Το 1998, έναν χρόνο προτού αρχίσουν οι βομβαρδισμοί του ΝΑΤΟ στη Σερβία με αφορμή το Κόσοβο, ο Αλεξάνταρ Βούτσιτς έγινε υπουργός Τύπου της τότε Ομοσπονδίας της Γιουγκοσλαβίας. Πρόεδρος της χώρας ήταν ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς. Ο δρακόντειος «Νόμος Βούτσιτς», με σκοπό τη φίμωση των αντιπολιτευόμενων μέσων ενημέρωσης, ήταν δικό του «παιδί». Σήμερα, περίπου μια 15ετία αργότερα, ο κ. Βούτσιτς ετοιμάζεται να γίνει ο επόμενος πρωθυπουργός της Σερβίας εφόσον, όπως όλα δείχνουν, το Προοδευτικό Κόμμα του οποίου ηγείται αναμένεται να καταγάγει θριαμβευτική νίκη στις πρόωρες βουλευτικές εκλογές που θα διεξαχθούν στις 16 Μαρτίου.
Αγαπημένο παιδί της Δύσης πλέον, το άλλοτε πρωτοπαλίκαρο του Βόισλαβ Σέσελι θεωρείται ότι έχει πραγματοποιήσει μια εντυπωσιακή φιλοευρωπαϊκή στροφή, με βασικό επίτευγμα την ομαλοποίηση των σχέσεων με το Κόσοβο και το βλέμμα στραμμένο στην ένταξη του Βελιγραδίου στην Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) περί το 2020. Ο αντιπρόεδρος της ελληνικής κυβέρνησης κ. Ευ. Βενιζέλος, ο οποίος συναντήθηκε με τον κ. Βούτσιτς την περασμένη εβδομάδα στο πλαίσιο της περιοδείας του στα Βαλκάνια, χαρακτήρισε τον νέο «ισχυρό άνδρα» της σερβικής πολιτικής σκηνής «πραγματιστή» και άνθρωπο «με καθαρές θέσεις» σε ζητήματα στρατηγικής σημασίας.
Η μεταστροφή
Δεν είναι δε λίγοι όσοι συγκρίνουν τον Βούτσιτς με έναν άλλο, παλαιότερα ακραίο, πολιτικό μιας άλλης πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας που απέκτησε την ανεξαρτησία της τη δεκαετία του 1990: τον Ιβο Σαναντέρ. Ο Σαναντέρ, ο οποίος διαδέχθηκε τον Φράνιο Τούτζμαν ως επικεφαλής των κροατών εθνικιστών, οδήγησε το Ζάγκρεμπ στην ένταξη στην ΕΕ, της οποίας πλέον αποτελεί το 28ο μέλος.
Ο 44χρονος Βούτσιτς το απέδειξε αυτό ως ο κινητήριος μοχλός πίσω από την ιστορική συμφωνία του Απριλίου του 2013 υπό την αιγίδα της ύπατης εκπροσώπου της ΕΕ για την εξωτερική πολιτική, Κάθριν Αστον. Η συμφωνία Βελιγραδίου – Πρίστινας ήταν το κλειδί για να ανοίξει η πόρτα της ενταξιακής προοπτικής για τη Σερβία, στο πλαίσιο της οποίας το Βελιγράδι επιδιώκει να κλείσει όλα τα τεχνικά ζητήματα ως το 2018.
Τα πράγματα δεν ήταν πάντοτε έτσι. Ο πραγματιστής σήμερα Βούτσιτς υπήρξε σε ηλικία 23 ετών μέλος του Σερβικού Ριζοσπαστικού Κόμματος που προπαγάνδιζε το όραμα της «Μεγάλης Σερβίας». Οταν ο Σέσελι συνελήφθη με την κατηγορία της διάπραξης εγκλημάτων πολέμου και οδηγήθηκε στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης για την πρώην Γιουγκοσλαβία, ο Βούτσιτς έγινε ο de facto αρχηγός του κόμματος. Το 2008, όμως, έφυγε και προσχώρησε στο Προοδευτικό Κόμμα, του οποίου αρχηγός ήταν ο σημερινός πρόεδρος της Σερβίας, Τόμισλαβ Νίκολιτς.
Το Προοδευτικό Κόμμα αποτελεί αυτή τη στιγμή την πρώτη πολιτική δύναμη στη Σερβία. Ο Νίκολιτς ελέγχει την προεδρία, ενώ στις προηγούμενες εκλογές έκανε τη μεγάλη έκπληξη λαμβάνοντας το 24% των ψήφων, αφήνοντας στη δεύτερη θέση το Δημοκρατικό Κόμμα του πρώην Προέδρου Μπόρις Τάντιτς. Στην τρίτη θέση και σε ρόλο ρυθμιστή βρέθηκαν οι Σοσιαλιστές του Ιβιτσα Ντάτσιτς, ο οποίος κατάφερε να αποσπάσει τον πρωθυπουργικό θώκο ως αντάλλαγμα για τη στήριξη που παρείχε στον σχηματισμό κυβέρνησης.
Σκοτεινά σημεία;
Ο Βούτσιτς, όμως, δεν είχε πρόβλημα να γίνει αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Στοιχημάτισε στο μέλλον και όλα δείχνουν ότι μόνο χαμένος δεν θα βγει. Αυτή τη στιγμή είναι ο δημοφιλέστερος πολιτικός στη χώρα και οι Σέρβοι, σε ποσοστά που στις δημοσκοπήσεις ξεπερνούν το 60%, θέλουν να είναι αυτός ο επόμενος πρωθυπουργός. Και αν στο θέμα της συμφωνίας για το Κόσοβο προτίμησε να κινηθεί πιο παρασκηνιακά από τον κ. Ντάτσιτς, ο οποίος έτρεξε από την πρώτη γραμμή τις συνομιλίες με τον κοσοβάρο ηγέτη Χασίμ Θάτσι, στην εσωτερική πολιτική ο Βούτσιτς κυριάρχησε με έμφαση την εκστρατεία του εναντίον της διαφθοράς.
Σε ένα κράτος όπου οι θεσμοί μετά την κατάρρευση της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας παραμένουν αδύναμοι και διάφορα κυκλώματα ελέγχουν διάφορους τομείς της οικονομίας (έστω και όχι στην κλίμακα που συνέβαινε τις δεκαετίες του 1990 και του 2000), η διαφθορά είναι ένα ζήτημα που απασχολεί τους πολίτες. Ο Βούτσιτς εκμεταλλεύθηκε το γεγονός ότι ελέγχει και τις μυστικές υπηρεσίες, αποφασίζοντας να ξεκινήσει μια εκστρατεία κατά της διαφθοράς. Εφθασε, μάλιστα, να συλλάβει τον μεγιστάνα Μίροσλαβ Μίσκοβιτς, τον πλουσιότερο άνθρωπο της Σερβίας, τον Δεκέμβριο του 2012. Οι αντίπαλοί του τον κατηγόρησαν για λαϊκισμό και ο Μίσκοβιτς αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση 12 εκατομμυρίων ευρώ. Δεν είναι, πάντως, λίγοι όσοι προειδοποιούν ότι ο Βούτσιτς έχει αρχίσει να βλέπει τον εαυτό του ως τον νέο σωτήρα της Σερβίας και αυτό αποτελεί ανησυχητικό σημάδι.
Ποντάρει στην οικονομία
Το έτερο μέτωπο στο οποίο ποντάρει πολλά ο Βούτσιτς –παράλληλα, όμως, διακινδυνεύει επίσης πολλά –είναι η οικονομία. Οι προβλέψεις δείχνουν ότι την τετραετία 2014-2018 η ανάπτυξη θα κινηθεί με ρυθμό 3,6% κατά μέσο όρο, αλλά την ίδια στιγμή απαιτούνται μέτρα για τη σταθεροποίηση του χρέους, όπως αυξήσεις φόρων, μειώσεις μισθών, ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας και καταπολέμηση της παραοικονομίας, που υπολογίζεται σε 30% του ΑΕΠ.
Ο Βούτσιτς εκτιμά ότι η ευρωπαϊκή προοπτική θα βοηθήσει στην προσέλκυση επενδύσεων. Δεν δίστασε, μάλιστα, να προσλάβει τον πρώην επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), τον Γάλλο Ντομινίκ Στρος-Καν, ως σύμβουλο επί οικονομικών θεμάτων. Αναζητεί επίσης επενδύσεις από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, καθώς και χρηματοδότηση.
Είναι ο Βούτσιτς ο σωτήρας της Σερβίας; Στην πολιτική, η αναζήτηση σωτήρων έχει αποδειχθεί επικίνδυνο σπορ. Αυτή τη στιγμή ο 44χρονος πολιτικός είναι πολύ δημοφιλής και κινείται προσεκτικά, ενώ η κοινωνία στηρίζει τις επιλογές του με έμφαση στην ευρωπαϊκή προοπτική. Ωστόσο, αυτή δεν θα είναι στρωμένη με ροδοπέταλα. Αλλωστε, το κρίσιμο «Κεφάλαιο 35», που αφορά την ομαλοποίηση των σχέσεων με το Κόσοβο, κρύβει, έστω και στο βάθος του ορίζοντα, την πιθανή αναγνώριση της ανεξαρτησίας του –ζήτημα που εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται συναισθηματικά από αρκετούς Σέρβους. Προς το παρόν, πάντως, αλλά και για το κοντινό μέλλον, ο Βούτσιτς είναι ο «παράγοντας-κλειδί» στο Βελιγράδι…
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
