Τι ζητούν πραγματικά οι καθηγητές

Ποιοι συμφωνούν με τη συνεχιζόμενη απεργία, πόσοι δεν απεργούν και ποιοι συσχετισμοί διαμορφώνονται στο διοικητικό συμβούλιο της ΟΛΜΕ Τι ζητούν πραγματικά οι καθηγητές ΣΥΛΒΑΝΑ ΡΑΠΤΗ ΑΠΕΡΓΟΣΠΑΣΤΗΣ ονομάζεται από παλαιοτάτων χρόνων εκείνος που σπάει την απεργία. Οταν, δηλαδή, η πλειοψηφία ενός συνδικαλιστικού σωματείου ψηφίζει υπέρ της απεργίας, τα μέλη του σωματείου που δεν απεργούν αποκαλούνται



ΑΠΕΡΓΟΣΠΑΣΤΗΣ ονομάζεται από παλαιοτάτων χρόνων εκείνος που σπάει την απεργία. Οταν, δηλαδή, η πλειοψηφία ενός συνδικαλιστικού σωματείου ψηφίζει υπέρ της απεργίας, τα μέλη του σωματείου που δεν απεργούν αποκαλούνται απεργοσπάστες. Η λέξη αυτή εμπεριέχει τουλάχιστον περιφρόνηση για εκείνον τον οποίον χαρακτηρίζει και συνήθως συνοδεύει τα μέλη της μειοψηφίας που αρνούνται να πράξουν σύμφωνα με τα όσα αποφάσισε η πλειοψηφία.


Τι γίνεται όμως σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η μεγάλη πλειοψηφία των μελών ενός σωματείου εργάζεται ενώ στη γενική συνέλευση του σωματείου παρουσιάζονται και ψηφίζουν μόνον οι ολίγοι που τάσσονται υπέρ της απεργίας; Οι υπόλοιποι, που είναι οι περισσότεροι, γιατί δεν πηγαίνουν στις γενικές συνελεύσεις των τοπικών σωματείων τους για να ψηφίσουν; Διστάζουν; Φοβούνται να εκφράσουν τη διαφωνία, τον προβληματισμό, τη σκέψη τους; Συμφωνούν με την απεργία, αλλά αφήνουν άλλους «να βγάλουν το φίδι από την τρύπα»;


Το προαναφερθέν φαινόμενο, σύμφωνα με το υπουργείο Παιδείας, παρατηρείται εδώ και πέντε εβδομάδες σε αρκετές τοπικές ενώσεις των καθηγητών, στις λεγόμενες ΕΛΜΕ. Οι πρόεδροι των ΕΛΜΕ λοιπόν κάθε εβδομάδα μεταφέρουν αποφάσεις για συνέχιση της απεργίας. Η απόφαση της τελευταίας γενικής συνέλευσης να συνεχισθεί η απεργία των καθηγητών για έκτη εβδομάδα βασίστηκε σε μια ισχυρότατη πλειοψηφία 79 ΕΛΜΕ έναντι μιας μόνον που ψήφισε υπέρ της αναστολής και τριών ΕΛΜΕ που ψήφισαν λευκό.


Με βάση τα ποσοστά συμμετοχής των καθηγητών στην απεργία που δίνει το υπουργείο Παιδείας, προκύπτει ότι σε πολλές περιοχές η πλειονότητα εργάζεται. Αν αυτό αληθεύει γιατί όσοι εργάζονται δεν μετέχουν στις γενικές συνελεύσεις της τοπικής ΕΛΜΕ αντί να αναλώνουν τον χρόνο τους σε τηλεφωνήματα και σε επιστολές προς τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, με την υπόμνηση μάλιστα να μη γίνουν γνωστά τα στοιχεία τους;


Σε αυτήν ακριβώς την απουσία της πλειονότητας των καθηγητών από τις γενικές συνελεύσεις των ΕΛΜΕ εκτιμά το υπουργείο Παιδείας ότι βασίζεται πλέον κατά μεγάλο μέρος η απεργία. Κατά το υπόλοιπο μέρος της βασίζεται, σύμφωνα πάντοτε με παράγοντες του υπουργείου, στους συνδικαλιστές εντός και εκτός ΟΛΜΕ.


Στο ενδεκαμελές διοικητικό συμβούλιο της ΟΛΜΕ συμμετέχουν πέντε μέλη της ΠΑΣΚ, της παράταξης που πρόσκειται ­ όπως λέγεται κομψά το ανήκει ­ στο ΠαΣοΚ, δηλαδή στο κυβερνών κόμμα, τέσσερα μέλη της ΔΑΚΕ, της παράταξης δηλαδή της Νέας Δημοκρατίας, και δύο μέλη της παράταξης του Συνασπισμού, ενώ δεν συμμετέχει μέλος του ΚΚΕ.


Το διοικητικό συμβούλιο της ΟΛΜΕ, σημειωτέον, θα ανανεωθεί τον ερχόμενο Μάιο, οπότε θα πραγματοποιηθεί το συνέδριο της Ομοσπονδίας και θα ακολουθήσουν αρχαιρεσίες.


Οι συνδικαλιστές της ΠΑΣΚ, της εκσυγχρονιστικής πτέρυγας ­ όλοι τους εκσυγχρονιστές ­, γνωρίζουν, με πρώτο τον πρόεδρο, ότι με το τέλος της απεργίας τους περιμένουν με τις πόρτες ανοιχτές στα… υπόγεια του Μαξίμου, δεδομένου ότι υπάρχει η εκτίμηση πως χειρίστηκαν εντελώς άτσαλα το όλο θέμα της απεργίας. Ιδιαίτερα βαρύ είναι μάλιστα το κλίμα για τον πρόεδρο της ΟΛΜΕ που, ενώ ανέλαβε σε συνεννόηση με την κυβέρνηση να κάνει μια διαφοροποιημένη πρόταση στη δεύτερη εβδομάδα της απεργίας, μετά την πήρε πίσω και θέλει να ξεχάσει ακόμη και ότι τη διετύπωσε, παρά το γεγονός ότι αυτό συνέβη μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες.


Οι συνδικαλιστές της ΔΑΚΕ είναι χωρισμένοι στα δύο: δύο θεωρούνται του Εβερτ, ενώ οι άλλοι δύο του Σουφλιά. Εν όψει του συνεδρίου της Νέας Δημοκρατίας κανείς δεν επιθυμεί να του καταλογισθεί ότι μειοδότησε σε αγωνιστικότητα.


Εκ των συνδικαλιστών του Συνασπισμού ο ένας προέρχεται από το παλαιό Εσωτερικό, ενώ ο άλλος από τον χώρο του ΚΚΕ.


Ολοι τους ενδιαφέρονται να κρατήσουν τις έδρες που έχουν τώρα στο συμβούλιο της ΟΛΜΕ και το ΚΚΕ ενδιαφέρεται περισσότερο απ’ όλους να κερδίσει την έδρα που δεν έχει τώρα.


Σύμφωνα, πάντως, με το νέο μισθολόγιο, και αφού ληφθούν υπόψη οι αυξημένες κρατήσεις για τον πρώτο χρόνο διορισμού, οπότε καταβάλλεται και το ποσόν της εγγραφής στα ασφαλιστικά ταμεία, ο νεοδιοριζόμενος εισπράττει καθαρές αποδοχές κατά την κυβέρνηση 235.000 δραχμές ενώ κατά την ΟΛΜΕ 213.000 δραχμές μηνιαίως. Η διαφορά βρίσκεται στις κρατήσεις. Στα προαναφερθέντα ποσά συμπεριλαμβάνεται ολόκληρο το ποσό του επιδόματος εξωδιδακτικής απασχόλησης (ΕΕΑ) των 50.000 δραχμών, όπως διαμορφώθηκε μετά την αύξηση των 15.000 δραχμών που δίνει η κυβέρνηση.


Τα προαναφερθέντα ποσά θα εισπράξουν οι καθηγητές από 1.11.1997 αν ισχύσει η πρώτη πρόταση που έκανε η κυβέρνηση για καταβολή της αύξησης των 15.000 δραχμών σε τρεις ισόποσες δόσεις, τον Ιανουάριο, τον Ιούλιο και τον Νοέμβριο, ή από 1.3.1997, δηλαδή από τον επόμενο μήνα, αν η ΟΛΜΕ δεχθεί την πρόταση που έκανε ο πρόεδρός της και την οποία είναι πρόθυμη να αποδεχθεί ακόμη και τώρα, στο παρά πέντε της ψήφισης του νομοσχεδίου για το μισθολόγιο στη Βουλή.


Την πρόταση για την καταβολή της αύξησης των 15.000 δραχμών σε δύο δόσεις ούτε καν τη συζητεί η ΟΛΜΕ, που ζητεί ουσιαστικά για να επιστρέψουν οι καθηγητές στα σχολεία, πρώτον, 250.000 δραχμές καθαρές αποδοχές για τον νεοδιοριζόμενο και τα περίφημα τρίμηνα. Με το παλαιό μισθολόγιο οι καθηγητές έπαιρναν τα λεγόμενα τρίμηνα, που ήταν ένα σύνολο ωρών που χρεώνονταν ως υπερωρίες, και το επίδομα βιβλιοθήκης. Μέσω των δύο αυτών παροχών του κράτους κάθε χρόνο οι καθηγητές εισέπρατταν κάτι παραπάνω από την εισοδηματική πολιτική. Τη μια χρονιά αυξανόταν το επίδομα βιβλιοθήκης, την άλλη αυξάνονταν οι ώρες της υπερωρίας, την τρίτη αυξανόταν το αντίτιμο της υπερωρίας. Με αυτόν τον τρόπο είχαν πάρει αρκετές αυξήσεις τα τελευταία πέντε χρόνια εν αντιθέσει με περασμένα χρόνια, όπου οι μισθοί τους ήταν καθηλωμένοι.


Με το νέο μισθολόγιο το μεγαλύτερο μέρος των τριμήνων ενσωματώθηκε στον βασικό μισθό, ενώ το υπόλοιπο ονομάστηκε επίδομα εξωδιδακτικής απασχόλησης. Και στις δύο περιπτώσεις όμως χάθηκε ο χαρακτήρας των υπερωριών, τα «ποιοτικά χαρακτηριστικά των τριμήνων», όπως τα ονομάζει η ΟΛΜΕ. Αυτά τα «ποιοτικά χαρακτηριστικά» είναι κυρίως αυτά που ζητάει η ΟΛΜΕ και όχι τόσο οι 15.000 που υπολείπονται για να γίνουν οι καθαρές αποδοχές του νεοδιοριζομένου από 235.000 δραχμές 250.000 δραχμές.


Η κυβέρνηση όμως τονίζει ότι δεν μπορεί να δώσει τίποτα παραπάνω ούτε σε δραχμές ούτε σε «ποιοτικά χαρακτηριστικά», επισημαίνει όμως ότι συζητεί τα θεσμικά, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται οι διορισμοί και η επιμόρφωση. Η δασκάλα, η απεργία, ο σπασμένος καναπές και ο κομπιούτερ


ΑΠΟ ΤΗΝ κυρία Μαρία Λαμπρίδου, δασκάλα στο 2ο Δημοτικό Σχολείο Νέας Σμύρνης, πηραμε και δημοσιεύουμε αυτούσια την παρακάτω επιστολή, στην οποία αποτυπώνεται μια άλλη διάσταση, εξαιρετικά χαρακτηριστική, της κατάστασης που επικρατεί σήμερα στον εκπαιδευτικό κλάδο:


«Είμαι μία από τους χιλιάδες απεργούς εκπαιδευτικούς, από αυτούς που τόσο άστοχα τα επίσημα χείλη χαρακτήρισαν «παίκτες του καζίνου». Νιώθω την αδικία να με πνίγει και την έντονη επιθυμία να απαντήσω με στοιχεία στην προσβολή αυτή.


Εμείς, που σήμερα απεργούμε, δεν είμαστε «οι παίκτες», είμαστε απλά και μόνο τα «πιόνια» στο ανίερο παιχνίδι των πολιτικών που αποσκοπεί (;) στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας και αδιαφορεί παγερά για τον παράγοντα άνθρωπο.


Χιλιάδες από εμάς, τους εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, αναγκαστήκαμε να σπουδάσουμε δύο επαγγέλματα. Η ανεργία μάς ανάγκασε να εγκαταλείψουμε το πρώτο και να ξανακαθήσουμε στα θρανία για να γίνουμε δάσκαλοι. Η διαδικασία αυτή δεν ήταν ανώδυνη, αφενός μας επιβάρυνε οικονομικά και αφετέρου μας έφθειρε ψυχολογικά. Είναι και αυτή μια διεθνής πρωτοτυπία της χώρας μας, οι δάσκαλοι να διαθέτουν πτυχία νομικής, φαρμακευτικής, οικονομικών επιστημών, υπομηχανικών, ακόμη και σχολών Εμπορικού Ναυτικού.


Σε αυτή την άτυχη γενιά ανήκω και εγώ. Ανθυποπλοίαρχος στα νιάτα μου, ταξίδεψα με γκαζάδικα ως τα πέρατα του κόσμου, δαμάζοντας τα κύματα και τις δυσκολίες του επαγγέλματος. Τη δουλειά μου τη λάτρευα. Δεν ήθελα να την εγκαταλείψω. Με τσάκισε όμως η θύελλα της ανεργίας που έπληξε τους ναυτεργάτες το 1982. Ως ιερά κειμήλια κρατώ στο αρχείο μου τα αποδεικτικά του αγώνα που τότε δώσαμε διεκδικώντας το δικαίωμα στη δουλειά. Μέλος της συντονιστικής επιτροπής ανέργων, πορεύτηκα με χιλιάδες άλλους από τον Πειραιά ως τη Βουλή (εκεί όπου και σήμερα πορεύομαι, με τους νέους μου συναδέλφους, ζητώντας και πάλι μια θέση στον ήλιο…).


Η νεαρή τότε σοσιαλιστική κυβέρνηση, προσπαθώντας να λύσει το πρόβλημα της ανεργίας, όχι μόνο των ναυτεργατών αλλά και πολλών άλλων κλάδων, άνοιξε διάπλατα τις πόρτες των Παιδαγωγικών Ακαδημιών (όπως σήμερα επιχειρεί να κάνει με τα πανεπιστήμια). Οχι μόνο εγώ αλλά και χιλιάδες άλλοι άνεργοι γίναμε τότε πιόνια στα χέρια των πολιτικών και αλλάξαμε… επάγγελμα (όχι όμως και ζωή).


Δεκαπέντε χρόνια αργότερα βρισκόμαστε στο ίδιο σημείο, απέξω από τη Βουλή, να ζητάμε από τους ίδιους ανθρώπους τα ίδια που ζητούσαμε και τότε, αξιοπρεπείς όρους διαβίωσης. Προσωπικά, στα χρόνια που πέρασαν έκανα ό,τι περνούσε από το χέρι μου για να βοηθήσω στην ανάπτυξη της χώρας μου. Εδωσα την ψυχή μου στην εκπαίδευση χωρίς να αναλογιστώ κόπους και θυσίες. Παράλληλα αξιοποίησα κάθε δυνατότητα για επιμόρφωση, δύο χρόνια στο Μαράσλειο Διδασκαλείο και ένα στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κύπρου, όπου ειδικεύτηκα σε θέματα παιδαγωγικής έρευνας.


Οταν όμως γύρισα το 1995 στην τάξη, χρειάστηκα τη βοήθεια ψυχιάτρου για να σταθώ στα πόδια μου. Αισθανόμουν το σχολείο να με πνίγει. Η αδιαφορία και η ανοργανωσιά, η έλλειψη υλικοτεχνικής υποδομής, τα ξεπερασμένα προγράμματα τύλιγαν θηλιά στο λαιμό μου. Η τριετής επιμόρφωση δεν στάθηκε ικανή να τη λύσει. Αντίθετα. Η ψυχή μου τώρα αγρικούσε πικρότερα «τι έχασε, τι έχει, τι της πρέπει».


Ο γιατρός με βοήθησε να αντέξω και να συνεχίσω τη δουλειά μου. Τούτες όμως τις τελευταίες ημέρες νιώθω και πάλι την υπομονή μου να εξαντλείται, το ποτήρι της οργής και της αγανάκτησης να ξεχειλίζει επικίνδυνα. Η απεργία μας δεν φαίνεται να συγκινεί κανέναν. Στα αιτήματά μας απαντούν με ύβρεις και εκβιασμούς. Ταυτόχρονα, τα χαμένα μεροκάματα ξεθώριασαν το μοναδικό μου όνειρο…


Οχι, δεν θέλω να αλλάξω το μικρό παλιό μου Yugo, ούτε να βάψω το σπίτι μου, που δέκα χρόνια άβαφτο έχει γίνει γκρίζο. Δεν με πειράζει και ο σπασμένος καναπές στο σαλόνι. Και από ρούχα μού φτάνουν δύο τζιν και μερικά φτηνά πουλόβερ. Αυτό που διακαώς επιθυμώ είναι ένα… κομπιούτερ. Από αυτά που εκατοντάδες έχουν οι εφορίες και που στα δημοτικά δεν υπάρχει ούτε ένα για δείγμα. Στην αυγή του 2000 είναι αδύνατον να κάνω τη δουλειά μου χωρίς αυτό. Ευλαβικά μάζευα τις δεκάρες από τον μισθό μου. Λογάριαζα πως με τις υπερωρίες θα κατάφερνα ως το τέλος της χρονιάς να το αποκτήσω. Τις υπερωρίες όμως μας τις έκοψαν. Ηρθε και η απεργία και οι ελπίδες μου εξανεμίστηκαν εντελώς. Για χάρη του εκσυγχρονισμού, μου λένε, πρέπει να γυρίσεις στη δουλειά σου και να συνεχίσεις με τα ίδια προπολεμικά εφόδια: την κιμωλία και τον μαυροπίνακα!


Αυτοί είμαστε οι άνθρωποι που καθημερινά διαδηλώνουμε έξω από τη Βουλή και που πεισματικά αρνούμαστε να γυρίσουμε στα σχολεία μας. Το πείσμα μας δεν έχει να κάνει με καζίνα και τζόγο, είναι ένα πείσμα που το ‘θρεψαν χρόνια και χρόνια αδικίας, διπλής αδικίας για πολλούς από μας που η ανεργία μάς έκανε δασκάλους και που η σημερινή κατάντια του νέου μας επαγγέλματος μας έχει φέρει στο χείλος του γκρεμού αναζητώντας λύσεις στα τρισάθλια οικονομικά μας και στο πνιγηρό κλίμα που επικρατεί στη δουλειά μας.


Η απεργία μας δεν είναι τζόγος, δεν είναι παιχνίδι ανταγωνισμού. Για μας είναι αγώνας επιβίωσης και ως εκ τούτου δεν έχουμε περιθώρια για υποχωρήσεις. Για την κυβέρνηση, όμως, φαίνεται πως είναι κάτι άλλο. Ειλικρινά λυπάμαι που δεν μπορούν (ή δεν θέλουν) να καταλάβουν». ΜΑΘΗΤΕΣ «Οχι, προς το παρόν, σε καταλήψεις»


Η ΦΗΜΟΛΟΓΙΑ για καταλήψεις από μαθητές φαίνεται να πέφτει στο κενό καθώς οι μαθητές δεν είναι διατεθειμένοι για τέτοιου είδους κινητοποιήσεις. «Δεν έχουν νόημα οι καταλήψεις όσο διαρκεί η απεργία των καθηγητών. Είναι κοινός ο αγώνας μαθητών και καθηγητών, κυρίως όσον αφορά στα θεσμικά αιτήματα. Η συμπαράστασή μας θα εκφρασθεί στους δρόμους και όχι καταλαμβάνοντας τα σχολεία». Σε αυτό το πλαίσιο εκφράστηκε ο προβληματισμός στη συνεδρίαση που είχαν την Τετάρτη εκπρόσωποι των μαθητών γυμνασίων και λυκείων της Αττικής.


Το πρόβλημα με τις χαμένες ώρες θεωρούν ότι πρέπει να λυθεί με παρέμβαση του υπουργείου Παιδείας και ίσως αποτελέσει αιχμή για κάποιους μαθητές που είναι υπέρμαχοι των καταλήψεων μετά τη λήξη της απεργίας των καθηγητών. Η μείωση της ύλης είναι το ζητούμενο ενώ δεν διαπραγματεύονται μάθημα το Σάββατο ή παράταση του σχολικού έτους. «Στην περίπτωση όπου το υπουργείο ανακοινώσει τέτοιου είδους μέτρα για την αναπλήρωση των χαμένων ωρών, θα υπάρξει δυναμική αντίδραση από τους μαθητές πολλών σχολείων. Πάντως, αν προκύψουν καταλήψεις, αυτές θα γίνουν μετά τη λήξη της απεργίας των καθηγητών», μας λέει ο Θανάσης Τσακαρδάνος, μαθητής Γ’ λυκείου.


Ανεξάρτητα από τις αποφάσεις του υπουργείου για την αναπλήρωση των χαμένων ωρών ενδέχεται να υπάρξουν κάποιες περιπτώσεις καταλήψεων, αλλά, όπως υποστηρίζει ο Γρηγόρης Στασινόπουλος, μαθητής Γ’ λυκείου στο Πειραματικό Λύκειο Αγίων Αναργύρων, θα είναι μεμονωμένες και χωρίς την ευρεία υποστήριξη της μαθητικής κοινότητας.


Η μορφή των μαθητικών κινητοποιήσεων συμπαράστασης προς τους καθηγητές αναμενόταν να καθορισθεί χθες αργά το μεσημέρι σε νέα συνάντηση των εκπροσώπων μαθητών γυμνασίων και λυκείων της Αττικής στο Πολυτεχνείο.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.