«Κανείς δεν έχασε αγοράζοντας γη»

«Κανείς δεν έχασε αγοράζοντας γη» * Από την αποταμίευση και τις μετοχές οι Ελληνες στρέφονται στα οικόπεδα και στις κατοικίες Γ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ Η τοποθέτηση σε ακίνητα έχει αναχθεί σε βασική επενδυτική επιλογή των Ελλήνων. Δεν είναι μόνο η αγορά κατοικίας, είτε πρόκειται για πρώτη είτε για δευτερεύουσα, που απορροφά την αποταμίευση των νοικοκυριών, αλλά και η αγορά οικοπέδου για επένδυση ή για ανέγερση

ΤΟ ΒΗΜΑ

Η τοποθέτηση σε ακίνητα έχει αναχθεί σε βασική επενδυτική επιλογή των Ελλήνων. Δεν είναι μόνο η αγορά κατοικίας, είτε πρόκειται για πρώτη είτε για δευτερεύουσα, που απορροφά την αποταμίευση των νοικοκυριών, αλλά και η αγορά οικοπέδου για επένδυση ή για ανέγερση ακινήτου αποτελεί πλέον εξαιρετικά δημοφιλή επιλογή. Με μόνη εξαίρεση τις καταθέσεις που συνεχίζουν να αυξάνονται – κατά κύριο λόγο από τα χρήματα που καταλήγουν σε τραπεζικούς λογαριασμούς από την πώληση ακινήτων -, η δημοτικότητα όλων των άλλων βασικών μορφών επένδυσης – αποταμίευσης βρίσκεται σε ύφεση. Τα αμοιβαία κεφάλαια από την αρχή του έτους έχουν να επιδείξουν εκροές ύψους 6 εκατ. ευρώ και η αγορά τραπεζοασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών – αποταμιευτικών προϊόντων, παρά τον συνεχή εμπλουτισμό της με νέα, σύγχρονα προϊόντα που έχουν αποδειχθεί δημοφιλή στο εξωτερικό, δεν έχει επιτύχει να προσελκύσει το ενδιαφέρον του μέσου Ελληνα, ο οποίος εξακολουθεί να κρατά γυρισμένη την πλάτη και στο Χρηματιστήριο, παρά την ανοδική πορεία του γενικού δείκτη και το αυξημένο ενδιαφέρον των ξένων για τη Σοφοκλέους. Αντίθετα, η αναζήτηση οικοπέδου σε περιοχές με προοπτική κυρίως τουριστικής ανάπτυξης έχει γίνει το δημοφιλές σπορ των Ελλήνων, το οποίο εξασκήθηκε με ένταση κατά τους θερινούς μήνες, καθώς η διαμονή σε τουριστικούς προορισμούς και η ύπαρξη ελεύθερου χρόνου ευνοούσαν τη συστηματική επίδοση στην αναζήτηση της ευκαιρίας. Αλλωστε οικόπεδα υπάρχουν για όλα τα βαλάντια, από 50.000 ευρώ ως όσα αντέχει η τσέπη του καθενός. Σε κάθε περίπτωση οι τράπεζες είναι πρόθυμες να συμπληρώσουν ή ακόμη να χρηματοδοτήσουν εξ ολοκλήρου την αγορά με την προσδοκία ότι θα αποβεί επικερδής για δανειστές και δανειζομένους. Μια προσδοκία που πιθανότατα να δικαιωθεί καθώς η ελληνική γη, ιδιαίτερα στα νησιά, προσελκύει το ενδιαφέρον και των ξένων, γεγονός που δίνει άλλη προοπτική στη μελλοντική αξία της επένδυσης.


Η αποταμίευση σήμερα βρίσκεται στο ναδίρ. Τα αρνητικά επιτόκια δεν ευνοούν τις καταθέσεις, ενώ αντίθετα τα χαμηλά επιτόκια οδηγούν στον δανεισμό. Ως εκ τούτου τα νοικοκυριά είτε καταναλώνουν αυτά που βγάζουν (η εγχώρια ζήτηση παραμένει σε υψηλά επίπεδα) είτε δανείζονται για την αγορά ακινήτου και «αποταμιεύουν» αποπληρώνοντας το στεγαστικό δάνειο και προσδοκώντας κεφαλαιακά κέρδη. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, τα χρέη των νοικοκυριών ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξήθηκαν στο 37% στο τέλος του 2005 από 17% το 2000, ενώ η αποταμίευση των νοικοκυριών ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος το ίδιο χρονικό διάστημα μειώθηκε στο 7,2% από 13,4%. Σε σχέση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης ο δανεισμός των Ελλήνων ως ποσοστό του ΑΕΠ παραμένει χαμηλός. Η Εθνική Τράπεζα μάλιστα εκτιμά σε μελέτη της ότι οι Ελληνες θα συνεχίσουν να δανείζονται, μια και το κόστος εξυπηρέτησης των δανείων ως ποσοστό του ΑΕΠ παραμένει χαμηλότερο από άλλες ευρωπαϊκές χώρες και θα τείνει προς τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Συγκεκριμένα τα νοικοκυριά πληρώνουν το 5,3% του ΑΕΠ για την εξυπηρέτηση των χρεών τους στις τράπεζες όταν ο μέσος όρος της ευρωζώνης είναι 8,4%. Η άνοδος των τιμών των ακινήτων τα τελευταία χρόνια έχει αυξήσει την αξία της περιουσίας των νοικοκυριών και έχει μειώσει τα χρέη τους ως ποσοστό της συνολικής περιουσίας τους.


Στη στεγαστική πίστη, παρά τη σημαντική αύξηση των μεγεθών το 2005, τα στεγαστικά εξακολουθούν να τρέχουν με υψηλούς ρυθμούς. Τραπεζικά στελέχη υπολογίζουν ότι ο ρυθμός αύξησης των δανείων το 2006 θα κλείσει στα επίπεδα του 25% από 22%-23% που αρχικά εκτιμούσαν. Η νεότερη εκτίμηση μπορεί να ξεπεραστεί σε περίπτωση που η κυβέρνηση προχωρήσει σε νέες αυξήσεις στις αντικειμενικές αξίες. Σύμφωνα με τα στοιχεία των τραπεζών, η σύνθεση των δανείων που χορηγούνται για αγορά ακινήτων έχει διαφοροποιηθεί την τελευταία διετία. Ετσι σήμερα υπολογίζεται ότι μόνο ένα στα δύο στεγαστικά δάνεια που χορηγείται χρησιμοποιείται για αγορά ή ανέγερση πρώτης κατοικίας. Αλλο ένα στα δέκα αφορά αγορά δεύτερης, κυρίως παραθεριστικής, κατοικίας. Από το υπόλοιπο 40% των στεγαστικών δανείων περίπου το 25% αφορά επισκευαστικά δάνεια, τα μισά εκ των οποίων θεωρούνται πραγματικά και τα υπόλοιπα χρησιμοποιούνται για κάθε χρήση. Ποσοστό της τάξεως του 15% των συνολικών στεγαστικών δανείων που χορηγούνται σήμερα υπολογίζεται ότι αφορά την αγορά οικοπέδου ή ακινήτου για επένδυση. «Το αντίστοιχο ποσοστό πριν από περίπου μία διετία ήταν της τάξεως του 5%» αναφέρουν τραπεζικά στελέχη, τα οποία συμπληρώνουν ότι «οι επενδύσεις σε ακίνητα αφορούν οικόπεδα και επαγγελματικά ακίνητα και όχι κατοικίες».


Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η τάση για αγορά οικοπέδου ή εξοχικής κατοικίας αναμένεται να ενταθεί τα επόμενα έτη. «Καθώς τα νοικοκυριά επιλύουν το ζήτημα της πρώτης κατοικίας και αποπληρώνουν το δάνειό τους, θα προχωρήσουν στην αγορά ακινήτου για επένδυση με τραπεζική χρηματοδότηση» εκτιμούν οι τραπεζίτες. Αλλωστε είναι γνωστή η σχέση των Ελλήνων με τη γη. «Κανείς δεν έχασε αγοράζοντας γη» λέει η λαϊκή ρήση. Την τελευταία διετία έχουν αυξηθεί οι τραπεζικές χρηματοδοτήσεις για αγορά ακινήτων στα νησιά και σε παραθαλάσσια μέρη της ηπειρωτικής χώρας, εξέλιξη που αποδεικνύει τη στροφή στην αγορά ακινήτων για επένδυση. Κατά συνήθη πρακτική, στην περίπτωση των οικοπέδων οι τράπεζες χρηματοδοτούν το 80% της αξίας της αγοράς. Οι τράπεζες μάλιστα γίνονται αποδέκτες αιτήσεων για χρηματοδότηση αγοράς οικοπέδων από κατοίκους χωρών της Δ. Ευρώπης, ιδιαίτερα στα νησιά. Αν και εμφανίζονται επιφυλακτικές καθώς δεν είναι εύκολο να αξιολογήσουν τη φερεγγυότητα όλων των ενδιαφερομένων, εν τούτοις η ασφάλεια που προσφέρει το ακίνητο οδηγεί συχνά στην έγκριση των αιτήσεων αυτών διευρύνοντας τον κύκλο των ενδιαφερομένων.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version