Περισσότερο με …«τσάι και συμπάθεια» προς την ελληνική κοινωνία έμοιαζαν οι διαπιστώσεις του γενικού διευθυντή της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (International Labour Organization – I.L.O.). κ. Guy Ryder, ο οποίος ενημέρωσε την Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων και την Ειδική Διαρκή Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Βουλής των Ελλήνων σχετικά με τον «Κοινωνικό Διάλογο στην Ελλάδα της Κρίσης».
Αν και παραδέχθηκε ότι «δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ως προς το βάθος και τη σοβαρότητα της κοινωνικής κρίσης στην Ελλάδα και των δραματικών επιπτώσεων σε όλους τους πολίτες και αυτό είναι κάτι που βιώνεται βαθιά στον εργασιακό κόσμο με την ανεργία, με την ένδυα, την ανισότητα σε ένα αβάσταχτο επίπεδο με την αύξηση της ανασφάλειας της εργασίας, με την αποδυνάμωση της κοινωνικής προστασίας και με ένα αβέβαιο μέλλον για τους εργαζόμενους και για τις επιχειρήσεις», ωστόσο, παρατήρησε ότι «πικρό το φάρμακο ενδεχομένως, αλλά αναγκαίο για την ανάρρωση». Παράλληλα δεν άφησε κανένα περιθώριο επανόδου στην προ κρίσης κατάσταση.
Όπως ανέφερε -μάλλον σε διπλωματική γλώσσα- τα όσα λέγονται στην Ευρώπη και διεθνώς για την ανάκαμψη στην Ελλάδα, σχετικά με το ότι το χειρότερο κομμάτι της κρίσης έχει περάσει, θα πρέπει να εκληφθεί «ως αιτιολόγηση πολιτικών συστάσεων και επιλογών που έχουν γίνει στο παρελθόν».
Παράλληλα, τόνισε, ότι «υπάρχει μία γενική αποδοχή ως προς τις υπεράνθρωπες προσπάθειες που κατεβλήθησαν από την Ελλάδα και ως προς τα δεινά που βίωσε αυτός ο λαός». Και επ’ αυτού εστίασε σε τρία σημεία:
1. Πρώτον, «τα καθυστερημένα και παρόλα αυτά δειλά σημάδια σταθεροποίησης και βελτίωσης στην Ελλάδα, είναι ιδιαίτερα καλοδεχούμενα, αλλά δεν αποτελούν κατ’ ανάγκη απόδειξη ότι επελέγησαν οι σωστές πολιτικές». Μάλιστα τόνισε ότι «είναι πάντοτε ενδεχόμενο η κατάσταση να ήταν καλύτερη εάν είχαν επιλεγεί άλλες λύσεις», επισημαίνοντας πάντως ότι «βεβαίως θα μπορούσαν να ήταν και χειρότερα τα πράγματα».
2. Δεύτερον, «η κρίση και ο απόηχός της άφησε την ελληνική κοινωνία και την ελληνική οικονομία με βαθιές πληγές». Όπως είπε, «η ανάκαμψη στην παρούσα τροχιά δεν προσφέρει ιδιαίτερες ελπίδες επανόδου στην κατάσταση που επικρατούσε πριν από την κρίση στο άμεσα προβλέψιμο μέλλον και συνεπώς είναι μάλλον δύσκολο να μιλήσουμε για ένα σενάριο που αφορά το τέλος της κρίσης».
3. Τρίτον, «η αναγνώριση των δεινών που υπέστη η ελληνική κοινωνία δύσκολα θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως δεινά ή θυσίες που έγιναν ασμένως δεκτές στο βαθμό που εισήχθησαν μέτρα κάτω από συνθήκες ιδιαίτερης δημοσιονομικής σκληρότητας με συστάσεις των εξωτερικών εταίρων που χρησίμευσαν ως σημεία αναφοράς που βραχυκύκλωσαν τις συνήθεις διαδικασίες διαβουλεύσεων και λήψεις αποφάσεων». Και διαπίστωσε ότι «είναι βάσιμο το να θεωρήσουμε ότι αυτό που έγινε δεν έγινε πάντοτε με την πλήρη δημοκρατική στήριξη του λαού της Ελλάδας».
Υπό το πρίσμα αυτό ο επικεφαλής του I.L.O. είπε ότι «η μόνη ενδεικνυόμενη πορεία και τώρα και στο μέλλον είναι η άμεση ενδυνάμωση του κοινωνικού διαλόγου και των θεσμών μέσω των οποίων διεξάγεται, ως απαραίτητο συστατικό των εργασιακών σχέσεων και των δημοκρατικών διαδικασιών στην Ελλάδα».
