Συγκεκριμένα την Πέμπτη 19 Ιουνίου ο γραμματέας της Κ.Ο. του ΠαΣοΚ, Παναγιώτης Ρήγας μίλησε στους Βασίλη Χιώτη, Νότη Παπαδόπουλο και Γιώργο Παπαχρήστο για τα προαπαιτούμενα, τη διαθεσιμότητα, τη «μικρή ΔΕΗ» και τα υποβρύχια.
Για τα προαπαιτούμενα για την εκταμίευση της δόσης
«Θα ψηφιστούν είτε στο Α’ είτε στο Β’ Θερινό Τμήμα της Βουλής. Οι προτεραιότητες και τα ζητήματα που θα τεθούν στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης καθορίζονται με τις επίσημες ανακοινώσεις της κυβέρνησης, είτε διά του πρωθυπουργού είτε διά του αντιπροέδρου. Μέχρι στιγμής, τα μέτρα που έχει ανακοινωθεί ότι θα τεθούν προς επαναδιαπραγμάτευση είναι της ελάφρυνσης των φορολογικών επιβαρύνσεων για το πετρέλαιο και άλλους άμεσους ή έμμεσους φόρους, το θέμα της αποκατάστασης κοινωνικών αδικιών και οι πολύ υπερβολικές επιβαρύνσεις σε αδύνατα κοινωνικά στρώματα και δεν έχει υπάρξει καμία απόφαση που να αναθεωρεί άλλα ζητήματα πλην της επανεξέτασης αυτού που ονομάζουμε κινητικότητα στο Δημόσιο.»
Για το θέμα της «μικρής ΔΕΗ» και τις δηλώσεις Κουκουλόπουλου στον ΒΗΜΑ 99.5
«Είναι ένα ζήτημα που πρέπει να τεθεί, κατά την άποψή μας, και θα τεθεί, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχει μπει τίποτα επίσημα προς επαναδιαπραγμάτευση. Η κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ θα συνεδριάσει ξανά, όπως έχει κάνει, είτε στο Α’ είτε στο Β’ Θερινό Τμήμα. Επομένως, δεν χρειάζεται να χρεώνεται ένας υπουργός (το θέμα). Δεν ξέρω αν θα χρειαστεί να ψηφίσει (ο κ. Κουκουλόπουλος) ή όχι. Αυτό που ξέρω είναι ότι κανένας υπουργός δεν μπορεί να μπαίνει στον κανόνα της σιωπής ή να μην εκφράζει την άποψή του, αλλά δεν μπορεί να υπάρχουν και κατ’ επιλογή από τους υπουργούς θέματα προς επαναδιαπραγμάτευση, επειδή νομίζουν ότι είναι προς επαναδιαπραγμάτευση. Αυτό δεν μπορεί να δικαιολογηθεί. Δεν μπορεί κάθε υπουργός να βάζει αυτός τα θέματα της ατζέντας που πρέπει να διαπραγματευτούμε. Μπορεί να διαφωνούμε και να έχουμε μια αντίθετη άποψη, αλλά από εκεί και πέρα, αν αυτά τα θέματα δεν μπαίνουν οργανωμένα, δίνεις την εικόνα μιας Βαβέλ, ασυνεννοησίας και σ’ αυτές τις κρίσιμες ώρες όταν περνάνε μηνύματα ότι κάθε υπουργός έχει ως διαπραγματευτή όχι τους τροϊκανούς, αλλά την εκλογική του περιφέρεια και τις επαγγελματικές ομάδες στις οποίες θέλει να απευθυνθεί, τότε το μήνυμα δεν είναι σωστό.
Αυτό θα το συζητήσουμε, από τη στιγμή που είναι προαπαιτούμενο και το έχουμε αποφασίσει και δεν υπάρχει τρόπος εκτός του να μπει στη διαπραγμάτευση ξανά και να αλλάξει (σ.σ.: να μην ψηφίσει το ΠΑΣΟΚ το μέτρο). Από τη στιγμή που θεωρείται προαπαιτούμενο και δεν έχει αλλάξει τίποτα, δεν μπορούμε να λέμε ότι κάποια πράγματα που αποφασίσαμε έστω υπό την πίεση και έχοντας κάνει κάποιες υποχωρήσεις τα ξαναβάζουμε τώρα μπροστά και χωρίς να τα έχουμε συζητήσει με τους δανειστές και να υπάρχει απόφαση να λέμε ότι (δεν τα ψηφίζουμε).»
Για την υπόθεση των υποβρυχίων
«Αυτή η ιστορία, από ένα πολιτικό κόμμα, με τη συνδρομή κάποιων στελεχών του, προσβεβλημένων από «εισαγγελίτιδα», να προσπαθεί να κάνει πολιτική, έχει καταντήσει πολιτική αθλιότητα. Αυτό το ζήτημα έχει κριθεί στο σύνολό του με απόφαση της Βουλής το Δεκέμβριο του 2013. Έκλεισε αυτό το θέμα. Ο ίδιος ο νόμος και το Σύνταγμα λένε ότι δεν μπορεί να εισαχθεί προς συζήτηση θέμα για το οποίο η Βουλή έχει συζητήσει και αποφασίσει. Η κυρία Παπανδρέου, μόλις πήρε αυτά τα στοιχεία και όπως όφειλε, όταν έπεσε σε ονόματα πολιτικών, χωρίς να κάνει καμία προανακριτική πράξη – και αυτό είναι βέβαιο – τα έστειλε στη Βουλή.
Το ΠΑΣΟΚ δεν ζητάει αυτό (σ.σ.: την πειθαρχική δίωξη των ανακριτών). Λέει το εξής: η κυρία Παπανδρέου, αντί να πει ότι στέλνει αμελλητί την υπόθεση στη Βουλή, όπως λένε το Σύνταγμα και ο Κανονισμός της Βουλής, λέει ότι «μετά από προκαταρτική εξέταση» το έστειλε, ενώ δεν είχε το δικαίωμα να το κάνει και δεν έγινε η προκαταρκτική εξέταση. Είναι μια λανθασμένη διατύπωση, η οποία, όμως, δημιουργεί μείζον πολιτικό ζήτημα. Δεν γνωρίζαμε τίποτα, ότι αυτή η υπόθεση θα έρθει στη Βουλή. Ο κ. Αθανασίου, ως υπουργός Δικαιοσύνης, ενώ την είχε κρατήσει 25 μέρες και ο Άρειος Πάγος άλλες 45 μέρες, δεν μπορούσαν να την κρατήσουν ως το τέλος του μήνα για να κλείσει η Βουλή για τα Θερινά Τμήματα και να τη στείλει μετά; Ε, τόσο ανόητο σχεδιασμένο ήταν αυτό το σενάριο;
Δεν μπορεί να συζητηθεί ξανά παρά μόνον αν η υπόθεση αποκτήσει νέα νομικά χαρακτηριστικά, νέα δεδομένα και νέα στοιχεία. Εάν ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ότι υπάρχουν νέα στοιχεία, μπορεί να τα φέρει στη Βουλή.»
