Η επαναστάτρια λαίδη
«Θα σας πω τι σημαίνει να υποδύεσαι ένα ρόλο. Είχε γίνει μια φανταστική έκθεση με έργα από την πρώιμη περίοδο του Πικάσο. Την πρώτη φορά που πήγα είδα ολόκληρη την έκθεση για μην έχω άγχος στην περίπτωση που δεν θα κατάφερνα να πάω ξανά. Τη δεύτερη πέρασα δύο ώρες κοιτάζοντας εννέα πίνακες όλους κι όλους. Τους άφησα να περάσουν μέσα από τα μάτια στις σκέψεις και στις πράξεις μου. Μετά από 30 λεπτά μπροστά από κάθε πίνακα είδα πράγματα που ποτέ δεν θα μπορούσα να δω διαφορετικά. Κάπως έτσι είναι όταν ανακαλύπτεις και έναν άνθρωπο». Η Βανέσα Ρεντγκρέιβ καθηλώνει πάντα τον συνομιλητή της. Οχι μόνο με τα λόγια αλλά και με τη γήινη σαγήνη μιας grande dame του θεάτρου και της Εβδομης Τέχνης. Η οποία βεβαίως δεν εμπόδισε τη νεοναζιστική οργάνωση Combat 18 της Βρετανίας να τη συμπεριλάβει στη μακροσκελή μαύρη λίστα της. Γιατί, βλέπετε, ουδείς απαγόρευσε στις αληθινές grande dames να διαθέτουν και ιδεολογία.
Η Βανέσα Ρεντγκρέιβ γεννήθηκε στις 30 Ιανουαρίου 1937, την ίδια χρονιά που ο Πικάσο βουτούσε τα πινέλα του στη Γερνίκα. Στο Λονδίνο, βέβαια, όπως άλλωστε αρμόζει στη γόνο μιας από τις κορυφαίες θεατρικές δυναστείες της Γηραιάς Αλβιώνος. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι την είδηση για τον ερχομό της στον κόσμο την ανακοίνωσε ο ίδιος ο Λόρενς Ολίβιε ως «Αμλετ» πάνω στη σκηνή του Old Vic την ώρα που ο ευτυχής πατέρας Μάικλ Ρεντγκρέιβ φορούσε ακόμη το κοστούμι του Λαέρτη: «Σήμερα γεννήθηκε μια μεγάλη ηθοποιός. Ο Λαέρτης απέκτησε θυγατέρα!». Η μητέρα της Ρέιτσελ Κέμπσον για τους άγγλους κριτικούς, ένα από τα εξέχοντα θεατρικά ταλέντα της δικής της γενιάς είδε από νωρίς τις Μοίρες να εναποθέτουν τα δώρα τους δίπλα από την κούνια του νεογέννητου. Και δεν τις εμπόδισε να αυτοσχεδιάσουν με την ησυχία τους πάνω στο ριζικό αυτής της κοκκινομάλλας μικρής με τις φακίδες και το ήδη υπεροπτικό ύφος.
Ακολουθεί η προαναγγελθείσα πορεία (από την οποία δεν θα ξεφύγει ούτε η κατά επτά χρόνια μικρότερη αδελφή τής Βανέσα Λιν). Μετά την αποφοίτησή της cum laude από τη Central School of Speech and Drama, δοκιμάζει την τύχη της δίπλα στον πατέρα της. Είναι μόλις 20 ετών όταν θα πραγματοποιήσει την παρθενική της υπόκλιση στη σκηνή του Frinton Summer Theatre. Το κοινό βρίσκεται αντιμέτωπο με μια πανύψηλη, αφοπλιστικά όμορφη αν εξαιρέσει κανείς την τραχύτητα των χαρακτηριστικών της, που όμως της προσδίδει ακόμη μεγαλύτερη μεγαλοπρέπεια , έτοιμη για όλα debutante. Ο Ρεντγκρέιβ την παρασύρει δυστυχώς για τη νεοβάπτιστη καριέρα της στη μεγάλη οθόνη για τις ανάγκες της ταινίας «Behind the Mask» (1958) όπου απλά αναπαράγουν τους ρόλους πατέρα – θυγατρός.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 έρχονται πλέον οι μεγάλοι ρόλοι. Η Κατερίνα στο «Ημέρωμα της Στρίγκλας», η Νίνα στον «Γλάρο», η Λαίδη Μάκβεθ είναι τα ολοκαίνουργα alter ego της και οι κριτικοί δεν μπορούν πλέον παρά να υποβάλουν τα σέβη τους. «Τίποτε πιο όμορφο και την ίδια στιγμή πιο άρτιο δεν έχουν αντικρίσει ποτέ τα μάτια μου» θα πει για κάποια ερμηνεία της ο Μπέρναρντ Λέβιν. Ο αεροδιάδρομος όμως για την απογείωση της καριέρας της θα είναι μια τηλεοπτική διασκευή του «Αποχαιρετισμού στα όπλα», παραγωγής BBC (μήπως από εκεί δεν ξεκινούν όλα για όλους τους βρετανούς ηθοποιούς;), παρέα με τον Τζορτζ Χάμιλτον. Και για όσους επιμένουν να έχουν ακόμη κάποιες αμφιβολίες, η ταινία του Κάρελ Ράις «Μόργκαν, ο τρελός εραστής» (η αλλοπρόσαλλη ιστορία ενός φαντασιόπληκτου μαρξιστή και της συζύγου του που αδυνατεί να τον χωρίσει, παρ’ ότι το κρίνει αναγκαίο) γίνεται παγκόσμια επιτυχία.
Θα λάβει σοβαρά υπόψη της το σοφό συμπέρασμα του πατρός της: «Δεν θα καταφέρεις ποτέ να παίξεις τίποτε της προκοπής προτού κλείσεις τα 30 γιατί δεν είσαι κατάλληλη για ρόλους κορασίδων». Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι η μεγάλη της επιτυχία θα γυρισθεί λίγο μετά τα τριακοστά της γενέθλια. Στο «Blow-up» (1967) του Αντονιόνι, το φιλμ – σήμα κατατεθέν των swinging 60ς, αναδεικνύεται σχεδόν αναπόφευκτα είδωλο μιας ποπ κουλτούρας που πλημμυρίζει τα πάντα. Οι σκηνοθέτες την περιμένουν πλέον στη γωνία. Και έτσι η Βανέσα Ρεντγκρέιβ (με το ονοματεπώνυμό της αυτάρκες πλέον, αποδεσμευμένο από τα οικογενειακά βάρη) είναι σε θέση να κάνει τις επιλογές της. Οπως θα αποφανθεί αργότερα σε μία από τις απανωτές κρίσεις αυτογνωσίας της, «διαλέγω τους ρόλους μου πολύ προσεκτικά ούτως ώστε, όταν η καριέρα μου θα έχει πια λήξει, να έχω καλύψει όλη τη σύγχρονη ιστορία της καταπίεσής μας» (σ.σ. μιλώντας άραγε από το βήμα της ακτιβίστριας αριστερής, της φεμινίστριας, της Βρετανίδος ή απλά της ηθοποιού;).
Και δεν θα διστάσει να υποδυθεί στη μεγάλη οθόνη γυναίκες ισχυρές, τραγικές, αυτοκαταστροφικές που την ενέπνευσαν στη ζωή και στην τέχνη. Από την αμερικανίδα χορεύτρια Ισιδώρα Ντάνκαν που άφησε την τελευταία της πνοή μέσα στο σάλι της («Ισιδώρα», η πρώτη υποψηφιότητά της για Οσκαρ το 1968) και τη δαιμόνια Αγκαθα Κρίστι («Αγκαθα», 1979) ως τη Λαίδη Μάκβεθ και τη Μαρία Στιούαρτ. Η φιλμογραφία της πάνω από 70 ταινίες περιλαμβάνει σχεδόν τα πάντα. Αναφέρουμε ενδεικτικά μερικές από τις ταινίες της που για τον έναν ή τον άλλον λόγο θα σημαδέψουν το άστρο της: «Βοστωνέζοι» (1984), «Τεντώστε τα αφτιά σας» (1987), «Επιστροφή στο Χάουαρντς Εντ» (1992), «Το σπίτι των πνευμάτων» (1993), «Μικρή Οδησσός» (1994), «Αναζητώντας τον Ρίτσαρντ» (1996). Και παρά τη μια κάποια εμμονή της με τους εναλλακτικούς σκηνοθέτες, δεν θα διστάσει να κάνει τις υποχωρήσεις της στα υπέρογκα budget που προσγειώνονται στα πόδια της από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Αρκετά εύγλωττη απόδειξη, η ένταξή της στο καστ των «Επικίνδυνων αποστολών» (1996) στο πλευρό του Τομ Κρουζ (για τον οποίο παρεμπιπτόντως δεν διστάζει να πει σε συνέντευξή της ότι έχει πολλά κοινά με τον… Σπένσερ Τρέισι).
Η προσωπική της ζωή θα απασχολήσει αρκετές φορές τις αενάως διψασμένες για αίμα βρετανικές ταμπλόιντ. Το 1962 η Ρεντγκρέιβ και ο σκηνοθέτης Τόνι Ρίτσαρντσον έρχονται εις γάμου κοινωνία ο γάμος θα λήξει άδοξα πέντε χρόνια αργότερα αλλά θα αφήσει πίσω του καρπούς, τις δύο θυγατέρες τους Νατάσα και Τζόλι Ρίτσαρντσον. Το 1967, χρονιά του διαζυγίου, βρίσκεται στο ίδιο πλατό με τον Φράνκο Νέρο για τις ανάγκες του «Κάμελοτ» του Τζόσουα Λόγκαν. Ενα παθιασμένο ειδύλλιο, ένα ακόμη παιδί και μπόλικες κακές γλώσσες. Σήμερα πάντως όταν τη ρωτούν δήθεν αδιάφορα τι σημαίνει να ερωτεύεσαι στο σετ, απαντά δυσανασχετώντας: «Σας παρακαλώ πολύ, μην αρχίζετε πάλι αυτές τις αηδίες. Μην αντιμετωπίζετε την τέχνη σαν ένα χωνάκι παγωτό».
Η πολιτική δράση της και οι πλείστες επιθέσεις που θα εξαπολύσει εναντίον «παντός ενοχλητικού» δεν θα χαροποιήσουν ιδιαίτερα τον εκάστοτε μάνατζέρ της. Η απόφασή της να ασπασθεί το Workers’ Revolutionary Party (τροτσκιστές) αλλά και να στηρίξει τον απελευθερωτικό αγώνα των Παλαιστινίων (το 1978 στη διάρκεια της τελετής απονομής των βραβείων Οσκαρ θα αφιερώσει το χρυσό της αγαλματίδιο για το «Τζούλια» στον αντισιωνιστικό αγώνα στη Μέση Ανατολή), η συμμετοχή της σε αντιμιλιταριστικές διαδηλώσεις (τα ετήσια αφιερώματα στον γαλλικό Μάη του ΄68 φιλοξενούν σχεδόν πάντα φωτογραφίες της), οι απειλητικές διαθέσεις των νεοναζιστών της Combat 18 μόλις πέρυσι (η Σκότλαντ Γιαρντ θα στείλει άντρες της να της παράσχουν μια στοιχειώδη προστασία) και η συμμετοχή της (για την ακρίβεια, είναι η συνιδρύτρια) στην ομάδα Καλλιτέχνες Ενάντια στον Ρατσισμό θα προκαλέσουν… περίεργες αλλεργικές αντιδράσεις στα μίντια. Ιδιαίτερα στην Αμερική. Το θέατρο δεν θα το εγκαταλείψει ποτέ. Θα το κουβαλήσει μαζί και στην ωριμότητά της. Σήμερα, στα 61 της χρόνια, έχει ξεχάσει τα λόγια που της είχε πει τα πρώτα χρόνια της καριέρας της η κορυφαία ηθοποιός του βρετανικού θεάτρου Πέγκι Ασκροφτ: «Βανέσα, ελπίζω να μη σου συμβεί ποτέ αλλά είναι πολύ πιθανόν. Μπορεί να ξυπνήσεις μετά από πολλά χρόνια και να δεις ότι δεν ενδιαφέρεσαι πια καθόλου για την υποκριτική». Στη διάρκεια πάντως αυτών των 40 χρόνων καριέρας που φυσικά δεν έχει τελειώσει η grande dame με τα ασημένια μαλλιά φρόντισε να βρει το μαγικό αντίδοτο στον ελλοχεύοντα αυτόν κίνδυνο: «Νομίζω ότι κάθε χρόνο που περνάει το πάθος μου γι΄ αυτή τη δουλειά μεγαλώνει».
Τι είπε
Στάθηκα πολύ τυχερή στις σχέσεις μου. Η Ζαν Μορό είχε πει κάποτε ότι θα ήθελε να περάσει τις τελευταίες στιγμές της ζωής της δίπλα σε όλους μαζί τους άνδρες που αγάπησε. Σκέφτηκα μέσα μου: «Ναι, βέβαια! Θα ήταν περίφημα! Μόνο που τελικά θα ήταν για εκείνους το μοιραίο τέλος»
Την πρώτη φορά που πήγα στο Παρίσι ήθελα να κάνω κάτι πολύ ιδιαίτερο. Ετσι αποφάσισα να βάψω τα μαλλιά μου ολόλευκα
σ.σ.: απάντηση στην ερώτηση τι την έδεσε με τον Φράνκο Νέρο: Ανακαλύψαμε ότι μας άρεσαν τα ίδια πράγματα. Οπως το να πηγαίνουμε για κυνήγι και για ψάρεμα
Αν θέλετε να μάθετε για τις πολιτικές μου πεποιθήσεις, δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος να μου παίρνετε συνέντευξη. Μπορείτε να καθήσετε να γράψετε ό,τι θέλετε!
Είναι αλήθεια ότι στην Αμερική μού έχουν δώσει μερικούς από τους καλύτερους ρόλους της καριέρας μου. Οπως ξέρω επίσης ότι για πολλά χρόνια δεν μου έδιναν αυτά που μου άξιζαν
Οχι, ποτέ δεν θα ήθελα να διεκδικήσω κάποιο πολιτικό πόστο. Είναι το τελευταίο πράγμα που θα ήθελα να κάνω στη ζωή μου το να συμμετέχω σε συσκέψεις όλη μέρα
Δεν υπάρχει τίποτε το κακό με το Χόλιγουντ ή με τους μεγάλους προϋπολογισμούς. Εύχομαι ο καθένας να μπορούσε να εξασφαλίζει μεγαλύτερους προϋπολογισμούς. Το Χόλιγουντ έχει κάνει πολλές μπούρδες, έχει όμως δώσει και μερικές κορυφαίες κλασικές ταινίες