Την κριτική της στο τελευταίο βιβλίο του παγκοσμίως γνωστού γάλλου μελετητή του πολιτικού Ισλάμ, Ολιβιέ Ρουά, ασκεί η τουρκάλα δημοσιογράφος Νουράι Μερτ, στη σε άρθρο της στην εφημερίδα Hurriyet Daily News. Σύμφωνα με την ίδια, το βιβλίο του Ρουά, καθηγητή στο European University Institute στη Φλωρεντία, «En quete de L’ Orient perdu» («Αναζητώντας τη Χαμένη Ανατολή»), το οποίο πρόσφατα κυκλοφόρησε στη Τουρκία, «δεν προκάλεσε τη συζήτηση που θα έπρεπε ούτε την κριτική που του άξιζε, ειδικά τώρα που όλοι μιλάμε για το Ισλάμ και τον ισλαμισμό σε σχέση με το Ισλαμικό Κράτος».

Πρόκειται για έναν από τους πλέον ικανούς νεο – Οριενταλιστές, γράφει η τουρκάλα δημοσιογράφος, «αφού η γνώση του για την «Ανατολή» βασίζεται σε πολύχρονη έρευνα, διατύπωση θεωριών και γλωσσικές ικανότητες». Πολλοί από τους αυτοαποκαλούμενους «ειδικούς», δεν μπαίνουν στον κόπο να μάθουν το αντικείμενο για το οποίο γράφουν, αλλά αυτό δεν τους εμποδίζει να προσφέρουν τις «φιλόδοξες» ιδέες τους για το ζήτημα. Βιβλία, άρθρα και γνώμες για τον ισλαμισμό και το Ισλαμικό Κράτος και τις «ρίζες και τις προοπτικές τους», αναφέρει η Μερτ, «φυτρώνουν σαν τα μανιτάρια» από δυτικούς αναλυτές, χωρίς όμως να προσφέρουν κάτι στη συζήτηση ή να έχουν εμβαθύνει στο θέμα, ενώ πολλές φορές παρουσιάζουν έλλειψη γνώσεων.
Ο Ρουά, συνεχίζει, δεν είναι από αυτούς, αφού ανήκει στην εκλεπτυσμένη σχολή των «νεο – Οριενταλιστών». Ακόμη και ο τίτλος του βιβλίου του είναι επικριτικός προς τους κλασσικούς Οριενταλιστές και την ερμηνεία που δίνουν στην «Ανατολή» ως μία εξωτική, ανιστορική φαντασίωση. Παρ’ όλα αυτά, το βιβλίο του Ρουά, λέει η Μερτ, υποβαθμίζει τη φιλοδοξία του συγγραφέα του, αρχικά με το να πατρονάρει τη στάση προς τους ανθρώπους για τους οποίους γράφει. Συγκεκριμένα ο Ρουά, «μιλάει με τη γλώσσα της ανωτερότητας», σχεδόν ρατσιστικά, όταν αναφέρεται στους «μειλίχιους Αφγανούς» που δεν γνωρίζουν τίποτε για τον κόσμο στον οποίο ζουν ή για την κυβέρνηση των Τατζίκ την οποία χαρακτηρίζει «ομάδα δολοφόνων».
«Ο κυνικός του τρόπος είναι ακόμη μία ένδειξη της φιλόδοξης, ψυχρής αποστασιοποίησής του από τα μπανάλ γεγονότα για τα οποία μιλάει» γράφει η Μερτ, προσθέτοντας ότι «δεν είναι αυτός ο χώρος για μία εκτενή βιβλιοκριτική, ούτε είναι πρόθεσή μου να δυσφημήσω ένα διάσημο πρόσωπο, χαρακτηρίζοντάς τον νεο – Οριενταλιστή με θολές πολιτικές διασυνδέσεις. Μερικές φορές μαθαίνουμε πολλά από τους Οριενταλιστές και ο Ρουά δεν αποτελεί εξαίρεση. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι ήταν οι υψηλού κύρους ειδικοί όπως ο Ρουά που προώθησαν κάποιες πολύ προβληματικές έννοιες όπως οι «μετριοπαθείς ισλαμιστές» και ότι «η κοσμικότητα παράγει τον φονταμενταλισμό» (δικά του λόγια)».
Και καταλήγει: «Δεν θέλω να πω ότι ήταν ο Ρουά και κάποιοι σαν αυτόν που διαμόρφωσαν την δυτική πολιτική προς το μετριοπαθές Ισλάμ, αλλά αυτήν υπηρέτησαν. Τώρα, το τίμημα αυτών των πολιτικών φαντασιώσεων δεν το πληρώνουν μόνο όσοι ζουν σε μουσουλμανικές χώρες αλλά και η ίδια η Δύση. Είναι αλήθεια ότι η αυστηρή αντίληψη της κοσμικότητας δημιούργησε ένταση και διαφωνίες σε μουσουλμανικές χώρες, παρότι δεν ήταν η κοσμικότητα που παρήγαγε τον φονταμενταλισμό, αλλά η πολιτική χειραγώγηση του Ισλάμ που την εφάρμοσε».