαζί τους ήταν και μια καινούργια εμπειρία. Και φυσικά ο κόουτς Ομπράντοβιτς, ο οποίος απλώς είναι το κάτι άλλο…».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version