nbak@dolnet.gr
Πριν από μερικά χρόνια είχα προσκληθεί και πήρα μέρος σε ένα συνέδριο της Βασιλικής Βιβλιοθήκης των Βρυξελλών που είχε τίτλο «Belgitude et Grécité» (Βελγικότητα και Ρωμιοσύνη). Ηταν στην ουσία ένα συνέδριο χωρίς θέμα, εννοώ χωρίς επιστημονικό και επιστημολογικό αντικείμενο, στηριγμένο μόνο σε επινοήσεις που έδωσαν τη δυνατότητα σε ειδικούς και άλλους να λογομαχήσουν, να αντιπαρατεθούν ή να συμφωνήσουν, ιδιαίτερα αν μετά τις συνεδρίες ακολουθούσαν ωραία δείπνα ή γεύματα ποτισμένα με υπέροχες μοναστηριακές μπίρες από τα αβαεία των Αρδεννών. Η τωρινή αντιπαράθεση για την «ελληνικότητα», που αναπτύσσεται μέσα από τις σελίδες της αδελφής εφημερίδας, των «Νέων», μου φαίνεται ότι δεν απέχει από εκείνο το συνέδριο των Βρυξελλών. Είναι κι αυτή στηριγμένη σε μια κατασκευή, σε μια επινόηση, χωρίς επιστημονικό και επιστημολογικό υπόβαθρο, που επιτρέπει όμως την ανάδυση μιας ρητορικής πάθους και εξάρσεων. Αποδεχόμαστε βεβαίως ότι όλη η ιστορία της τέχνης και των ιδεών στηρίζεται σε κατατάξεις και κατηγοριοποιήσεις. Είναι ένας modus vivendi παραδεκτός. Αποδεχόμαστε βεβαίως ότι το θέμα της ταυτότητας, ή καλύτερα, στον πληθυντικό, των ταυτοτήτων, είναι σήμερα κρίσιμο για την ερμηνεία περιεχομένου αλλά και μορφής. Οχι όμως να οδηγούμαστε και σε τερατογενέσεις όπως σ’ εκείνη τη «βελγικότητα» των Βρυξελλών. (Μήπως και η ελληνικότητα είναι το ίδιο;) Τα μέσα ενημέρωσης αγαπούν να καλλιεργούν τέτοιες αντιπαραθέσεις. Και μακάρι να είχαμε συχνά μαχητικούς διαλόγους, για να ανάβουν τα αίματα, όπως συνέβη π.χ. λίγο παλιότερα μ’ εκείνη τη διαμάχη των διανοουμένων-απατεώνων. Αλλά ως εκεί.
Δεν διαβάζω τα ανώνυμα blogs. Ούτε καν τα ψευδώνυμα. Τα περισσότερα δεν είναι τίποτε άλλο παρά οχήματα εκδήλωσης απωθημένων – όσο κι αν θέλω να πιστεύω ότι συμβάλλουν στον πλουραλισμό και στην επικοινωνία. Αντίθετα, παρακολουθώ ορισμένα επώνυμα blogs, ιδιαίτερα του γαλλικού χώρου, που ενημερώνουν, ακόμη και μέσα από τον υποκειμενισμό τους (έτσι κι αλλιώς αγαπώ τον υποκειμενισμό, εφόσον είναι καλού γούστου). Παρακολουθώ, για παράδειγμα, το blog του δημοσιογράφου της εφημερίδας «Le Monde» Πιερ Ασσουλίν (passouline. blog. lemonde.fr), που στην Ελλάδα τον γνωρίζουμε κυρίως ως συγγραφέα του μυθιστορήματος Ξενοδοχείο Lutetia (Πόλις). Παρακολουθώ επίσης το blog του κριτικού του περιοδικού «Le Nouvel Observateur» Ντιντιέ Ζακόμπ, που τον γνωρίζουμε κυρίως ως συγγραφέα βιογραφιών. Ειδικά ο Ασσουλίν, που νομίζω ότι φέτος τον Μάιο θα επισκεφθεί και πάλι την Ελλάδα, είναι ο εμψυχωτής της ηλεκτρονικής «Δημοκρατίας των Βιβλίων», η οποία φιλοξενείται στη διεύθυνση του «Monde» (Monde.fr) και δέχεται καθημερινώς 10.000 επισκέπτες. Λογοτεχνικές πληροφορίες, κριτική, εκλεκτικισμός, κομψή υποκειμενικότητα κάνουν τις σελίδες του Ασσουλίν να έχουν φανατικό κοινό που διαρκώς βαίνει αυξανόμενο.
Σταθήκαμε κάπως αμήχανοι απέναντι στον θάνατο του Ντασσέν. Φάνηκε ότι αυτό που μας ενδιέφερε ήταν να τον τοποθετήσουμε κάπου. Αλλά ο Ντασσέν ήταν πολλά. Εβραίος, ακτιβιστής, κομμουνιστής, βοηθός του Χίτσκοκ, εξόριστος, μετρ του νουάρ, κοσμοπολίτης, σύζυγος της Μελίνας (ναι, γιατί όχι;), σκηνοθέτης θεάτρου, ντοκυμενταρίστας και άλλα, και άλλα. Σπεύσαμε να τον βάλουμε σε κουτάκι. Κάτι σαν την ελληνικότητα.
Και επειδή μιλάμε για ελληνικότητα, ο θάνατος του Robert Fagles, ομότιμου καθηγητή στο Πρίνστον, μεταφραστή κλασικών ελληνικών και λατινικών κειμένων, μας έδωσε μια ευκαιρία να ξαναδούμε τη βιογραφία του και κυρίως αυτό που θα ονομάζαμε πρόσληψη του «ελληνικού».
